Εκλογές το πρώτο δεκαπενθήμερο του Γενάρη ζητούν οι Χριστιανοδημοκράτες
2024 The Associated Press. All |
Στις εξελίξεις αποτυπώνονται η «επείγουσα κατάσταση» μπροστά στην ύφεση της καπιταλιστικής οικονομίας της Γερμανίας και στα σκληρά αντιλαϊκά μέτρα που ετοιμάζονται, οι ενδοαστικές αντιθέσεις για το «μείγμα» διαχείρισης, το πλήγμα στη γερμανική βιομηχανία από την απώλεια της φθηνότερης ρωσικής Ενέργειας, ενώ η κατάσταση περιπλέκεται και από την εκλογή του Ντ. Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ.
Πρόωρες εκλογές ζητούν εδώ και μέρες οι Χριστιανοδημοκράτες / Χριστιανοκοινωνιστές (CDU/CSU), οι οποίοι εμφανίζονται πρώτοι στις δημοσκοπήσεις.
Μετά τις τελευταίες εξελίξεις, ο επικεφαλής της CDU, Φρ. Μερτς, κάλεσε τον καγκελάριο, Ολ. Σολτς (SPD), να επισπεύσει τη διαδικασία για ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή μέσα στην επόμενη βδομάδα, αντί για τις 15 Γενάρη που σχεδιάζει ο Σολτς. Αυτό θα σήμαινε πρόωρες εκλογές ήδη στις αρχές του 2025, πρόταση που φέρεται να είχε διατυπώσει και ο Λίντνερ στον καγκελάριο.
«Αυτό πρέπει να γίνει γρήγορα», απαίτησε χτες ο Μερτς, προσθέτοντας ότι «είναι δυνατές οι εκλογές το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Γενάρη» και ότι προτίθεται να ζητήσει από τον Σολτς και τον Πρόεδρο, Φρ. - Β. Σταϊνμάγερ, να ανοίξουν τον δρόμο γι' αυτό.
«Υπάρχει επίσης μια ολόκληρη σειρά διεθνών δεσμεύσεων, διασκέψεων και αποφάσεων στην ΕΕ που απαιτούν τώρα μια γερμανική ομοσπονδιακή κυβέρνηση ικανή να ενεργήσει», είπε. «Δεν έχουμε την πολυτέλεια να έχουμε μια κυβέρνηση χωρίς πλειοψηφία στη Γερμανία για αρκετούς μήνες», κατέληξε.
Χτες, η συνάντηση Σολτς - Μερτς ολοκληρώθηκε χωρίς αποτέλεσμα σχετικά με το χρονοδιάγραμμα προς τις εκλογές, ενώ δεν διευκρινίστηκε αν η CDU/CSU θα στηρίξει «κρίσιμα» νομοσχέδια της κυβέρνησης, με «μεταρρυθμίσεις» στο συνταξιοδοτικό σε βάρος των ασφαλισμένων και στήριξη της βιομηχανίας.
Σύμφωνα με τον γερμανικό Τύπο, ο Μερτς φέρεται να δήλωσε πρόθυμος να συζητήσει τα νομοσχέδια υπό τον όρο ο Σολτς να ζητήσει «τις επόμενες ημέρες» την ψήφο εμπιστοσύνης των βουλευτών και οι εκλογές να πραγματοποιηθούν στις αρχές του 2025.
Νέος υπουργός Οικονομικών διορίστηκε ο σύμβουλος του Σολτς για θέματα δημοσιονομικής πολιτικής, Γιοργκ Κούκις.
Μαζί με τα μέτρα «ανάκαμψης της οικονομίας», στο επίκεντρο των κυβερνητικών διαπραγματεύσεων και διαφωνιών βρισκόταν η έγκριση του κρατικού προϋπολογισμού του 2025 - στον οποίο πρέπει να καλυφθεί κενό τουλάχιστον 2,4 δισ. ευρώ. Πλέον, η κυβέρνηση μειοψηφίας SPD - Πρασίνων είναι αμφίβολο αν θα καταφέρει να περάσει τον προϋπολογισμό, για τον οποίο χρειάζεται τη στήριξη της CDU/CSU.
Ο αρχηγός της CDU και πιθανός επόμενος καγκελάριος είχε υποδεχτεί νωρίτερα με ικανοποίηση τις προτάσεις Λίντνερ για «ανάκαμψη», μεταξύ άλλων για περικοπές προκειμένου να μειωθεί το τρέχον έλλειμμα των 8 δισ. ευρώ, μείωση των επενδύσεων «για το κλίμα», περικοπές στα προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας, «ευελιξία» στις ηλικίες συνταξιοδότησης, χαμηλότερες συντάξεις και μείωση σε κάθε είδους επιδόματα.
Παράλληλα η νίκη του Τραμπ αναμένεται να ασκήσει «ισχυρές πιέσεις στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης» και βασικό ανταγωνιστή των ΗΠΑ. Ανάλυση του Γερμανικού Οικονομικού Ινστιτούτου (IW) εκτιμά ότι ένας νέος «εμπορικός πόλεμος» θα μπορούσε να κοστίσει στη Γερμανία 180 δισ. ευρώ κατά τη διάρκεια της προεδρίας Τραμπ.
Μεγαλοστελέχη αμερικανικών ομίλων συναντήθηκαν με τον Κινέζο πρωθυπουργό
Η Κίνα θα προτάξει την αναβάθμιση των «ζωνών ελεύθερων συναλλαγών» (περιοχών με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους δράσης για τα μονοπώλια) αλλά και θα διερευνήσει το πλαίσιο διαμόρφωσης νέων επενδυτικών συμφωνιών με άλλες χώρες, δήλωσε ο Κινέζος πρωθυπουργός Λι Τσιάνγκ, τονίζοντας ότι «το άνοιγμα» αποτελεί «αναγκαιότητα για την καταπολέμηση της αυξανόμενης μονομερούς δράσης παγκοσμίως».
Στο περιθώριο της τελετής έναρξης της ετήσιας έκθεσης «China International Import Expo» ο Λι συναντήθηκε με διευθυντικά στελέχη μονοπωλίων (όπως οι αμερικανικοί «Synopsys», «General Electric Company», MSD), τονίζοντας πως το Πεκίνο θα ιεραρχήσει την πρόσβαση ξένων επενδύσεων σε τομείς όπως οι Τηλεπικοινωνίες και η Υγεία.
Στο πλαίσιο επαφών για διεύρυνση νέων επενδυτικών συνεργασιών, στην Κίνα βρίσκεται και ο Τούρκος υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Μ. Σιμσέκ, καθώς οι δύο χώρες αποδίδουν αυξημένη σημασία στην «εναρμόνιση» σχεδιασμών για τα μονοπώλιά τους, π.χ. της κινεζικής «Πρωτοβουλίας Belt and Road» (BRI) και του τουρκικού «Μέσου Διαδρόμου».
Μιλώντας στην τουρκική εφημερίδα «Ekonomim», ο Κινέζος πρέσβης στην Αγκυρα, Λιου Σαομπίν, αναφέρθηκε σε νέα μέτρα που θα επιταχύνει το Πεκίνο «με σημασία στην επίλυση σημαντικών προβλημάτων που περιορίζουν τη μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της οικονομίας» και πρωτοβουλίες ειδικά για την «ανανέωση εξοπλισμού μεγάλης κλίμακας», την «επίλυση διαρθρωτικών προβλημάτων» με «συνολική δέσμη κινήτρων που θα ωφελήσει την παγκόσμια οικονομία».
Ο Λιου τόνισε ότι «θα καταβάλουμε μεγαλύτερες προσπάθειες για να προσελκύσουμε και να προστατεύσουμε επενδύσεις, να διορθώσουμε και να επεκτείνουμε τον κατάλογο των τομέων που ενθαρρύνουν τις ξένες επενδύσεις(...) Η πόρτα της Κίνας προς τον έξω κόσμο θα ανοίξει ακόμα περισσότερο».
Και πρόσθεσε ότι καθώς «διανύει μια κρίσιμη περίοδο αναδιάρθρωσης και μετασχηματισμού, η οικονομία της Κίνας θα αντιμετωπίσει φυσικά ορισμένες δυσκολίες και προκλήσεις στην αναπτυξιακή διαδικασία» αλλά «οι ευνοϊκές συνθήκες της κινεζικής οικονομίας, όπως οι γερές βάσεις, η μεγάλη αγορά, η ισχυρή οικονομική ανθεκτικότητα και οι μεγάλες δυνατότητες, δεν έχουν αλλάξει».
Πάντως ο Κινέζος διπλωμάτης εξέφρασε δυσαρέσκεια για δασμούς που η Τουρκία επέβαλε σε εισαγόμενα από την Κίνα αυτοκίνητα, μέτρα που «όχι μόνο έβλαψαν τους Τούρκους καταναλωτές, αλλά επηρέασαν και την εμπιστοσύνη των κινεζικών επιχειρήσεων να επενδύσουν στην Τουρκία και είχαν αρνητικό αντίκτυπο στη διμερή συνεργασία». Κατέληξε δε πως «ελπίζουμε ότι η τουρκική πλευρά, με την κατανόηση της εταιρικής σχέσης, θα καταργήσει τα μέτρα που εισάγουν διακρίσεις το συντομότερο δυνατόν και θα δημιουργήσει ένα ισότιμο και δίκαιο επιχειρηματικό περιβάλλον για τις κινεζικές επιχειρήσεις ώστε να δραστηριοποιούνται στην Τουρκία».
Σε αυτό το πλαίσιο, ξεχώρισε πλεονεκτήματα που η συνεργασία με την Τουρκία διασφαλίζει στο Πεκίνο: «Η Τουρκία, μια σημαντική βάση εφοδιαστικής αλυσίδας, με μοναδική και πλεονεκτική γεωγραφική θέση, έχει εύκολη πρόσβαση σε μια ευρεία αγορά και μια σταθερή βιομηχανική βάση (...) Διεθνείς οίκοι αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, όπως οι "Fitch", S&P και "Moody's", αύξησαν την πιστοληπτική ικανότητα της Τουρκίας και έχουν θετική προοπτική για το μέλλον της τουρκικής οικονομίας (...) Μέχρι στιγμής υπάρχουν πάνω από 1.000 κινεζικές επιχειρήσεις στην Τουρκία, και το σύνολο των άμεσων επενδύσεων της Κίνας στην Τουρκία έχει ξεπεράσει τα 3,1 δισ. δολάρια».
ΒΕΡΟΛΙΝΟ.-- Τη σύλληψη ενός πολίτη των ΗΠΑ, ο οποίος είναι ύποπτος για την παροχή πληροφοριών σχετικά με τον αμερικανικό στρατό στην Κίνα, ενώ εργαζόταν για τις αμερικανικές δυνάμεις στη Γερμανία, ανακοίνωσε η Ομοσπονδιακή Εισαγγελία. Κατηγορείται ότι «επικοινώνησε με Κινέζους αξιωματούχους το 2024 και προσφέρθηκε να τους παραδώσει ευαίσθητες πληροφορίες για τον αμερικανικό στρατό».
ΜΟΓΚΑΝΤΙΣΟΥ.-- Η κυβέρνηση της Σομαλίας ανακοίνωσε ότι θα διαγραφούν από τις ΗΠΑ χρέη ύψους άνω των 1,1 δισ. δολαρίων. Το ποσό αντιστοιχεί στο 25% του εξωτερικού χρέους της Σομαλίας. Η εξέλιξη είναι αποτέλεσμα συμφωνίας που υπογράφηκε την Τρίτη μεταξύ αξιωματούχων των δύο χωρών.
ΔΟΥΒΛΙΝΟ.-- Τη διεξαγωγή βουλευτικών εκλογών στις 29/11 ανακοίνωσε ο Ιρλανδός πρωθυπουργός, Σ. Χάρις, προσθέτοντας πως σήμερα θα ζητήσει τη διάλυση της Κάτω Βουλής. Ο Χάρις, που ηγείται του «κεντροδεξιού» κόμματος Fine Gael, συγκυβερνούσε με το επίσης «κεντροδεξιό» Fianna Fail.
ΡΩΜΗ.-- Τρίμηνη υποχρεωτική παύση από τη διδασκαλία και μείωση μισθού κατά 50% επέβαλε η Περιφερειακή Διεύθυνση Δημόσιας Εκπαίδευσης της Ρώμης στον καθηγητή και συγγραφέα Κρίστιαν Ράιμο, επειδή συμμετέχοντας σε δημόσια συζήτηση, που οργανώθηκε σε πολιτικό φεστιβάλ τον περασμένο Σεπτέμβρη, είχε ασκήσει έντονη κριτική στο έργο του Ιταλού υπουργού Παιδείας, Τζ. Βαλντιτάρα, και είχε καλέσει να πολλαπλασιαστούν οι κινητοποιήσεις κατά της κυβερνητικής πολιτικής στην Παιδεία.
Τουλάχιστον 93 άνθρωποι εξακολουθούν να αγνοούνται στη Βαλένθια, οκτώ ολόκληρες μέρες μετά τις πλημμύρες που σάρωσαν τη νοτιοανατολική Ισπανία, σύμφωνα με νεότερο επίσημο απολογισμό, που δημοσιοποιήθηκε την Τετάρτη από τη Δικαιοσύνη.
Με απολογισμούς που δημοσιοποιήθηκαν από τις τοπικές και εθνικές αρχές οι νεκροί φτάνουν τουλάχιστον τους 219 και ο αριθμός αυτός «μπορεί να αυξηθεί ή να μειωθεί, ανάλογα με τις νέες αναγνωρίσεις ανθρώπων που απεβίωσαν, τις νέες αναφορές για εξαφανίσεις, ή τους εντοπισμούς ανθρώπων που βρίσκονται στη ζωή».
Επί του πεδίου, οι επιχειρήσεις έρευνας συνεχίζονται κυρίως σε υπόγειους χώρους στάθμευσης και ρέματα σε προάστια της Βαλένθιας, στην περιοχή που υπέστη το πιο σκληρό χτύπημα από τις πλημμύρες και τις κατολισθήσεις.
Η ιαπωνική αυτοκινητοβιομηχανία «Nissan» ανακοίνωσε χτες, χωρίς να διευκρινίσει το χρονοδιάγραμμα, ότι «θα μειώσει την παγκόσμια παραγωγική ικανότητα κατά 20% και θα μειώσει το παγκόσμιο εργατικό δυναμικό της κατά 9.000», εφαρμόζοντας «διάφορα μέτρα για τη μείωση των εξόδων πώλησης, των γενικών και διοικητικών εξόδων, τη μείωση του κόστους των πωληθέντων αγαθών, τον εξορθολογισμό του χαρτοφυλακίου περιουσιακών της στοιχείων».
Τονίζει ακόμα πως «αντιμετωπίζοντας μια σοβαρή κατάσταση, η "Nissan" λαμβάνει επείγοντα μέτρα για να ανατρέψει τις επιδόσεις της και να δημιουργήσει μια πιο ευέλικτη, πιο ανθεκτική επιχείρηση, ικανή να προσαρμόζεται γρήγορα στις αλλαγές της αγοράς».
Η εταιρεία ανακοίνωσε ότι το γ' τρίμηνο του 2024 κατέγραψε ζημιές 56 εκατ. ευρώ και ότι στο ίδιο διάστημα ο τζίρος της μειώθηκε στα 2,986 τρισ. γεν (18 δισεκ. ευρώ), υποχωρώντας κατά 5% σε σχέση με πέρυσι.
Ο όμιλος επισημαίνει ότι «οι παγκόσμιοι όγκοι πωλήσεων μειώθηκαν από έτος σε έτος σε 1,6 εκατομμύρια μονάδες» και ότι «η κερδοφορία επηρεάστηκε από τα υψηλότερα έξοδα πώλησης και τις προσπάθειες βελτιστοποίησης των αποθεμάτων, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, μαζί με την αύξηση του κόστους του monozukuri» (σ.σ. της κατασκευής στην Ιαπωνία).
Ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της «Nissan» Μ. Ουτσίντα δήλωσε ότι «αυτά τα μέτρα ανάκαμψης δεν υποδηλώνουν ότι η εταιρεία συρρικνώνεται», τονίζοντας ότι «η "Nissan" θα αναδιαρθρώσει τις δραστηριότητές της για να γίνει πιο λεπτή και πιο ανθεκτική (...) ώστε να ανταποκρίνεται γρήγορα και με ευελιξία στις αλλαγές στο επιχειρηματικό περιβάλλον. Στόχος μας είναι να ενισχύσουμε την ανταγωνιστικότητα των προϊόντων μας...».