ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 3 Γενάρη 2007
Σελ. /28
Διαχρονικά δράματα
«Ηταν όλοι τους παιδιά μου» στο «Τζένη Καρέζη»

Αμέτρητα είναι τα αποτρόπαια, απάνθρωπα εγκλήματα του αδηφάγου καπιταλιστικού κεφαλαίου των ΗΠΑ, από τα μεσοπολεμικά χρόνια του 20ού αιώνα, οπότε άρχισε να απλώνει τα ιμπεριαλιστικά πλοκάμια του στην αμερικανική και τις άλλες ηπείρους. Η μεγάλη «έφοδος» της - μακροπρόθεσμων στόχων και συμφερόντων - ιμπεριαλιστικής στρατηγικής των ΗΠΑ κατά των ευρωπαϊκών λαών συντελέστηκε προπαραμονές της λήξης του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Με ορατή, πλέον, την αντιφασιστική νίκη των ευρωπαϊκών και βαλκανικών λαών. Ετσι οι ΗΠΑ εισέβαλαν στην Ευρώπη, εκ του ασφαλούς, ως «απελευθερωτές», για να αποκομίσουν μακροπρόθεσμα πολιτικοοικονομικά και στρατιωτικά κέρδη, έστω και θυσιάζοντας αθώους πολίτες τους. Αυτό το έγκλημα κατήγγειλε ο Αρθουρ Μίλερ, γράφοντας το 1947, το αριστοτεχνικό, εκπληκτικά επίκαιρο σήμερα, έργο «Ηταν όλοι τους παιδιά μου». Ενα σπουδαίο, ουσιαστικά λαϊκό «κειμήλιο» της προοδευτικής αμερικανικής δραματουργίας. Εργο - κραυγή κατά της ιμπεριαλιστικής «λογικής» και των βρώμικων μεθόδων του αμερικανικού κεφαλαίου, και ταυτόχρονα μια συνταρακτική, ψυχογραφική οικογενειακή τραγωδία, η ύβρις της οποίας καθαίρεται με δύο θανάτους. Ο Μίλερ βάσισε τη μυθοπλοκή του στην αποσιωπημένη, άγνωστη για τον αμερικανικό λαό, αλήθεια. Οτι οι ΗΠΑ, προκειμένου να εισβάλουν την τελευταία ώρα ως «σύμμαχοι» και «απελευθερωτές» στην κατεχόμενη από το ναζισμό Ευρώπη, εν γνώσει τους, με συνένοχο το κεφάλαιο της αμερικανικής πολεμικής βιομηχανίας, χρησιμοποίησαν και αρκετά ελαττωματικά αεροπλάνα, που κόστισαν κάμποσες ζωές Αμερικανών στρατιωτών, που στέλνονταν στο μέτωπο. Οτι όχι μόνο δεν τιμωρήθηκαν οι υπαίτιοι αυτού του εγκλήματος, αλλά με αυτό το έγκλημά τους γιγάντωσαν, μεταπολεμικά το κεφάλαιό τους. Ο Μίλερ με το έργο του δεν καταγγέλλει μόνο αλλά και «τιμωρεί» την ατιμωρησία και την αδιάντροπη υποκρισία του απάνθρωπου κεφαλαίου, μέσω κυρίως του κεντρικού προσώπου. Του Τζο Κέλερ, που από φτωχός έγινε βιομήχανος όπλων, πλούτισε στον πόλεμο πουλώντας ελαττωματικά αεροπλάνα, φόρτωσε το έγκλημά του στο ασθενέστερο και άφταιγο συνεταίρο του και γιγάντωσε τα πλούτη του, αποκρύπτοντας και αυτός, όπως και η γυναίκα του - αυτή για να μη διαταραχτεί η «αγία οικογένεια» - το έγκλημά του από το δεύτερο γιο του, όπως και την επίγνωση ότι μεταξύ των νεκρών Αμερικανών που προκάλεσε η πολεμοκαπηλία του ήταν και ο πρωτότοκος γιος του. Η «τιμωρία» και η κάθαρση που επιβάλλει ο Μίλερ κορυφώνεται με την αποκάλυψη όλης της αλήθειας, τη σύγκρουση γιου και πατέρα, την κατάρρευση όλων των κίβδηλων «άλλοθι» του πολυάνθρωπου αυτού εγκλήματος, και την αυτοχειρία του πατέρα για το γιο του και τους άλλους νέους που «σκότωσε». Το έργο, σε ρέουσα μετάφραση του Αλέξανδρου Κοέν, εξαιρετικής ρεαλιστικής λιτότητας σκηνικό και κοστούμια του Γιώργου Πάτσα, φωτισμούς Λευτέρη Παυλόπουλου και μουσική Φίλιππου Τσαλαχούρη, υπηρετείται με τη φροντισμένη, λιτά ρεαλιστική σκηνοθεσία του Γιάννη Ιορδανίδη. Η μεγαλύτερη αρετή και ο στυλοβάτης της παράστασης είναι η ερμηνεία του Κώστα Καζάκου. Ερμηνεία διττή. Αφ' ενός με την αμεσότητα και φυσικότητά της συμπυκνώνει το χαρακτήρα, τη συμπεριφορά, τα ψεύδη, την υποκρισία, τον κυνισμό, το αίσθημα ισχύος του ανερμάτιστου πλουτοκράτη και τον αγωνιώδη καθαρμό του, και αφ' ετέρου με τη διάνοιά της υπηρετεί τα μέγιστα το πολιτικο-κοινωνικό και αντιπολεμικό στόχο του Μίλερ. Η Αφροδίτη Γρηγοριάδου αναδεικνύει τη σκόπιμη, φαινομενική «άγνοια» της συζύγου του Κέλερ για τα εγκλήματα του άντρα της και το θάνατο του πρωτότοκου γιου της. Λιτά και αισθαντικά υποδύεται τον αφυπνισμένο δευτερότοκο γιο ο Κωνσταντίνος Καζάκος. Αξιοσημείωτες είναι οι ερμηνείες των Γεράσιμου Μιχελή, Ιωσήφ Μαρινάκη, Αλεξάνδρας Παλαιολόγου, Βίβιαν Κοντομάρη, Τζούλης Σούμα, Κωνσταντίνου Καρβέλη.


ΘΥΜΕΛΗ


«Ο χορός του θανάτου», από την «Πράξη»

Το πανανθρώπινο, διαχρονικό αριστούργημα «Ο χορός του θανάτου» του Αυγούστου Στρίντμπεργκ, ανέβασε στο «Θέατρο της οδού Κεφαλληνίας» ο θίασος «Πράξη». Με πρώτο τον Ιψεν στη «θεμελίωση» του δραματουργικού κοινωνικού ρεαλισμού, ο Στρίντμπεργκ, δεύτερος, αντλώντας από τα δικά του βασανιστικά βιώματα, εμπλούτισε αυτό το μεγάλο αισθητικό ρεύμα του κοινωνικού ρεαλισμού με περισσότερο ψυχογραφικό βάθος. Εγινε πιο λεπτομερής ερευνητής - ανατόμος της «αβύσσου» της ανθρώπινης ψυχής, των ομολογούμενων και ανομολόγητων πόθων και παθών του ανθρώπου, χωρίς να παύει να ανιχνεύει και να αναδείχνει τα κοινωνικά αίτια και τις συνθήκες που επιδρούν καταλυτικά, ακόμα και ολέθρια, στον ψυχισμό του ανθρώπου, στη συμπεριφορά και στις σχέσεις του, συζυγικές, κοινωνικές, επαγγελματικές. Οσο περισσότερο καθάριο ρεαλιστικό «φως», χωρίς άσκοπα, επιτηδευμένα «κόλπα» μεταφραστικά, σκηνοθετικά και ερμηνευτικά, ρίξει κανείς στο «Χορό του θανάτου», όπως εξάλλου και στα περισσότερα έργα του Στρίντμπεργκ, τόσο περισσότερο αναδύεται ο ψυχογραφικός ζόφος και τόσο καθαρότερα προβάλλουν και τα κοινωνικά αίτιά του. Απόδειξη περί αυτού η παράσταση της «Πράξης», χάρη βέβαια, στην οξύνου ρεαλιστική μετάφραση του αξέχαστου Μίνου Βολανάκη, στο απέριττο, σχεδόν «γυμνό» σκηνικό και στα κοστούμια εποχής του Γιώργου Πάτσα, στους «ζοφώδεις» φωτισμούς του Λευτέρη Παυλόπουλου, στους ανησυχαστικούς ήχους του Δημήτρη Ιατρόπουλου, στην εκφραστική σωματικά και χειρονομιακά κίνηση της Αγγελικής Στελάτου, υπό τη σκηνοθετική καθοδήγηση του Νίκου Χατζόπουλου. Χάρη στη δική του, εκπληκτικά αφανή καθοδήγηση, την ατόφια ρεαλιστική «ματιά» προβάλλει τόσο «γυμνή», τόσο αληθινή η «κόλαση» του πρωταγωνιστικού ζεύγους. Ο «χορός» του θανάτου του γάμου τους, των πόθων τους και της στερημένης ζωής τους. Προβάλλει η «κόλαση» και μέσα τους και γύρω τους. Η «κόλαση» της κοινωνίας. Το επίτευγμα της σκηνοθεσίας είναι ότι μοιάζει σαν να μην υπήρξε σκηνοθεσία. Με την παράστασή του θαρρείς ότι κοιτάς μέσα από μια ρωγμή του τείχους ενός στρατώνα, σε ένα παγερό, στενόχωρο θάλαμο του οποίου ζουν απομονωμένοι, ξένοι για την «καλή», την ευημερούσα αστική κοινωνία, ο φτωχός, λαϊκής καταγωγής, μεσήλικας λοχαγός του πυροβολικού Εντγκαρ με την άλλοτε εύπορη μεσοαστή, πρώην ηθοποιό, γυναίκα του Αλίς. Σαν να τους παρακολουθείς, εγκαταλειμμένους και από το μοναχοπαίδι τους, να αλληλοσπαράσσονται ψυχολογικά. Να τρώνε τις «σάρκες» του αλλοτινού έρωτά τους. Ερωτας, που παραδόθηκε στην ανέχεια, στη φθορά και το μίσος. Μίσος, που κορυφώνεται όταν, στη μοναξιά τους, «εισβάλλει» ένας παλιός φίλος, επίσης έρημος, χωρισμένος από τη γυναίκα του, που αγωνιά για την επαγγελματική αποκατάσταση του γιου του. Ενας φίλος, με τον οποίο ερωτοτροπεί η Αλίς, επιδιώκοντας να εγκαταλείψει τον άντρα της και να ζήσει καλύτερη ζωή. Μάταια, όμως, καθώς η «κόλαση» είναι και έξω από το σπιτικό της. Το ζευγάρι θα συνεχίσει, όσο αντέξει τον προδικασμένο «χορό του θανάτου», με πιθανότερο πρώτο θύμα τον σύζυγο. Η παράσταση προσφέρει και τρεις πολύ καλές ερμηνείες, με κυρίαρχη την ιδανική για το ρόλο του Εντγκαρ ερμηνεία του Γιάννη Βόγλη. Ο Βόγλης, με το υποκριτικό βάρος, τα δυνατά εκφραστικά μέσα, τη μεγάλη υποκριτική εμπειρία, αλλά και οδηγούμενος από το «γυμνό», λιτό, χωρίς υποκριτικά τερτίπια, χαρακτηρολογικό και ψυχογραφικό ρεαλισμό της σκηνοθεσίας, κατέθεσε τη σημαντικότερη, ίσως, μέχρι τώρα ερμηνεία του. Η Μπέττυ Αρβανίτη, με την επίσης λιτή, άμεση, ουσιώδη ερμηνεία της αναδεικνύει το συχνά σκληρότερο, πιο αμείλικτο και πιο εκδικητικό απ' ό,τι του άνδρα μίσος της στερούμενης τα υλικά αγαθά γυναίκας, ιδιαίτερα όταν, όπως η Αλίς, προέρχεται από εύπορη κοινωνική τάξη. Καλή είναι και η ερμηνεία του Μάνου Βακούση, αν και σε ρόλο όχι κοντινό του, φυσιογνωμικά και ιδιοσυγκρασιακά.


ΘΥΜΕΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ