ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 23 Οχτώβρη 2005
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Αλλοι δουλεύουν κι άλλοι θησαυρίζουν

Τα επίσημα στοιχεία, όπως οι ισολογισμοί, αλλά και εκθέσεις ή έρευνες (του ΟΟΣΑ, της ΕΕ και άλλων διεθνών οργανισμών ή ιδρυμάτων) καταγράφουν διεθνώς τους κερδισμένους και χαμένους της παγκοσμιοποιημένης λιτότητας

Διαμαρτυρία του ΠΑΜΕ Τραπεζών έξω από το Ζάππειο κατά τη διάρκεια συνέντευξης εκπροσώπων της κεντρικής τράπεζας
Διαμαρτυρία του ΠΑΜΕ Τραπεζών έξω από το Ζάππειο κατά τη διάρκεια συνέντευξης εκπροσώπων της κεντρικής τράπεζας
Το προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού για το έτος 2006, που εγκρίθηκε από την Κυβερνητική Επιτροπή και κατατέθηκε την περασμένη Δευτέρα στη Βουλή, επιβεβαιώνει την πρόθεση της κυβέρνησης να συνεχίσει την ίδια - και σκληρότερη - πολιτική λιτότητας. Μια πολιτική, που - ανεξαρτήτως χρώματος - στηρίζεται στο μοντέλο «άλλοι δουλεύουν κι άλλοι κερδίζουν» με τους εκάστοτε κυβερνώντες και τα συνεταιράκια τους να ...μας «δουλεύουν», υποστηρίζοντας πως το συγκεκριμένο μοντέλο πολιτικής είναι αναγκαίο για το ...καλό των εργαζομένων. Ομως τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης πολιτικής βεβαιώνουν το αντίθετο. Συνέπεια αυτής της πολιτικής είναι το γνωστό φαινόμενο, που θέλει την Ελλάδα να γίνεται πλουσιότερη και τους εργαζόμενους (που παράγουν τον πλούτο και συμβάλλουν στην αύξηση του ΑΕΠ) να γίνονται φτωχότεροι.

Οπως βεβαιώνουν και τα επίσημα στοιχεία, χάρη στη συγκεκριμένη πολιτική, που υπηρετούν με τον ίδιο ζήλο οι μονομάχοι του δικομματισμού (ΠΑΣΟΚ και ΝΔ που εναλλάσσονται στην κυβερνητική εξουσία), «οι μεγάλες εταιρίες γίνονται πλουσιότερες» (με τα αφεντικά τους και τους μεγαλομετόχους να θησαυρίζουν καρπώνοντας όλο και μεγαλύτερα μερίσματα), ενώ παράλληλα «οι εργαζόμενοι να γίνονται φτωχότεροι»!

Και δε θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, αφού:

  • Οι φόροι για τους μισθωτούς αυξάνονται κάθε χρόνο με ρυθμούς τριπλάσιους του πληθωρισμού, ενώ η φορολογία κερδών στις μεγάλες επιχειρήσεις αυξάνεται σε ποσοστά γύρω και κάτω από τον πληθωρισμό. Οι «σφιχτές» και αυστηρά ελεγχόμενες από την κυβέρνηση εισοδηματικές πολιτικές περιορίζουν τις ονομαστικές αυξήσεις των μισθών και συντάξεων, γύρω και κάτω από τα όρια του πληθωρισμού. Αντίθετα, με τις πολιτικές απελευθέρωσης των τιμών και των αγορών που θεσμοθέτησαν και υπηρέτησαν με τον ίδιο ζήλο τα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας, εξασφαλίζουν στις μεγάλες - ελληνικές και ξένες - επιχειρήσεις ποσοστά αύξησης των κερδών πολλαπλάσια του πληθωρισμού!
  • Οι κρατικές δαπάνες για κοινωνικούς σκοπούς (Υγεία - Παιδεία - Πρόνοια - Κοινωνική Ασφάλιση κλπ.) συμπιέζονται σε όλο και χαμηλότερα επίπεδα, με πρόσχημα την «αντοχή» της οικονομίας, ενώ την ίδια ώρα αυξάνονται προκλητικά οι κρατικές επιχορηγήσεις και άλλα προνόμια για το μεγάλο κεφάλαιο, στο όνομα της ενίσχυσης της «ανταγωνιστικότητας - παραγωγικότητας - επιχειρηματικότητας» κλπ.
Η «παγκοσμιοποίηση» της λιτότητας

Βέβαια, αυτό το φαινόμενο δεν παρατηρείται μόνο στην Ελλάδα. Πρόκειται για μια πραγματικότητα που κυριαρχεί σε όλες τις βιομηχανικά αναπτυγμένες - και όχι μόνο - χώρες του κόσμου, οι κυβερνήσεις των οποίων έχουν υιοθετήσει και εφαρμόζουν με συνέπεια πολιτική σε όφελος του κεφαλαίου. Ετσι τα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων, σκαρφαλώνουν - χρόνο με το χρόνο - σε όλο και υψηλότερα επίπεδα.

Ετσι:

  • Στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, οι μισθοί υπολείπονται την τελευταία τριετία της αύξησης της παραγωγικότητας. Αν υπολογίσουμε τον πληθωρισμό, οι πραγματικοί μισθοί μειώθηκαν πέρσι τόσο στις ΗΠΑ όσο και σε μια σειρά χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης (π.χ. Ελλάδα, Γερμανία κλπ.), χάρη στις εισοδηματικές πολιτικές που περιόρισαν τις ονομαστικές αυξήσεις μισθών κάτω από τον επίσημο πληθωρισμό.
  • Στις βιομηχανικά ανεπτυγμένες χώρες, οι αμοιβές των εργαζομένων τις τελευταίες δεκαετίες σημείωσαν αξιόλογες απώλειες. Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ, το μερίδιο των αμοιβών των εργαζομένων, σαν ποσοστό του εισοδήματος του επιχειρηματικού τομέα - δηλαδή των κερδών - συρρικνώθηκε κατά 6 ολόκληρες ποσοστιαίες μονάδες. Από περίπου 70% που ήταν επί ολόκληρες δεκαετίες - με τη βοήθεια των κατάλληλων πολιτικών (εισοδηματικών, φορολογικών, τιμολογιακών κλπ.) - άρχισε να μειώνεται σταθερά τα τελευταία είκοσι χρόνια, φτάνοντας σήμερα το 64%.
  • Σύμφωνα με μία έρευνα της UBS Warburg, το μερίδιο των εταιρικών κερδών στο συνδυασμένο εθνικό εισόδημα της ομάδας των 7 βιομηχανικά ανεπτυγμένων χωρών έχει φτάσει σε ύψη ρεκόρ. Ακόμα και σε χώρες (όπως η Γερμανία) που η οικονομία τους ασθμαίνει, κάποιες επιχειρήσεις πάνε καλά. Από την «General Electric» (Τζένεραλ Ελέκτρικ) έως την Deutsche Bank (Ντόιτσεμπανκ), υγιείς ισολογισμοί μεταφράζονται σε γενναιόδωρα μερίσματα.

Και όλα δείχνουν πως «τα χειρότερα δεν έχουν έρθει ακόμη». Καθώς οι πολυεθνικές και τα «συνεταιράκια» τους μεγαλοεπιχειρηματίες ξηλώνουν τη μία μετά την άλλη τις κατακτήσεις των εργαζομένων σε όλες σχεδόν τις χώρες του πλανήτη - το μέλλον δε διαγράφεται καθόλου ρόδινο για τους λαούς της Γης.

Οι πολυεθνικές επιχειρήσεις (που δίνουν το στίγμα), μεθυσμένες από τα τρελά κέρδη, εντείνουν το βαθμό εκμετάλλευσης των εργαζομένων - με την καθήλωση των μισθών, τις «ευέλικτες» εργασιακές σχέσεις, τις μαζικές απολύσεις (που συχνά τις βαφτίζουν «εθελούσιες») κλπ. Συχνά μάλιστα, με πρόσχημα τον «ανταγωνισμό», μεταφέρουν την έδρα των επιχειρήσεών τους ή τμήματα παραγωγικών τους μονάδων σε χώρες χαμηλού κόστους (φτηνά μεροκάματα και πρώτες ύλες), πετώντας στο δρόμο της ανεργίας χιλιάδες εργαζόμενους. Οι πιέσεις των «εχόντων» προς τους «μη έχοντες» γίνονται συχνά ακραίες: Για παράδειγμα, ορισμένες εταιρίες, όπως η «Siemens» (Ζίμενς) και «Bosch» (Μπος), απέσπασαν πέρσι περισσότερες ώρες εργασίας από τους υπαλλήλους τους, απειλώντας να μεταφέρουν τα εργοστάσιά τους από τη Γερμανία και τη Γαλλία στην Ανατολική Ευρώπη.

Και οι πιέσεις από την ολιγαρχία του πλούτου, για τη συμπίεση της αγοραστικής δύναμης των μισθών με την ένταση του βαθμού εκμετάλλευσης των εργαζομένων, θα συνεχιστούν - όπως φαίνεται - για αρκετά χρόνια, μέχρι να αλλάξουν οι συσχετισμοί δυνάμεων. Οι συντονισμένες πιέσεις της διεθνούς ολιγαρχίας του πλούτου, θα συνεχιστούν - εκτός αν το λαϊκό κίνημα αναπτυχθεί και ανατρέψει νωρίτερα τα σχέδιά τους - μέχρι τη στιγμή που η οικονομική ανάπτυξη στην Ανατολική Ευρώπη και την Ασία θα φτάσει σε ένα επίπεδο όπου οι εργαζόμενοι αυτών των χωρών θα αρχίσουν να εγείρουν οικονομικές απαιτήσεις, περιορίζοντας τη δυνατότητα των επιχειρήσεων να τους χρησιμοποιούν ως μοχλό πίεσης των συναδέλφων τους στις πλουσιότερες χώρες.


Κείμενα:
Λάμπρος ΤΟΚΑΣ


Ανάπτυξη με διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων

Στην 4ετία 2000- 2004, που οι φόροι προσωπικών εισοδημάτων αυξήθηκαν κατά 42% (εξανεμίζοντας τις ισχνές ονομαστικές αυξήσεις μισθών και συντάξεων), η φορολογία στα κέρδη επιχειρήσεων μειώθηκε κατά 3,4%

Αποτελεί κοινό μυστικό ότι όλα τα εργαλεία και μέσα πολιτικής (εισοδηματική, δημοσιονομική, τιμολογιακή, επενδυτική, νομισματοπιστωτική κλπ.), που αξιοποίησαν οι κυβερνώντες για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και την ένταξή της στη λέσχη των 25 πλουσιότερων χωρών του κόσμου, οδηγούσαν - και συνεχίζουν να οδηγούν - στη μεταφορά εισοδημάτων από τις τσέπες των εργαζομένων, στα θησαυροφυλάκια του μεγάλου κεφαλαίου και των μεγαλοεπιχειρηματιών. Στην ουσία, η ταχύρυθμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, που σημειώθηκε τα τελευταία χρόνια, όχι μόνο δε συνέβαλε στην αντιμετώπιση των προβλημάτων των λαϊκών στρωμάτων, αλλά, αντίθετα, οδήγησε στην ανάπτυξη των κοινωνικών ανισοτήτων.

Το γεγονός ότι χρόνο με το χρόνο μεγαλώνει η ανισοκατανομή του πλούτου, σε βάρος εκείνων που τον παράγουν και συμβάλλουν στην αύξησή του, επιβεβαιώνεται και από μια σειρά επίσημα στοιχεία του ελληνικού κράτους. Ετσι, ενώ η Ελλάδα έγινε πλουσιότερη και «ισχυρότερη», οι άνθρωποι του μόχθου και της δουλιάς συνέχισαν να βιώνουν το βραχνά των προβλημάτων της «καθημερινότητας» (ανεργία, ακρίβεια, φόροι, κλπ.), αλλά και της χώρας. Κι όλα αυτά, επειδή το μεγαλύτερο κομμάτι της αύξησης του εγχώριου πλούτου (ΑΕΠ) μετατρεπόταν σε κέρδη και υπερκέρδη, που τα καρπωνόταν μια μικρή ομάδα μεγαλοεπιχειρηματιών με τους πολιτικούς τους υπηρέτες και τον περίγυρο της εκάστοτε κυβερνητικής εξουσίας, αφήνοντας κάποια ψίχουλα για τους εργαζόμενους.


Μερικά από τα στοιχεία, που τεκμηριώνουν την παραπάνω εκτίμηση ότι, παράλληλα με την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, αναπτύχθηκαν στην Ελλάδα και νέες μορφές εκμετάλλευσης των εργαζομένων που όξυναν τις κοινωνικές ανισότητες, είναι και αυτά που επεξεργάστηκε και παραθέτει σήμερα ο «Ρ» και τα οποία καταγράφουν την κατανομή του ΑΕΠ σε μισθούς και κέρδη (πίνακας 1) και την πορεία των φορολογικών εσόδων, του δημόσιου χρέους κλπ. (πίνακας 2). Τα στοιχεία αυτά βεβαιώνουν, το πόσο επικίνδυνες και καταστροφικές είναι - για τα λαϊκά στρώματα οι πολιτικές, που υπηρετούν με συνέπεια το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ, που εναλλάσσονται στην κυβερνητική εξουσία.

Η μοιρασιά της «πίτας» του ΑΕΠ

Σύμφωνα με τα στοιχεία του πίνακα 1, προκύπτει ότι από το 1995 μέχρι και το 2004, η πίτα του ΑΕΠ υπερδιπλασιάστηκε. Πέρσι διαμορφώθηκε στα 165,2 δισ. ευρώ, από 79,9 δισ. ευρώ που ήταν το 1995. Με απλά λόγια, ο εγχώριος πλούτος - που παράγεται από τους μισθωτούς, τους αγρότες, τους αυτοαπασχολούμενους ΕΒΕ και εν γένει τους ανθρώπους του μόχθου και της δουλιάς - αυξήθηκε κατά 85,3 δισ. ευρώ. Με τόσο υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, θα περίμενε κανείς ότι θα είχαν αντιμετωπιστεί ή έστω αμβλυνθεί αρκετά από τα μεγάλα και χρόνια προβλήματα, του εργαζόμενου λαού.

Δε φαίνεται όμως να συνέβη κάτι τέτοιο, καθώς από τα 85,3 δισ. ευρώ που μεγάλωσε η πίτα του ΑΕΠ:

  • 30,1 δισ. ευρώ (μόλις το 35,3%) μετατράπηκαν σε εισόδημα για «αμοιβές εξαρτημένης εργασίας», δηλαδή σε μισθούς και συντάξεις, που μοιράστηκαν μεταξύ τους οι οικογένειες των εργαζόμενων ελληνικών νοικοκυριών (μισθωτοί, άνεργοι, συνταξιούχοι, κλπ.).
  • 43,2 δισ. ευρώ (δηλαδή το 50,7%) μετατράπηκαν σε «ακαθάριστο λειτουργικό πλεόνασμα», δηλαδή σε κέρδη των επιχειρήσεων και άλλα εισοδήματα, που μοιράστηκαν μεταξύ τους οι κάθε είδους επιχειρηματίες (βιομήχανοι, τραπεζίτες, έμποροι) και οι μεγαλοεισοδηματίες.
  • 12,6 δισ. ευρώ (το 14,7%) μετατράπηκαν σε «φόρους στην παραγωγή και τις εισαγωγές». Δηλαδή, σε φόρους που τους πλήρωσαν στα ταμεία του κράτους οι εργαζόμενοι και εν γένει οι καταναλωτές, αφού το μεγάλο κεφάλαιο απολαμβάνει φορολογική ασυλία (τους συμβολικούς φόρους που πληρώνει, τους καλύπτει είτε με τη φοροδιαφυγή, είτε με τη φοροκλοπή, είτε με άλλους τρόπους).
  • 0,6 δισ. ευρώ (0,7%) ήταν οι διάφορες επιδοτήσεις.

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι σε κάθε 100 ευρώ που μεγάλωνε η πίτα του ΑΕΠ στην περίοδο από το 1995 μέχρι και το 2004, τα 50,7 ευρώ μετατρέπονταν σε κέρδη και άλλα εισοδήματα (τα καρπώθηκε μια μικρή μειοψηφία των επιχειρηματιών με τη μορφή κερδών, μερισμάτων και εισοδημάτων) και μόλις 35,3 ευρώ σε μισθούς και συντάξεις (τα μοιράστηκε η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού, που την απαρτίζουν τα νοικοκυριά των εργαζόμενων μισθωτών, των ανέργων, των συνταξιούχων, των μερικά απασχολούμενων και απασχολήσιμων).

Η κατανομή των φορολογικών βαρών

Οι κοινωνικές ανισότητες, που προκύπτουν στη διανομή του πλούτου στο πρώτο στάδιο της παραγωγής του, διευρύνονται στο δεύτερο στάδιο, της αναδιανομής του, με κύριο εργαλείο την αντιλαϊκή δημοσιονομική πολιτική. Δηλαδή, τις πηγές, από τις οποίες εισπράττει το κράτος τα έσοδα (φορολογία των εμπορευμάτων - υπηρεσιών και άλλες πηγές, όπως δανεισμός) και τις δαπάνες (δηλαδή πώς και για ποιους σκοπούς ξοδεύει το κράτος τα φορολογικά και άλλα έσοδα).

Η εμπειρία βεβαιώνει ότι - με εξαίρεση τις προεκλογικές χρονιές - οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ φρόντιζαν να εφαρμόζουν τέτοια μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής, που είχαν σαν αποτέλεσμα οι φτωχοί να γίνονται φτωχότεροι και οι πλούσιοι πλουσιότεροι. Στο πλαίσιο αυτά, φορολογούσαν τους φτωχούς και οικονομικά ανίσχυρους σαν ...πλούσιους και τους μεγαλοεπιχειρηματίες - μεγιστάνες του πλούτου σαν φτωχούς!

Τα στοιχεία από την εκτέλεση των κρατικών προϋπολογισμών (έσοδα - δαπάνες - ελλείμματα) της τελευταίας 4ετίας - όπως αποτυπώνονται στον πίνακα 2 που παραθέτουμε - είναι άκρως αποκαλυπτικά, καθώς μας πληροφορούν, μεταξύ άλλων, ότι από το 2000 έως το 2004:

  • Τα συνολικά έσοδα του κράτους από τους έμμεσους φόρους (πλήττουν ανελέητα τα λαϊκά νοικοκυριά και αποτελούν παρωνυχίδα για τους μεγαλοεισοδηματίες) αυξήθηκαν συνολικά κατά 28,2%, με το ΦΠΑ να καταγράφει αύξηση 41,2%.
  • Τα συνολικά έσοδα από άμεσους φόρους αυξήθηκαν κατά 22,1%. Ομως, το κύριο βάρος το σήκωσαν οι μισθωτοί και συνταξιούχοι, που αποκαλούνται και «υποζύγια του προϋπολογισμού». Είναι χαρακτηριστικό ότι οι εισπράξεις του κράτους από τη φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων (το μεγαλύτερο μέρος τους προέρχεται από φόρους μισθών και συντάξεων) αυξήθηκε κατά 41,9%. Κι αυτό, παρά τις ισχνές ονομαστικές αυξήσεις μισθών και συντάξεων, που οι κυβερνητικές εισοδηματικές πολιτικές τις περιόριζαν γύρω από το 2% έως 3% το χρόνο. Αντίθετα, η φορολογία εισοδήματος νομικών προσώπων (δηλαδή των κερδών των επιχειρήσεων) μειώθηκε κατά 3,4%! Κι αυτό, παρά την αλματώδη και συχνά προκλητική αύξηση της κερδοφορίας των μεγάλων επιχειρήσεων, με ποσοστά κατά παράδοση διψήφια και συχνά τριψήφια.
Οι δαπάνες

Η ανντιλαϊκότητα των κυβερνητικών πολιτικών είναι εμφανής, επίσης, από την εξέλιξη, τόσο των δαπανών του προϋπολογισμού, όσο και από άλλα μεγέθη, όπως η ανεργία, η ακρίβεια, τα ελλείμματα του ισοζυγίου κλπ. Οπως προκύπτει και από τα στοιχεία του πίνακα 2, στην τετραετία 2000-2004:

  • Οι συνολικές δαπάνες του κράτους αυξήθηκαν κατά 36,4%. Στην αύξηση αυτή, συνέβαλαν: Πρώτον, οι αυξήσεις για μισθούς και συντάξεις του Δημοσίου κατά 59,6%. Το υψηλό ποσοστό αύξησης δεν έχει να κάνει με κάποια απλοχεριά των κυβερνώντων, αλλά οφείλεται κυρίως στα αναδρομικά του οικογενειακού επιδόματος των δημοσίων υπαλλήλων, που υποχρεώθηκαν να καταβάλουν με τελεσίδικη απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου, στην αύξηση του αριθμού των μόνιμων δημοσίων υπαλλήλων (κατά 58.377) και των συνταξιούχων του Δημοσίου (κατά 9.225 άτομα). Δεύτερον, η αύξηση των δαπανών για την αποπληρωμή του δημόσιου χρέους κατά 25,8%.
  • Το ανεξόφλητο χρέος του Δημοσίου (χρέος κεντρικής κυβέρνησης), όχι μόνο δε μειώθηκε - όπως υπόσχονταν οι κυβερνώντες όταν προσπαθούσαν να δικαιολογήσουν την προσήλωσή τους στην εφαρμογή των μονόπλευρων πολιτικών λιτότητας και το γενικό ξεπούλημα των δημόσιων επιχειρήσεων - αλλά αυξήθηκε κατά 47,7% ή 59 δισ. ευρώ.

Τα στοιχεία που παραθέσαμε είναι ενδεικτικά. Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε και στοιχεία για τη φτώχεια (που πλήττει πάνω από το 20% των ελληνικών νοικοκυριών), την ανεργία (που ξεπερνά το 10%), την αύξηση των ελλειμμάτων του ισοζυγίου (που εντείνουν την εξάρτηση της χώρας από το εξωτερικό) κλπ. Τα στοιχεία αυτά, σε συνδυασμό με τη σκληρή, καθημερινή πραγματικότητα, που βιώνουν τα λαϊκά νοικοκυριά, δεν καταγράφουν απλά την καταστροφική πορεία προς το αδιέξοδο, που συνεχίζει η κυβέρνηση της ΝΔ, ακολουθούν το δρόμο των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ. Τα ίδια στοιχεία επιβεβαιώνουν την επιτακτική ανάγκη του συντονισμού της πάλης των εργατοϋπαλλήλων με τα άλλα πλατιά λαϊκά στρώματα (των αγροτών, των αυτοαπασχολούμενων ΕΒΕ κλπ.) για την ανατροπή της εφαρμοζόμενης πολιτικής, που χαράζεται στις Βρυξέλλες από τα κράτη μέλη της ΕΕ και υπηρετούν πιστά οι κυβερνώντες.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ