Αγαπητέ Τάσο, μας είχες προετοιμάσει - έναν μήνα τώρα - για τη στιγμή του αποχαιρετισμού. Μας είχες κάνει να πιστέψουμε πως από σήμερα η εφημερίδα μας θα ήταν φτωχότερη. Χωρίς εσένα, χωρίς τον «Οίστρο» σου, χωρίς τα υπέροχα «Διακριτικά» σου. Υστερα από 39 χρόνια στο επάγγελμα, θεωρήσαμε βέβαιο πως χρειαζόσουν ελεύθερο χρόνο, αυτόν που τόσα χρόνια «στερήθηκες», για να τον αφιερώσεις στις άλλες αγάπες σου: Στην οικογένειά σου, στη ζωγραφική σου, στον κήπο σου, στα κείμενά σου, μ' έναν άλλο ίσως τρόπο. Κι όμως ξανά εσύ, ο άνθρωπος των χαμηλών τόνων, απέδειξες πως πίσω απ' τη σιωπή και το χιούμορ σου - τα μεγάλα (μετά το ταλέντο) όπλα σου - κρύβεις καλά το «καζάνι» της οργής, που αν δε βρει διέξοδο δημοσιογραφικής δημιουργίας θα εκραγεί. Και μας έδωσες χτες, στην εκδήλωση αποχαιρετισμού που διοργάνωσε ο «Ρ» για τον παλιότερο συντάκτη του, τη μεγαλύτερη χαρά. Είπες: «Από τον "Ριζοσπάστη" που με δίδαξε και μου συμπαραστάθηκε στις προσωπικές μου ατυχίες, νομίζω ότι περισσότερα πήρα και λιγότερα έδωσα. Και επειδή έχω αυτή την αίσθηση ότι του οφείλω, θέλω να συνεχίσω να γράφω στις στήλες του, αμισθί φυσικά, μήπως και ξεχρεώσω έτσι ένα μέρος από τα οφειλόμενα. Κοντά σας, δηλαδή, θα είμαι και μετά τη συνταξιοδότησή μου». Το καλύτερο δώρο, για μας και για τους πιστούς - όπως γνωρίζεις - αναγνώστες σου.
«Ο Τάσος Αυγερινός δεν είναι ο οποιοσδήποτε σύντροφος μέσα στην εφημερίδα. Οχι μόνο γιατί ακολούθησε όλη τη νομιμότητα του "Ρ", κλείνοντας 28 ολόκληρα χρόνια δουλιάς απ' το 1974 μέχρι σήμερα, αλλά γιατί ξεχωρίζει για τη σεμνότητά του, την αθόρυβη αλλά ουσιαστική προσφορά του και ιδιαίτερα για την πένα του, που μέσα από τον "Οίστρο", μίλαγε κατευθείαν στο μυαλό και στην καρδιά των αναγνωστών», είπε χτες - ανοίγοντας την εκδήλωση «αποχαιρετισμού» - ο αρχισυντάκτης της εφημερίδας, Τάκης Τσίγκας.
Μετά την ομιλία του Τ. Αυγερινού ακολούθησε ζωντανή συζήτηση με όλο το προσωπικό του «Ρ». Ο «συνταξιούχος» πλέον συνάδελφος επισήμανε ότι ακόμα και σήμερα, όπως έχουν διαμορφωθεί τα πράγματα στην πλειοψηφία των ΜΜΕ, ο συντάκτης μπορεί να κάνει τη διαφορά, μπορεί αξιοπρεπώς να υπηρετήσει το επάγγελμα, πρέπει να αντιστέκεται. Ξεκαθάρισε πως ουδέποτε ο «Ρ» δεν έκοψε κείμενό του και όταν ρωτήθηκε αν συμφωνεί με την άποψη που θέλει τον κομματικό Τύπο να χαρακτηρίζεται απ' την ξύλινη γλώσσα απάντησε: «Με ξύλινη γλώσσα γράφουν τα ξύλα τα απελέκητα, όχι ο "Ριζοσπάστης" και οι συντάκτες του»!
Ο εκδότης της εφημερίδας Στ. Λουκάς, εκ μέρους της Διεύθυνσης δώρισε στον Τ. Αυγερινό το Λεύκωμα με τα κατοχικά φύλλα του «Ρ» και ένα σετ με σύνεργα ζωγραφικής, την αγαπημένη ενασχόληση του συντρόφου Τάσου.
Πολλά θα μπορούσε κανείς να γράψει για τον εκλεκτό συνάδελφο, για την πορεία και την αξιοπρεπή διαδρομή του, για το ήθος και τη σεμνότητά του. Επειδή, όμως, γνωρίζουμε ότι τα «εγκώμια» μάλλον αμηχανία προκαλούν στον Τάσο Αυγερινό, παραθέτουμε το βιογραφικό του, έτσι όπως το διάβασε χτες ο ίδιος στην εκδήλωση.
«Φεύγω από το επάγγελμα, κλείνοντας 39 χρόνια σ' αυτό. Ξεκίνησα το 1963, σε ηλικία 19 χρόνων, και 11 χρόνια μετά, τύχη αγαθή με έφερε στο "Ριζοσπάστη". Οπως καταλαβαίνετε δηλαδή δεν εμαθήτευσα εδώ, αλλά σε άλλες εφημερίδες εκείνης της εποχής. Εδώ, όμως, έμαθα κάτι πολύ ουσιαστικό για το επάγγελμά μας. Εμαθα ότι δημοσιογραφία δεν είναι να αραδιάζεις χύμα στο χαρτί γεγονότα κάθε είδους, με μια ρηχή γραφή. Αληθινή δημοσιογραφία ασκείς μόνο όταν ξεχωρίζεις τα σημαντικά από τα ασήμαντα συμβάντα, όταν ερευνάς και αναλύεις τι κρύβεται πίσω από την επιφάνεια των γεγονότων και βασικά και κύρια όταν στοχεύεις με την πένα σου στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων του λαού».
Ο Τ. Αυγερινός δεν ξέχασε, φυσικά, να αναφερθεί σε αυτούς που του δίδαξαν, που του έδειξαν αυτόν το δρόμο: «Δάσκαλοί μου κατά κάποιον τρόπο σε αυτό το μάθημα ήταν οι αείμνηστοι Οθωνας Καμπάνης, Μάκης Λυμπεράτος, Τάκης Αδάμος και ο θαλερός, στα 90 του σήμερα, Θανάσης Ζαφειρόπουλος. Ολοι τους υπήρξαν στυλοβάτες του "Ρ" στα πρώτα χρόνια της επανέκδοσής του. Ολοι τους υπήρξαν ξεχωριστοί για το ήθος τους, την καλλιέργεια και την αγωνιστικότητά τους. Ηταν σπάνιοι σαν χαρακτήρες και ικανότατοι ως δημοσιογράφοι. Και εύχομαι σαν κι αυτούς να αναδειχτούν κι άλλοι συντάκτες από ετούτη εδώ την εφημερίδα και να προστεθούν στον κατάλογο των εκλεκτών».
Οσο για το σήμερα, η ευχή του ήταν: «Αξίζει να δει ευτυχέστερες μέρες η εφημερίδα μας γιατί σ' αυτούς τους χαλεπούς καιρούς που βιώνουμε, έχει μείνει το μοναδικό έντυπο που δεν ευτελίζει τη δημοσιογραφία και η μοναδική στον τόπο μας δημοσιογραφική έπαλξη μάχης κατά του καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού».