ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 30 Οχτώβρη 2014
Σελ. /24
Παραμονή σήμερα του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης...

Παρότι το βλέμμα είναι στραμμένο στο σημαντικότερο κινηματογραφικό φεστιβάλ της χώρας, το 55ο Διεθνές Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, που ανοίγει τις πύλες του αύριο Παρασκευή, τελευταία μέρα του Οκτώβρη, καλό θα είναι να εστιάσει έστω για λίγο σε ένα πολωνικό αριστούργημα σπάνιου κάλλους που κάνει πρεμιέρα απόψε. «Ιντα» (2013) ο τίτλος της ταινίας του Πάβελ Παβλικόφσκι, φόρος τιμής στο καλό ευρωπαϊκό σινεμά τέχνης... Πέντε συνολικά οι αποψινές πρεμιέρες - συμπεριλαμβανομένης της πολωνικής «Ιντα». Αμέσως μετά, συναντάμε ένα συγκινησιακά αβανταδόρικο φιλμ με πρωταγωνιστές τρία παιδιά από τις φαβέλες του Ρίο. Η ταινία γοήτευσε το κοινό του Φεστιβάλ - ή μάλλον της «φέστας» - Κινηματογράφου της Ρώμης, που ολοκληρώθηκε πριν κάτι μέρες και την ανέδειξε ως την καλύτερη του διαγωνιστικού τμήματος της φετινής διοργάνωσης. Τίτλος της: «Σκουπίδια»... Οι τρεις ταινίες που υπολείπονται για να συμπληρωθούν οι πρεμιέρες της βδομάδας είναι - η καθεμιά για τους λόγους της - ανάξιες λόγου, όταν μάλιστα υπάρχει και στενότητα χώρου... Απλά τις αναφέρουμε: «Η κακή μέρα από το πρωί φαίνεται» (2014) τιτλοφορείται η αμερικανική κωμωδία του Μιγκέλ Αρτέτα, «St. Vincent, ο αγαπημένος μου άγιος» (2014) είναι ο τίτλος της άλλης αμερικανικής κωμωδίας σε σκηνοθεσία Θίοντορ Μέλφι και όσο για την τρίτη και τελευταία αμερικανική κι αυτή παραγωγή με τίτλο «Ούτε να πεθάνεις δεν μπορείς» (2014) - είναι η πρώτη ταινία του Αμερικανού σκηνοθέτη Τζον Σλάτερι - φαίνεται ότι μοναδικό, αξιοσημείωτο προσόν της είναι η απολύτως τελευταία εμφάνιση του εκλιπόντα, εξαίρετου ερμηνευτή, Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν - ο οποίος είναι και παραγωγός της...

ΠΑΒΕΛ ΠΑΒΛΙΚΟΦΣΚΙ
IDA (ΙΝΤΑ)

Η σπάνιας ομορφιάς ταινία του Πολωνού Πάβελ Παβλικόφσκι - γεννημένου στην Πολωνία το 1957, ριζωμένου από νωρίς στην Αγγλία - θα πρέπει οπωσδήποτε να ιδωθεί στον κινηματογράφο. Μόνο σε συνθήκες κινηματογραφικής αίθουσας μπορεί να ανθήσει η οπτική της δυναμική: λόγω χρήσης του παλιού 4:3 φορμά που μαρκάρει έτσι το χρόνο της ευφυούς ασπρόμαυρης παλέτας και ιδίως σύνθεσης της εικόνας, στο πλαίσιο της οποίας, πολύ συχνά, «συμβαίνουν πράγματα» μόνο στο κατώτερο τρίτο της. Δηλαδή, στο κάτω μέρος της εικόνας υπάρχουν κεφάλια που κινούνται κι από πάνω αέρας... Κάθε πλάνο αυτού του road movie, έργο τέχνης, ποίηση σε κίνηση. Το φως αυθεντικό, η σκιά, μυριάδες αποχρώσεις του γκρίζου και η σύνθεση... κάθε πλάνο από μόνο του, αν παγώσει, συνιστά φωτογραφία Τέχνης. Η αυστηρή ασπρόμαυρη ταινία του Παβλικόφσκι φλερτάρει με τη νοσταλγική νοητική εικόνα του ευρωπαϊκού σινεμά τέχνης της δεκαετίας του '60. Με τον Μπρεσόν και τον Ντράγιερ. Η πρωτοεμφανιζόμενη Αγκατα Τρζεμπουκόφσκα λάμπει στο σιωπηλό ρόλο της Ιντα, ακόμα περισσότερο η έμπειρη Αγκατα Κουλέζα, παρουσία αποφασιστική με αυτοσαρκασμό χολή, στο ρόλο της θείας της «κόκκινης Βάντα», ωστόσο ο απόλυτος πρωταγωνιστής είναι η κάμερα, ή μάλλον, η όλη δουλειά με την εικόνα σε αυτό το «μετά - Jedwabne» φιλμ!

Η Αννα, λίγο πριν καρεί μοναχή στο καθολικό μοναστήρι που μεγάλωσε, ορφανή από γονείς που έχασε στον πόλεμο, πληροφορείται ότι έχει μια θεία εν ζωή που πρέπει να γνωρίσει προτού πάρει την οριστική της απόφαση. Η θεία Βάντα, κομμουνίστρια, δικαστίνα σήμερα, υπήρξε γενικός εισαγγελέας κάποια χρόνια πριν. Δυναμική, χειραφετημένη, κυνικά ειλικρινής, αλκοολική, καπνίζει αλυσιδωτά και φροντίζει να έχει ανδρική συντροφιά τις νύχτες. Η Αννα μαθαίνει από τη θεία ότι το όνομά της είναι Ιντα Λεμπενστάιν και ότι είναι Εβραία. Η ιστορία της όμως δύσκολα αναγιγνώσκεται από τις οικογενειακές φωτογραφίες, τις γεμάτες μαύρες τρύπες και επικίνδυνες ερωτήσεις... Η Ιντα και η Βάντα συμφωνούν να ταξιδέψουν οι δυο τους στον τόπο που εξαφανίστηκαν τα ίχνη των δικών τους, να ανακαλύψουν πάση θυσία την αλήθεια για το τι έγινε τότε... Ηδη, μια δεκαετία νωρίτερα, το '49 - ' 50, έγινε γνωστή η μαζική σφαγή των Εβραίων στο χωριό Jedwabne της Πολωνίας κι έγιναν και δίκες.

Τον Ιούλη του '41 στο Jedwabne δολοφονήθηκαν άγρια 340 με 400 Εβραίοι. Στην αρχή όλοι νόμιζαν ότι πρόκειται για πογκρόμ των ναζιστών των Einsatzgruppen. Αποδείχτηκε ότι οι δράστες ήταν Πολωνοί αγρότες μεταμφιεσμένοι σε ναζί. Το '49 και το '50 κάποιοι εξ αυτών σύρθηκαν στα δικαστήρια με την κατηγορία της «συνεργασίας με τους ναζί». Ενας, καταδικάστηκε σε θάνατο, 9 σε φυλάκιση και 12 αθωώθηκαν. Αργότερα, άρχισε να κατακτά έδαφος η θέση ότι «ένοχοι ήταν οι ίδιοι οι Εβραίοι», γιατί «αγκάλιασαν» τον Κόκκινο Στρατό, ότι οι δολοφόνοι του Jedwabne ήταν κάποιοι κακοί Πολωνοί και ότι, ο πολωνικός λαός ουδεμία ευθύνη φέρει για το γεγονός και δεν υποχρεούται να ζητήσει συγγνώμη... Τελικά, αποδείχθηκε ότι μικρά ή μεγάλα Jedwabne υπήρξαν αρκετά... Ο νοικοκύρης αγρότης που σταυροκοπιέται και ζητά να τον ευλογήσει η μοναχή ομολογεί - με την προϋπόθεση ότι δε θα του ζητήσουν πίσω το σπίτι - ότι σκότωσε την Εβραία μητέρα και τον μικρό αδελφό της Ιντα - για να τους πάρει το σπίτι, για να γίνει ιδιοκτήτης... Και «νοικοκυραίοι» είναι δυστυχώς η πλειοψηφία...

Ζαλιστικό το ταξίδι. Διασχίζει τη μνήμη, ατομική και συλλογική κι εκείνο το μέρος της συμπυκνωμένης μεγάλης Ιστορίας που εγγράφεται μέσα στη μικρή των ανθρώπων Ιστορία. Πληγές, τύψεις και απωθημένα τραύματα για την τύχη των Εβραίων δοσμένα με υπαρξιακή διαύγεια. Η αφήγηση ποιητική στην κλίμακα του γκρίζου, του άγονου και παγωμένου, με γλώσσα που εναλλάσσει τον ωμό ρεαλισμό και την απεικονιστική κομψότητα της δεκαετίας του '60... με μουσική λιγοστή αλλά με εξαίρετη χρήση. Το σουξέ του Τσελεντάνο «24 mila baci» μάς θύμισε το «Ποιος θυμάται τη Ντόλι Μπελ» (1981), την πρώτη ταινία του Κουστουρίτσα...

Αφήγηση με μύρια όσα θρησκευτικά σύμβολα να ξεφυτρώνουν πανταχόθεν. Ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί καταγγελτική διάθεση για τον «υπαρκτό τους σοσιαλισμό» στο υφάδι και για τον «ναζισμό» στο στημόνι... Η στιλιστική συνέπεια της εικόνας λέει περισσότερα από χίλιους σεναριογράφους... Και η κάμερα σταθερή, κλειδωμένη στη θέση της, με εξαίρεση λιγοστές σκηνές όταν ακολουθεί τις κινήσεις ενός προσώπου, τις εξωτερικές και τις εσωτερικές.

Το μεγάλο κτίριο που κυριαρχεί στα εισαγωγικά πλάνα - το γυναικείο μοναστήρι που βρίσκεται στα θεμέλια του υπαρξιακού δράματος - στοιχείο έξω και πέρα από το χρόνο, ίσως να βρίσκεται στο τέλος του προορισμού της Ιντα, που κατόπιν «ελεύθερης βούλησής» της, φόρεσε ξανά τη θρησκευτική μαντήλα και προχωρά αποφασιστικά προς τα μπρος...

Με τους: Αγκατα Κουλέζα, Αγκατα Τρζεμπουκόφσκα, Ντάβιντ Ογκρόντνικ, κ.ά.

Παραγωγή: ΠΟΛΩΝΙΑ, ΔΑΝΙΑ (2013)

ΣΤΙΒΕΝ ΝΤΑΛΝΤΡΙ
Σκουπίδια

Μια εκδοχή του «Slumdog Millionaire» (2008) με βραζιλιάνικη σάλτσα, η ταινία του Βρετανού Στίβεν Ντάλντρι - γνωστού από τις δημοφιλείς «Billy Elliot» (2000) και «The Hours» (2002). Θυμίζει αρκετά την ταινία που αναφέραμε, του άλλου Βρετανού, Ντάνι Μπόιλ, που κέρδισε 5 Οσκαρ, έγινε παγκόσμια επιτυχία και συνέβαλε στο να αναθερμανθεί η σχέση του κοινού με το σινεμά του Βollywood. Από την οικονομική δύναμη Ινδία περνάμε στην άλλη, τη Βραζιλία, συγκεκριμένα, στην ατελείωτη φαβέλα της περιφέρειας του Ρίο ντε Τζανέιρο, σε μια τεράστια χωματερή, ένα σκουπιδότοπο όπου τρία αγόρια μπλέκονται σε μια υπόθεση μεγαλύτερη από το μπόι τους, βρίσκοντας στα σκουπίδια ένα χοντρό πορτοφόλι με καυτό περιεχόμενο. Από την αμοιβή που τους δίνει η αστυνομία «ψυλλιάζονται» ότι το εύρημα πρέπει να είναι κάτι μεγάλο, που αγγίζει και τον υποψήφιο δήμαρχο.

Το μυστήριο της φαβέλας έχει για πρωταγωνιστές παιδιά «του δρόμου», φόντο μια ανείπωτη εξαθλίωση, καταγραφή της βίας και διαφθοράς και αναζήτηση μιας φρούδας κοινωνικής δικαιοσύνης... Μέχρι εκεί. Πολλά τα «λεφτά», πολλή η δράση, οι μουσικές, υπερκινητικό το μοντάζ. Ανακρίσεις, παρακολουθήσεις κι ένα ατέλειωτο γαϊτανάκι κινδύνων. Και ορθώνεται το ερώτημα: Γιατί τα παιδιά δεν αφήνουν το πορτοφόλι στους αστυνομικούς ώστε να βγουν από την υπόθεση; Γιατί δεν είναι σωστό, απαντά κάποιο. Και αυτή η αίσθηση της κοινωνικής δικαιοσύνης εμψυχώνεται από την ελπίδα της αλλαγής του τόπου, στοιχείο υποστηρικτικό της αφήγησης. Αφήγηση με αποχρώσεις παραμυθιού και με «στροφές» προς το κλασικό σινεμά για παιδιά, που πίσω από την πρόσοψη της «ταινίας διασκέδασης» εμμένει στις ρεαλιστικές εικόνες, στο κοινωνικό μπακγκράουντ, στο στοχασμό πάνω στις αντιφάσεις της βραζιλιάνικης πραγματικότητας και ταυτόχρονα στην καταγγελία αυτής της πραγματικότητας. Η δύναμη της ταινίας πηγάζει από το μείγμα της διάστασης «παραμυθιού» και «πραγματικού» και βασίζεται σε ισορροπημένο αφηγηματικό σχεδιασμό και σε σκηνοθεσία που γνωρίζει τη δοσολογία της σχέσης θέαμα/κοινωνική έρευνα. Στην ταινία που αγγίζει και συγκινεί, άλλοτε με ρυθμό και ένταση ενός θρίλερ κι άλλοτε με μελαγχολικό χιούμορ κωμωδίας, δεν υπάρχουν νεκροί χρόνοι. Η σκηνοθεσία του Ντάλντρι, με την ανεμελιά ενός πρωτάρη και το βάθος ενός βετεράνου, πορεύεται στο πνεύμα της ενορχήστρωσης όλων των κινηματογραφικών στοιχείων, με μια έντονη αίσθηση θεάματος και ταυτόχρονα ικανότητας στη διερεύνηση ανθρώπινων σχέσεων και κοινωνικής δυναμικής.

Με τους: Ρούνεϊ Μάρα, Μάρτιν Σιν κ.ά.

Παραγωγή: Μ. ΒΡΕΤΑΝΙΑ (2014).



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ