ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 27 Μάρτη 2013
Σελ. /40
Ας εκφράσουμε τους πόθους του λαού μας

«ΤΙ ΕΦΕΡΑΝ ΣΤΗΝ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ ΟΙ ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΕΚΛΟΓΙΚΕΣ ΜΑΧΕΣ

Τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών σε συνάρτηση με αυτά των εθνικών εκλογών ...

Καταγράφουν, μια εμφανή τάση χειραφέτησης στην ελληνική κοινωνία, ενός ριζοσπαστικού πόλου που κινείται σε αντιιμπεριαλιστική, αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση.

Τα στοιχεία που θεμελιώνουν αυτή την εκτίμηση μπορούν να αναζητηθούν στις παρακάτω τάσεις

-- Συνεχίζεται η αύξηση της δύναμης, της επιρροής και των ψήφων του Κόμματος στα μεγάλα αστικά κέντρα. Εξέλιξη καθόλου αυθόρμητη ή τυχαία. Είναι αποτέλεσμα της πιο συγκροτημένης, σε σύγκριση με παλιότερα, παρέμβασης του Κόμματος

-- Δυναμώνει η τάση επανασυσπείρωσης δυνάμεων που απομακρύνθηκαν κατά καιρούς από το Κόμμα.

Η παραπάνω τάση πρέπει να συνυπολογιστεί με την αντίστοιχη μείωση της δύναμης και της επιρροής του ΣΥΝ.

-- Είναι επίσης εμφανής η τάση προσέγγισης του Κόμματος και της πολιτικής του με επιφυλάξεις... από λαϊκές δυνάμεις που προέρχονται από όλους σχεδόν τους πολιτικούς χώρους, γεγονός που φανερώνει ότι το κύρος και η επιρροή του Κόμματος επεκτείνεται σε νέες δυνάμεις

Εχει νομίζουμε ξεχωριστή αξία, κλείνοντας αυτό το κεφάλαιο αξιολόγησης των εκλογικών αποτελεσμάτων αυτής της περιόδου και των τάσεων που διαμορφώνονται, να αναζητήσουμε τον καθοριστικό εκείνο παράγοντα που αποτελεί το μοχλό, τον καταλύτη αυτών των διεργασιών.

Αυτός ο παράγοντας είναι η πολιτική του ΚΚΕ, η πολιτική συμμαχιών.

Εκφραση αυτών των θετικών εξελίξεων, στην άνοδο του πρωτοπόρου καθοδηγητικού ρόλου του Κόμματος στην πολιτική πάλη, είναι και η επιλογή των κατάλληλων συνθημάτων και η γραμμή συσπείρωσης στη συγκεκριμένη φάση, αλλά και η επιτυχής προβολή και εκλαΐκευσή τους. Τα συνθήματα και η γραμμή συσπείρωσης ...έπεσαν σε ώριμο έδαφος, την κατάλληλη στιγμή, πιάνουν αυτό που ωριμάζει και του δίνουν κατεύθυνση».

Δημήτρη Γόντικα ΚΟΜΕΠ τ.4 2004

Αυτή ήταν τότε η εκτίμηση του τότε εκλογικού αποτελέσματος.

Αναφέρω από τα ντοκουμέντα του 15 Συνεδρίου:

«Ορισμένοι σύντροφοι θεωρούν ότι ο δρόμος προς το σοσιαλισμό περνάει υποχρεωτικά από την ανάδειξη κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας του μετώπου...

Αλλες απόψεις υποστηρίζουν ότι στο πρόγραμμα του κόμματος πρέπει να γίνεται λόγος μόνο για την εξουσία της εργατικής τάξης.

Και οι δύο αυτές απόψεις τελικά καταλήγουν σε μονομέρεια και απολυτότητα» σελ. 37.

Το καινούριο σχέδιο προγράμματος υιοθετεί αυτή τη μονομέρεια και απολυτότητα.

Μέχρι σήμερα ήξερα ότι:

1) Ο καπιταλισμός έχει φτάσει στο ανώτατο στάδιο του τον ιμπεριαλισμό, στην κρατικό-μονοπωλιακή του υπόσταση. «... ο ιμπεριαλισμός, η εποχή του τραπεζικού κεφαλαίου, η εποχή των γιγαντιαίων καπιταλιστικών μονοπωλίων, η εποχή της μετεξέλιξης του μονοπωλιακού καπιταλισμού σε κρατικο-μονοπωλιακό καπιταλισμό...» Λένιν τ.33 σελ. 33.

2) Εμείς δεν οικοδομούμε αντικαπιταλιστικό μέτωπο αλλά το ΑΑΔΜ.

Γι' αυτές τις διαφορές έχω συγκρουστεί με διάφορες αριστερίστικες ομάδες.

Στο προτεινόμενο πρόγραμμα ενσωματώνουμε τα συμπεράσματα του Β' Τόμου της ιστορίας και επανεκδίδουμε τον Α' τόμο. Στη συζήτηση όμως για τον Β' Τόμο δεν αναδείχθηκαν αυτές οι αντιθέσεις με το πρόγραμμα του κόμματος και τον Α' Τόμο της ιστορίας. Παρόλο που σ/φοι τις επισήμαναν είτε αποσιωπούνταν είτε καλύπτονταν πίσω από τοποθετήσεις του τύπου «ο Β Τόμος είναι συνέχεια του πρώτου», «ο Β Τόμος είναι αποτέλεσμα καλύτερης μελέτης».

Το καινούριο πρόγραμμα αφήνει έκθετο το ισχύον, αφού καταργεί την εξάρτηση της χώρας μας σε αντίθεση με το ισχύον πρόγραμμα που εκτιμούσε ότι αυτή εντείνεται. Καταργούμε την πιθανότητα κυβέρνησης του μετώπου ή της συμμαχίας μας ως οπορτουνισμό, ενώ το ισχύον πρόγραμμα τη δέχεται. Δεν επιδιώκουμε πολιτικές συμμαχίες αλλά μόνο κοινωνικές ενώ με το ισχύον πρόγραμμα αυτό επιδιωκόταν.

Οι εξελίξεις δεν επιβεβαιώνουν τέτοιες αλλαγές ούτε η Κ.Ε. στις θέσεις προβάλλει και στοιχειοθετεί την αλλαγή καίριων θέσεων του κόμματος λόγο των εξελίξεων. Για παράδειγμα, η κατάργηση της λογικής των σταδίων και η υιοθέτηση του σοσιαλιστικού χαρακτήρα της επανάστασης από το 15 Συνέδριο τεκμηριώθηκε επαρκώς με βάση τις τρέχουσες εξελίξεις (σελίδα 31 των ντοκουμέντων).

Η εγκατάλειψη του Αντιιμπεριαλιστικού Μετώπου φαίνεται και από την υποτίμηση της Μαραθώνιας Πορείας Ειρήνης και την έλλειψη σε σημείο εξαφάνισης των αντιιμπεριαλιστικών συνθημάτων στην πορεία του Πολυτεχνείου, την πλέον αντιιμπεριαλιστική επέτειο της πάλης του λαού μας. Τα αντιιμπεριαλιστικά συνθήματα όπως «60 χρόνια ΝΑΤΟ η ίδια ιστορία χούντες πολέμοι τρομοκρατία», «Δεν σας θέλει ο λαός πάρτε τις βάσεις σας και μπρός», «Οι ιμπεριαλιστές τη Γη ξαναμοιράζουν με των λαών το αίμα τα σύνορα χαράζουν», «Ενας είναι ο εχθρός ο ιμπεριαλισμός», έχουν αντικατασταθεί από αντιμονοπωλιακά - αντικαπιταλιστικά «ΕΕ και ΝΑΤΟ των μονοπωλίων είναι συνδικάτο», «Στον καπιταλισμό ποτέ συγχωροχάρτι νόμος είναι το δίκιο του εργάτη», «Εμπρός λαέ μη σκύβεις το κεφάλι πάμε για ανατροπή και κοινωνία άλλη».

Τέλος, ας εκφράσουμε τους πόθους και τα βάσανα του ελληνικού λαού, ας κερδίσουμε την εμπιστοσύνη του και αυτός ξέρει τι πρέπει να κάνει. Το να του επιβάλουμε τους πόθους του, λέγοντάς του τι πρέπει και τι όχι να κάνει, σαν πολύξεροι μπαμπάδες στα παιδιά τους, είναι φυσικό να τους θυμώνουμε.


Γιώργος Χόρτης
ΚΟΒ Ηλεκτρολόγων, Αχτίδα κατασκευών, Αττική

Για τις Θέσεις της ΚΕ

Από το 1996 κύλησε πολύ νερό στ' αυλάκι. Φαινόμενα που τότε ίσως δεν είχαν αναπτυχθεί πολύ, σήμερα κυριαρχούν:

Μεγάλες εγχώριες κεφαλαιοκρατικές ιδιωτικές επιχειρήσεις μετατράπηκαν σε κεφαλαιοκρατικές μετοχικές εταιρείες, ενώ άλλες, που ήδη ήταν, αναπτύχθηκαν ακόμα περισσότερο. Οι Ελληνες κεφαλαιοκράτες συνέπραξαν μεταξύ τους ή/και διαπλέχτηκαν στενά -ανισότιμα βέβαια- με ξένα κεφάλαια προκειμένου να συσσωρεύσουν αμύθητα πλούτη στην πλάτη του λαού. Είναι χαρακτηριστικό1 ότι το 2007, έγινε στην Ελλάδα (από τη MIG) η 6η μεγαλύτερη αύξηση κεφαλαίου παγκοσμίως και η 2η στην Ευρώπη (επαναλήφθηκε και το 2008). Χρησιμοποιήθηκε χωρίς δισταγμό το ιδεολόγημα του «λαϊκού καπιταλισμού» προκειμένου να απομυζήσουν κάποιοι λαϊκές αποταμιεύσεις και τα αποθεματικά των Ταμείων.

Εκτοξεύθηκε η παραγωγικότητα της εργασίας στη χώρα. Την πενταετία 1996-2000 αυξήθηκε κατά περίπου 14%2. Μεταξύ 2000-2010, κατά 22,5%. Στο ίδιο διάστημα (2000-2010) η παραγωγικότητα στη Γερμανία αυξήθηκε κατά 13,7%, ενώ στην Πορτογαλία κατά 11,3%3. Φυσικά, η ελληνική παραγωγικότητα συνεχίζει να υπερέχει κατά πολύ αυτής των ΒRICS. Μπορεί κάποιοι «παραδοσιακοί» κλάδοι (π.χ. κλωστοϋφαντουργία) να υπέστησαν πλήγμα ή το ποσοστό απασχόλησης στη βιομηχανία να μειώθηκε κάπως, αυτές όμως οι τάσεις επικράτησαν σε όλο τον «ανεπτυγμένο» κόσμο. Είναι μύθος ότι η χώρα «δεν παράγει». Δε φτιάχνονται πια ηλεκτρικές κουζίνες, φτιάχνονται όμως ολοκληρωμένα συστήματα ανελκυστήρων ή συστήματα πλοήγησης. Η Ελλάδα έχει βιομηχανία. Το 2010 η χώρα είχε -όσο περίεργο κι αν ακούγεται-μεγαλύτερο ποσοστό απασχόλησης στη βιομηχανία από τις ΗΠΑ4,5. Θα πούμε μήπως ότι οι ΗΠΑ δεν είναι βιομηχανική χώρα; Μήπως θα χαρακτηρίσουμε πιο βιομηχανοποιημένη την Ινδία που έχει μεγαλύτερο το αντίστοιχο ποσοστό απασχόλησης, αλλά οι μισοί αγρότες της οργώνουν ακόμα με ζώα;

Βιομηχανικό, εφοπλιστικό και τραπεζιτικό κεφάλαιο συγχωνεύτηκαν σε χρηματιστικό. Αρκεί μια ματιά στη μετοχική σύνθεση των μεγαλύτερων ελληνικών τραπεζών για να βρούμε κροίσους που είναι αδύνατο να βεβαιώσουμε ποια από τις ιδιότητές τους υπερισχύει των άλλων. Του εφοπλιστή, του μεγαλοβιομήχανου ή του τραπεζίτη; Φτάσαμε σε σημείο ένας τους να φέρεται ως ο μεγαλύτερος ιδιώτης μέτοχος της UBS. Διαμορφώθηκε μια χρηματιστική ολιγαρχία.

Ελληνικά κεφάλαια γιγαντώθηκαν. Κατάφεραν να εξαγοράσουν εταιρείες - ορόσημα της παρουσίας του ξένου κεφαλαίου στη χώρα (π.χ. ΠΕΣΙΝΕ), το ελληνικό δίκτυο ή τη συμμετοχή ξένων πολυεθνικών (και πλειοψηφική ακόμη) στο μετοχικό κεφάλαιο ελληνικών εταιρειών (π.χ. τα δίκτυα των ΒP και SHELL ή τα ποσοστά των ARAMCO, CARREFOUR, ENDESA κτλ).

Η εξαγωγή κεφαλαίων απέκτησε εξέχουσα σημασία. Το δείχνει η πορεία των ελληνικών άμεσων επενδύσεων στο εξωτερικό σε σύγκριση με τις αντίστοιχες ξένες στη χώρα6. Το 2001 οι ελληνικές άμεσες επενδύσεις στο εξωτερικό ήταν 7,966 δισ. ευρώ, ενώ οι ξένες στην Ελλάδα 17,286 δισ.. Το 2011 οι άμεσες επενδύσεις Ελλήνων στο εξωτερικό είχαν φτάσει στα 33,563 δισ. (+321%) και υπερέβαιναν κατά πολύ τις αντίστοιχες των ξένων στην Ελλάδα (22,58 δισ., +31%). Το ελληνικό κεφάλαιο απέκτησε παρουσία και δράση σε όλο τον κόσμο.

Ολο το κράτος προσανατολίστηκε στα συμφέροντα των εγχώριων κεφαλαιοκρατών. Για χάρη τους συμμετέχει στρατιωτικά η χώρα στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους. Αυτή η στρατιωτική συμμετοχή είναι που εξασφαλίζει από ένα εργοστάσιο γάλακτος σε Ελληνες «γαλατάδες» ως τον αποκλειστικό εφοδιασμό του Ιράκ σε ξηρό φορτίο από πλοία Ελληνα κροίσου.

Κάποιοι υποτιμούν τη στρατιωτική συμμετοχή της χώρας στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους χαρακτηρίζοντάς τη «συμβολική» ή και «ανθρωπιστική» - αποδεχόμενοι ουσιαστικά την κρατική/νατοϊκή προπαγάνδα. Κι όμως, αυτή είναι συγκρίσιμη - ίσως μάλιστα διαχρονικά να την ξεπερνά - με την αντίστοιχη π.χ. της Ιαπωνίας. Και ενώ το ελληνικό κράτος κάνει αυτά, την ίδια στιγμή, το ίδιο κράτος και για χατίρι των ίδιων κεφαλαιοκρατών βγάζει στο σφυρί εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα.

Ποτέ άλλοτε στην Ελλάδα τόσο λίγοι δεν είχαν δικά τους τόσα πολλά. Οι Ελληνες κεφαλαιοκράτες δεν είναι τίποτα κακομοίρηδες που «άγονται και φέρονται» από κακούς ξένους. Δεν πρέπει ούτε στιγμή να τους υποτιμά κανείς.

Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2011, εν μέσω «μνημονίων» και «τροϊκανής κατοχής», οι 200 μεγαλύτερες επιχειρήσεις στη χώρα αύξησαν τον κύκλο εργασιών τους στα 99,9 δισ. ευρώ7. Ενα ποσό που -για να έχουμε μέτρο σύγκρισης- ισούται με το 48,4% του ελληνικού ΑΕΠ. Οι είκοσι μεγαλύτερες τον αύξησαν στα 51,1 δισ., ποσό ίσο με το 24,2% του ΑΕΠ. Την ίδια στιγμή, ο τζίρος των μικρών/μεσαίων επιχειρήσεων εξαερώνεται και το μικροαστικό όνειρο «από μικρομαγαζάτορας, Ωνάσης» γκρεμίζεται καθημερινά από την ίδια την πραγματικότητα.

Ο ελληνικός καπιταλισμός άφησε οριστικά πίσω του την εποχή του ελεύθερου συναγωνισμού, εισήλθε πια στο ανώτατο στάδιό του. Εγινε ιμπεριαλιστικός.

Και ο καπιταλισμός τις κρίσεις του, με έναν τρόπο τις ξεπερνά. Απαξιώνοντας/καταστρέφοντας μέρος του κεφαλαίου και τσακίζοντας τους εργάτες. Στην καπιταλιστική κρίση τα εργοστάσια δεν ανοίγουν με διατάγματα - ανοίγουν μόνο όταν η τιμή της εργατικής δύναμης πέσει τόσο -είτε με ευρώ, είτε με δραχμή- όσο να βγάζουν ξανά οι εργοστασιάρχες το επιθυμητό κέρδος. Αυτό είναι νόμος. Καμιά κυβέρνηση δεν μπορεί να τον υπερβεί - όσο καλές προθέσεις κι αν έχει. Μέσα στην κρίση, με καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, χωρίς πια δυνατότητα να βρίσκει «εύκολα» κεφάλαια από την αγορά, χωρίς κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας με βάση τις λαϊκές ανάγκες, χωρίς εξασφαλισμένη ούτε καν τη συγκέντρωση της αγροτικής παραγωγής, μια κυβέρνηση κοινοβουλίου - ό,τι όνομα κι αν έχει - το μόνο που θα πρόσφερε θα ήταν μια διαφορετική εκδοχή της πείνας στο λαό και μεγάλα κέρδη στους μαυραγορίτες.

Σε συνθήκες τέτοιας κρίσης, οι καπιταλιστές κάνουν - και την ελάχιστη ακόμα - παραχώρηση μόνο αν νιώσουν την εξουσία τους να κλονίζεται.

Καθήκον του ΚΚΕ είναι να προετοιμάσει/οργανώσει τον αγώνα για τη Λαϊκή Εξουσία. Χωρίς λιποψυχία. Σε αυτό το καθήκον, Θέσεις και σχέδιο Προγράμματος ανταποκρίνονται απόλυτα επιτυχώς.

Ως δημόσιος υπάλληλος (ΔΥ), θα ήθελα μια εξειδίκευση των καθηκόντων ενός μέλους ή φίλου του Κόμματος στο Δημόσιο, καθώς οι ΔΥ καλούνται να εφαρμόσουν ακραία αντιλαϊκές πολιτικές. Κόντρα στις νέες μορφές χειραγώγησης (κινητικότητα, απολύσεις), πρέπει να γίνει προσπάθεια ώστε η δράση όσο το δυνατόν περισσότερων ΔΥ να βοηθά το λαό - και να το νιώθει αυτό ο λαός. Να κατανοήσουν οι ΔΥ ότι ένα καλύτερο αύριο περνά μέσα από τον αγώνα για μιαν άλλη εξουσία και όχι μέσα από μια καταδικασμένη προσπάθεια επιστροφής στο 2009, αναζητώντας το χαμένο εφάπαξ.

Υ.Γ. Η στήλη «Ερώτηση - Απάντηση» του «Ριζοσπάστη», να τύχει ευρείας διάδοσης.

Παραπομπές:

1) http://www.reporter.gr/Απόψεις/Θέματα/item/42624-mig-καλύφθηκε-η-αύξηση-μετοχικού-κεφαλαίου

2) ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, «Η ελληνική οικονομία και η απασχόληση», ετήσια έκθεση 2012, σελ. 68-69.

3) ΕΙΕΑΔ, Σταύρος Γαβρόγλου: «Μισθοί και παραγωγικότητα της εργασίας: ανταγωνιστικά μειονεκτήματα και πλεονεκτήματα της ελληνικής οικονομίας» σελ. 12-15 http://eiead.gr/publications/docs/gavroglou_hmerida_antagonistikotita.pdf

4-5) WorldBank, http://data.worldbank.org/indicator/SL.IND.EMPL.ZS

Bureau of Labor Statistics, http://www.bls.gov/emp/ep_table_201.htm

6) ΤτΕ, http://www.bankofgreece.gr/Pages/el/statistics/externalsector/direct.aspx

7) http://www.imerisia.gr/article.asp?catid=26519&subid=2&pupid=112929207


Γιώργος Κοντόρης
Φίλος του ΚΚΕ, Ραβενή Θεσπρωτίας

Επαναστατική και κρυστάλλινη η στρατηγική του ΚΚΕ

Συμφωνώ με τις Θέσεις του 19ου Συνεδρίου, το Πρόγραμμα και το Καταστατικό που προτείνεται.

Το Κόμμα μας σήμερα διανύει μία από τις πιο κρίσιμες περιόδους της Ιστορίας του. Αντίστοιχα, το 19ο Συνέδριο του Κόμματος ως αποτέλεσμα μιας πολύχρονης και επίπονης διαδικασίας έρχεται να θέσει τις βάσεις, ώστε το Κόμμα μας να μπορέσει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των καιρών. Το 19ο Συνέδριο δεν μπορούμε να το δούμε αποκομμένο από τα προηγούμενα Συνέδρια, ούτε η ανάλυση των θέσεών του είναι δυνατή χωρίς τη μελέτη της ιστορικής πορείας του ΚΚΕ μέσα από το β' τόμο του Δοκιμίου και χωρίς τις εκτιμήσεις και τα συμπεράσματα του 18ου Συνεδρίου σε σχέση με το σοσιαλισμό που γνωρίσαμε στον 20ό αιώνα. Μονάχα ως καρπό ολόκληρης αυτής της διαδικασίας μπορούμε να κατανοήσουμε τις θέσεις του 19ου Συνεδρίου.

Θα ήθελα, λοιπόν, να σταθώ σε κάποια ζητήματα που ύστερα από μία πρώτη μελέτη των Θέσεων είναι, κατά τη γνώμη μου, πολύ σημαντικά και αφορούν ιδεολογήματα της αστικής τάξης τα οποία κυριαρχούν στο χώρο όπου δρω, το Πάντειο πανεπιστήμιο.

Πρώτον, όσον αφορά τη θέση «2», η οποία αναφέρει πως η πολιτική του κεφαλαίου τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες (αποκρατικοποιήσεις, φθηνότερη εργατική δύναμη, αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις) αποτελούσε στρατηγική κίνηση του καπιταλισμού, ώστε να μπορέσει να αναχαιτίσει την τάση πτώσης του μέσου ποσοστού κέρδους. Είναι στρατηγική κίνηση, η οποία δεν έχει γυρισμό για τον καπιταλισμό στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο.

Οσοι ευαγγελίζονται μέτωπα κατά του νεοφιλελευθερισμού, αναζητούν το λεγόμενο «τρίτο δρόμο» και διαχωρίζουν τον καπιταλισμό σε καλό και κακό μέσω των θεωριών περί καζινοκαπιταλισμού, κρατικού καπιταλισμού και καπιταλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο. Σπέρνουν αυταπάτες και υποκρύπτουν την αληθινή αιτία των κρίσεών του και της βαρβαρότητάς του, η οποία δεν είναι άλλη από τη μεγάλη αντίφαση του ίδιου του καπιταλισμού στην οικονομία, ο κοινωνικός χαρακτήρας της παραγωγής και η καπιταλιστική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της. Με οποιοδήποτε πρόσωπο κι αν εμφανίζεται ο καπιταλισμός είναι καταδικασμένος να πέφτει σε κρίσεις, οι οποίες τσακίζουν την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα και μονάχα με την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής μπορεί ο λαός να βγει κερδισμένος από την κρίση. Οποιαδήποτε διαχειριστική λύση μόνο σε περισσότερη φτώχεια και εκμετάλλευση θα οδηγήσει τον λαό είτε μακροπρόθεσμα είτε βραχυπρόθεσμα.

Ακόμα, οι θεωρίες περί εξάρτησης και υποτέλειας της Ελλάδας, οι οποίες τροφοδοτούνται από κόμματα της ακροδεξιάς μέχρι και κόμματα της «αριστεράς», υπονομεύουν το ρόλο της ελληνικής αστικής τάξης και συνήθως συνοδεύονται, όσον αφορά τα «αριστερά» κόμματα, από την ανάγκη ενδιάμεσου μεταβατικού σταδίου μεταξύ του καπιταλισμού και του σοσιαλισμού. Οι παραπάνω αντιεπιστημονικές προσεγγίσεις σε σχέση με την θέση της Ελλάδας αλλά και της συγκρότησης του ιμπεριαλιστικού συστήματος γενικότερα, δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Το ελληνικό κεφάλαιο τη δεκαετία του '90 γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη και έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο. Οπως αναφέρεται στη θέση «5», «μετά την εκδήλωση της κρίσης επιδεινώθηκε η θέση του ελληνικού καπιταλισμού στο πλαίσιο της Ευρωζώνης και της ΕΕ και γενικότερα της διεθνούς ιμπεριαλιστικής πυραμίδας». Μπορεί ο ελληνικός καπιταλισμός να αποδυναμώθηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης αλλά αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι η ελληνική αστική τάξη διατηρεί σημαντικό ρόλο, λόγω της γεωγραφικής θέσης της χώρας αλλά και των δεσμών της με την ΕΕ, στην ευρύτερη περιοχή της μεσογείου. Στον ιμπεριαλισμό, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού, ισχύουν οι σχέσεις αλληλεξάρτησης μεταξύ των χωρών. Η ελληνική αστική τάξη διατηρεί ισχυρές εξαρτήσεις από ΗΠΑ και ΕΕ , λόγω της ανισόμετρης ανάπτυξης των καπιταλιστικών κρατών, αλλά κάποια τμήματά της (π.χ. εφοπλιστικό κεφάλαιο) έχουν την ικανότητα να διαπραγματεύονται από θέση ισχύος με τα ισχυρά ιμπεριαλιστικά κράτη.

Επίσης, δεν πρέπει να αγνοούμε ότι ήταν επιλογή των κυρίαρχων τμημάτων της ελληνικής αστικής τάξης η ένταξη της χώρας στην ΕΕ, με σκοπό τη θωράκιση της εξουσίας τους αλλά και την ανάπτυξη συγκεκριμένων τομέων της εγχώριας παραγωγής, π.χ. τηλεπικοινωνίες, ακόμα κι αν η ένταξη σήμαινε την εκχώρηση κάποιων κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας στον ιμπεριαλιστικό μηχανισμό και τη συρρίκνωση κάποιων άλλων παραγωγικών τομέων όπως η κτηνοτροφία και η γεωργία. Η αστική τάξη της κάθε χώρας επιλέγει τις συμμαχίες της ανάλογα με ποιο τρόπο θα προασπίσει καλύτερα τα συμφέροντά της. Με λίγα λόγια, η ανισοτιμία στις σχέσεις αλληλεξάρτησης μεταξύ των χωρών δεν συνεπάγεται την υποταγή του ελληνικού στο γερμανικό ή το αμερικάνικο κεφάλαιο. Η Ελλάδα διατηρεί, παρά την εμφανή αποδυνάμωσή της, ενδιάμεση θέση στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα.

Τέλος, θα ήθελα να σταθώ στη Λαϊκή Συμμαχία και τη σχέση της με το Αντιιμπεριαλιστικό Αντιμονοπωλιακό Δημοκρατικό Μέτωπο. Η Λαϊκή Συμμαχία δεν αναιρεί το ΑΑΔΜ. Αντίθετα, αποτελεί την παραπέρα εξειδίκευση και ποιοτική του εξέλιξη. Η Λαϊκή Συμμαχία έρχεται σε περίοδο όξυνσης της καπιταλιστικής κρίσης να προσαρμόσει τα αιτήματα του ΑΑΔΜ στις ανάγκες του σύγχρονου εργατικού - λαϊκού κινήματος. Η ίδια η ζωή, η πορεία της ταξικής πάλης στην Ελλάδα, τα τελευταία τέσσερα χρόνια, ανέδειξε την ανάγκη το Μέτωπο της εργατικής τάξης μαζί με τα φτωχά λαϊκά στρώματα να θωρακιστεί ακόμα περισσότερο απέναντι στην παρέμβαση της αστικής τάξης.

Μια από τις προγραμματικές κατευθύνσεις του ΑΑΔΜ ήταν η αποδέσμευση από την ΕΕ για την αξιοποίηση των εγχώριων αναπτυξιακών δυνατοτήτων της χώρας (Πρόγραμμα). Οι ίδιες οι συνθήκες όμως ανέδειξαν την ανάγκη αυτό το αίτημα να συνδεθεί άμεσα με την Λαϊκή Εξουσία και οικονομία διότι η ίδια η κρίση έφερε στο προσκήνιο τμήματα της αστικής τάξης τα οποία επιθυμούν την αποδέσμευση της Ελλάδας από την ΕΕ και προσπαθούν να εκφράσουν και πολιτικά αυτές τις επιδιώξεις μέσω οπορτουνιστικών και αστικών κομμάτων.

Οι νέες συνθήκες που διαμορφώθηκαν έφεραν στο προσκήνιο προβληματισμούς για το αν μια κυβέρνηση αντιμονοπωλιακή - αντιιμπεριαλιστική ή της «Αριστεράς» θα μπορούσε να φέρει ουσιαστικές λύσεις στα προβλήματα του λαού ή θα μπορούσε να αναπτύξει παραπέρα την ταξική πάλη. Το ΑΑΔΜ ενώ είχε ξεκάθαρο το κεντρικό πολιτικό ζήτημα, το ζήτημα εξουσίας, δεν είχε ακόμη ξεκαθαρίσει την πολιτική του στάση απέναντι σε μία τέτοια κυβέρνηση.

Η ίδια η ιστορία όμως διδάσκει πως σε κρίσιμες καμπές της ταξικής πάλης, όπως σε μια περίοδο οξυμένης οικονομικής κρίσης, οποιοσδήποτε κλυδωνισμός στο αστικό σύστημα δεν πρέπει να παρασύρει την εργατική τάξη και τους συμμάχους της σε μεταβατικές - ενδιάμεσες λύσεις άλλα τότε είναι που η οργανωμένη πρωτοπορία της, το Κομμουνιστικό Κόμμα, θα πρέπει να φέρει στο επίκεντρο του πολιτικού αγώνα την ανάγκη για βίαιη ανατροπή της αστικής εξουσίας, η οποία μπορεί να αντικατασταθεί μονάχα από την εργατική - λαϊκή εξουσία.

Γα το ΚΚΕ, ο ιστορικός ρόλος της εργατικής τάξης, ως φορέας των κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής, θα αναδειχτεί μέσα από τη Λαϊκή Συμμαχία, όρος ο οποίος αποτυπώνει καλύτερα τον κοινωνικό χαρακτήρα του μετώπου, όπου θα συσπειρώσει γύρω της όλες τις κοινωνικές δυνάμεις που έχουν συμφέρον από το σοσιαλισμό. Το Κόμμα μας θα είναι ο βασικός εμπνευστής και καθοδηγητής αυτής της διαδικασίας.


Αλέξης Πανούσης
ΟΒ Πολιτικού, Πάντειο

Οταν επιβεβαιώνεται η πολιτική μας, την εγκαταλείπουμε;

Το 19ο Συνέδριο του Κόμματός μας πραγματοποιείται σε συνθήκες βαθιάς κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος. Το ΚΚΕ ως πρωτοπορία της εργατικής τάξης έχει την ιστορική ευθύνη να οργανώσει και να καθοδηγήσει την πάλη της εργατικής τάξης και των συμμάχων της. Είναι λοιπόν καίριο να ανοίξει η συζήτηση γύρω από το δρόμο που θα χαράξουμε στο μέλλον έχοντας ως στρατηγικό μας στόχο το Σοσιαλισμό.

Οι θέσεις της ΚΕ καθώς και το σχέδιο προγράμματος δεν είναι καινούριες θεωρίες και αντιλήψεις αλλά έρχονται να επισφραγίσουν - νομιμοποιήσουν τη στροφή στην πολιτική μας τα τελευταία 4 και πλέον χρόνια, τα αποτελέσματα της οποίας είναι αποκαλυπτικά τόσο σε πολιτικό-συνδικαλιστικό όσο και σε οργανωτικό επίπεδο. Η τακτική μας στο κίνημα, κάτω από την αναμενόμενη πίεση του συστήματος αλλά και το φόβο της ενσωμάτωσης, οδήγησε στην απομόνωση, στην πρωτοφανή συρρίκνωση της επιρροής μας (εθνικές - δημοτικές - φοιτητικές εκλογές, σωματεία και συνδικάτα) και του κομματικού μας δυναμικού, κυρίως της ΚΝΕ στα σχολεία και στα πανεπιστήμια.

Η εγκατάλειψη οικοδόμησης του ΑΑΔΜ και το στένεμα της γραμμής συσπείρωσης δυνάμεων, άφησαν τον ΣΥΡΙΖΑ, τη ΔΗΜΑΡ αλλά και το νέο όπλο του συστήματος τη νεοναζιστική Χ.Α. να καλύψουν το κενό της δικής μας παρέμβασης, αποσπώντας έτσι δικές μας δυνάμεις αλλά και δυνάμεις εγκλωβισμένες για χρόνια στο δικομματισμό, που ανήκουν όμως στην εργατική τάξη ή έχουν συμφέρον να παλέψουν μαζί της και θα μπορούσαμε να τις συσπειρώσουμε.

Η δική μας αδυναμία να μπούμε δυναμικά και να αντιπαρατεθούμε ανοιχτά στο κίνημα με σκοπό να ζυμώσουμε την πρότασή μας και να δώσουμε το σωστό προσανατολισμό (π.χ. «κίνημα αγανακτισμένων») οδήγησε στην apriori καταδίκη δυνάμεων και κινήσεων, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στο σύστημα είτε να τις καταστείλει, είτε να τις ελέγξει.

Με βάση τα παραπάνω, ο ρόλος της ΚΕ δεν μπορεί παρά να κριθεί αναποτελεσματικός. Στο κείμενο των Θέσεων ο απολογισμός του ρόλου της ΚΕ, με βάση τα καθήκοντα που έμπαιναν στο 18ο Συνέδριο, είναι φειδωλός και αντιφατικός. Στέκεται μόνο στην άρνηση της ΚΕ για συγκυβέρνηση με τον ΣΥΡΙΖΑ, μία κυβέρνηση που δεν προέκυπτε από πουθενά αλλά και που δεν υποστηρίχτηκε ποτέ σαν άποψη, ούτε από τα μέλη του Κόμματος, ούτε από την κομματική μας επιρροή.

Το ζήτημα που τίθεται επί τάπητος στις συνθήκες αυτές είναι πώς οι στόχοι πάλης, τα αιτήματα, η γραμμή συσπείρωσης που θα διαμορφώσουμε θα βοηθούν την εργατική τάξη να κερδίζει δυνάμεις, θα βοηθούν στην ενότητα δράσης της, στη συμμαχία της με τα κοινωνικά στρώματα που έχουν συμφέρον από έναν άλλο δρόμο ανάπτυξης σε βάρος του κεφαλαίου και των μονοπωλίων.

Το πρόγραμμα του 15ου Συνεδρίου, στη λογική αυτή, ορίζει το ΑΑΔΜ ως κοινωνικοπολιτική συμμαχία αντιιμπεριαλιστική, αντιμονοπωλιακή, δημοκρατική, θέτοντας στόχους και μέτωπα πάλης όπως η αποδέσμευση από την ΕΕ, η διεύρυνση και αξιοποίηση της παραγωγικής βάσης της χώρας, η υπεράσπιση των δημοκρατικών δικαιωμάτων κ.τ.λ. που μπορούν να συσπειρώσουν ευρύτερες λαϊκές μάζες και προοδευτικές δυνάμεις. Στο ΑΑΔΜ θεωρούμε αναπόφευκτη τη συνύπαρξη ανομοιογενών δυνάμεων, διαφορετικών τάσεων και απόψεων για το στόχο της α-α-δ πάλης, άρα εμπεριέχονται και οι αναγκαίοι συμβιβασμοί χωρίς αυτοί να απειλούν την αυτοτέλεια του Κόμματος ή να αλλοιώνουν τον στρατηγικό του στόχο.

Ο αντικαπιταλιστικός χαρακτήρας του Μετώπου θα βαθαίνει όσο θα ενισχύεται η δύναμη του Κόμματος, όσο θα αναπτύσσεται η ταξική πάλη, η οργάνωση και η πολιτική πείρα της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, αυξάνοντας και τις δυνατότητες του Μετώπου να προκαλεί αντίστοιχες αλλαγές στον πολιτικό συσχετισμό (Πρόγραμμα σ. 29). Απέναντι σε αυτό η Κ.Ε. προτάσσει την Λ.Σ., η οποία ορίζεται ως κοινωνική αντικαπιταλιστική συμμαχία, που υιοθετεί την κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, όλων των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, τον κεντρικό σχεδιασμό, τον εργατικό-κοινωνικό έλεγχο, την εργατική-λαϊκή εξουσία (Θ.62, 63). Δηλαδή πρόκειται για μια συμμαχία με βάση το σοσιαλισμό.

Με αυτό το επίπεδο ως βάση συμφωνίας, αποκλείονται μικροαστικά στρώματα και δυνάμεις που δεν είναι αντικαπιταλιστικές, αδυνατίζοντας έτσι τη δυναμική των συμμαχιών της εργατικής τάξης. Το επίπεδο συμφωνίας της εργατικής τάξης με τα στρώματα αυτά είναι υπόθεση της αυτοτελούς παρέμβασης του Κόμματος και του εργατικού κινήματος, που πρέπει να εξελίσσεται και να βαθαίνει μέσα στην ταξική πάλη, όχι το προϊόν μίας ντε φάκτο ταύτισης συμφερόντων.

Οσον αφορά τη φύση της η Λ.Σ. θα είναι μόνο κοινωνική. Διαχωρίζονται έτσι εντελώς οι συμμαχίες στο πολιτικό και στο κοινωνικό επίπεδο. Αποκλείεται, δηλαδή, η δυνατότητα πολιτικών συμμαχιών ως έκφραση ακριβώς αυτής της συμπόρευσης των κοινωνικών δυνάμεων. Αυτό σημαίνει είτε ότι οι δυνάμεις αυτές θα εκφράζονται πολιτικά μόνο μέσα από το ΚΚΕ, που είναι αδύνατο, είτε ότι προδικάζουμε τη διαφωνία μας απλώς βάζοντας ως προϋπόθεση την προγραμματική μας ταύτιση με τους πολιτικούς εκφραστές τους, σπάζοντας έτσι την κοινωνική και πολιτική αντιστοιχία.

Με αυτόν τον τρόπο οι συμμαχίες και οι συμφωνίες σε οποιοδήποτε επίπεδο αντιμετωπίζονται στατικά και ανεξάρτητα από τη φάση στην οποία βρίσκεται το κίνημα αλλά και από την ίδια την παρέμβαση και το ρόλο του Κόμματος. Δεν αφήνει περιθώρια μέσα από τις κοινωνικές διεργασίες και τους αγώνες, μέσα δηλαδή στη δυναμική του κινήματος, να κριθούν πολιτικές δυνάμεις, να προκύψουν ή και να λυθούν συνεργασίες με πολιτικά κόμματα.

Από τις ίδιες όμως τις θέσεις προκύπτουν και αντιφάσεις ενδεικτικές της αδυναμίας θεωρητικής τους θεμελίωσης:

1. Οι κοινωνικές δυνάμεις που θα συμμετέχουν στη Λ.Σ., ενώ θα παλεύουν για την ίδια την ανατροπή του καπιταλισμού, αυτό δε θα μπορεί με κανέναν τρόπο να εκφραστεί πολιτικά ούτε καν στη συμμετοχή σε αστικές εκλογές για αλλαγή του πολιτικού συσχετισμού, αφού η Λ.Σ. δε θα παίρνει μέρος στις εκλογές, στις ευρωεκλογές ή σε δημοψηφίσματα (Θ. 67).

2. Με πολιτικές δυνάμεις που εκφράζουν θέσεις μικροαστικών στρωμάτων και συμφωνούν με την εργατική-λαϊκή εξουσία επιδιώκουμε κοινή δράση στη στήριξη της Λ.Σ. (Θ. 66). Τέτοιες πολιτικές δυνάμεις όμως μπορούν να είναι οπορτουνιστικές, ρεφορμιστικές, πώς λοιπόν θα υπάρξει κοινή δράση μαζί τους αφού, όπως διατυπώνεται, σαφώς παρακάτω δεν μπορεί να υπάρξει συμπόρευση με τέτοια κόμματα σε καμία φάση του κινήματος(Θ. 67).

Το Κόμμα με όπλα τη μ-λ θεωρία του και την 95χρονη πείρα του μπορεί και πρέπει, να επεξεργαστεί και να διαμορφώσει το δρόμο που θα μας φέρει πιο κοντά στο στρατηγικό μας στόχο, το Σοσιαλισμό.

Ο λαός έχει ανάγκη το Κόμμα του και η ιστορία δε συγχωρεί.


Αριστέα Μιμηγιάννη
ΚΟΒ Γαλατσίου



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ