ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 26 Γενάρη 2003
Σελ. /32
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
Η ΑΛΛΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ
Με έχουν εκβιάσει... .

Κοίτα, κύριε, που μοιάζω στον Αγγελόπουλο, στο Λάτση, στον Μποδοσάκη... και τρέχουν πίσω μου οι εκβιαστές. Ο πρώτος με βουτάει, παιδί ακόμα - είχε δεν είχε τελειώσει ο εμφύλιος - και μου λέει: ζήσε! «Πώς να ζήσω», κύριε του φωνάζω, «εγώ δεν έμαθα να δένω τα βρακιά μου, ακόμα...». «Θα μάθεις μου λέει, τράβα». Και κάτω από την απειλή του πρώτου της ζωής μου κουκουλοφόρου, τράβηξα στον «Γολγοθά» μου, μέσα στου κόσμου τους εκβιασμούς και τους εκβιαστές. Τι κλοτσιές, τι μπουνιές, τι απειλές... μαρτύριο της ζωής μου το μαρτύριο. Κάθε στροφή και ένας εκβιαστής. Οποιος έφτανε άρπαζε από τις τσέπες μου, από τον κόρφο μου, από τον ιδρώτα μου, από το αίμα μου. Και γύρω το τοπίο να μυρίζει εκτελέσεις, εξορίες, φυλακές...

Και εγώ έδινα! Τι μπορούσα να κάνω; Στη γωνία με περίμενε η «17 Νοέμβρη». Οχι η «17 Νοέμβρη» που πάει ο νους σας, η άλλη. Αυτή που έχει μαζί της το στρατό, την αστυνομία, τη δικαιοσύνη, το σχολείο, τη θρησκεία... Τη «17 Νοέμβρη», λέω, που από τη γέννα σου μέχρι το θάνατό σου σε σημαδεύει με τα μπαζούκας. Σου κλείνει με το αυτόματο το δρόμο. Σε κυνηγάει στις διαδηλώσεις. Σε πετάει στην ανεργία. Σε σπρώχνει στα ράντζα και τους διαδρόμους των νοσοκομείων...

Εγώ να δείτε εκβιασμούς και εκβιαστές που γνώρισα και γνωρίζω. Οχι αυτά τα σκατοδημοσιογραφάκια, αυτά τα άθλια γκαγκστεράκια, που πάνε στους βιομηχάνους που καθυστέρησαν τη δόση και τους λένε: «ρίχτα». Εγώ γνώρισα όλους τους Ντίλιγκερ και τους Αλ Καπόνε μαζί. Γνώρισα νόμους που με κόλλησαν στον τοίχο. Γνώρισα την αβεβαιότητα, την ανασφάλεια, το χωροφύλακα να με παρακολουθεί, το ξεσπίτωμα, την πείνα, τη μετανάστευση. Γνώρισα το φόβο της απόλυσης. Γνώρισα τα νυχτερινά σχολεία, την οικοδομή, τη νυχτερινή δουλιά, σε ηλικίες που δεν επιτρέπεται το ξενύχτι! Και τώρα γνωρίζω τα ελλειμματικά ένσημα, που δε φέρνουν σύνταξη, αν στο μεταξύ ζήσω μέχρι τότε!

Με τέτοια πείρα, λοιπόν, πίστεψτε με, δράμι δε συγκινούμε για το «δράμα» που παίζεται στις «αγίες οικογένειες». Αυτοί έχουν και το πεπόνι και το μαχαίρι, θα τα βρούνε. Αλλωστε αυτοί γνωρίζουν τους εκβιαστές τους. Δικά τους παιδιά είναι. Μισθοδοτούμενα τσιράκια τους. Υπάλληλοί τους, που στο μεταξύ έμαθαν - από τα «μέσα» - τις βρωμιές που συμβαίνουν και που επιβάλλεται να κρυφτούνε. Για μια ενδοοικογενειακή υπόθεση, πρόκειται. Ανακατατάξεις στη «ζωή της νύχτας», συμβαίνουν. Για - μίνι - εξέγερση των μπράβων μιλάνε...

... Κουβέντα, όμως, για τη νεολαία που βαράει κλειστές πόρτες. Αυτός και αν είναι εκβιασμός. Νέοι άνθρωποι να σκουριάζουν. Νέοι άνθρωποι να αποστρατεύονται πριν ακόμα ξεκινήσουν. Κουβέντα για τα γερόντια που τη βγάζουν στη στέρηση. Λέξη για τους αγρότες που βουλιάζουν στις λάσπες των υποσχέσεων. Και πάνω απ' όλα, πάνω από τα κεφάλια μας δηλαδή, να κρέμεται ο πόλεμος.

Ελάτε, λοιπόν, αφού σας αρέσει η κουβέντα, ελάτε να κουβεντιάσουμε για την πραγματική τρομοκρατία. Για τον πραγματικό εκβιασμό και τους πραγματικούς εκβιαστές. Ελάτε να μιλήσουμε για τον εκβιασμό της άδειας τσέπης, για τον εκβιασμό του άδειου ψυγείου. Ελάτε να μιλήσουμε για τις χιλιάδες κοιλιές που κοιμούνται άδειες. Αυτά είναι θέματα για συζήτηση και όχι τα όργια των δεσποτάδων και οι φόβοι των βιομηχάνων. Αυτά είναι επακόλουθα του συστήματος. Δεν προκαλούν καμιά έκπληξη. Οπου υπάρχει σάπιο, υπάρχει και βρώμα, χαρά στην είδηση!


Του Νίκου ΑΝΤΩΝΑΚΟΥ


ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΝΗΣΟ
Η τρομερή νύχτα

Μακρόνησος: Μια φωτογραφία, που θυμίζει μαθητική συντροφιά. Κι όμως, το κορίτσι με τις κοτσίδες, η Βαγγελίτσα Σκευοφύλακα, σε λίγο θα έχει παραλογίσει από το ξύλο...
Μακρόνησος: Μια φωτογραφία, που θυμίζει μαθητική συντροφιά. Κι όμως, το κορίτσι με τις κοτσίδες, η Βαγγελίτσα Σκευοφύλακα, σε λίγο θα έχει παραλογίσει από το ξύλο...
Τριάντα Γενάρη 1950: Είναι μια ημερομηνία, που μένει βαθιά χαραγμένη στη μνήμη κάθε γυναίκας που πέρασε από τη Μακρόνησο. Γιατί η μέρα αυτή ήταν η μέρα μαρτυρίου χιλίων διακοσίων γυναικών που είχαν αποβιβαστεί πριν τρεις ημέρες, για να γνωρίσουν την κόλαση του καταραμένου νησιού. Αυτήν την ημερομηνία, λοιπόν, διάλεξε ο Σύλλογος Πολιτικών Εξορίστων Γυναικών για να κόψει την πίτα του, στις 6 το απόγευμα της Πέμπτης, στο μέγαρο Κυθηρίων (Θεμιστοκλέους 5-7, στον έκτο όροφο). Η γιορτή θα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς θα προβληθούν σε σλάιτς πολλές φωτογραφίες γυναικών στους τόπους εξορίας (αρχείο Νίτσας Γαβριηλίδου).

Αυτό το γέλιο μάς κράταγε

«Ολες αυτές οι φωτογραφίες είχαν "τραβηχτεί" κρυφά, καθώς οι συγκρατούμενες κρατούσαν "τσίλιες", για να μπει η μηχανή στο στρατόπεδο - από τη Χίο ακόμα την κρύβαμε. Η Μαριγούλα Μαστρολέων - Ζέρβα, λ.χ., παράγγελνε: "Να μου στείλεις αυτό, αλλά να το βάλεις στη ζάχαρη", τάχα ότι θα κάνουμε γλυκά και η αδελφή της, που έπαιρνε το μήνυμα, καταλάβαινε», θυμάται η Νίτσα Γαβριηλίδου. «Η Ιρμα η Τερζάκη, η Κική Διονυσοπούλου είχαν βρει άλλους τρόπους. Για παράδειγμα, μας βοηθούσαν σ' αυτό οι Μυτιληνιές ανταρτομάνες, που μέσα στις βράκες τους έκρυβαν και φωτογραφικές μηχανές. Οταν βλέπαμε μια συγκρατούμενη Μυτιληνιά να περπατά αργά και κουνιστά, εμείς λέγαμε: "Α, αυτή είναι... φορτωμένη".

Ανάμεσα στις συγκρατούμενες και η Ζακυνθινιά ζωγράφος, η αξέχαστη Κατερίνα Χαριάτη, που σχεδίαζε πορτρέτα και σκηνές από τη ζωή των γυναικών στην εξορία. Είμαστε και μαθήτριές της στο σχέδιο με την Ιρμα και γελούσαμε μαζί της, όταν η καημένη μας έλεγε: "Μα, δε δίνετε λίγη προσοχή!". "Μα, Κατερίνα, της λέγαμε, εμάς ο νους μας είναι αλλού κι εσύ μας λες να κρατάμε το μολύβι έτσι, να κάνουμε έτσι...". Εχω ακόμα το άλμπουμ με τα σχέδιά της... όπου έχει απαθανατίσει τις συναγωνίστριές μας, γυναίκες του λαού... Εκείνη, λοιπόν, την ημέρα που μας έκαναν την επίθεση, την είδαμε να έρχεται με το κεφάλι της τυλιγμένο σ' ένα κασκόλ με κρόσσια για να μη φαίνεται το πρόσωπό της και να την περάσουν για ηλικιωμένη. "Η Χαριάτη κουρσάρος", φωνάξαμε. Είχαμε όλες ντυθεί με χοντρά ρούχα, για να προφυλαχτούμε από το ξύλο που το περιμέναμε. Η Παΐζη φορούσε τη γούνα της ανάποδα. Στο αντίκρισμά της, η Ιρμα της λέει: "Αλέκα, μοιάζεις σαν ανάποδη αρκούδα". Κι εκείνη, βλέποντας την Ιρμα να φορά κάτω παντελόνι, πάνω απ' αυτό φόρεμα και τη ζακέτα της με την κουκούλα, γυρίζει και της απαντά: "Κι εσύ σαν τρίπατο σπίτι"! Αυτό το γέλιο μάς κράταγε!

Η συνέχεια, βέβαια, δεν ήταν καθόλου αστεία...

Το πρωί της 30ής Ιανουαρίου μας ξυπνούν μέσα στα άγρια χαράματα. Οι σκηνές γέμισαν από ουρλιαχτά και βρισιές, από κλοτσιές και σπρωξίδι. "Την Παναγία σας, Βουλγάρες, ήρθε η ώρα σας". "Σήμερα θα σας πάρουμε το αίμα". "Ολες έξω και κατεβείτε γρήγορα στο θέατρο". Τα μεγάφωνα - μουσική υπόκρουση που συνοδεύει την παράσταση - εντείνουν την ψυχολογική ατμόσφαιρα με τα συνθήματά τους: "Γυναίκες του ΕΣΑΓ, σκεφθείτε την τελευταία ευκαιρία που σας δίνουμε να φύγετε στα σπίτια σας. Τα γραφεία μας σας περιμένουν. Σε λίγα λεπτά θα είναι πλέον αργά"».

Αρπάζουν τα παιδιά από τη μάνα

Διαβάζουμε τη συνέχεια στο βιβλίο της Νίτσας Γαβριηλίδου: «Ο πατέρας μου Κώστας Γαβριηλίδης» (εκδόσεις «Εντός»).

«...Αρπάζουν τα μωρά από την αγκαλιά των μανάδων. Δεν είναι άξιες αυτές να μεγαλώνουν Ελληνόπουλα. Κι είναι άξιοι αυτοί που χωρίζουν το παιδί από τη μάνα. Αραγε, σκεφτήκανε ποτέ τους τι αισθήματα δημιουργούσαν στις τρυφερές ψυχές των παιδιών οι φοβερές αυτές εικόνες, τι βιώματα θα μπορούσαν να σέρνουν σ' όλη τους τη ζωή τα παιδάκια αυτά, καθώς βλέπανε να κλοτσούν τις μανάδες τους, να τις βρίζουν με τα χειρότερα λόγια, να τις ταπεινώνουν; Σπαράζει η ψυχή μας από το κλάμα των παιδιών...

...Μας διατάζουν να μπούμε κατά πεντάδες και σε συνέχεια μας βάζουν μέσα σε σκηνές, από σαράντα γυναίκες στην κάθε μία. Κάθε σκηνή θα ζήσει ξεχωριστά το δικό της δράμα. Η σκηνοθεσία κι εκεί είναι έτοιμη. Διακρίνεις μερικά φορεία, Αλφαμίτες με το άσπρο περιβραχιόνιο και τον κόκκινο σταυρό. Θα μας χρειαστούν για τις πρώτες βοήθειες. Ολοι τους οπλισμένοι με πιστόλια και στα χέρια ο καθένας κρατεί κι από κάτι ξεχωριστό, βούρδουλα, συρματόσχοινα, βούνευρα, γκλομπ, όλα ήταν στην ημερήσια διάταξη. Μ' αυτά τα βλέπουμε, κείνα όμως που ήταν χειρότερα, ήταν σαν φορούσαν γάντια δερμάτινα και ξέραμε πως μέσα εκεί κρύβονταν λάμες μετάλλινες, που σαν έτρωγες ένα μπάτσο από το χέρι εκείνο σού 'φτανε για να δεις τον ουρανό σφοντύλι... Σε λίγο αρχίζουν ν' αρπάζουν διάφορες κοπέλες και να τις βγάζουν έξω από τη σκηνή. Δεν ξέρουμε πού τις παν, τι τις περιμένει... Μέσα στη σκηνή παίρνουν στην τύχη διάφορα κορίτσια και τα χτυπούν μπροστά στα μάτια μας. Οι σκηνές είναι ανατριχιαστικές... Τα ρόπαλα πέφτουν στις πλάτες των κοριτσιών. Μάλιστα, τις διατάζουν να βγάλουν τα παλτά τους για να γίνονται πιο αισθητά τα χτυπήματα. Από παντού ακούγονται βογκητά και ουρλιαχτά. Ολες έχουμε αγριευτεί. Ζούμε κάτι σαν τη νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου.

Μάχη ενάντια στη συνείδηση

»...Τώρα έχει σκοτεινιάσει και το νησί, με τις μαύρες σκηνές στη σειρά, παίρνει μια πένθιμη όψη... Μπαινοβγαίνουν οι Αλφαμίτες με τους φακούς στα χέρια. Οι ηλικιωμένες προσπαθούν να προστατέψουν τα κορίτσια...

...»Σ' αυτές τις ώρες είχε αλλάξει η φυσιογνωμία μας, λέει η συνομιλήτριά μας. Κοιτάζαμε η μια την άλλη και λέγαμε μέσα μας "αυτή είναι η κοπέλα η τάδε, που ήξερες χαρωπή και γελαστή;". Ολες είχαμε γίνει κάτι άλλο...

...Οταν κάποτε πήρε τέλος η εφιαλτική νύχτα, άρχισαν να κυκλοφορούν και τα πρώτα νέα: "Η Βαγγελιώ Σκευοφύλακα σακατεύτηκε από το ξύλο, έχασε τα λογικά της. Η Σόνια Κώνστα κι η Στέλλα Παπαλωκά πάθανε εγκεφαλική διάσειση. Η Ελένη Λαμπράκη χτυπήθηκε άσχημα στο κεφάλι. Η Νίκη Σαφλέκη χτυπημένη άγρια φτύνει συνέχεια αίμα"... Στη δική μας σκηνή βλέπουμε κατάχαμα την Κασσιανή Καρζή, πρησμένη σαν μπαλόνι, να μη μπορεί να σηκωθεί, το ίδιο κι η Παρθένα Χαρμανίδου... Τη Μακρόνησο κι ας την έζησες δεν μπορείς να την περιγράψεις. Δεν την πιάνει ο νους του ανθρώπου. Αδυνατείς ν' αποδώσεις την ατμόσφαιρά της. Την οργανωμένη και καλά μελετημένη μάχη που έδωσαν ενάντια στην ανθρώπινη συνείδηση. Ενάντια στην αντοχή του ανθρώπου...».

Κι όμως, οι φωτογραφίες μιλάνε ακόμα...


Αλίκη ΞΕΝΟΥ - ΒΕΝΑΡΔΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ