ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 18 Οχτώβρη 2009
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
«ΠΡΑΣΙΝΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ»
Κερδισμένο μόνο το μεγάλο κεφάλαιο

Η «πράσινη ανάπτυξη» που ευαγγελίζεται η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ δε σημαίνει τίποτε άλλο, παρά τη δημιουργία νέων πεδίων δράσης για τα μονοπώλια, με πρόσχημα την προστασία του περιβάλλοντος. Για το μεγάλο κεφάλαιο σημαίνει περισσότερα κέρδη, περισσότερες κρατικές ενισχύσεις και επιδοτήσεις, για το λαό συνέχιση της αντιλαϊκής ταξικής πολιτικής και διεύρυνση της φορολογίας σε νέους τομείς, όπως της ενέργειας, του νερού, της διαχείρισης απορριμμάτων, ενώ για το περιβάλλον σημαίνει ένταση της εμπορευματοποίησης της γης.

Ηδη, το ΠΑΣΟΚ από το Μάρτη του 2009 με την παρουσίαση του προγράμματός του για την «πράσινη ανάπτυξη» - για το οποίο εισέπραξε τα εύσημα από τον πρόεδρο του ΣΕΒ Δ. Δασκαλόπουλο - υποσχέθηκε ζεστό χρήμα και κίνητρα στους επιχειρηματικούς ομίλους που θα επενδύσουν «στους τομείς των κατασκευών, των μεταφορών, του τουρισμού, των γεωργικών μας προϊόντων (σ.σ. των βιολογικών, εννοείται), την καθαρή ενέργεια, τις νέες τεχνολογίες, τον πολιτισμό». Ο ίδιος ο Γ. Παπανδρέου αποσαφήνισε βέβαια ότι από τις επενδύσεις αυτές «θα υπάρξουν κέρδη. Κέρδη για επιχειρήσεις».

Τρανταχτό παράδειγμα για το τι σημαίνει η εφαρμογή του μοντέλου της «πράσινης ανάπτυξης», αποτελεί το σχέδιο της κυβέρνησης για την ανασυγκρότηση των καμένων περιοχών της Πελοποννήσου, που εξήγγειλε προ ημερών ο ίδιος ο πρωθυπουργός κατά την περιοδεία του στην Ηλεία. Σύμφωνα αυτό:

  • Η ευθύνη για την ανασυγκρότηση της κατεστραμμένης γης μεταβιβάζεται από το κράτος σε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, έτσι ώστε να εγγυηθεί τα κέρδη των μονοπωλιακών ομίλων που θα πάρουν μέρος σ' αυτήν.
  • Η σύνταξη των δασικών χαρτών γίνεται με βάση την υπάρχουσα δασοκτόνα νομοθεσία, που διαμόρφωσαν οι κυβερνήσεις τόσο της ΝΔ, όσο και του ΠΑΣΟΚ, γεγονός που οδηγεί σε ευρείες αλλαγές χρήσης γης και εμπορευματοποίησης της γης. Επίσης, προωθείται η ιδιωτικοποίηση και εκμετάλλευση των δασικών εκτάσεων μέσω «φορέων διαχείρισης» και δήθεν «περιβαλλοντικών» οργανώσεων, όπως γίνεται και σήμερα, για παράδειγμα, στο δάσος Στροφυλιάς, στο Φαράγγι του Βουραϊκού κ.ά.
  • Παρέχονται κίνητρα σε επιχειρήσεις που θα επενδύσουν σε τομείς όπως αυτοί του τουρισμού, του αγροτοτουρισμού, της ενέργειας, ακόμη και της ναυτιλίας. Δεν αποκλείεται μάλιστα για τη διευκόλυνση όλων αυτών των επενδύσεων να χρησιμοποιηθούν ως «εργαλεία» και σχετικά νομοθετήματα της ΝΔ με μερικές τροποποιήσεις, όπως: Το Εθνικό Χωροταξικό Σχέδιο, τα Ειδικά Χωροταξικά για τη Βιομηχανία, τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, τον Τουρισμό κ.ά.
Ανάπτυξη ποιων και για ποιους

Είναι γεγονός ότι η «πράσινη ανάπτυξη» δεν είναι καθόλου καινούρια συνταγή. Είναι καπιταλιστική ανάπτυξη. Δε σημαίνει τίποτε άλλο, παρά τη συνέχιση της ίδιας πολιτικής για την ανασυγκρότηση που ακολουθήθηκε και τα προηγούμενα δύο χρόνια, από την οποία κέρδισαν και επιδοτήσεις και κίνητρα και ενισχύσεις, επεκτείνοντας τις επιχειρηματικές δραστηριότητες και τα κέρδη τους, όπως η «Καλιμάνης ΑΕ» ή η «Αιολική Παναχαϊκό ΑΕ» που ιδιοποιήθηκε τους ορεινούς όγκους.

Η ανάπτυξη «τουρισμός - πολιτισμός», είναι ακριβώς αυτή που ήθελαν να επιβάλλουν γενικότερα στην Πελοπόννησο μια σειρά επιχειρηματικοί όμιλοι πριν ακόμη από τις πυρκαγιές του 2007, με τις ευλογίες, φυσικά, των κυβερνήσεων και του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Ολοι θυμόμαστε την πρόταση του πρώην υφυπουργού Ανάπτυξης επί κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ που στήριζε την «αξιοποίηση» της περιοχής του Καϊάφα από επιχειρηματίες που ήθελαν να κατασκευάσουν ξενοδοχεία, γήπεδα γκολφ, κέντρα θαλασσοθεραπείας και τουριστικές κατοικίες. Ολοι θυμόμαστε ότι ΝΔ και ΠΑΣΟΚ το 2007 επικύρωσαν το περιβόητο Πρόγραμμα Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης στη Μεσσηνία, με το οποίο πριμοδοτήθηκαν επιχειρηματίες που κατασκευάζουν ήδη εκεί ανάλογα συγκροτήματα. Ολοι θυμόμαστε ότι λίγες μέρες πριν τις φωτιές του 2007 είχαν επισκεφτεί την Ηλεία ξένοι επιχειρηματίες που διεκδικούν να κάνουν χρυσοφόρες μπίζνες στην περιοχή, μετατρέποντας ακόμη και την αρχαία Ολυμπία από λαϊκή περιουσία σε μια σύγχρονη ...ντίσνεϊλαντ!

Τώρα όλες αυτές οι πιέσεις για την εφαρμογή παρόμοιων επενδύσεων θα ενταθούν. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα τελευταία δύο χρόνια στην Πελοπόννησο εκκρεμούν για έγκριση υπαγωγής τους στα κίνητρα του αναπτυξιακού νόμου 525 επενδυτικά σχέδια συνολικού ύψους 596 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 220, ύψους 316 εκατ. ευρώ αφορούν τον τουρισμό! Επίσης, στην Πελοπόννησο εκκρεμούν αιτήσεις για επενδύσεις για αιολικά πάρκα συνολικού μεγέθους 5.000 MW!

Είναι γεγονός ότι οι εργαζόμενοι, οι φτωχοί αγρότες, οι νέοι και οι νέες της περιοχής δεν έχουν να περιμένουν τίποτε από το μοντέλο αυτό της «πράσινης ανάπτυξης». Ουσιαστικά θα μετατραπούν σε φτηνά αμειβόμενους εργαζόμενους σε μονοπωλιακούς ομίλους που πατούν ήδη τις περιοχές - φιλέτα αγοράζοντας αντί «πινακίου φακής» την καμένη γη, αξιοποιώντας παράλληλα και την ΚΑΠ, που ξεκληρίζει τη φτωχή και μεσαία αγροτιά, αλλά και τα κονδύλια του ΕΣΠΑ. Ακόμη και η υπόσχεση για προγράμματα «ενεργητικής στήριξης» μέσω του ΟΑΕΔ, στην πράξη σημαίνει χρησιμοποίηση των άνεργων των πυρόπληκτων περιοχών για να προωθηθούν οι ελαστικές σχέσεις εργασίας. Και όμως, η ανάπτυξη που θα κρατά τον εργάτη με καλό μεροκάματο και μόνιμη δουλειά με δικαιώματα, που θα κρατά τον αγρότη στο χωράφι για να παράγει καλά και φτηνά προϊόντα για το λαό έχοντας εξασφαλίσει εισόδημα ικανοποιητικό για όλες τις ανάγκες του, μπορεί να γίνει πράξη με οικονομία και εξουσία χωρίς αφεντικά, και την ιδιοκτησία στα χέρια του λαού. Με την ανατροπή δηλαδή του καπιταλισμού, για το σοσιαλισμό. Που θα αξιοποιεί όλες τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας σε όφελος του λαού και όχι με την καταστροφή κάποιων απ' αυτές (αγροτική παραγωγή και μεταποίηση), για καπιταλιστικές επενδύσεις με μεγάλο και γρήγορο κέρδος, όπως ο τουρισμός και η ναυτιλία τώρα.


Ν.Π.


ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΩΝ ΚΛΑΔΩΝ
Στον καπιταλισμό δεν την καθορίζουν οι κοινωνικές ανάγκες

Ενα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, της παραγωγής δηλαδή που στηρίζεται στην ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και την εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης, είναι ο άναρχος τρόπος ανάπτυξης της παραγωγικής διαδικασίας, αφού αποκλειστικό κριτήριο για οποιαδήποτε παραγωγική δραστηριότητα δεν είναι οι ανάγκες της κοινωνίας και των εργαζομένων, αλλά η απόσπαση του ολοένα και μεγαλύτερου κέρδους, από την πλευρά των κεφαλαιοκρατών. Με δυο λόγια, η αρχική τοποθέτηση των κεφαλαίων, αλλά και η κινητικότητα που αυτά παρουσιάζουν στην πορεία εξέλιξης της οικονομικής δραστηριότητας, εξαρτάται σε απόλυτο βαθμό, από το μέγεθος του κέρδους που μπορεί να εξασφαλίζεται στον έναν ή τον άλλον κλάδο της οικονομίας.

Στην πραγματικότητα όμως και εδώ αναδεικνύεται μια ακόμα αντίφαση του συστήματος. Η κερδοφορία που παρουσιάζουν συγκεκριμένοι κλάδοι της παραγωγικής δραστηριότητας, λειτουργούν ως «Σειρήνες» για την προσέλκυση νέων κεφαλαίων, αλλά η αθρόα συγκέντρωση κεφαλαίων στον ίδιο κλάδο οδηγεί αντικειμενικά στη μείωση του κέρδους που αναλογεί σε κάθε ξεχωριστό κεφαλαιοκράτη. Το αποτέλεσμα είναι, περιοδικά και με βάση τους όρους ανταγωνισμού που αναπτύσσονται κάθε φορά σε συγκεκριμένους κλάδους, να υπάρχει ανάγκη για την αναζήτηση κερδοφόρας δράσης του κεφαλαίου σε άλλους τομείς και κλάδους της οικονομίας.

Το παράδειγμα με κλάδους της οικονομίας που σε προηγούμενες δεκαετίες γνώρισαν ιδιαίτερη ανάπτυξη στην Ελλάδα, αλλά εδώ και αρκετά χρόνια ακολουθούν φθίνουσα πορεία, είναι πολύ χαρακτηριστικά.

Η περίπτωση της κλωστοϋφαντουργίας, είναι από τις πλέον χαρακτηριστικές. Οσο ο κλάδος προσέφερε κέρδη στους κεφαλαιοκράτες, μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του '70, αναπτυσσόταν ραγδαία και συνεχώς. Οταν, στις αρχές της δεκαετίας του '80 πραγματοποιήθηκε η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ και τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα άρχισαν να εισάγονται μαζικά από χώρες με υψηλό βαθμό παραγωγικότητας, τότε οι συνθήκες ανταγωνισμού για τις ελληνικές βιομηχανίες έγιναν δυσμενείς και ξεκίνησε, ουσιαστικά το «ξήλωμα» του κλάδου. Μπορεί οι ανάγκες για κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα να ήταν συνεχώς αυξανόμενες, ωστόσο το γεγονός ότι τα ποσοστά κερδοφορίας για τους καπιταλιστές μειώνονταν, οδήγησε στο κλείσιμο εκατοντάδων μικρών και μεγάλων κλωστοϋφαντουργικών επιχειρήσεων.

Για την ιστορία να αναφέρουμε ότι η παραγωγή στο συγκεκριμένο κλάδο το 1970 ήταν υπερδιπλάσια από το 1961, ενώ το 1980 ήταν κατά 124% μεγαλύτερη από το 1970. Από το 1981, η παραγωγή του κλάδου βαίνει συνεχώς μειούμενη, ενώ ακόμα και σήμερα κινείται σε επίπεδα σημαντικά χαμηλότερα από τα αντίστοιχα των μέσων της δεκαετίας του '80.

Αντίστοιχη είναι και η εικόνα που παρουσιάζουν κλάδοι όπως το έτοιμο ένδυμα, η υποδηματοποιία, το δέρμα, το ξύλο και άλλοι κλάδοι που εμφανίζουν σαφή υποχώρηση και συρρίκνωση.

Το γεγονός ότι στο φόντο της άναρχης ανάπτυξης της παραγωγικής δραστηριότητας στον καπιταλισμό υπάρχουν κλάδοι που φθίνουν και η παραγωγή τους συρρικνώνεται όλο και περισσότερο, ενώ την ίδια στιγμή οι ανάγκες που υπάρχουν για εμπορεύματα και είδη αυτών των κλάδων συνεχώς αυξάνονται, είναι μια από τις αντιφάσεις που δημιουργούν οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής. Αντιφάσεις, που στις σημερινές συνθήκες όξυνσης των συνθηκών διαβίωσης για τους εργαζόμενους, αποκτούν ευθέως αντιλαϊκά και αντιδραστικά χαρακτηριστικά. Το θέμα είναι απλό και η απόδειξη χειροπιαστή. Σε μια κοινωνία όπως η δική μας, όπου οι ανάγκες των εργαζομένων για προϊόντα της αγροτικής οικονομίας και για είδη λαϊκής κατανάλωσης της βιομηχανίας συνεχώς αυξάνονται, αντί να σχεδιαστεί η αύξηση της αγροτικής παραγωγής και όλων των κλάδων της βιομηχανίας, γίνεται ακριβώς το αντίθετο. Προκρίνονται πολιτικές που οδηγούν στο ξεκλήρισμα των μικρομεσαίων αγροτών και στην προγραμματισμένη μείωση της αγροτικής παραγωγής και επιλέγονται ρυθμίσεις που μετατρέπουν τα εργοστάσια σε κουφάρια και βγάζουν εκτός παραγωγικής διαδικασίας εκατοντάδες χιλιάδες εργατικά χέρια.

Κι όλα αυτά, επειδή αυτό συμφέρει το κεφάλαιο. Επειδή δεν μπορεί να αποσπάσει τα επιθυμούμενα υπερκέρδη από την αγροτική παραγωγή και επειδή αντί να παράγει εμπορεύματα στη χώρα επιλέγει ως έδρα παραγωγής τις χώρες όπου η έννοια του ανθρώπινου μεροκάματου και των δικαιωμάτων των εργαζομένων έχουν εντελώς συμβολικό χαρακτήρα.


Γ. Κ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ