ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 23 Δεκέμβρη 2001
Σελ. /32
Βιβλίο
ΟΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΙΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
Με αφορμή τη διαδικασία συγχωνεύσεων τραπεζών

Ολόκληρη η ομιλία της Ελένης Μπέλλου σε εκδήλωση της Κομματικής Οργάνωσης Χρηματοπιστωτικού Συστήματος της ΚΟΑ του ΚΚΕ, στις 29 Νοέμβρη 2001

Εντάθηκε η συζήτηση για τις εξελίξεις στις τράπεζες με αφορμή δυο γεγονότα: την πρόκριση της προσφοράς της Τράπεζας Πειραιώς για εξαγορά της ΕΤΒΑ (έναντι της προσφοράς της Αγροτικής) και την απόφαση συγχώνευσης της Alpha Πίστεως με την Εθνική Τράπεζα.

Βεβαίως, κατά τη δεκαετία του 1990, είχαν προηγηθεί πολλές ενέργειες πωλήσεων μετοχικών μεριδίων του Δημοσίου στο ιδιωτικό τραπεζικό κεφάλαιο, εξαγορές μικρότερων τραπεζών και συγχωνεύσεις.

Από τις εξελίξεις στις τράπεζες, καθ' όλη τη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας, νιώσαμε να απειλούνται οι εργασιακές σχέσεις, οι συλλογικές συμβάσεις, οι συνθήκες αμοιβής και οι όροι συνταξιοδότησης.

Είδαμε, δηλαδή, να εξελίσσεται η διαδικασία των ιδιωτικοποιήσεων, εξαγορών και συγχωνεύσεων στις τράπεζες ως ενιαία διαδικασία με την επιδείνωση των όρων διαπραγμάτευσης και κατοχύρωσης της θέσης των εργαζόμενων σ' αυτό τον τομέα της οικονομίας.

Ποιο είναι το κύριο χαρακτηριστικό αυτών των εξελίξεων που διαπερνά και τις εργασιακές σχέσεις, τα εργατικά και κοινωνικά δικαιώματα, αυτό το οποίο γίνεται πιο αντιληπτό ως βασικό χαρακτηριστικό των εξελίξεων; Είναι το γεγονός ότι μειώνεται η συμμετοχή του Δημοσίου στις τράπεζες.

Και ανεξάρτητα από τη μορφή με την οποία εμφανίζεται ή χαρακτηρίζεται, (αποκρατικοποίηση, μετοχοποίηση, ιδιωτικοποίηση), που είναι διαβαθμίσεις της ίδιας υπόθεσης, το χαρακτηριστικό είναι ότι μειώνεται η συμμετοχή του Δημοσίου. Αυτό γίνεται με κρατική παρέμβαση, είναι πολιτική επιλογή.

Ως μια βασική επίπτωση που ανακοινώνεται πολλές φορές άμεσα και τις περισσότερες φορές μεσοπρόθεσμα στα επιχειρησιακά προγράμματα των νέων τραπεζών, είναι η μείωση των θέσεων εργασίας. Επίσης, ορισμένες φορές αυτό που γίνεται αντιληπτό είναι το γεγονός ότι σε μια τράπεζα, η οποία εξαγοράζει κάποια άλλη ή είναι ο μοχλός της συγχώνευσης με κάποια άλλη, υπάρχουν διαφορετικές εργασιακές σχέσεις, συγκριτικά με τις εργασιακές σχέσεις που επικρατούσαν στην υπό συγχώνευση ή υπό εξαγορά τράπεζα. Και επειδή συνήθως στην πορεία εφαρμόζονται συνολικά οι δυσμενέστερες εργασιακές σχέσεις, έχουμε αρνητικές επιπτώσεις για τους εργαζόμενους εκείνου του χώρου. Αυτό είναι που προσλαμβάνει κανείς και ίσως γι' αυτό το λόγο στη συνείδηση μεγάλου τμήματος των εργαζομένων στις τράπεζες ή ευρύτερα στο χρηματοπιστωτικό τομέα ταυτίζονται οι εξελίξεις των ιδιωτικοποιήσεων με την εξέλιξη των δυσμενέστερων εργασιακών σχέσεων.

Εδώ εμφανίζονται δυο παράλληλες τάσεις. Υπάρχει η πορεία που αφορά αντικειμενικές εξελίξεις στο έδαφος ενός τομέα της καπιταλιστικής οικονομίας, εδώ πρόκειται για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, αλλά αυτή η πορεία περιλαμβάνει και άλλους τομείς της οικονομίας. Η πορεία αυτή συνδέεται με τις γενικότερες αναδιαρθρώσεις στην καπιταλιστική οικονομία με κύριο χαρακτηριστικό τις ιδιωτικοποιήσεις, την απελευθέρωση των αγορών, τη συγκρότηση περιφερειακών καπιταλιστικών ενώσεων. Ταυτόχρονα υπάρχει και μια άλλη τάση, που διαπλέκεται με την προηγούμενη τάση για ιδιωτικοποιήσεις, και είναι οι αναδιαρθρώσεις στις εργασιακές σχέσεις που δεν αφορούν μόνον τους εργαζόμενους στο χρηματοπιστωτικό τομέα, αλλά και σ' όλους τους τομείς. Την τελευταία δεκαετία και λίγο πριν απ' αυτήν, δρομολογήθηκαν αυτές οι δυο εξελίξεις οι οποίες εφαρμόζονται με την κρατική παρέμβαση, με συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές, ανεξάρτητα αν ήταν στην κυβερνητική εξουσία το ένα ή το άλλο κόμμα, της μιας ή της άλλης ιδεολογικοπολιτικής απόχρωσης, π.χ. ένα καθαρά νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας κόμμα όπως η ΝΔ ή ένα σοσιαλδημοκρατικής ιδεολογίας κόμμα όπως το ΠΑΣΟΚ.

Ποιο το έδαφος αυτών των εξελίξεων;

Εάν δούμε το γενικότερο έδαφος στο οποίο εμφανίζονται αυτές οι εξελίξεις μπορούμε καλύτερα να σκεφτούμε και ποια πρέπει να είναι η παρέμβαση του εργατικού κινήματος και σε ποια κατεύθυνση θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε τις συνολικότερες εξελίξεις. Οι συνολικότερες εξελίξεις, επιγραμματικά και συνοπτικά, είναι πρώτα από όλα το καθεστώς απελευθέρωσης των αγορών. Το καινούριο, σε σχέση με τις δεκαετίες '70, του '60, ή μετά την κλασική σοσιαλδημοκρατική περίοδο, έπειτα από το Β Παγκόσμιο Πόλεμο, είναι η απελευθέρωση των αγορών. Για την ελληνική οικονομία γίνεται στο έδαφος της συγκεκριμένης πολιτικής επιλογής ένταξης και ενσωμάτωσης στην ευρωενωσιακή αγορά. Είναι μια ιστορία που δρομολογείται από τη δεκαετία του '80 με την πράξη για την ενιαία ευρωπαϊκή αγορά και συνεχίζεται με τις συνθήκες του Μάαστριχτ και του Αμστερνταμ για τη διαμόρφωση της ευρωζώνης. Με την απελευθέρωση των αγορών έχουμε και στον τομέα του χρηματοπιστωτικού συστήματος την άρση της κρατικής προστασίας εκείνων των τραπεζών που λειτουργούσαν περισσότερο ως κρατικά μονοπώλια. Η άρση έχει πολλές μορφές, μεταξύ άλλων, είναι και οι εξαγορές και οι συγχωνεύσεις. Είναι μια διαδικασία αντικειμενική για το κεφάλαιο (η τάση συγκεντροποίησης του κεφαλαίου, ώστε να διαμορφώνει ευνοϊκότερους όρους ανταγωνισμού). Η σχεδιασμένη απελευθέρωση των αγορών μέσα στην ΕΕ στοχεύει κυρίως στο να συγκροτηθεί μια ευρωενωσιακή αγορά πιο ισχυρή σε σχέση με τις άλλες, κατά κάποιο τρόπο πιο διευρυμένες αγορές, όπως οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία. Η ΕΕ θέτει τους δικούς της όρους απελευθέρωσης αλλά και προστασίας της ευρωενωσιακής αγοράς απέναντι στις άλλες αγορές.

Σε αυτό το έδαφος των απελευθερώσεων πρέπει επίσης να πάρουμε υπόψη ότι έχουμε μια γενική στροφή, εγκατάλειψη της επιλογής γι' αυτό που λέγεται εκτεταμένος Δημόσιος Τομέας της οικονομίας. Στην Ελλάδα ο χρηματοπιστωτικός τομέας είναι από τους πρώτους που, από τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του '90, μπαίνει στην πολιτική των αναδιαρθρώσεων. Η πολιτική αυτή των αναδιαρθρώσεων στο τραπεζικό σύστημα της ελληνικής οικονομίας δεν είναι τυχαία. Συνδέεται με τις ανάγκες της καπιταλιστικής παραγωγής, της καπιταλιστικής οικονομίας για την εξασφάλιση των κερδών. Στα πλαίσια των απελευθερώσεων και της συγκροτημένης Ευρωπαϊκής Ενωσης οξύνεται ο ανταγωνισμός των κεφαλαίων, αυτό είναι και το κύριο. Και βεβαίως ως καθοριστικός τομέας στη συγκεντροποίηση των κεφαλαίων, πρέπει να ανταποκριθεί στο νέο αυξημένο ανταγωνισμό με κινήσεις που οδηγούν σε ισχυροποίηση και επομένως σε συγκεντροποίηση του κεφαλαίου στις τράπεζες. Συζητούμε εδώ για τις τράπεζες, αλλά ορισμένα ζητήματα είναι κοινά και με τον τομέα της βιομηχανίας.

Η επίδραση της όξυνσης του ανταγωνισμού στο τραπεζικό σύστημα στην Ελλάδα

Αλλά πώς αυτή η αναγκαιότητα για το κεφάλαιο επέδρασε και στο τραπεζικό σύστημα;

Το τραπεζικό σύστημα στην Ελλάδα, είχε αρκετές διαφορές από το τραπεζικό σύστημα της ΕΕ. Οι διαφορές δεν ήταν μόνον ως προς τα μεγέθη, υπήρχαν και άλλες διαφορές. Υπήρχαν διαφορές ως προς τη διάρθρωση του ενεργητικού και του παθητικού των τραπεζών σε σχέση με τις χώρες της ΕΕ. Για παράδειγμα, στη σύνθεση του ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών υπάρχει μικρή συμμετοχή δανειακών κεφαλαίων, μικρή συμμετοχή των κεντρικών τραπεζών, μικρή συμμετοχή της διατραπεζικής αγοράς. Κάτι που δε συμβαίνει στις τράπεζες των μεγάλων καπιταλιστικών οικονομιών της ΕΕ. Αντίστοιχα διαφορές υπάρχουν και στη σύνθεση του παθητικού των ελληνικών τραπεζών, όπου εκεί κυριαρχεί η συμμετοχή των κεφαλαίων από τις αποταμιεύσεις. Αυτό βέβαια έχει τις επιπτώσεις του, στην κατεύθυνση της προοπτικής της κερδοφορίας για τις ελληνικές τράπεζες, στο πλαίσιο του οξυμένου ανταγωνισμού με την απελευθέρωση της κίνησης των κεφαλαίων. Παρά το γεγονός ότι στα μέσα της δεκαετίας του '90, και με όλες αυτές τις διαφορές που εν μέρει δείχνουν και μια ορισμένη καθυστέρηση στην ποικιλία των τραπεζικών εργασιών με τις οποίες ασχολούνται οι ελληνικές τράπεζες, είναι πολύ ανεβασμένα τα ποσοστά κερδοφορίας για τις ελληνικές τράπεζες και διατηρούνται μέχρι σήμερα. Υπήρξε χρονιά που τα περιθώρια κέρδους των ελληνικών τραπεζών ήταν από τα πρώτα παγκοσμίως. Και σήμερα εξακολουθούν να περιλαμβάνονται μεταξύ των 3-4 κρατών της ΕΕ με τα μεγαλύτερα περιθώρια κέρδους.

Διαφορές υπήρχαν και σε άλλα ζητήματα. Στις ελληνικές τράπεζες υπήρχε μια καθυστέρηση στην αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών, κυρίως της πληροφορικής, σε όλους τους τομείς των τραπεζικών εργασιών. Αυτό σε ένα βαθμό σημαίνει καθυστέρηση στην αύξηση του σταθερού κεφαλαίου των τραπεζών. Υπήρχαν διαφορές και στις δαπάνες προσωπικού ως ποσοστό των ακαθάριστων εσόδων τους. Το ποσοστό αυτό για τη διετία 1991-1993 ήταν το τρίτο μεγαλύτερο (μετά της Δανίας και της Ιταλίας) στην ΕΕ των «15», που σήμαινε ότι το τραπεζικό κεφάλαιο στην Ελλάδα μπορούσε να αντιμετωπίσει ένας μέρος των συνεπειών του ανταγωνισμού στα περιθώρια του κέρδους του, με μείωση των δαπανών προσωπικού ως ποσοστό των ακαθάριστων εσόδων.

Δεν είναι τυχαίο ότι οι εξελίξεις στις τράπεζες προχωρούν χέρι - χέρι με τις εξελίξεις στις εργασιακές σχέσεις, γεγονός το οποίο πρακτικά γίνεται αντιληπτό με τον τρόπο που γίνονται οι νέες προσλήψεις. Ιδιωτικές τράπεζες στην Ελλάδα από τη δεκαετία του '80 είχαν εφαρμόσει τις νέες ελαστικές μορφές στις εργασιακές σχέσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της δεκαετίας του '80 ήταν οι εργασιακές σχέσεις στην Chase Manhatan.

Υπάρχουν και άλλα ζητήματα που το κεφάλαιο προοπτικά έπρεπε να αντιμετωπίσει στον ευρωενωσιακό ανταγωνισμό, και η μόνη του διέξοδος ήταν να ενισχυθεί με παρεμβάσεις από το κράτος, με τις κυβερνητικές πολιτικές για να προωθήσει τη συγκεντροποίηση και τη βελτίωση των όρων ανταγωνισμού των ελληνικών τραπεζών, σε συνθήκες απελευθέρωσης των αγορών, όπως το γεγονός ότι οι ελληνικές τράπεζες, ιδιαίτερα οι κρατικές, έχουν πολλά υποκαταστήματα. Ενα ζήτημα επίσης που είχε εντοπιστεί από το ίδιο το τραπεζικό κεφάλαιο ήταν ότι η απόδοση των ιδίων κεφαλαίων των ιδιωτικών τραπεζών ήταν υπερδιπλάσια της απόδοσης των ιδίων κεφαλαίων των δημοσίων τραπεζών.

Η λειτουργία και ο ρόλος της Πίστης

Να σημειώσουμε δυο ακόμη στοιχεία σε ό,τι αφορά την ελληνική οικονομία. Το πρώτο είναι ότι το τραπεζικό σύστημα ήταν πολύ περισσότερο προστατευμένο απ' ό,τι το σύστημα στα άλλα κράτη της ΕΕ και περισσότερο εσωστρεφές. Δεν είναι τυχαίο ότι στη δεκαετία του '90 έρχεται να ανατραπεί αυτή η τάση. Με κέντρο την Εθνική Τράπεζα παρουσιάζεται εξαγωγή κεφαλαίου κυρίως στη βαλκανική αγορά. Αλλά και αυτή η τάση δεν είναι τελείως καινούρια. Ηδη από τις αρχές του 20ού αιώνα υπήρξαν ενέργειες από την Εθνική Τράπεζα για εξαγωγή κεφαλαίων στη Μικρά Ασία, στον Εύξεινο Πόντο, στη Μέση Ανατολή, σε συνεργασία με γερμανική τράπεζα. Υπήρχαν φάσεις εξαγορών και συγχωνεύσεων ή φάσεις αποσχίσεων, ενίσχυσης ή περιορισμού του δημοσίου.

Ομως, οι εξελίξεις στις οποίες αναφερθήκαμε, αλλάζουν την ουσία, τον ταξικό χαρακτήρα του χρηματοπιστωτικού συστήματος; Δεν είναι ερώτημα ακαδημαϊκό. Η απάντησή του φωτίζει το σωστό προσανατολισμό της πάλης των εργαζομένων στις τράπεζες.

Οι εξελίξεις αυτές δεν αφορούν μόνο τους εργαζόμενους του συγκεκριμένου κλάδου. Και ίσως αυτό είναι καθοριστικό για την αναζήτηση του εργατικού κινήματος, με ποιον θα βαδίσει, απέναντι σε ποιο αίτημα, σε ποιο στόχο, πώς θα αναπτύξει την ενότητά του, τις συμμαχίες του. Πριν λοιπόν από τη συζήτηση αυτού του θέματος καλό είναι να δούμε τον ταξικό χαρακτήρα της Πίστης.

Με αυτές ή τις άλλες εξελίξεις, ο πυρήνας των τραπεζών, του χρηματοπιστωτικού συστήματος μένει σταθερός. Πάντα το χρηματοπιστωτικό σύστημα, όπως θεμελιώθηκε στις αρχές του 17ου αιώνα κατ' αρχήν στην Ολλανδία και στην Αγγλία και στη συνέχεια σε όλες τις άλλες καπιταλιστικές οικονομίες, έχει ως λειτουργία του, να συγκεντρώνει το αναπασχόλητο εισόδημα και το αναπασχόλητο κεφάλαιο και να το δανείζει για να γίνει κεφάλαιο με σκοπό να υποβοηθήσει την περιστροφή του κεφαλαίου, το ταχύτερο πέρασμά του από τη μια μορφή στην άλλη, πχ από βιομηχανικό σε εμπορευματικό ή από εμπορευματικό σε βιομηχανικό. Για να επιταχυνθεί ο χρόνος περιστροφής υπεισέρχεται ο ρόλος της Πίστης, που διευκολύνει την καπιταλιστική αναπαραγωγή και παίρνει το μεράδι που της αναλογεί, δηλαδή ένα μέρος από την υπεραξία που παράγεται στην παραγωγή. Αυτό δεν έχει αλλάξει, είτε γίνεται χρήση της πληροφορικής είτε χωρίς αυτήν, είτε με τον πολύ κλασικό τρόπο που γίνεται με τη λειτουργία της Πίστης, είτε με τις νέες μορφές στην επένδυση του κεφαλαίου. Ακόμη ένα ζήτημα είναι το πώς δίνεται σήμερα η δυνατότητα να εμφανίζονται διάφορες μορφές επενδυτικών προγραμμάτων - «χρηματοοικονομικών προϊόντων», όπως ονομάζονται από την καπιταλιστική οικονομία. Η βάση δεν έχει αλλάξει. Διαμορφώθηκαν οι προϋποθέσεις ώστε η ατομική επιχείρηση, το ίδιο ισχύει και για τις τράπεζες, να μην είναι πλέον ατομική ιδιωτική επιχείρηση αλλά συλλογικά ιδιωτική, δηλαδή μετοχική επιχείρηση. Αυτές οι προϋποθέσεις είναι η ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας, η ανάπτυξη των μέσων παραγωγής, οι νέες ανακαλύψεις, τα νέα επιτεύγματα της επιστήμης και της τεχνολογίας. Στο 19ο αιώνα, ανάλογες προϋποθέσεις έδωσαν τη δυνατότητα μεγάλης ώθησης και απαιτούνταν πια πολύ μεγαλύτερα κεφάλαια για να οργανωθεί η παραγωγή. Αυτό με τη σειρά του απαιτούσε τη συνένωση κεφαλαίων. Ο καπιταλισμός απάντησε στην ανάπτυξη της κοινωνικοποίησης της εργασίας και της συγκέντρωσης της παραγωγής με το δικό του τρόπο. Χωρίς να αναιρεί την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής την έκανε συλλογικότερη. Πάνω στη μετοχική εταιρία διαμορφώθηκε η δυνατότητα να παρεμβαίνει το χρηματοπιστωτικό σύστημα με έναν πιο ευέλικτο και πολυσύνθετο τρόπο. Γιατί οι μετοχές σημαίνουν και δυνατότητα να προπωλείται ένα δικαίωμα πάνω σε μια παραγωγή που θα γίνει μελλοντικά και αυτό να ξαναπουλιέται ή να αγοράζεται και μέσα σε αυτή τη διαδικασία να αναπτύσσεται σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό η κερδοσκοπία. Αυτή η ουσία δεν άλλαξε. Σήμερα παίρνει νέες διαστάσεις.

Σε αυτές τις εξελίξεις πολλές φορές οι εργαζόμενοι, επειδή θίγονται και επιδεινώνονται οι όροι της εργασίας τους, τυχαίνει να μη βλέπουν το σύνολο των εξελίξεων αλλά να συνδέουν μόνο τις αρνητικές αλλαγές στις εργασιακές τους σχέσεις, σε απόλυτη αντιστοιχία με την επιδείνωση των όρων της εργασίας τους. Η αντίδραση των εργαζομένων κατευθύνεται απέναντι στα στοιχεία της νέας βαθμίδας της συγκεντροποίησης και όχι απέναντι στην κοινωνική σχέση της εκμετάλλευσης. Δηλαδή, όπως ο εργάτης προηγουμένων αιώνων που στράφηκε ενάντια στα νέα μέσα παραγωγής, θεωρώντας τα υπεύθυνα για την απόλυσή του.

Ο σημερινός εργαζόμενος στις τράπεζες, μαζί με τον εργάτη και το χαμηλομισθωτό της βιομηχανίας και του εμπορίου χρειάζεται να δει και το προοδευτικό στοιχείο και την κοινωνική αντίθεση, αλλά και τον πραγματικό δρόμο για τη λύση της: Η μεγαλύτερη συγκέντρωση του τραπεζικού κεφαλαίου αντανακλά τη μεγαλύτερη συγκέντρωση του βιομηχανικού κεφαλαίου και της παραγωγής, το βάθεμα της αντίθεσής της με την ατομική ιδιοποίηση του αποτελέσματός της. Ενα στοιχείο που απεικονίζει αυτή την αντίθεση περιλαμβάνεται στην Εισηγητική Εκθεση του φετινού προϋπολογισμού: Για το χρονικό διάστημα 1994-2000 η πραγματική αύξηση των μισθωτών είναι στο 70% της πραγματικής αύξησης του ΑΕΠ στην ίδια περίοδο. Δηλαδή από την αυξημένη «πίτα» της παραγωγής οι μισθωτοί παίρνουν αναλογικά μικρότερο μερίδιο.

Αυτή η τάση της καπιταλιστικής παραγωγής εκφράζεται πιο ανάγλυφα με το αντίστοιχο στοιχείο για το μέσο όρο στην ΕΕ, όπου οι πραγματικές αποδοχές αντιστοιχούν στο 26% του πραγματικού ΑΕΠ στην ευρωζώνη, για την ίδια περίοδο.

Με όρους της εμπειρίας μας, της εμπειρίας των εργαζομένων αυτή η πραγματικότητα δε γίνεται αντιληπτή. Δηλαδή, ο εργαζόμενος σκέφτεται: Τι μισθό έχω σήμερα, πόσα εμπορεύματα μπορώ να αγοράσω σε σχέση με πριν 15-20 χρόνια; Σήμερα αγοράζω περισσότερα, π.χ. Video και CD-player, πιο εύκολα αγοράζω αυτοκίνητο. Αρα είμαι καλύτερα σήμερα ή μάλλον είναι καλύτερη η θέση μου στην ελληνική κοινωνία. Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα, η τέτοια σύγκριση δεν αποκαλύπτει το μέγεθος της εκμετάλλευσης, της στέρησης από τον παραγόμενο πλούτο, παρά μόνο σε βραχύχρονες περιόδους συντελείται η μείωση του μεριδίου συμμετοχής του εργαζόμενου, σε φάσεις και καμπές που καταστρέφεται με απόλυση ή με σχετική ημιαπασχόληση ή με καθήλωση της εξέλιξης του μισθού και της σύνταξης.

Οταν δε βλέπουμε σαν σύνολο αυτή τη διαδικασία είναι εύκολο να αποπροσανατολιστεί και η αντίδρασή μας.

Αγώνας σε ποια κατεύθυνση;

Οι εργαζόμενοι είναι ανήμποροι μπροστά στη νέα κατάσταση; Οι εργαζόμενοι θα ήταν ανήμποροι αν έβλεπαν τα πράγματα στατικά και προσανατολίζονταν να αγωνιστούν αποκλειστικά και μόνο για μια κατάσταση όπως τη ζήσαμε σε κάποια προηγούμενη δεκαετία. Τότε θα ήταν ανήμποροι, αν συνδέσουν τον αγώνα τους αποκλειστικά και μόνο για την επαναφορά του κρατικού μονοπωλίου στις τράπεζες ή αλλού, όπως το γνώρισαν πριν.

Αν όμως ενωθούν και οργανωθούν να αντιπαλέψουν γενικά την ύπαρξη μεγάλων καπιταλιστικών επιχειρήσεων στη βιομηχανία, στο εμπόριο, στις τράπεζες, αν τον αγώνα τους για κρατικό τομέα τον βαθύνουν με την πάλη τους ενάντια στα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό, ενάντια στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ, αν αυτό με συνέπεια το εκφράσουν στις πολιτικές τους επιλογές, από το σωματείο και την ομοσπονδία μέχρι τις δημοτικές και κοινοβουλευτικές εκλογές, τότε μπορούν, μέσα στην πορεία του αγώνα, να διαπραγματεύονται πιο αποτελεσματικά και τους όρους αμοιβής και συνταξιοδότησής τους.

Ομως η βελτίωση της διαπραγματευτικής θέσης για τους εργαζόμενους δεν έρχεται με τη συναίνεση, την «ταξική συνεργασία», αλλά αποσπάται μέσα από τον όγκο και τη δύναμη της πάλης. Η πάλη είναι που αποδυναμώνει την αστική κυβερνητική πολιτική, την κάνει πιο ενδοτική, ευέλικτη.

Αρα οι κατακτήσεις, οι αποσπάσεις μπορούν να έρθουν μόνο στο πεδίο της πάλης που κατευθύνεται προς τη συνολική πολιτική ρήξης. Για το αντίθετο αρκεί να μελετηθεί η πείρα του συνδικαλιστικού κινήματος στις τράπεζες, της δεκαετίας του 1980.

Η λύση εξαρτάται από ριζικές αλλαγές, ανατροπές στο επίπεδο της εξουσίας, της πολιτικής εξουσίας. Κομβικό ζήτημα, δύσκολο βεβαίως, αλλά δεν υπάρχει άλλος δρόμος, είναι να αναπτυχθεί και να ενωθεί ο αγώνας των εργαζομένων, έτσι ώστε να έχει μια γενική κατεύθυνση και η γενική κατεύθυνση είναι να διαμορφωθεί το Λαϊκό Μέτωπο στην πάλη και στην προγραμματική κατεύθυνση για κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, για αποκλειστική και κρατική κεντρική συγκρότηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Είναι σαφές ότι σε μια λαϊκή οικονομία αλλάζει τελείως ο ρόλος της πίστης, γιατί καταργείται αυτό το βασικό, το κυρίαρχο του καπιταλισμού, ότι η πίστη συγκεντρώνει το χρήμα για να το μετατρέπει σε κεφάλαιο, το οποίο κεφάλαιο είναι σχέση κοινωνική. Αυτή η σχέση καταργείται. Επομένως και αυτός ο ρόλος της πίστης στη λαϊκή οικονομία κατά πολύ καταργείται. Ομως η συγκεντροποίηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος στα πλαίσια του καπιταλισμού δίνει σαν μορφή (όχι σαν περιεχόμενο) ορισμένα νέα στοιχεία του χρηματοπιστωτικού συστήματος στη λαϊκή οικονομία. Αυτό το καινούριο είναι ο κεντρικός σχεδιασμός για τη διάθεση των πόρων για την κινητοποίηση των παραγωγικών δυνάμεων. Αυτός ο σχεδιασμός και στα πλαίσια της λαϊκής οικονομίας διατηρεί ορισμένες λειτουργίες. Οι λειτουργίες του χρήματος εν μέρει ως μέτρο αξιών, οι λειτουργίες του χρήματος ως παγκόσμιου χρήματος, ως μέσου πληρωμών, αλλά όλα αυτά προσαρμόζονται, στη λαϊκή οικονομία, στο σοσιαλισμό. Αυτό που εκλείπει τελείως είναι το χρήμα ως κεφάλαιο. Προσαρμόζονται στον κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας, που κατευθύνει τους πόρους, τα κοινωνικοποιημένα μέσα παραγωγής στους κλάδους, στις κρατικές κοινωνικοποιημένες επιχειρήσεις. Κατευθύνει βιομηχανικά προϊόντα και μέσα στη συνεταιριστικοποιημένη αγροτική και μικρή εμπορευματική παραγωγή. Η λαϊκή αποταμίευση ή και η σοσιαλιστική παραγωγική συσσώρευση διασφαλίζεται ως μελλοντική λαϊκή κατανάλωση ή μελλοντική σοσιαλιστική παραγωγική επένδυση, χωρίς να αφήνει περιθώρια και μέσα να χρησιμοποιηθεί κερδοσκοπικά.

Το ίδιο και ο καταμερισμός του εργατικού δυναμικού μεταξύ των τομέων της οικονομίας, μεταξύ των κλάδων και των επιχειρήσεων διαμορφώνεται με συνδυασμένα κριτήρια, ορθολογικά και κοινωνικά, εξασφαλίζονται πλήρως το δικαίωμα στην εργασία, την αντιστοίχιση της παραγωγικής δυνατότητας του συνόλου της οικονομίας με το ωράριο εργασίας.

Αυτό το δρόμο του μέλλοντος, τουλάχιστον μια πρωτοπορία και από τους εργαζόμενους στις τράπεζες, οφείλουν να φωτίσουν, να συνενώσουν τις δυνάμεις τους με τα άλλα τμήματα του εργατικού κινήματος. Σ' αυτό το δρόμο διαμορφώνονται και οι όροι υπεράσπισης των άμεσων εργατικών δικαιωμάτων, της υπεράσπισης των κατακτήσεων.


Χριστουγεννιάτικες διακοπές με βιβλία - δώρα

«Εθιμο» παλιό, πια, του «Ριζοσπάστη», χρέος του σωστότερα, είναι να υπογραμμίζει κάθε χρόνο τέτοια εποχή τον πολύτιμο, αναντικατάστατο, «τροφοδοτικό» ρόλο του διαβάσματος στην εξέλιξη του ανθρώπου κάθε ηλικίας, στην εξέλιξη της κοινωνίας, των ιδεών, των γραμμάτων, γενικότερα του πολιτισμού. Στην εξέλιξη, ιδιαίτερα, των κομμουνιστών. Γιατί, κακά τα ψέματα, ο κομμουνιστής που δε διαβάζει «αυτοϋπονομεύει» την πρωτοπόρα θέση του. Στερεί τον αγώνα του από το σπουδαιότατο «όπλο» της γνώσης. Λοιπόν, έστω κι αν είναι λίγες οι μέρες της χριστουγεννιάτικης και πρωτοχρονιάτικης ανάπαυσης, ας μην την αφήσουμε εντελώς ...αδιάβαστη. Ας την εμπλουτίσουμε με το διάβασμα κάποιων βιβλίων - δώρων, που μπορούμε να κάνουμε εις εαυτούς και αλλήλους. Μεγάλους και μικρούς

Η εφημερίδα μας «υποβάλλει» τις προτάσεις της - επιλέγοντας βιβλία της «Σύγχρονης Εποχής» και οι αναγνώστες της ας επιλέξουν:

ΙΣΤΟΡΙΑ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ

  • Σήμερα, που ο παρακυβερνητικός συνδικαλισμός και οι παρατρεχάμενοί του αμιλλώνται για να κερδίζουν το «χρυσό», «αργυρό» και «χάλκινο» μετάλλιο της «ευρω-εκσυγχρονιστικής» κυβερνητικής πολιτικής, που γκρεμίζει εργατικές κατακτήσεις ενός αιώνα, το διάβασμα ενός βιβλίου σαν του Γιώργου Εμμ. Μαυρίκου «Το Εργατικό Συνδικαλιστικό Κίνημα 1918-1948 (Δυο γραμμές σε διαρκή αντιπαράθεση)» είναι απολύτως επιβεβλημένο για κάθε εργαζόμενο. Γιατί, μέσα από την ιστορική αναδρομή στα συνδικαλιστικά πράγματα της κρίσιμης τριακονταετίας 1918-1948, και τη σύγκρουση των δύο «γραμμών», ο αναγνώστης μπορεί να διακρίνει τη σημερινή κατάσταση και τη ζωτική ανάγκη του λαού για νέες ταξικές συγκρούσεις όλων των εργαζομένων ενάντια στη «γραμμή» των συνδικαλιστών -φερεφώνων της ταξικής υποταγής των εργαζομένων και των λαών, που επιδιώκουν οι «καρχαρίες» του παγκόσμιου κεφαλαίου.
  • Τους ογδοντάχρονους ταξικούς αγώνες του πρωτοπόρου ναυτεργατικού κινήματος, ιστορεί το βιβλίο του βετεράνου αυτού του κινήματος Στρατή Τσαμπή «Στο δρόμο του καθήκοντος και της τιμής». Αφορμή για τη συγγραφή του βιβλίου στάθηκαν τα 80χρονα του ΚΚΕ και της συνυφασμένης με αυτό Κομματικής Οργάνωσης Ναυτεργατών, της οποίας ο Στρ. Τσαμπής στάθηκε στυλοβάτης και υπερασπιστής της σε όλα τα δίσεχτα χρόνια. Πολέμιος όλων των δηλωμένων, ντόπιων και ξένων, εχθρών της και των άσπονδων «φίλων» της. Ενα βιβλίο, που τιμά τους ναυτεργατικούς αγώνες του παρελθόντος και διδάσκει τους αγώνες του παρόντος και του μέλλοντος.
  • Αποκαλυπτικό, αποστομωτικό απέναντι στα χαλκευμένα ψεύδη των κρατικών και παρακρατικών διωκτών του λαού μας στα κατοχικά και εμφυλιακά χρόνια, είναι το βιβλίο - ντοκουμέντο του Δημήτρη Σέρβου «Το παιδομάζωμα και ποιοι φοβούνται την αλήθεια». Ενα βιβλίο, που απευθύνεται σε όσους παραπλανήθηκαν από τα ψεύδη της άρχουσας τάξης και των οργάνων της και, κυρίως, στους νέους που αγνοούν το εγκληματικό παιδομάζωμα του Μεταξά και της Φρειδερίκης και επιπλέον την κατασυκοφάντηση του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, που διέσωσε πλήθος παιδιών από το βέβαιο θάνατο και τα οδήγησε σε χώρες, που τους πρόσφεραν μόρφωση και ζωή δημιουργική.
  • «Προσεγγίσεις στην κατάσταση της εργατικής τάξης στην Ελλάδα», τιτλοφορείται η - επίκαιρης πολιτικής, ιδεολογικής και συνδικαλιστικής σημασίας - συλλογική μελέτη, που ανέθεσε το Κέντρο Μαρξιστικών Μελετών σε επτά μελετητές -μέλη του. Τα οκτώ κεφάλαια της μελέτης υπογράφουν οι Γιώργος Πολυμερίδης, Μάκης Παπαδόπουλος, Νίκος Κυρίτσης, Γιώργος Μαγγανάς, Κώστας Κάππος, Γιάννης Ντούρος και Γιώργος Στρατής.


ΕΛΛΗΝΙΚΗ - ΞΕΝΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

  • Η «δυστυχής», η «δύστηνος», η χωρίς δικαιώματα, χαρές και προοπτική, το πλέον καταπιεσμένο, καταδικασμένο και απελπισμένο «σώμα» της ελληνικής φτωχολογιάς, η γυναίκα της υπαίθρου, έμελλε να εμπνεύσει ένα από τα αριστουργήματα της νεοελληνικής λογοτεχνίας, στο «θεμελιωτή» της. Τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Λέμε για την αθάνατη νουβέλα του «Η φόνισσα», με ηρωίδα την παραλογισμένη Φραγκογιαννού, που σκοτώνει μικρά κοράσια, λυτρώνοντάς τα από το «θάνατο» μιας ολόκληρης ζωής.
  • Η πραγματικότητα «ενδεδυμένη» με τη φαντασία, η ιστορία ενός τόπου μεταπλασμένη από τη λογοτεχνία. Αυτά είναι τα γνωρίσματα της συλλογής διηγημάτων του Πέτρου Μπίκου, με τίτλο «Καθώς μεγαλώναμε...». Διηγήματα - μνήμες ενός μαθητή του Γυμνασίου στην Κυπαρισσία, στα μαύρα χρόνια 1945-1948. Για τον Κυπαρισσιώτη που θα διαβάσει το βιβλίο, πίσω από τη «μάσκα» των ηρώων, θα αναγνωρίσει «οικεία» πρόσωπα και θα «γευτεί» όνειρα, πόθους, πόνους και πάθη εκείνων των χρόνων.
  • Μια αληθινή, συγκλονιστική ιστορία του Μακρονησιού, έναν ήρωα - μάρτυρα, τον Τατάκη και τον ανθρωπόμορφο δεσμοφύλακα -βασανιστή του Κοθρά, «απαθανατίζει» λογοτεχνικά το βιβλίο του Νίκου Κυτόπουλου «Το στοίχημα». Ενα στοίχημα πραγματικό, που έβαλαν ο ήρωας και ο βασανιστής και το οποίο κέρδισε, δίνοντας τη ζωή του, ο Τατάκης. Το βιβλίο περιέχει και ένα άλλο, επίσης συνταρακτικό, διήγημα. Τίτλος του «Το δίλημμα», με ήρωα έναν αγωνιστή στην πολιτική υπερορία.
  • Ο εφιάλτης των σύγχρονων γονιών, ο «φονιάς» αμέτρητων νέων, τα ναρκωτικά, είναι το θέμα του μυθιστορήματος του Βασίλη Λιόγκαρη «Ενα συνηθισμένο περιστατικό». Κεντρικοί ήρωές του ένας μεροκαματιάρης πατέρας, εγκαταλειμμένος από τη γυναίκα του, που μεγαλώνει μόνος δυο κορίτσια και βλέπει την πρωτότοκή του χτυπημένη από τη μάστιγα. Με άφατο πόνο, αλλά και με σθένος, θα δώσει τη μάχη για να σώσει το παιδί του, βάζοντάς το και το ίδιο σε «πόλεμο» με τους εμπόρους, με το μόνο «όπλο» διάσωσης των νέων και της ζωής. Το ιδανικό μιας άλλης ζωής και κοινωνίας.
  • Ο «γίγαντας» της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ο Ονορέ ντε Μπαλζάκ, ο αμείλικτος κριτής της ευρωπαϊκής κοινωνικής πραγματικότητας του 19ου αιώνα, μεταξύ των 100 περίπου έργων που περιλαμβάνει η «Ανθρώπινη Κωμωδία» του (ένα έργο - αντιδιαστολή της «Θείας Κωμωδίας» του Ντάντε Αλιγκέρι), έγραψε και τις (μεταξύ άλλων) ιστορικο-φιλοσοφικο-λογοτεχνικές μελέτες του «Οι προγραμμένοι» και «Λουί Λαμπέρ». Το πρώτο «Οι προγραμμένοι» (βλέπε το «Ριζοσπάστη» της 16/12) αναφέρεται στη Γαλλία του 13ου αιώνα και αφορά στις φιλοσοφικές, θεολογικές και ποιητικές ιδέες που επηρέασαν τη σκέψη και το έργο του. Πρωταγωνιστές της πρώτης νουβέλας, ένας ηλικιωμένος Φλωρεντινός, εξορισμένος από την πατρίδα του, που παραπέμπει στον Δάντη και ένας αγγελόμορφος, μελαγχολικός νεαρός φοιτητής, νόθος γιος μιας αριστοκράτισσας, που σώζεται από την αυτοκτονία χάρη στην επιρροή του ηλικιωμένου και στην αναγνώρισή του από τη μητέρα του. Η δεύτερη φιλοσοφική νουβέλα, αντλημένη από τα μαθητικά ακόμα χρόνια του Μπαλζάκ, έχει ήρωα τον γεννημένο «ποιητή» Λουί Λαμπέρ, ένα πλάσμα που το ευλόγησαν οι «Μούσες», αλλά το καταδίκασαν η φτώχεια και η κοινωνία.
  • Ο Γάλλος κομμουνιστής συγγραφέας Λουί Γκιγιού, πρωτοπόρος λογοτέχνης - διαφωτιστής της γαλλικής εργατικής τάξης, τέκνο ο ίδιος εργατών και πρωτοπόρων κομμουνιστών, στο μυθιστόρημά του «Το σπίτι του λαού», μετέπλασε λογοτεχνικά τις απαρχές της συνδικαλιστικής και πολιτικής οργάνωσης του γαλλικού προλεταριάτου, «πλέκοντας» τα βιώματά του από την κοινωνική πραγματικότητα των αρχών του 20ού αιώνα με τη λογοτεχνική μυθοπλασία.
  • «Η γυναίκα φωλιά», τιτλοφορείται το πρώτο μυθιστόρημα της Νικαραγουανής ποιήτριας Γιοκόντα Μπέλι. Ενα πληθωρικό μυθιστόρημα, που διηγείται συναρπαστικά τις επιθυμίες, αλλά και τις αμφιταλαντεύσεις ανθρώπων που στρατεύτηκαν μέχρι θανάτου, σ' έναν αγώνα για καλύτερη ζωή. Κεντρικά πρόσωπα δυο γυναίκες σε ένα «παιχνίδι» μεταξύ παρελθόντος και παρόντος και βιώνοντας τον πόθο του αγώνα και το πάθος του έρωτα.


ΠΑΙΔΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ

  • «Ενα παλιό, πολύ παλιό τρενάκι», περιμένει τα μικρά παιδιά να τα ταξιδέψει στον «κόσμο» των μεγάλων. Ετσι τιτλοφορείται η όμορφη και πολύ διδακτική ιστορία της Μαρούσκας Χατζηγιάννη με τις «μαγικές» ζωγραφιές της Εύας Μελά. Ιστορία και ζωγραφιές, που κάνουν τα παιδιά συνταξιδιώτες των ανθρώπων της δουλιάς. Ανθρώπων άλλοτε χαρούμενων και άλλοτε θλιμμένων. Το τρενάκι, μαζί με πολλούς «επιβάτες», θα «αντισταθεί», θα πολεμήσει ενάντια στα «θεριά», που θέλουν το κακό το δικό του και των ανθρώπων. Τα ηρωικά κατορθώματα και η νίκη των ανθρώπων ενάντια στα «θεριά» θα γεμίσουν το «τρενάκι» με φωνές χαράς, όμορφα λόγια και τραγούδια, όπως αξίζει στα παιδιά και στη ζωή...
  • Οπως πετούν οι αληθινές, έτσι πετά «Μια χάρτινη πεταλούδα» της Ζωής Κυτοπούλου. Πετά όχι μόνο γιατί είναι όμορφη η ιστορία της, αλλά γιατί είναι πολύ όμορφη και η εικονογράφησή της. Μια πανέμορφη λευκή χάρτινη πεταλούδα που πετά χαρούμενα και ανέμελα από λουλούδι σε λουλούδι, παίρνοντας τις συμβουλές τους. Δεν ακούει, όμως, τη συμβουλή να φυλαχτεί από τη βροχή και τότε η απερίσκεπτη λιώνει...
  • Η Ειρήνη Καμαράτου - Γιαλούση έγραψε και η Χριστίνα Γαγγάδη με τον Αλέξανδρο Γαγγάδη εικονογράφησαν την πολύ αστεία ιστορία «Ο κύριος Σωσίβιος Χαχαχά». Μια παρέα ιπτάμενων αντικειμένων, που τα πέταξαν σε μια αποθήκη, μετά από ένα περιπετειώδες «ταξίδι» φθάνουν σε ένα νησί. Μεταξύ τους είναι και ένα σωσίβιο. Στο νησί ο «κύριος Σωσίβιος Χαχαχά», αφού ανατρέψει τον «φύλαρχο» του νησιού, γίνεται αυτός ο «φύλαρχος» του γέλιου των παιδιών.








Αρ. Ελ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ