ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 5 Οχτώβρη 2005
Σελ. /40
Περί συνείδησης

Εκείνο που πρέπει να μας προβληματίζει είναι αν η αυριανή εργατική τάξη, οι μελλοντικοί εργάτες, είναι πρόθυμοι να σηκώσουν την κόκκινη σημαία. Ο στόχος της σημερινής άρχουσας τάξης δεν είναι απλά να καταπατήσει κάθε δικαίωμα που κατακτήθηκε τα προηγούμενα χρόνια από την εργατική τάξη. Γνωρίζοντας ότι η νεολαία αποτελεί την αυριανή βάρδια της εργατικής τάξης, εκείνο που πρώτα στοχεύει είναι να αλλοιώσει τη συνείδησή της. Ωστε, όταν βγει στην παραγωγική διαδικασία, όχι μόνο να μη γνωρίζει ποια είναι η τάξη στην οποία ανήκει, αλλά να είναι και ιδεολογικός εχθρός της. Με αυτό τον τρόπο, θα γίνει ακόμη πιο δύσκολη η οργάνωσή της με στόχο την επαναστατική αλλαγή της κοινωνίας.

Η νεολαία σήμερα αντιμετωπίζει μια άγρια επίθεση στη συνείδησή της. Ιδεολογίες και ιδεολογήματα αποπειρώνται να την πείσουν ότι το μέλλον της είναι ίδιο με το παρόν της. Και το κυριότερο, προβάλλουν έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής, ο οποίος δηλώνει ότι η απάντηση στα σημερινά προβλήματα έρχεται μέσα από την ίδια την ατομική πράξη και όχι τη συλλογική. Η λύση, με μια κουβέντα, βρίσκεται στο «εγώ» και όχι στο «εμείς», απαξιώνοντας κάθε συλλογικότητα.

Για λόγους οικονομίας χώρου, το κείμενο θα εστιάσει στις μεταεφηβικές ηλικίες, δηλαδή στη σπουδάζουσα νεολαία και στη νεολαία που κάνει τα πρώτα της βήματα στην παραγωγική διαδικασία. Σε ένα άρθρο είναι δύσκολο να πιάσουμε όλες τις πλευρές και τις πτυχές της πολυποίκιλης επίθεσης στη συνείδηση της νέας γενιάς.

Το «εγώ» και το «εμείς»

Ολο το οπλοστάσιο της προπαγάνδας της άρχουσας τάξης - Παιδεία, Πολιτισμός, πολιτιστικές αξίες, τηλεόραση, ΜΜΕ, κλπ. - που έχει τη δυνατότητα να αγγίζει μεγάλα κομμάτια της νεολαίας, επιδιώκει να ξεκινήσει τη διαδικασία αποξένωσης του ανθρώπου από τον εαυτό του, πριν ακόμη βγει στην παραγωγική διαδικασία. Να κατασκευάσει ανθρώπους που να πιστεύουν - με όλη τη σημασία της λέξης - ότι η λύση σε κάθε πρόβλημα έρχεται μόνο από το «εγώ». «Τη δικιά μου προσπάθεια». «Τη δικιά μου ευφυία». Το κυριότερο, όμως, δεν είναι αυτό. Είναι ότι προωθούν έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι περισσότερες από τις σύγχρονες διαφημίσεις, οι οποίες προβάλλουν ένα συγκεκριμένο μοντέλο ζωής: Νέος/α, ωραίος/α, ανεξάρτητος/η, με χρήματα, γρήγορο αμάξι και πανέμορφο/η σύντροφο ζωής. Αυτό έχει μπολιαστεί στη συνείδηση του νέου από πολύ μικρότερη ηλικία - ακόμη και από την παιδική. Αυτό ακριβώς είναι το όραμα που προωθούν για τη συντριπτική πλειοψηφία των νέων. Οραμα που από μόνο του μπορεί να μην είναι και λάθος, αλλά που σε συνάρτηση με την υπόλοιπη διαπαιδαγώγηση της νεολαίας οδηγεί το νέο σε συγκεκριμένες λογικές. Οχι σε μια ισορροπημένη ζωή, όχι για να γίνει όσο το δυνατό πιο ολοκληρωμένος ως άνθρωπος, αλλά πώς θα γίνει «επιτυχημένος». «Σωστός επαγγελματίας». «Με χρήματα». Πώς «αυτός» θα πετύχει το ατομικό του όραμα και όχι πώς «εμείς» το συλλογικό. Με μια κουβέντα, καλλιεργεί κατά κύριο λόγο την εγωιστική, εγωκεντρική συμπεριφορά.

Ετσι, ο νέος που βγαίνει στην παραγωγική διαδικασία δεν επιθυμεί τόσο να βελτιώσει τις συνθήκες εργασίας, να αμείβεται καλύτερα, κλπ. - αιτήματα που και πάλι είναι πίσω από τις ανάγκες της κοινωνίας - αλλά πώς θα γίνει αυτό που έχει μάθει από μικρό παιδί: «Επιτυχημένος».

Εποχή «φαστ-φουντ»

Συνθήματα όπως, «Live fast die young» (ζήσε γρήγορα πέθανε νέος), «This is the first day of the rest of your life» (αυτή είναι η πρώτη μέρα της ζωής που σου απομένει) κλπ., κυριαρχούν όχι απλά ως «τσιτάτα», αλλά ως τρόπος σκέψης και ζωής. Και δηλώνουν ένα και μόνο πράγμα: Η ζωή είναι εφήμερη, ό,τι είναι να κάνεις, κάντο τώρα. Καλλιεργούν την έλλειψη μέλλοντος: Η οποιαδήποτε προσπάθεια για να αλλάξει κάτι μελλοντικά είναι άκαρπη αφού «εσύ» δε θα τη ζήσεις. Τα όπλα της άρχουσας τάξης χτυπάνε ακριβώς στην ανυπομονησία και στην έλλειψη πειθαρχίας της νεολαίας. Στο γεγονός ότι οι νέοι «τα θέλουν όλα τώρα», και αφού δεν μπορούν να έχουν όσα ίσως θέλουν, τουλάχιστον να έχουν αυτά που μπορούν. Και αυτά που μπορούν είναι όσα μπορούν να «κερδίσουν» (βλέπε χρήματα, γυναίκες/άντρες, δόξα, φήμη, κλπ.). Η σημερινή εποχή είναι «εποχή φαστ-φουντ», όπου όλα πρέπει να γίνονται γρήγορα και με κέρδος και γι' αυτό ακριβώς επιδιώκουν να πείσουν τη νεολαία: Αφού μια μέρα θα πεθάνεις, κάνε ό,τι μπορείς τώρα για «σένα».

Ολα τα παραπάνω, όμως, αποτελούν μια εικονική πραγματικότητα. Είναι σαν τα τρίλεπτα «βίντεο-κλιπ» του «MTV». Οταν όμως η τηλεόραση κλείσει, η ζωή αρχίζει. Και αυτό το γνωρίζει η άρχουσα τάξη. Εκείνο, λοιπόν, που επιχειρεί είναι να μπολιάσει την εικονική πραγματικότητα βαθιά στη συνείδηση της νεολαίας. Ωστε να μην έχει τη δυνατότητα να ξεχωρίσει την εικονική από την πραγματική ζωή. `Η, μάλλον, ώστε να πείσει τη νεολαία ότι η εικονική ζωή είναι δυνατό να γίνει και πραγματική ζωή...

Περί «επανάστασης»

Ο,τι όμως και αν κάνει η άρχουσα τάξη, είναι αδύνατο να ξεμπερδέψει με τα αδιέξοδα που η ίδια δημιουργεί. Και πρώτος αποδέκτης αυτών των αδιεξόδων είναι η νεολαία. Γνωρίζει, λοιπόν, η άρχουσα τάξη πως τα αδιέξοδα και τα προβλήματα δημιουργούν και αυτά συνείδηση, με τον ίδιο τρόπο που η ίδια δημιουργεί.

Ακόμη και αυτό, όμως, δεν το άφησε στην τύχη. Αφήνει αυτή τη συνείδηση να εκφραστεί. Ετσι, σε ορισμένες περιπτώσεις - και πάντα όσο το δυνατόν πιο ελεγχόμενα - δεν εμποδίζει μια ορισμένη «επαναστατικότητα». Ποντάροντας, για μια ακόμη φορά, σε ορισμένα έμφυτα χαρακτηριστικά της νεολαίας - όπως τη βιασύνη της νέας γενιάς, την έλλειψη υπομονής και επιμονής - διοχετεύει την επαναστατικότητά της σε κανάλια ακίνδυνα για το σύστημα. Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα των λεγόμενων αναρχικών και αριστεριστών.

Ενισχύοντας διάφορες αντιλήψεις οδηγεί τους νέους σε ακίνδυνες «επαναστάσεις». Οι «ροζ επαναστάσεις» του σήμερα, η ενίσχυση της αντίληψης ότι η νεολαία μπορεί να κάνει επανάσταση χωρίς την εργατική τάξη ή ότι αρκεί να «χτυπήσουμε» τα όργανα της αστικής εξουσίας (όπως την αστυνομία) για να υπάρχουν αποτελέσματα, είναι αντιλήψεις που η εργατική τάξη θα μπορούσε να είχε ξεμπερδέψει πολύ νωρίτερα. Κι όμως, λόγω της έντονης καλλιέργειας στη συνείδηση της νεολαίας και της εργατικής τάξης, εξακολουθούν να υπάρχουν. Το αποτέλεσμα, πάντως, είναι ότι, όταν ο νέος, μετά από λίγα χρόνια, διαπιστώσει πως «τίποτα δε γίνεται» με όλες αυτές τις δήθεν επαναστάσεις, επανέρχεται στο σύστημα, με ενισχυμένη την εμπιστοσύνη του σε αυτό. Ακόμη, όμως, και σε αυτή την περίπτωση, η άρχουσα τάξη ουδέποτε αφήνει τη συνείδηση του νέου να δράσει αυτόβουλα. Αντιθέτως, η χειραγώγηση συνεχίζεται...

Κρίσιμο ζήτημα

Οι μηχανισμοί χειραγώγησης της νεολαίας είναι εξαιρετικά διαφορετικοί από ό,τι παλιότερα και σίγουρα πολύ πιο προσεγμένοι. Και αυτοί οι μηχανισμοί σίγουρα δεν αφορούν μόνο τις ηλικίες με τις οποίες καταπιάστηκε το παρόν κείμενο, ούτε και τα παραπάνω παραδείγματα είναι τα μόνα. Η χειραγώγηση ξεκινά από τη βρεφική ηλικία. Από την ώρα που το παιδί θα γεννηθεί δέχεται μηνύματα τέτοια που απορρέουν είτε από το νέο ζευγάρι των γονιών, είτε από τα πρώτα ερεθίσματα του περιβάλλοντος. Η άρχουσα τάξη δεν αφήνει στην «τύχη» τη διαμόρφωση των συνειδήσεων. Ξεκινώντας από την πρώτη μέρα που το παιδί θα γεννηθεί μέχρι και τη γέννηση του παιδιού του, η παρακολούθηση της συνείδησης είναι ασφυκτική.

Η συνείδηση είναι ένα κρίσιμο ζήτημα. Και σίγουρα το παρόν άρθρο δε διεκδικεί δάφνες πως πιάστηκε ολοκληρωτικά με το συγκεκριμένο θέμα. Ωστόσο, εκφράζει ορισμένες γενικές σκέψεις που - κατά την προσωπική μου εκτίμηση - θα πρέπει να μας απασχολήσουν συνολικότερα. Η θεωρητική κατανόηση της επίθεσης που γίνεται στη συνείδηση της νεολαίας μπορεί να μας ανοίξει νέους δρόμους στην προσπάθεια για τη συνολικότερη αλλαγή της. Οι παράγοντες που τη διαμορφώνουν είναι πολύπλευροι. Αλλωστε, όσο δύσκολο είναι να κερδίσεις μια συνείδηση σήμερα, τόσο εύκολο είναι να τη χάσεις, ακριβώς διότι η αστική εξουσία έχει τη δύναμη να τη διαμορφώσει και να την επηρεάσει σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό απ' ό,τι η εργατική τάξη και η πρωτοπορία της. Αν, πάντως, κάτι είναι σίγουρο, είναι πως το ζήτημα της συνείδησης δε λύνεται παρά μόνο με την οριστική νίκη του σοσιαλισμού.

Κώστας Τρακόσας

ΟΒ «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ»



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ