Η άρχουσα τάξη της Ελλάδας με τα κόμματά της επέλεξε και συμμετέχει εδώ και 20 χρόνια (1981-2001) στην ΕΕ, ενισχύοντας και προωθώντας τα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντά της.
Σε αυτά τα χρόνια έχει ισχυροποιηθεί το ευρωπαϊκό κεφάλαιο και έχουν επιδεινωθεί οι όροι ζωής των εργαζομένων στην Ευρώπη και την Ελλάδα. Ταυτόχρονα, οι αντιθέσεις ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία, ανάμεσα στην ολιγαρχία του πλούτου και τη μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων έχουν οξυνθεί.
Μερικοί θέτουν το ερώτημα αν είναι ρεαλιστικό να βρίσκεται σήμερα κανείς εκτός ΕΕ, μήπως είναι απομόνωση και παρουσιάζουν σαν μονόδρομο την ΕΕ. Και όμως, η πορεία της ΕΕ σαν καπιταλιστική ένωση δείχνει ότι επέβαλε και επιβάλλει στα μέλη της δεσμεύσεις, τέτοιες που απομονώνουν τους λαούς από τα συμφέροντά τους. Εμποδίζουν την ανάπτυξη των οικονομικών ανταλλαγών, για πολιτικούς ή οικονομικούς λόγους. Απομονώνουν και θέτουν φραγμούς στο άνοιγμα των αμοιβαία επωφελών σχέσεων με άλλες χώρες ( π.χ. εμπάργκο σε Ιράκ, Γιουγκοσλαβία ή παλιότερα με τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες κ.ά).
Η ΕΕ στέκεται εμπόδιο στην απρόσκοπτη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, στην αξιοποίηση της επιστήμης και τεχνικής σε όφελος των λαών, στην κοινωνική πρόοδο. Οδηγεί στη συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου, τροφοδοτεί και οξύνει την κρίση, τις διακρατικές αντιθέσεις, ωθεί σε εθνικιστικές συγκρούσεις και τοπικούς πολέμους.
Με τους περιορισμούς -ποσοστώσεις, τα αντικίνητρα και άλλα μέτρα εμποδίζουν την ανάπτυξη τομέων και προϊόντων γιατί αυτό συμφέρει τα μονοπώλια. Για παράδειγμα, η χώρα μας έχει ευνοϊκές γεωγραφικές και εδαφοκλιματολογικές συνθήκες παραγωγής και διαθέτει πείρα ο λαός μας για ανάπτυξη τομέων που σήμερα εμποδίζονται και καταστρέφονται από την πολιτική της ΕΕ και της κυβέρνησης (π.χ. ναυπηγοεπισκευστικός τομέας, κλωστοϋφαντουργία, ορυχεία, αγροτικά προϊόντα κ.ά). Φυσικά, το ελληνικό κεφάλαιο βρίσκει άλλους τομείς κερδοφορίας. Ο μεγάλος χαμένος είναι η χώρα μας και οι εργαζόμενοι που γνωρίζουν ανεργία, φτώχεια, αβεβαιότητα και ανασφάλεια.
Συνολικά, η ένταξη και παραμονή της Ελλάδας στην ΕΕ έβλαψε τα κυριαρχικά της δικαιώματα που μειώθηκαν και τις αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας σε όφελος των εργαζομένων, δημιουργώντας νέα προβλήματα και οξύνοντας παλιά.
Ωστόσο, η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας επηρεάζεται και από τις γενικότερες εξελίξεις στα πλαίσια της ΕΕ, καθώς και από την πορεία της οικονομίας των ΗΠΑ. Η επόμενη κρίση θα είναι βαθύτερη, οξύνοντας τη λαϊκή δυσαρέσκεια, που κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις μπορεί να επιδράσει στη συσπείρωση για βαθύτερες ανακατατάξεις δυνάμεων σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο.
Η 20ετής πορεία και πείρα επιβεβαίωσαν τη θέση μας και έπεισαν μεγάλο ποσοστό του λαού μας. Η ιμπεριαλιστική επιθετικότητα της ΕΕ στην οικονομία, στις εργασιακές σχέσεις, στο πολιτικό σύστημα, στην κοινωνική πολιτική, στις στρατιωτικές επεμβάσεις (μαζί με τις ΗΠΑ), έχει διαμορφώσει νέους, πιο στυγνούς όρους εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης, με νέα συστήματα απασχόλησης, με ιδιωτικοποιήσεις και εμπορευματοποίηση της Κοινωνικής Ασφάλισης, της Υγείας, της Παιδείας, του Αθλητισμού, του πολιτισμού. Εκτός από χωροφύλακας των συμφερόντων της πλουτοκρατίας στην Ευρώπη, εξελίσσεται και σε παγκόσμιο χωροφύλακα και ανταγωνίζεται τον ηγεμονικό ρόλο των ΗΠΑ. Με βάση την Κοινή εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ), διαμορφώνει μηχανισμούς για να αναπτύξει αυτό το ρόλο της: τον ευρωστρατό (50.000 - 60.000 σε πρώτη φάση) για τη στρατιωτική διαχείριση των «κρίσεων», το κινητό αστυνομικό ευρωπαϊκό Σώμα καταστολής, την ευρωαστυνομία, το μηχανισμό του σωφρονιστικού συστήματος, τη Συνθήκη Σένγκεν. Συνεπώς, μονόδρομος είναι για το κεφάλαιο και όχι για την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, που ζουν πια στο πετσί τους τη βάρβαρη, απάνθρωπη, αντιλαϊκή, κατασταλτική πολιτική της ΕΕ. Μάλιστα, πρόσφατη δημοσκόπηση που έγινε σε χώρες - μέλη της ΕΕ στις αρχές του 2001 από το ινστιτούτο «Λουί Χάρις» και δημοσιεύτηκε στη «Μοντ» έδειξε ότι το 56% των ερωτηθέντων δεν είναι ικανοποιημένο από τον τρόπο οικοδόμησης της ΕΕ.
Ωστόσο, για το ΚΚΕ υπάρχει δρόμος σίγουρος για την ανάπτυξη της Ευρώπης και της χώρας μας, σε όφελος της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων. Η απάντηση του ΚΚΕ στην ΕΕ είναι μια ανώτερη μορφή διεθνοποίησης, η σοσιαλιστική Ευρώπη. Μόνο σε τέτοιες συνθήκες μπορούν να υπάρχουν αρχές ισότιμης συνεργασίας, ειρήνης, ασφάλειας, κοινωνικής δικαιοσύνης, δημοκρατίας, σεβασμού ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Βέβαια, η πορεία προς μια τέτοια μορφή θα είναι μακρόχρονη. Γι' αυτό τα λαϊκά κινήματα σε κάθε χώρα και σε ευρωπαϊκό επίπεδο συντονισμένα πρέπει να αποκτήσουν δύναμη και να επιβάλουν την ανάπτυξη διμερών, περιφερειακών και πανευρωπαϊκών μορφών συνεργασίας ανάμεσα στα κράτη, που θα διασφαλίζουν όσο γίνεται καλύτερους όρους συμμετοχής στον ευρωπαϊκό καταμερισμό εργασίας, με κριτήριο την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων.