ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 13 Νοέμβρη 2002
Σελ. /40
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
«Πουλάνε» ... προεδρία στους αγρότες

Τον τρόπο με τον οποίο θα διεκπεραιώσει τις καταστροφικές και προαποφασισμένες αντιαγροτικές πολιτικές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, ως προεδρεύων του Συμβουλίου Υπουργών Γεωργίας της ΕΕ από την 1η Γενάρη του 2003, παρουσίασε χθες ο Γ. Δρυς, στην αρμόδια Κοινοβουλευτική Επιτροπή.

Ο Γ. Δρυς γνωστοποίησε το αυτονόητο, ότι, δηλαδή, η ενδιάμεση αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής θα απασχολήσει έντονα την ελληνική προεδρεία και ανακοίνωσε ότι στις 29 Νοέμβρη θα συναντηθεί σχετικά με τον επίτροπο Γεωργίας της ΕΕ, Φρ. Φίσλερ. Επίσης, ανέφερε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο Α` εξάμηνο του 2003 θα καταθέσει την - αντιαγροτική - πρότασή της για τα γεωργικά προϊόντα στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και πρόσθεσε, γενικώς, πως μέχρι το 2004 θα γίνουν αλλαγές στους κανονισμούς για το λάδι και τον καπνό.

Ακόμα, ο Γ. Δρυς έκανε μία παρουσίαση των ήδη γνωστών αποφάσεων που πάρθηκαν στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής για τη διεύρυνση της ΕΕ, χωρίς, ωστόσο, να παρουσιάσει το πραγματικό μέγεθος των αρνητικών επιπτώσεων, που θα επέλθουν στον αγροτικό τομέα και ιδιαίτερα για τους μικρομεσαίους αγρότες.


ΚΡΑΤΙΚΟΣ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 2003
Νέοι περιορισμοί στις κοινωνικές δαπάνες
  • Νέους μηχανισμούς δημιουργεί το υπουργείο Οικονομικών, με στόχο τον ασφυκτικό έλεγχο των κοινωνικών δαπανών, σε Υγεία, Παιδεία, Κοινωνική Ασφάλιση. Στόχος, να «σπρώξουν τον κόσμο στις ιδιωτικές εταιρίες
  • Τα ...σπασμένα τα πληρώνουν και φέτος τα λαϊκά στρώματα, δείχνουν τα στοιχεία από την εκτέλεση του φετινού προϋπολογισμού

Στη σκληρή νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση του περιορισμού των κοινωνικών δαπανών σε Παιδεία - Υγεία - Πρόνοια - μισθούς - συντάξεις, κινείται και ο νέος προϋπολογισμός του 2003. Αυτό ομολόγησε για μια ακόμη φορά ο υπουργός Οικονομίας Ν. Χριστοδουλάκης, σε χθεσινές του δηλώσεις, μετά την ολοκλήρωση της σύσκεψης που είχε με τον πρωθυπουργό, Κ. Σημίτη, στο Μέγαρο Μαξίμου. Αντικείμενο της σύσκεψης, σύμφωνα με τις δηλώσεις Χριστοδουλάκη, «τα τελικά σημεία του προϋπολογισμού του 2003, ο οποίος θα κατατεθεί την Τρίτη 19 Νοεμβρίου στο Υπουργικό Συμβούλιο προς έγκριση και εν συνεχεία, το απόγευμα της ίδιας μέρας, στη Βουλή».

Στην υλοποίηση της πολιτικής του «λιγότερου κράτους» - πολιτική, η οποία, εκτός των άλλων, έχει ανοίξει διάπλατα το δρόμο στην ιδιωτική Παιδεία και Υγεία - το υπουργείο Οικονομικών από το 2003 ενισχύεται με νέους μηχανισμούς, οι οποίοι έχουν υιοθετηθεί από πολλά χρόνια πριν, από τις κυβερνήσεις της Θάτσερ και του Μπλερ. Στα πλαίσια αυτά, ο Ν. Χριστοδουλάκης ανακοίνωσε την κατάθεση νομοσχεδίου, με στόχο την, όπως είπε, αξιολόγηση των δαπανών. Στο στόχαστρο τίθενται οι δαπάνες των νοσοκομείων, των ΟΤΑ, των Νομαρχιών, Περιφερειών και Υπουργείων, με προοπτική επέκτασης των ελέγχων σε όλους τους επιχορηγούμενους φορείς. Στα πρότυπα ελέγχου των δαπανών του Κοινοτικού Πλαισίου, δημιουργούνται υπηρεσίες εσωτερικού ( προληπτικού) ελέγχου των δαπανών, αλλά και κατασταλτικού ελέγχου (από τα κέντρα δημοσιονομικού ελέγχου). Στόχος των υπηρεσιών, ο φυσικός έλεγχος, αλλά και η αξιολόγηση των υλοποιούμενων προγραμμάτων, γεγονός που σημαίνει ότι αν η αξιολόγηση είναι αρνητική τότε θα εισηγούνται περικοπές δαπανών, περιστολή, ή ακόμα και κατάργηση προγραμμάτων.

Ολο το πλαίσιο θα κινείται κάτω από τις σιδερένιες λαβίδες των «ισοσκελισμένων προϋπολογισμών», γεγονός που σημαίνει ότι οι τρέχουσες δαπάνες και οι τόκοι εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους θα πρέπει να ισοσκελίζονται με τα τρέχοντα έσοδα του τακτικού προϋπολογισμού, αρχής γενομένης από τον προϋπολογισμό του 2003. Αυτό και μόνο καταδεικνύει τη μεγάλη συμπίεση των κοινωνικών δαπανών από την εποχή της εφαρμογής των προγραμμάτων «σύγκλισης» στις αρχές της δεκαετίας του '90. Σύμφωνα με τον εισηγητή της νέας λιτότητας υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών, οι δανειακές ανάγκες της κυβέρνησης θα αφορούν μόνον επενδυτικά προγράμματα και στρατιωτικούς εξοπλισμούς. Πρόκειται για πολιτικές, οι οποίες στοχεύουν στην περαιτέρω υπονόμευση του δημόσιου συστήματος - ό,τι τέλος πάντων έχει απομείνει από αυτό - Υγείας, Παιδείας και Κοινωνικής Ασφάλισης. Κορωνίδα των πολιτικών αυτών, βέβαια, είναι οι ιδιωτικές εταιρίες, οι οποίες, στημένες στη γωνία, περιμένουν τους απογοητευμένους, από τα δημόσια σχολεία, νοσοκομεία και κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα, νέους πελάτες.

Η φετινή αφαίμαξη

Μεγάλες διαστάσεις πήρε φέτος η φορολογική αφαίμαξη των μισθωτών, ΕΒΕ και των συνταξιούχων, κυρίως μέσω της έμμεσης φορολογίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία για το δεκάμηνο Γενάρη - Οκτώβρη 2002, που έδωσε στη δημοσιότητα το υπουργείο Οικονομίας, ο ΦΠΑ εμφανίζεται αυξημένος σε ποσοστό 11,2%, κινείται, δηλαδή, πολύ πάνω από το ρυθμό αύξησης της καταναλωτικής δαπάνης των νοικοκυριών. Στο ίδιο διάστημα, ο φόρος εισοδήματος αυξήθηκε σε ποσοστό 4,9%, έναντι μείωσης 20% που εμφανίζουν οι ειδικές κατηγορίες εσόδων. Να σημειωθεί ότι το υπουργείο Οικονομικών άλλαξε προς τα κάτω τη βάση σύγκρισης (έσοδα του 2001), με αποτέλεσμα να εμφανίζει φέτος υψηλότερους ρυθμούς αύξησης των εσόδων, ενώ, παράλληλα, επιμένει να αναγράφει τα έσοδα από την κυκλοφορία των κερμάτων του ευρώ, που, όμως, έχουν κοπεί με απόφαση της ΕΕ.

Τα στοιχεία του υπουργείου για την εξέλιξη των εσόδων στο δεκάμηνο Γενάρη - Οκτώβρη 2002 εμφανίζουν την εξής εικόνα:

  • Το σύνολο των εσόδων του τακτικού προϋπολογισμού έφτασε σε 32,1 δισ. ευρώ με αύξηση 8,2%.
  • Ο ΦΠΑ που πληρώνεται από τη λαϊκή κατανάλωση διαμορφώθηκε σε 9,9 δισ. ευρώ (αύξηση 11,7%).
  • Ο φόρος εισοδήματος, που κατά κύριο λόγο προέρχεται και πάλι από τους εργαζόμενους και συνταξιούχους, έφτασε σε 9,9 δισ. ευρώ με αύξηση 4,9%.
  • Αντίθετα, ο φόρος πάνω στις χρηματιστηριακές συναλλαγές γνωρίζει κάθετη πτώση 46,1% και διαμορφώθηκε μόλις σε 74 εκατ. ευρώ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ
Καθεστώς ομηρίας από τις τράπεζες

Η διαχείριση του προγράμματος από τις τράπεζες ανοίγει το δρόμο των εκβιασμών στους μικρομεσαίους, καταγγέλλει η ΓΣΕΒΕΕ

Με καθυστέρηση δύο και πλέον μηνών, η κυβέρνηση προωθεί -εκτός απροόπτου και σύμφωνα με τις δηλώσεις του υφυπουργού Οικονομίας Χρ. Πάχτα- το λεγόμενο πρόγραμμα ενίσχυσης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Οπως δήλωσε χτες ο υφυπουργός, σήμερα αναμένεται να υπογράψει την κοινή Υπουργική Απόφαση ο υπουργός Ανάπτυξης Α.Τσοχατζόπουλος και αμέσως μετά θα προκηρυχτεί το έργο. Για την όλη διαδικασία που ακολουθεί η κυβέρνηση, η ΓΣΕΒΕΕ έχει εκφράσει ισχυρές επιφυλάξεις. Η Συνομοσπονδία διαμαρτύρεται για το γεγονός ότι στις περιφέρειες της Αττικής και της Θεσσαλονίκης, δικαίωμα συμμετοχής στο πρόγραμμα έχουν οι μεταποιητικές επιχειρήσεις που απασχολούν περισσότερα από 6 άτομα, κάτι που σημαίνει πως αυτόματα αποκλείεται η μεγάλη πλειοψηφία των μικρών επιχειρήσεων στις δύο αυτές περιφέρειες. Παράλληλα, η χρηματοδότηση επενδυτικών προγραμμάτων, που σύμφωνα με το πρόγραμμα αφορά επενδύσεις ακόμα και μέχρι 1,5 δισ. δραχμές, είναι φανερό πως ανοίγει το δρόμο να ενταχτούν στο πρόγραμμα όχι μόνο μεγάλες, αλλά και πολύ μεγάλες επιχειρήσεις.

Σοβαρές είναι οι επιφυλάξεις της ΓΣΕΒΕΕ και για την ανάθεση της διαχείρισης του προγράμματος από τις τράπεζες, οι οποίες αναλαμβάνουν ρόλο υποδοχής, αλλά και αξιολόγησης των προτάσεων για την ένταξη ή μη στο πρόγραμμα. Η Συνομοσπονδία υποστηρίζει ότι με τον τρόπο αυτό ανοίγει ο δρόμος του εκβιασμού και ομηρίας των μικρομεσαίων επιχειρηματιών από τις τράπεζες. Θα καλούν, δηλαδή, τους επιχειρηματίες να γίνουν πελάτες τους (να τους πωλούν τα προϊόντα τους), με αντάλλαγμα τη θετική αποδοχή και έγκριση του προγράμματος. Από την πλευρά της, η κυβέρνηση ετοιμάζεται να εκμεταλλευτεί πολιτικά το πρόγραμμα -το οποίο σε καμιά περίπτωση δε δίνει λύση στα σοβαρά προβλήματα των μικρομεσαίων - με τη διοργάνωση μεγάλης προπαγανδιστικής εκστρατείας. Ετσι πρόκειται να κυκλοφορήσει 80.000 ενημερωτικά φυλλάδια, 10.000 αφίσες, 50.000 ενημερωτικούς οδηγούς, ενώ θα τυπώσουν και 30.000 αιτήσεις. Η προθεσμία υποβολής των αιτήσεων για την ένταξη στο πρόγραμμα ξεκινά στις 25 Νοέμβρη 2002 μέχρι και τις 17 Γενάρη 2003, ενώ σε 25 ήμερες από την υποβολή της αίτησης θα πρέπει να έχει γίνει η αξιολόγηση των τραπεζών. Η συνολική επιχορήγηση του προγράμματος είναι 170 εκατ. εύρω, ενώ το σύνολο των επενδυτικών προγραμμάτων (μαζί με τα ίδια κεφάλαια των επιχειρήσεων) προβλέπεται να φτάσει τα 420 εκατ. εύρω. Στο υπουργείο Οικονομίας εκτιμούν ότι θα υποβληθούν 15.000 αιτήσεις, από τις οποίες θα εγκριθούν οι 7.500.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ