ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 27 Ιούνη 2013
Σελ. /28
Και... επέλαση Ζόμπι!

Επτά οι ταινίες της βδομάδας, καινούριες και επανεκδόσεις μαζί... με τις αξιόλογες να συνιστούν σπάνια μειοψηφία... ενώ κάποια οπτικοακουστικά προϊόντα που σε άλλες «αγορές» θα κυκλοφορούσαν μόνο στο κύκλωμα DVD εδώ, στραβά - κουτσά, όλα, μα όλα, προορίζονται για τις αίθουσες... Πάντως...

Ο μέγας και πολύς χολιγουντιανός σούπερ γόης Μπραντ Πιτ αναλαμβάνει από σήμερα, με το εντυπωσιακά πομπώδες blockbuster «ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ Ζ», δράση ανά την οικουμένη, εναντίον των ορδών των ζόμπι που έχουν εισβάλλει παντού στον πλανήτη Γη. Αμερικάνικη (εξυπακούεται) και σπαρταριστά ολόφρεσκη η ταινία - αρκεί να αναφέρουμε ότι βγαίνει στις αγορές ένα εξάμηνο νωρίτερα από την προγραμματισμένη ημερομηνία. Την παραγωγή του φιλμ έκανε η εταιρεία του ιδίου του Μπραντ Πιτ που φέρει το όνομα «Plan B». Σημειωτέον ότι η εν λόγω εταιρεία έχει κύριο στόχο τη μεταφορά στον κινηματογράφο λογοτεχνικών μυθιστορημάτων, όπως συμβαίνει με τη συγκεκριμένη ταινία που είναι εμπνευσμένη από το βιβλίο του συγγραφέα Μαξ Μπρουκς «An Oral History of the Zombie War», που τοποθετείται χρονικά σε ένα μέλλον «μετά την αποκάλυψη», ένα κείμενο που δομείται σε συνεντεύξεις επιζώντων της καταστροφής. Παράλληλα, η εταιρεία έχει στα σκαριά την πραγματοποίηση μιας νέας τηλεοπτικής μίνι σειράς σε συνεργασία με το «National Geographic» που τιτλοφορείται «HBO», καθώς και την παραγωγή της «Class 5» του Εντουαρντ Νόρτον. Ο Μπραντ Πιτ λοιπόν, εναντίον των ζόμπι. Μέσα από την ιστορία του Τζέρι Λέιν, ενός υπαλλήλου του ΟΗΕ που τριγυρνά στον πλανήτη και συλλέγει ιστορίες και εμπειρίες από αυτούς που επιβίωσαν της πανδημίας που λίγο έλειψε να ξεριζώσει το ανθρώπινο γένος από τη γη. Ο Λέιν αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο και μέσα από το προσωπικό του βλέμμα ο θεατής βλέπει την ιστορία σε αποσπάσματα flash back. Την σκηνοθεσία της ταινίας που παραπέμπει σε μείγμα της saga του Τζέισον Μπορν και της τηλεοπτικής σειράς «Ζωντανοί Νεκροί», αναμειγνύοντας στο κινηματογραφικό είδος «δυστοπίας - τρόμου», τυπικό των φιλμ ζόμπι, αντικατασκοπεία, πολιτική και στοιχεία ταινίας δράσης, υπογράφει οΓερμανοελβετός Μαρκ Φόρστερ...

Οσο για τα υπόλοιπα:

Κυκλοφορεί από σήμερα η αμερικάνικη βαρετή κωμωδία «ΟΙ ΚΑΤΑΦΕΡΤΖΗΔΕΣ» (2013) σε σκηνοθεσία Σόουν Λέβι με πρωταγωνιστές τον Βινς Βον και τον Οουεν Γουίλσον που υποδύονται τους πωλητές ρολογιών που χάνουν τη δουλειά τους γιατί κανείς πια δεν αγοράζει και φορά ρολόι και αναζητούν δουλειά στην εταιρεία «Google»... θα είχε πάντως αξία να μας πούνε οι δυο φίλοι ποια ήταν τα αξιόλογα μαθήματα ζωής που πήραν μετά το τέλος της ιστορίας...

«ΤΑΚΟΥΝΙΑ... ΣΕ ΜΥΣΤΙΚΗ ΑΠΟΣΤΟΛΗ» άλλη σαχλαμάρα δράσης, αμερικάνικη, τι άλλο! του 2012, με πρωταγωνίστρια την τηλεοπτική Χάνα Μοντάνα (Μάιλι Σάιρους) που πλέον διαφημίζεται ως ηθοποιός ανήκουσα στο ρεύμα των νέων κωμικών που «πρόσφερε στο ρόλο, που καμιά άλλη δε θα μπορούσε να καταφέρει, ανεπιτήδευτη γοητεία»... Το πόνημα σκηνοθέτησε ο Τομ Βον ...

Επανέκδοση! «ΔΥΟ ΓΙΑ ΤΟ ΔΡΟΜΟ» τιτλοφορείται η βρετανική αισθηματική παραγωγή του 1967 σε σκηνοθεσία Στάνλεϊ Ντόνεν με πρωταγωνιστές την Οντρεϊ Χέπμπουρν και τον εκπληκτικό Αλμπερτ Φίνεϊ.

Κλείνοντας αναφέρουμε και την ύπαρξη μιας ξέφρενης ερωτικής κωμωδίας από την Αργεντινή σε σκηνοθεσία Ντιέγκο Καπλάν... «ΔΥΟ ΚΑΙ ΔΥΟ» ο τίτλος της...

Τέλος, στην Ταινιοθήκη της Ελλάδας, στη θερινή αίθουσα «Λαϊς» θα πραγματοποιηθεί από σήμερα Πέμπτη 27 Ιουνίου έως τις 3 Ιουλίου, η 3ηΕβδομάδα Βραζιλιάνικου Κινηματογράφου με προβολή 11 μικρού μήκους και 13 μεγάλου μήκους ταινίες - όλες εκτός από 2 σε πρώτη προβολή. Το πρόγραμμα προβολών συνοψίζει τις νέες κατευθύνσεις, το παρόν και το μέλλον του βραζιλιάνικου σινεμά, δίχως να παραλείπει τα ορόσημα του παρελθόντος του. Η γενική είσοδος για κάθε προβολή ανέρχεται στα 4 ευρώ. Για λεπτομερές πρόγραμμα και ωράρια προβολής επικοινωνήστε με την Ταινιοθήκη στα τηλέφωνα 210.3612.046 και 210.3609.695 καθώς και στην ηλεκτρονική διεύθυνση contact@tainiothiki.gr.


ΚΡΙΤΙΚΗ:
Τζία ΓΙΟΒΑΝΗ

ΚΡΙΣΤΙΑΝ ΒΕΝΣΑΝ
Υψηλή μαγειρική

Οι σχέσεις σινεμά και κουζίνας είναι αρμονικές. Ο κινηματογράφος μπαίνει συχνά στην κουζίνα μετατρέποντας το φαγητό σε πρωταγωνιστή και την αφήγηση σε γευστική ευθυμία. Αυτό αποδεικνύεται από την ήδη μακρά λίστα των υπαρχόντων τίτλων, όπου προστίθεται και η «ΥΨΗΛΗ ΜΑΓΕΙΡΙΚΗ», η τελευταία πολυσήμαντη ταινία του Κριστιάν Βενσάν που επαναφέρει εμμέσως στο προσκήνιο και την ταξική διάσταση της τροφής, με μορφή που ταλαντεύεται ανάμεσα στο δράμα και την κωμωδία. Η ταινία του Βενσάν μάς εισαγάγει μέσα από το άβατο του προεδρικού μεγάρου στο άβατο της υψηλής μαγειρικής, αποδεικνύοντας ότι αμφότερα λειτουργούν σαν κυκλώματα ερμητικά κλειστά, με τελετουργίες και κανόνες που είτε σέβεται και ακολουθεί κανείς είτε ανατρέπει...

Η ταινία ανοίγει θέματα (discours) και ερωτήματα, όπως της δημιουργικής εργασίας και αν αυτή χωρά στο σύστημα που ζούμε ή το θέμα του (κάθε) «αυθεντικού» και κατά πόσο στην έννοια χωρούν εκπτωτικές λογικές που ταυτίζονται με τις λογικές παραχάραξης που εγκατέστησαν οι «σοσιαλιστές» τύπου Μιτεράν και άλλων συναφών. Summasummarum: Η ταινία προειδοποιεί ή κοροϊδεύει τους Ευρωπαίους εργαζόμενους της καπιταλιστικής κρίσης σήμερα, ανάπτυξης χτες, που αναγκάζονται να τρώνε τα σκουπίδια που τους σερβίρουν οι πολυεθνικές των τροφίμων - με τις οδηγίες της ευρωένωσής τους, που βαφτίζει τα μεταλλαγμένα σε «πολύ καλή τροφή». Αναμφισβήτητα πάντως προκαλεί τους μη εργαζόμενους και πεινασμένους που αδυνατούν να ανταποκριθούν στη χρηματιστηριακή αξία των τροφίμων και τους προτρέπει έμμεσα στο συμπέρασμα της Επιτροπής του ΟΗΕ που συνιστά σε όλους αυτούς να «τρώνε έντομα, γιατί είναι πλούσια σε πρωτεΐνες»...

Η ζωή μοιάζει με ένα ολοκληρωμένο μενού όπου, κάθε πιάτο έχει αξία από μόνο του, αλλά και σε σχέση με τα υπόλοιπα. Ακολουθώντας τη μέθοδο της πρωταγωνίστριας ο Βενσάν «μαγειρεύει» την ταινία του χωρίζοντας και ανασυνθέτοντας σε εύρυθμη μορφή την πρώτη ύλη από τις συνθέσεις της Ορτάνς. Η ταινία είναι μια ελεύθερη διασκευή της πραγματικής ιστορίας της Dani'le Delpeuch, αυτοδίδακτης μαγείρισσας από την περιοχή του P'rigord, την πατρίδα των καλύτερων γεύσεων της γαλλικής γαστρονομικής παράδοσης, η οποία το 1986 αποδέχθηκε το ρόλο της προσωπικής μαγείρισσας του προέδρου και επί μια διετία ικανοποιούσε απόλυτα τις γαστρονομικές επιταγές του Φρανσουά Μιτεράν (στο ρόλο ο Ζαν Ντ' Ορμεσόν που το γλυκό του βλέμμα δεν έχει τίποτα από την αλαζονεία του «σοσιαλιστή»). Η αυστηρή και επιφυλακτική Ορτάνς Λαμπορί - έτσι ονομάζεται ο πρωταγωνιστικός χαρακτήρας της μυθοπλασίας - «μαγειρεύει» σήμερα, μετά τη διετή τραυματική εμπειρία, για τους εργαζόμενους μιας αποστολής σε ένα απομονωμένο νησί της Ανταρκτικής που το δέρνουν ολόγυρα παγωμένοι άνεμοι. Παρά την επιμονή φίλων και συνεργατών η Ορτάνς αποφεύγει να μιλήσει για τα χρόνια εκείνα, καταφεύγοντας στην κουζίνα της, ετοιμάζοντας το τελευταίο δείπνο προτού φύγει ξανά, σε αναζήτηση καινούργιου τόπου - την παρθένα Νέα Ζηλανδία - που θα μπορούσε να δεχθεί την ίδια και την καλλιέργεια των πολύτιμων μανιταριών ταρτούφο. Βέβαια, όσο και να προσπαθεί να διώξει μακριά τις αναμνήσεις από το προεδρικό μέγαρο, αυτές επανέρχονται ξεκάθαρες, με τη μορφή ρευστών φλας μπακ, που παρεμβάλλονται στη γραμμική, συμβατική αφήγηση της ταινίας...

Δε λείπει και η τουριστική περιήγηση στο εσωτερικό του περίφημου προεδρικού μεγάρου της οδού Φομπούρ Σεντ Ονορέ, αριθμός 55. Εδώ βλέπουμε και τον πολυμελή, πολύπλοκο και γραφειοκρατικό μηχανισμό της εξουσίας, με τις μηχανορραφίες του, τις προσωπικές ζήλειες, τους ανταγωνισμούς, το «ο θάνατός σου η ζωή μου» που απορρέει ακριβώς από τη φύση του συστήματος που αυτός ο μηχανισμός υπηρετεί.

Παίζουν: Κατρίν Φρο, Ιπολίτ Ζιραρντό, Ζαν Ντ' Ορμεσόν, Αρτίρ Ντιπόν κ.ά.

Παραγωγή: Γαλλία (2012).

ΠΑΣΚΑΛ ΣΟΜΕΪΓ
Γάμος σε δόσεις

Ο Πασκάλ Σομέιγ έχει ταλέντο στην κωμωδία που, σαν δίκοπο μαχαίρι, καταφέρνει να «μαλακώνει» τα ερωτικά ήθη... Γι' αυτό ίσως παραμένει προσκολλημένος και επιμένει στο είδος της ρομαντικής κομεντί «μετά γάμου» και σε αυτή, τη δεύτερη ταινία του, που ωστόσο, απέχει παρασάγγας σε φρεσκάδα και μπρίο από την κοσμοπολίτικη παρθενική του «ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΑΣ ΚΑΡΔΙΟΚΑΤΑΚΤΗΤΗΣ» (2010) στην οποία έλαμψε το πρωταγωνιστικό ντουέτο Βανέσα Παραντί και ο -πάντα εξαίρετος- Ρομέν Ντουρίς... Στην καινούρια αυτή αισθηματική «μπουρλέσκ» κωμωδία, κάτι δεν πάει καλά... παρά το πελώριο ατού της κομψής Ντιάν Κρούγκερ που δεσπόζει ολοκληρωτικά στο φιλμ και παρά την κεντρική ιδέα της ιστορίας, που θα μπορούσε πράγματι να κρύβει ανεξάντλητες δυνατότητες...

Διλήμματα, ψέματα και προφάσεις για την πανέμορφη τριαντάχρονη οδοντίατρο Ιζαμπέλ που έχει έναν ωραίο αρραβωνιαστικό και στο δάκτυλο ένα ακριβό δακτυλίδι αρραβώνων. Παρά τα καθησυχαστικά αυτά στοιχεία η Ιζαμπέλ αισθάνεται να απειλείται θανάσιμα από τη μοιραία κακοτυχία που στιγματίζει τους «πρώτους» γάμους στην οικογένειά της, που όλοι ανεξαιρέτως καταλήγουν σε διαζύγιο. Εχει, λοιπόν, πειστεί ότι πρέπει να επέμβει δυναμικά για να ματαιώσει την κατάρα που χτυπά τις γυναίκες της οικογένειάς της. Γι' αυτό χρειάζεται να στήσει μια πλεκτάνη: Να βρει δηλαδή κάποιον, να το παίξει τρελά ερωτευμένη μαζί του, να τον καταφέρει να την παντρευτεί γρήγορα γρήγορα και μετά, να χωρίσει τον «ανεπιθύμητο» πρώτο σύζυγο για να μπορέσει να στεριώσει με τον αγαπημένο της. Η Ιζαμπέλ βάζει λοιπόν στο στόχαστρο ένα φαινομενικά εύκολο θύμα, τον ταξιδιωτικό συντάκτη Ζαν - Ιβ που θα ακολουθήσει από την Αφρική στη Μόσχα για να τον αποπλανήσει και να την παντρευτεί. Εκείνος όμως, πιστεύει απόλυτα στο θαύμα του έρωτα...

Ο σκηνοθέτης ποντάρει κύρια στο ζευγάρι των πρωταγωνιστών της ρομαντικής κωμωδίας. Μόνο που, στο «ΓΑΜΟΣ ΣΕ ΔΟΣΕΙΣ», ούτε η ψυχρή, ορθολογιστική κομψότητα της Κρούγκερ, ούτε η κινητική ευρηματικότητα του Μπουν, καν πλησιάζουν την τσαχπινιά και το σκηνικό εκτόπισμα - το οποίο αντικατοπτρίζει την περίπλοκη συνθετότητα του αληθινού «είναι» - της Παραντί και του Ντουρίς. Για να στοιχειοθετηθεί η ίντριγκα της ιστορίας, «εξηγείται» η βασική ιδέα με μια ατέλειωτη εισαγωγική σεκάνς, φλύαρη και κοπιώδη. Εκτοτε, η ιστορία ξετυλίγεται με μικρά βήματα, με πρωτοβουλία της Κρούγκερ που κινεί τα ηνία της δράσης. Το φιλμ δεν είναι στο ύψος του προηγούμενου του Σομέιγ, κύρια λόγω του προβλέψιμου σεναρίου - που εμφανίζει έλλειμμα σε χάρη, λεπτότητα και χιούμορ. Κι όταν η ταινία με την βεβιασμένα ρυθμική σκηνοθεσία, αναγκάζεται να γίνει ευκίνητη, το πετυχαίνει τεχνητά. Με την «υπερβολή» και το «κατασκευασμένο», εργαλεία αποτελεσματικά και τα δυο στη φαρσοκωμωδία που επιπλέον χαρίζουν ένα είδος κομψότητας στη ρομαντική παρωδία... Οι εικόνες από τις πολύχρωμες εξωτικές γωνιές της Γης, οι προσεγμένες σε λεπτομέρεια και γραφικότητα, οι γρήγορες εναλλαγές στα ντεκόρ έτσι που να μη προλαβαίνεις να βαρεθείς, δεν μπορούν να καλύψουν τους χαρακτήρες που ακολουθούν μια λογική που δε στηρίζεται πουθενά, σε ένα λάθος καστ, με τη δυσκαμψία του Ντάνι Μπουν που συχνά μοιάζει να φρενάρει το κωμικό ταμπεραμέντο της Κρούγκερ. Ολα αυτά σε μια σκηνοθεσία βεβιασμένα ρυθμική, με εκπλήξεις και γκαγκς με το σταγονόμετρο. Πάντως, τα πάντα εδώ μοιάζουν να είναι ζήτημα αξιοπιστίας. Ποιος από τους δυο έχει λιγότερο μυαλό, ο ιδιότροπος και εγωκεντρικός Ντάνι Μπουν ή η Κρούγκερ που υποβάλλεται σε «θυσίες» και περιπέτειες στα πέρατα του κόσμου για έναν εικονικό γάμο κι ένα σίγουρο διαζύγιο... Από την απάντηση του θεατή εξαρτώνται όλα, κυρίως... η απόλαυση που θα πάρετε από τη θέαση του φιλμ ...

Παίζουν: Ντιάν Κρούγκερ, Ντάνι Μπουν, Αλίς Πολ, Ρομπέρ Πλανιόλ, κ.ά.

Παραγωγή: Γαλλία (2012).

ΚΑΡΛΟΣ ΣΑΟΥΡΑ
Θρέψε κοράκια

«Θρέψε κοράκια και θα σου βγάλουν τα μάτια» λέει η ισπανική παροιμία. Ο Σάουρα υιοθετεί τη λαϊκή ρήση και την κάνει τίτλο της βαθιά αγκυροβολημένης στην τελευταία φρανκική περίοδο ταινίας του. Ομως τα κοράκια που θρέφει το αστικό σπίτι της ιστορίας (την Αννα και τις δυο αδελφές της) δεν θα μπορούσαν ποτέ να είναι φορείς ελπίδας για ριζικές αλλαγές... Η Ανα στοχεύει με το όπλο που κρατά την αστή θεία και τον στρατιωτικό αγαπητικό της. Δεν πυροβολεί όμως ποτέ! Παραδίδει το όπλο γιατί δεν πρόκειται ποτέ να βγάλει τα μάτια του συστήματος. Απλά είναι φορέας εκδημοκρατισμού και ανανέωσης. Ανανέωσης του ιδίου συστήματος σε βερσιόν δικτατορίας των αστών και όχι των στρατιωτικών. Η ταινία γυρίστηκε το 1975 και πρωτοβγήκε στις αίθουσες το 1976 μετά το θάνατο του δικτάτορα Φράνκο και την έλευσης της 'δημοκρατίας' των κουστουμαρισμένων κι όχι ένστολων αστών στην Ισπανία της μοναρχίας.

Από τις πρώτες σκηνές το φιλμ σημαδεύεται από το θάνατο. Η 9χρονη Ανα είναι αυτόπτης μάρτυρας. Η εύθραυστη μητέρα της, ταλαντούχα πιανίστα, πέθανε πρώτη από αρρώστια που τη ροκάνιζε. Ο πατέρας αργότερα, στο κρεβάτι του, κάνοντας έρωτα στην ερωμένη του... Η Ανα δεν μπορεί να κοιμηθεί. Γυρίζει τις νύχτες σα φάντασμα με το λευκό της νυχτικό στη μεγάλη αστική μονοκατοικία της οικογένειας στο κέντρο της Μαδρίτης ... Ζει την απώλεια των γονιών της με διαφορετικό για καθένα τους τρόπο. Ομολογεί μπροστά στην κάμερα ότι θέλει το θάνατο της θείας αλλά και του πατέρα της που τον θεωρεί υπεύθυνο για το θάνατο της μητέρας. Της

γλυκιάς, αιθέριας μητέρας που γνωρίσαμε μέσα από τα μάτια της μικρής, που επανέρχεται στη μνήμη καθημερινά, που η Ανα ζει το θάνατο και την απουσία της σε χρόνο ενεστώτα και όχι παρελθόντα. Κανένας οίκτος για τον στρατιωτικό πατέρα που ο θάνατός του λειτουργεί δραματουργικά σαν 'δικαιολογία' για την μεταβίβαση των φρανκικών αξιών (αφήνει στις κόρες του 'εθνικιστική' κληρονομιά όπλα και λάβαρα) στις επόμενες γενιές, ώστε να διαιωνίζεται το καθεστώς....

Η Ανα αποδομεί την αποκρουστική πραγματικότητα αλλά στην θέση της δεν έχει να βάλει κάτι ... Ακουμπά στα όνειρα, τις θύμησες και αναμνήσεις. Τις κουρδίζει για να ζουν ξανά και ξανά, τις άδειες μέρες των καλοκαιρινών διακοπών. Η θεματική των αναμνήσεων, είναι η κόκκινη κλωστή της ταινίας, αναμνήσεις από μια εποχή μακρινή, αλλά τόσο παρούσα στον ισπανικό κινηματογράφο.

Ο Κάρλος Σάουρα, πυλώνας του ισπανικού σινεμά, πνίγει την ταινία σε μικρές, καθοριστικές, λεπτομέρειες. Η βίλλα απομονωμένη από τον έξω κόσμο, σαν την Ισπανία της εποχής. Ο φρανκισμός περνάει και αναπαράγεται ως ιδεολογία και νοοτροπία μέσα από το σύνολο των ενήλικων χαρακτήρων της ιστορίας. Η μητέρα της Αννας, αδύναμη και φοβισμένη, εγκλωβισμένη στην αστική της συμβατικότητα, μοιάζει μάρτυρας του καθεστώτος, της αγριότητας, της λογοκρισίας, της απαγόρευσης και της καταστολής. Ο Σάουρα χρησιμοποιεί τον χαρακτήρα της μητέρας για να κάνει κριτική στο καθεστώς που προσωποποιεί στις φιγούρες των στρατιωτικών που ευδοκιμούν στο φιλμ. Ο Ανσέλμο, ο πατέρας, δειλός κι εγωιστής, δεν διαθέτει το παραμικρό ευχάριστο χαρακτηριστικό. Είναι ψυχρός, γυναικάς και εριστικός. Δεν διστάζει να κακομεταχειρίζεται ψυχολογικά τη γυναίκα του σε σημείο που εκείνη να μη θέλει πια να ζήσει. Δεν αγαπά τα παιδιά του. Ο Σάουρα κατασκεύασε έναν χαρακτήρα βαθιά αντιπαθητικό και μισάνθρωπο και τον χρησιμοποιεί σαν μεταφορά του φρανκικού καθεστώτος που είναι εμφανές ότι πνέει ετοιμοθάνατο τα λοίσθια .

Το φιλμ είναι ακόμη μια ταινία πάνω στην παιδική ηλικία. Ο Σάουρα σε μια του συνέντευξη ανάφερε ότι τα πόδια κοτόπουλου που συνεχώς επανέρχονται ανοίγοντας το ψυγείο είναι μια εικόνα από τη δική του παιδική ηλικία.

Στην ταινία ο Σάουρα φιλμάρει με τον ίδιο τρόπο τις σκηνές της πραγματικότητας κι εκείνες που βγαίνουν από τη φαντασία της Αννας. Και οι εμφανίσεις της μητέρας έχουν την ίδια γεύση και βαρύτητα με τις σκηνές από την καθημερινότητα. Η κατάργηση του ορίου ανάμεσα σε πραγματικότητα και φαντασία βυθίζει πλήρως την ταινία στον παιδικό κόσμο. Μόνο ένα παιδί μπορεί να κλείσει τα μάτια και να επαναφέρει την παρουσία της πεθαμένης μητέρας του και να μπορέσει να αντιμετωπίσει το αίσθημα της εγκατάλειψης. Και η μελαγχολικά ζωντανή μουσική συνοδεύει την μικρούλα που διατηρεί την ενέργεια της παιδικότητας και της τεράστιας δυστυχίας.

Παίζουν: Ανα Τόρεντ, Τζεραλντίν Τσάπλιν, Μόνικα Ράνταλ, Χέκτορ Αλτέριο, κ.α.

Παραγωγή: Ισπανία (1976).



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ