Κυριακή 23 Οχτώβρη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 20
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Ανάπτυξη με διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων

Στην 4ετία 2000- 2004, που οι φόροι προσωπικών εισοδημάτων αυξήθηκαν κατά 42% (εξανεμίζοντας τις ισχνές ονομαστικές αυξήσεις μισθών και συντάξεων), η φορολογία στα κέρδη επιχειρήσεων μειώθηκε κατά 3,4%

Αποτελεί κοινό μυστικό ότι όλα τα εργαλεία και μέσα πολιτικής (εισοδηματική, δημοσιονομική, τιμολογιακή, επενδυτική, νομισματοπιστωτική κλπ.), που αξιοποίησαν οι κυβερνώντες για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και την ένταξή της στη λέσχη των 25 πλουσιότερων χωρών του κόσμου, οδηγούσαν - και συνεχίζουν να οδηγούν - στη μεταφορά εισοδημάτων από τις τσέπες των εργαζομένων, στα θησαυροφυλάκια του μεγάλου κεφαλαίου και των μεγαλοεπιχειρηματιών. Στην ουσία, η ταχύρυθμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, που σημειώθηκε τα τελευταία χρόνια, όχι μόνο δε συνέβαλε στην αντιμετώπιση των προβλημάτων των λαϊκών στρωμάτων, αλλά, αντίθετα, οδήγησε στην ανάπτυξη των κοινωνικών ανισοτήτων.

Το γεγονός ότι χρόνο με το χρόνο μεγαλώνει η ανισοκατανομή του πλούτου, σε βάρος εκείνων που τον παράγουν και συμβάλλουν στην αύξησή του, επιβεβαιώνεται και από μια σειρά επίσημα στοιχεία του ελληνικού κράτους. Ετσι, ενώ η Ελλάδα έγινε πλουσιότερη και «ισχυρότερη», οι άνθρωποι του μόχθου και της δουλιάς συνέχισαν να βιώνουν το βραχνά των προβλημάτων της «καθημερινότητας» (ανεργία, ακρίβεια, φόροι, κλπ.), αλλά και της χώρας. Κι όλα αυτά, επειδή το μεγαλύτερο κομμάτι της αύξησης του εγχώριου πλούτου (ΑΕΠ) μετατρεπόταν σε κέρδη και υπερκέρδη, που τα καρπωνόταν μια μικρή ομάδα μεγαλοεπιχειρηματιών με τους πολιτικούς τους υπηρέτες και τον περίγυρο της εκάστοτε κυβερνητικής εξουσίας, αφήνοντας κάποια ψίχουλα για τους εργαζόμενους.


Μερικά από τα στοιχεία, που τεκμηριώνουν την παραπάνω εκτίμηση ότι, παράλληλα με την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, αναπτύχθηκαν στην Ελλάδα και νέες μορφές εκμετάλλευσης των εργαζομένων που όξυναν τις κοινωνικές ανισότητες, είναι και αυτά που επεξεργάστηκε και παραθέτει σήμερα ο «Ρ» και τα οποία καταγράφουν την κατανομή του ΑΕΠ σε μισθούς και κέρδη (πίνακας 1) και την πορεία των φορολογικών εσόδων, του δημόσιου χρέους κλπ. (πίνακας 2). Τα στοιχεία αυτά βεβαιώνουν, το πόσο επικίνδυνες και καταστροφικές είναι - για τα λαϊκά στρώματα οι πολιτικές, που υπηρετούν με συνέπεια το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ, που εναλλάσσονται στην κυβερνητική εξουσία.

Η μοιρασιά της «πίτας» του ΑΕΠ

Σύμφωνα με τα στοιχεία του πίνακα 1, προκύπτει ότι από το 1995 μέχρι και το 2004, η πίτα του ΑΕΠ υπερδιπλασιάστηκε. Πέρσι διαμορφώθηκε στα 165,2 δισ. ευρώ, από 79,9 δισ. ευρώ που ήταν το 1995. Με απλά λόγια, ο εγχώριος πλούτος - που παράγεται από τους μισθωτούς, τους αγρότες, τους αυτοαπασχολούμενους ΕΒΕ και εν γένει τους ανθρώπους του μόχθου και της δουλιάς - αυξήθηκε κατά 85,3 δισ. ευρώ. Με τόσο υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, θα περίμενε κανείς ότι θα είχαν αντιμετωπιστεί ή έστω αμβλυνθεί αρκετά από τα μεγάλα και χρόνια προβλήματα, του εργαζόμενου λαού.

Δε φαίνεται όμως να συνέβη κάτι τέτοιο, καθώς από τα 85,3 δισ. ευρώ που μεγάλωσε η πίτα του ΑΕΠ:

  • 30,1 δισ. ευρώ (μόλις το 35,3%) μετατράπηκαν σε εισόδημα για «αμοιβές εξαρτημένης εργασίας», δηλαδή σε μισθούς και συντάξεις, που μοιράστηκαν μεταξύ τους οι οικογένειες των εργαζόμενων ελληνικών νοικοκυριών (μισθωτοί, άνεργοι, συνταξιούχοι, κλπ.).
  • 43,2 δισ. ευρώ (δηλαδή το 50,7%) μετατράπηκαν σε «ακαθάριστο λειτουργικό πλεόνασμα», δηλαδή σε κέρδη των επιχειρήσεων και άλλα εισοδήματα, που μοιράστηκαν μεταξύ τους οι κάθε είδους επιχειρηματίες (βιομήχανοι, τραπεζίτες, έμποροι) και οι μεγαλοεισοδηματίες.
  • 12,6 δισ. ευρώ (το 14,7%) μετατράπηκαν σε «φόρους στην παραγωγή και τις εισαγωγές». Δηλαδή, σε φόρους που τους πλήρωσαν στα ταμεία του κράτους οι εργαζόμενοι και εν γένει οι καταναλωτές, αφού το μεγάλο κεφάλαιο απολαμβάνει φορολογική ασυλία (τους συμβολικούς φόρους που πληρώνει, τους καλύπτει είτε με τη φοροδιαφυγή, είτε με τη φοροκλοπή, είτε με άλλους τρόπους).
  • 0,6 δισ. ευρώ (0,7%) ήταν οι διάφορες επιδοτήσεις.

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι σε κάθε 100 ευρώ που μεγάλωνε η πίτα του ΑΕΠ στην περίοδο από το 1995 μέχρι και το 2004, τα 50,7 ευρώ μετατρέπονταν σε κέρδη και άλλα εισοδήματα (τα καρπώθηκε μια μικρή μειοψηφία των επιχειρηματιών με τη μορφή κερδών, μερισμάτων και εισοδημάτων) και μόλις 35,3 ευρώ σε μισθούς και συντάξεις (τα μοιράστηκε η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού, που την απαρτίζουν τα νοικοκυριά των εργαζόμενων μισθωτών, των ανέργων, των συνταξιούχων, των μερικά απασχολούμενων και απασχολήσιμων).

Η κατανομή των φορολογικών βαρών

Οι κοινωνικές ανισότητες, που προκύπτουν στη διανομή του πλούτου στο πρώτο στάδιο της παραγωγής του, διευρύνονται στο δεύτερο στάδιο, της αναδιανομής του, με κύριο εργαλείο την αντιλαϊκή δημοσιονομική πολιτική. Δηλαδή, τις πηγές, από τις οποίες εισπράττει το κράτος τα έσοδα (φορολογία των εμπορευμάτων - υπηρεσιών και άλλες πηγές, όπως δανεισμός) και τις δαπάνες (δηλαδή πώς και για ποιους σκοπούς ξοδεύει το κράτος τα φορολογικά και άλλα έσοδα).

Η εμπειρία βεβαιώνει ότι - με εξαίρεση τις προεκλογικές χρονιές - οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ φρόντιζαν να εφαρμόζουν τέτοια μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής, που είχαν σαν αποτέλεσμα οι φτωχοί να γίνονται φτωχότεροι και οι πλούσιοι πλουσιότεροι. Στο πλαίσιο αυτά, φορολογούσαν τους φτωχούς και οικονομικά ανίσχυρους σαν ...πλούσιους και τους μεγαλοεπιχειρηματίες - μεγιστάνες του πλούτου σαν φτωχούς!

Τα στοιχεία από την εκτέλεση των κρατικών προϋπολογισμών (έσοδα - δαπάνες - ελλείμματα) της τελευταίας 4ετίας - όπως αποτυπώνονται στον πίνακα 2 που παραθέτουμε - είναι άκρως αποκαλυπτικά, καθώς μας πληροφορούν, μεταξύ άλλων, ότι από το 2000 έως το 2004:

  • Τα συνολικά έσοδα του κράτους από τους έμμεσους φόρους (πλήττουν ανελέητα τα λαϊκά νοικοκυριά και αποτελούν παρωνυχίδα για τους μεγαλοεισοδηματίες) αυξήθηκαν συνολικά κατά 28,2%, με το ΦΠΑ να καταγράφει αύξηση 41,2%.
  • Τα συνολικά έσοδα από άμεσους φόρους αυξήθηκαν κατά 22,1%. Ομως, το κύριο βάρος το σήκωσαν οι μισθωτοί και συνταξιούχοι, που αποκαλούνται και «υποζύγια του προϋπολογισμού». Είναι χαρακτηριστικό ότι οι εισπράξεις του κράτους από τη φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων (το μεγαλύτερο μέρος τους προέρχεται από φόρους μισθών και συντάξεων) αυξήθηκε κατά 41,9%. Κι αυτό, παρά τις ισχνές ονομαστικές αυξήσεις μισθών και συντάξεων, που οι κυβερνητικές εισοδηματικές πολιτικές τις περιόριζαν γύρω από το 2% έως 3% το χρόνο. Αντίθετα, η φορολογία εισοδήματος νομικών προσώπων (δηλαδή των κερδών των επιχειρήσεων) μειώθηκε κατά 3,4%! Κι αυτό, παρά την αλματώδη και συχνά προκλητική αύξηση της κερδοφορίας των μεγάλων επιχειρήσεων, με ποσοστά κατά παράδοση διψήφια και συχνά τριψήφια.
Οι δαπάνες

Η ανντιλαϊκότητα των κυβερνητικών πολιτικών είναι εμφανής, επίσης, από την εξέλιξη, τόσο των δαπανών του προϋπολογισμού, όσο και από άλλα μεγέθη, όπως η ανεργία, η ακρίβεια, τα ελλείμματα του ισοζυγίου κλπ. Οπως προκύπτει και από τα στοιχεία του πίνακα 2, στην τετραετία 2000-2004:

  • Οι συνολικές δαπάνες του κράτους αυξήθηκαν κατά 36,4%. Στην αύξηση αυτή, συνέβαλαν: Πρώτον, οι αυξήσεις για μισθούς και συντάξεις του Δημοσίου κατά 59,6%. Το υψηλό ποσοστό αύξησης δεν έχει να κάνει με κάποια απλοχεριά των κυβερνώντων, αλλά οφείλεται κυρίως στα αναδρομικά του οικογενειακού επιδόματος των δημοσίων υπαλλήλων, που υποχρεώθηκαν να καταβάλουν με τελεσίδικη απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου, στην αύξηση του αριθμού των μόνιμων δημοσίων υπαλλήλων (κατά 58.377) και των συνταξιούχων του Δημοσίου (κατά 9.225 άτομα). Δεύτερον, η αύξηση των δαπανών για την αποπληρωμή του δημόσιου χρέους κατά 25,8%.
  • Το ανεξόφλητο χρέος του Δημοσίου (χρέος κεντρικής κυβέρνησης), όχι μόνο δε μειώθηκε - όπως υπόσχονταν οι κυβερνώντες όταν προσπαθούσαν να δικαιολογήσουν την προσήλωσή τους στην εφαρμογή των μονόπλευρων πολιτικών λιτότητας και το γενικό ξεπούλημα των δημόσιων επιχειρήσεων - αλλά αυξήθηκε κατά 47,7% ή 59 δισ. ευρώ.

Τα στοιχεία που παραθέσαμε είναι ενδεικτικά. Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε και στοιχεία για τη φτώχεια (που πλήττει πάνω από το 20% των ελληνικών νοικοκυριών), την ανεργία (που ξεπερνά το 10%), την αύξηση των ελλειμμάτων του ισοζυγίου (που εντείνουν την εξάρτηση της χώρας από το εξωτερικό) κλπ. Τα στοιχεία αυτά, σε συνδυασμό με τη σκληρή, καθημερινή πραγματικότητα, που βιώνουν τα λαϊκά νοικοκυριά, δεν καταγράφουν απλά την καταστροφική πορεία προς το αδιέξοδο, που συνεχίζει η κυβέρνηση της ΝΔ, ακολουθούν το δρόμο των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ. Τα ίδια στοιχεία επιβεβαιώνουν την επιτακτική ανάγκη του συντονισμού της πάλης των εργατοϋπαλλήλων με τα άλλα πλατιά λαϊκά στρώματα (των αγροτών, των αυτοαπασχολούμενων ΕΒΕ κλπ.) για την ανατροπή της εφαρμοζόμενης πολιτικής, που χαράζεται στις Βρυξέλλες από τα κράτη μέλη της ΕΕ και υπηρετούν πιστά οι κυβερνώντες.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ