ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 9 Απρίλη 2000
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΓΑΛΛΙΑ
Η «πικρή» άνοιξη του Γάλλου πρωθυπουργού

Oλο και περισσότερα τμήματα των εργαζομένων και της νεολαίας κινητοποιούνται τον τελευταίο καιρό

Associated Press

Oλο και περισσότερα τμήματα των εργαζομένων και της νεολαίας κινητοποιούνται τον τελευταίο καιρό
Ολοένα και συχνότερα, τον τελευταίο καιρό, το μέγαρο της οδού Ματινιόν αποτελεί την κατάληξη συγκεντρώσεων διαμαρτυρίας και γίνεται αποδέκτης της δυσαρέσκειας των, σταθερά, αυξανόμενων διαδηλωτών. Οι φιλοξενούμενοί του, από την πλευρά τους, κάνουν κάθε δυνατή προσπάθεια μέσω ποικίλων ελιγμών και τακτικών επιλογών, να μειώσουν τη «συχνότητα» αυτών των «δυσάρεστων» επισκέψεων. Εντούτοις, οι προσπάθειες αυτές μοιάζουν να πέφτουν στο κενό, καθώς οι μεγαλόστομες υποσχέσεις δεν ηχούν, πλέον, το ίδιο ηχηρές και πειστικές στα αυτιά των Γάλλων εργαζομένων. Η πραγματικότητα βαραίνει τα σύννεφα, που πυκνώνουν πάνω από το πρωθυπουργικό μέγαρο και την κυβέρνηση συνασπισμού του Λιονέλ Ζοσπέν.

Η «αποστολή» που ανέλαβε ο σοσιαλιστής πρωθυπουργός δεν ήταν διόλου εύκολη εξαρχής. Ο Λιονέλ Ζοσπέν και οι υπουργοί του έπρεπε να πείσουν τη γαλλική κοινή γνώμη για την «αναγκαιότητα εκσυγχρονισμού του δημόσιου τομέα, περικοπής των κοινωνικών παροχών, ιδιωτικοποίησης των δημοσίων υπηρεσιών και ελαχιστοποίησης του δημοσιονομικού ελλείμματος» προκειμένου οι δείκτες της γαλλικής οικονομίας να πληρώσουν τους όρους της ευρωπαϊκής νομισματικής ενοποίησης. Αυτό το σκέλος της αποστολής εκτελέστηκε με αρκετά μεγάλη επιτυχία. Η κυβέρνηση Ζοσπέν μπορεί να περηφανεύεται για τη σημαντική μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος αλλά και για τη σταθεροποίηση του πληθωρισμού. Σε συνδυασμό, μάλιστα, με την ανάδειξη της γαλλικής οικονομίας στην τέταρτη θέση της παγκόσμιας κατάταξης, ο Λιονέλ Ζοσπέν... πέτυχε τους στόχους του.


Associated Press

Εντούτοις, μάλλον νευρικότητα και κατήφεια επικρατεί στο μέγαρο Ματινιόν. Περίπου, δύο χρόνια πριν από τη μάχη των προεδρικών εκλογών, που ο σοσιαλιστής πρωθυπουργός έχει, ήδη, προαναγγείλει ότι θα αντιμετωπίσει τον νυν Πρόεδρο, γκολικό, Ζακ Σιράκ, η δημοτικότητα του, πάλαι ποτέ, αγαπημένου παιδιού του γαλλικού σοσιαλιστικού κόμματος βρίσκεται σε πτωτική πορεία, όπως άλλωστε και η δημοτικότητα της κυβέρνησής του. Τα «εμπόδια» που κλήθηκε να αντιμετωπίσει στο «μονόδρομο» της ΟΝΕ πολλά και ο υπερσκελισμός τους ιδιαίτερα δυσάρεστος για τον γαλλικό λαό και τους εργαζόμενους, που δε δείχνουν ιδιαίτερα ενθουσιασμένοι με τους «οικονομικούς δείκτες» και την «ισχυρή παρουσία της Γαλλίας» στην ευρωπαϊκή οικογένεια (ρυθμός ανάπτυξης 4,2% ανά έτος, μείωση του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος σε 3,5%).

Πολλές, μαζικές και νικηφόρες κινητοποιήσεις

Ο σκόπελος της ανεργίας και οι κινητοποιήσεις των οδηγών φορτηγών ήταν, ίσως, δύο από τις δυσκολότερες στιγμές της διακυβέρνησης του Γάλλου πρωθυπουργού. Το κίνημα των ανέργων στα τέλη του 1997 συγκλόνισε, όχι μόνο τη Γαλλία, αλλά και την Ευρώπη ολόκληρη. Ο Ζοσπέν, διά στόματος της υπουργού Εργασίας Μαρτίν Ομπρί, υποχρεώθηκε σε υποχώρηση από τις θέσεις του και ικανοποίησε το αίτημά τους για αύξηση του μηνιαίου επιδόματος αλλά και του εφάπαξ επιδόματος του τέλους κάθε έτους. Σήμερα, τρία περίπου χρόνια μετά την ανάδειξή του στην εξουσία, περηφανεύεται για τη μείωση, κατά, σχεδόν, δύο ποσοστιαίες μονάδες, του ποσοστού ανεργίας από το 12,3%, που κατέγραφε τον Ιούνιο του 1997, σε 10,3% τον περασμένο Φεβρουάριο.

Την περαιτέρω αντιμετώπιση του προβλήματος της ανεργίας χρησιμοποίησε και ως βασικό επιχείρημα η κυβέρνηση Ζοσπέν για τη σταδιακή εφαρμογή του 35ωρου, από τις αρχές της φετινής χρονιάς. Η μεθοδική και εκτενέστατη προσπάθεια σύνδεσης του 35ωρου με τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, όμως, δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Το «πείραμα» συνάντησε τις σοβαρότατες αντιδράσεις των εργατικών συνδικάτων, που υποδέχτηκαν την εφαρμογή του με μαζικές κινητοποιήσεις υποστηρίζοντας ότι δεν πρόκειται παρά για «απορύθμιση» του εργασιακού ωραρίου και για ελαστικοποίηση των όρων εργασίας σε βάρος των εργαζομένων, των μισθών τους αλλά και των θέσεών τους.


Associated Press

Από τη «σύγκρουση» αυτή δεν αναδείχτηκε νικητής. Ομως, τα, ανά επιχείρηση, συνδικάτα εκμεταλλεύτηκαν στο έπακρο το δικαίωμά τους για διαπραγμάτευση των όρων εφαρμογής του 35ωρου. Σήμερα, τρεις μήνες μετά, στις περισσότερες επιχειρήσεις, οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται ακόμη χωρίς ορατό το σημείο λήξης τους στον ορίζοντα ενώ η γαλλική κυβέρνηση προσπαθεί, με νύχια και με δόντια, να διατηρήσει την εύθραστη ισορροπία της ανάμεσα σε εργοδότες και εργαζόμενους.

Δυσαρέσκεια, σφοδρή κριτική και απειλές από την ΕΕ

Η Ευρωπαϊκή Ενωση είχε, ήδη, αρχίσει να δείχνει τη δυσαρέσκειά της στο Παρίσι, στα μέσα Γενάρη, με αφορμή την τελευταία κινητοποίηση των οδηγών φορτηγών, που είχαν στο επίκεντρό τους την εφαρμογή του 35ωρου στον κλάδο τους. Η ΕΕ απείλησε και έλαβε νομικά μέτρα κατά της κυβέρνησης Ζοσπέν προσάπτοντάς της αδυναμία στην άρση των οδοφραγμάτων των διαδηλωτών και στη διασφάλιση της «ελεύθερης διακίνησης εμπορευμάτων». Η δυσαρέσκεια μεταμορφώθηκε σε δριμεία κριτική, μόλις πριν από λίγες μέρες, κατά τη διάρκεια της συνόδου κορυφής των χωρών μελών της ΕΕ στη Λισαβόνα, όπου εμμέσως πλην σαφώς η Γαλλία χρεώθηκε τον τίτλο του «μαύρου προβάτου» της Ενωσης και ο Λιονέλ Ζοσπέν την ευθύνη της αδυναμίας προώθησης των επιλογών των Βρυξελλών.

Ο Γάλλος πρωθυπουργός, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η σχετική αρθρογραφία των διεθνών οικονομικών εντύπων, κρίθηκε «ένοχος» για αδυναμία να υπερνικήσει το «πείσμα» των συνδικάτων και κατά συνέπεια να προωθήσει την «αναδιάρθρωση των κρατικών μηχανισμών», τη «μεταρρύθμιση της αγοράς», την «αναγνώριση των αποδεδειγμένων ωφελειών του αμερικανικού οικονομικού φιλελεύθερου μοντέλου».

Και η αλήθεια είναι ότι ο Γάλλος πρωθυπουργός μετέβη στη Λισαβόνα με «βεβαρημένο και νωπό» το μητρώο της ευρωπαϊκής του πίστης. Συνοδευόταν από τις ιαχές των συνθημάτων των πανεκπαιδευτικών συλλαλητηρίων που συγκλόνιζαν, την ίδια ακριβώς στιγμή, τη Γαλλία. Για πρώτη φορά, την τελευταία δεκαετία, εκπαιδευτικοί, πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, γονείς και μαθητές ένωσαν τις φωνές τους σε ένα μοναδικό κοινό αίτημα: μεγαλύτερα κονδύλια για τη δημόσια εκπαίδευση έτσι ώστε να αναβαθμιστεί το σχολικό πρόγραμμα, ο υλικοτεχνικός εξοπλισμός των κτιρίων και να προσληφθούν νέοι καθηγητές. Η απέλπιδα προσπάθεια του Λιονέλ Ζοσπέν με την αύξηση κατά ενός δισεκατομμυρίου φράγκων του εκπαιδευτικού κονδυλίου, εκτός των προβλεπόμενων ορίων του προϋπολογισμού, δεν απέφερε αποτελέσματα. Της άφιξης του Γάλλου πρωθυπουργού στη Λισαβόνα προηγήθηκαν οι εικόνες της πανεθνικής εκπαιδευτικής διαδήλωσης στο Παρίσι, που καταγράφεται ως μία από τις μαζικότερες των τελευταίων χρόνων.

Εξίσου «επεισοδιακή» ήταν και η επιστροφή του στη γαλλική πρωτεύουσα. Τον υποδέχτηκαν στους δρόμους οι δημόσιοι υπάλληλοι διαμαρτυρόμενοι για το νομοσχέδιο «μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος» του δημοσίου τομέα, δηλαδή την εναρμόνισή του με τον ιδιωτικό τομέα μέσα από την αύξηση των εργασιακών χρόνων για την πλήρη συνταξιοδότηση σε 40 χρόνια έναντι 37,5 που είναι σήμερα. Τα ψελλίσματα του Ζοσπέν περί «αποκατάστασης της κοινωνικής δικαιοσύνης μέσω της ευθυγράμμισης δημοσίου και ιδιωτικού τομέα» δεν έπεισαν τους απεργούς, οι οποίοι πέτυχαν το, έστω και προσωρινό, «πάγωμα» του νομοσχεδίου αναγκάζοντας τον Γάλλο πρωθυπουργό να δηλώσει ότι «δεν προτίθεται να προχωρήσει σε καμία αλλαγή σε αντίθεση με τη θέληση των συνδικάτων».

Η απέλπιδα προσφυγή στο «μιτερανικό οπλοστάσιο»

Ως ύστατη λύση «ανανέωσης» του φθαρμένου, από την τρίχρονη παραμονή του στην εξουσία, κυβερνητικού σχήματος, ο Λιονέλ Ζοσπέν επέλεξε τον ανασχηματισμό. Απομάκρυνε τους υπουργούς που δέχτηκαν τα μεγαλύτερα πυρά, δηλαδή τους υπουργούς Παιδείας και Οικονομίας Κλοντ Αλέγκρ και Κριστιάν Σοτέρ αντίστοιχα, και προχώρησε στη «μεγάλη κίνηση», που απευχόταν μετά βδελυγμίας όλους τους προηγούμενους μήνες: επιστράτευσε τους κυριότερους εσωκομματικούς του εχθρούς, τους «σκληροπυρηνικούς μιτερανικούς» Λοράν Φαμπιούς και Ζακ Λανγκ. Για πολλούς πολιτικούς αναλυτές, η υπουργοποίηση των Φαμπιούς και Λανγκ, και ιδιαίτερα του πρώτου, αποτελεί την πιο απτή απόδειξη της «επιλογής απελπισίας» του Γάλλου πρωθυπουργού προκειμένου να «γλυκάνει» την κοινή γνώμη μέσω μηχανισμών νοσταλγίας και ψευδαίσθησης ευμάρειας που αποπνέει ακόμη και σήμερα η μιτερανική περίοδος.

Ο στόχος, όμως, δε φαίνεται να επιτεύχθηκε. Η αλλαγή προσώπων και η «λείανση» των κυβερνητικών εξαγγελιών δεν ήταν, φυσικά, δυνατόν να αποπροσανατολίσουν από την ουσία της κυβερνητικής πολιτικής, που ο Ζοσπέν, με πικρή τη γεύση από τη Λισαβόνα, έσπευσε να επαναδιατυπώσει: επιμονή στον εκσυγχρονισμό και στις μεταρρυθμίσεις που απορρέουν από το πλαίσιο που ορίζει η Ευρωπαϊκή Ενωση. Ο γαλλικός Τύπος έσπευσε να στοχεύσει με τα βέλη του τον Γάλλο πρωθυπουργό κατηγορώντας τον για «δειλία», «έλλειψη τόλμης», «ανάσυρση του μιτερανικού οπλοστασίου» και «υποταγή στα συνδικάτα». Οσο για τη λαϊκή δυσαρέσκεια, «καλά κρατεί» και οι επόμενες κινητοποιήσεις βρίσκονται «προ των πυλών». Η πραγματικότητα της γαλλικής κοινωνίας βαραίνει τα «πόδια» της «ανανεωμένης» κυβέρνησης Ζοσπέν, που καλείται, πάλι, να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα. Και το «έργο» της είναι πολύ δυσκολότερο από τον Ιούνιο του 1997 καθώς οι υποσχέσεις, πλέον, φθάρθηκαν, τα λόγια πολυχρησιμοποιήθηκαν και η αλήθεια της ευρωπαϊκής «μοναδικής» προοπτικής αρχίζει να αποκαλύπτεται μέρα με τη μέρα. Δυσοίωνη η άνοιξη, που μόλις έκανε την εμφάνισή της, για το μέγαρο της οδού Ματινιόν...


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ


ΗΠΑ
Αστυνομικής θηριωδίας συνέχεια...

H κηδεία εξελίχτηκε σε μαζική αντιρατσιστική διαδήλωση

Associated Press

H κηδεία εξελίχτηκε σε μαζική αντιρατσιστική διαδήλωση
ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ (Του ανταποκριτή μας Χρ. ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΥ).-

Ακόμη ένας Αφροαμερικανός άοπλος πολίτης έπεσε θύμα της αχαλίνωτης αστυνομικής θηριωδίας στη Νέα Υόρκη. Αυτή τη φορά ήταν ο 26χρονος, αϊτινής καταγωγής, Πάτρικ Ντόρισμοντ, φρουρός ασφαλείας στο επάγγελμα, που πυροβολήθηκε από αστυνομικό το μεσημέρι της 16/3, ενώ βρισκόταν μαζί με το συνάδελφό του, Κέβιν Κάιζερ, 22 ετών, έξω από ένα μπαρ στην κεντρική περιοχή Μανχάταν της Νέας Υόρκης, αναζητώντας ταξί.

Τη στιγμή εκείνη, τους πλησίασε μία περίπολος από τρεις αστυνομικούς με πολιτική περιβολή και ένας άρχισε να τους ρωτάει, αν γνώριζαν πού μπορεί να αγοράσει μαριχουάνα. Νιώθοντας προσβολή, ο Ντορισμόντ τους απάντησε να τους αφήσουν ήσυχους. Ακολούθησε εμπλοκή. Οπως είπαν αργότερα αυτόπτες μάρτυρες, ένας από τους μυστικούς αστυνομικούς, ονόματι Αντονι Βάσκουες, τον γρονθοκόπησε και ο Ντόρισμοντ, αμυνόμενος, ανταπέδωσε και αμέσως ακούστηκε ένας πυροβολισμός. Ο νέος έπεσε στο έδαφος νεκρός.

Υπήρξε ο τέταρτος μαύρος άοπλος πολίτης, που σκοτώθηκε από την Αστυνομία μέσα στους τελευταίους 13 μήνες στη Νέα Υόρκη. Ηταν πατέρας δύο μικρών κοριτσιών, 5 και 1 έτους. Ο πατέρας του, Αντρέ, ήταν από τους πιο αγαπημένους τραγουδιστές της Αϊτής. Αφησε απαρηγόρητη και τη σύζυγό του Ντουάνα με τα δύο ανήλικα και απροστάτευτα παιδιά τους. Η εξόντωσή του, συνέβη μόλις λίγες βδομάδες μετά την αναίσχυντη δικαστική αθώωση των τεσσάρων μυστικών αστυνομικών, φονιάδων το 1999 του Αμαντού Ντιάλο, μετανάστη από τη Γουινέα, ξεσήκωσε ένα νέο ασυγκράτητο κύμα κατακραυγής και διαμαρτυριών από τη μία άκρη της Νέας Υόρκης ως την άλλη.

Παρ' όλα αυτά, ο ρεπουμπλικανός δήμαρχος Ρούντολφ Τζιουλιάνι, που τώρα επιδιώκει να εκλεγεί ομοσπονδιακός γερουσιαστής, έχοντας αντίπαλο την υποψήφια του Δημοκρατικού Κόμματος, Χίλαρι Κλίντον, για να συγκαλύψει και να δικαιολογήσει το νέο αυτό φοβερό έγκλημα, την επομένη κιόλας μέρα βγήκε να διακηρύξει δημόσια ότι το θύμα της βάρβαρης εξόντωσης είχε «βαρύτατο ποινικό μητρώο». Το ίδιο έκαμε και ο διευθυντής της Αστυνομίας, Χάουαρντ Σαρίρ. Στην πραγματικότητα, όμως, ο Ντόρισμοντ, όπως βεβαίωσε άρθρο του, στους «Νιου Γιορκ Τάιμς» (ΝΥΤ-22/3), ο Τζιρόμ Μίλερ, συγγραφέας της μελέτης «Ερευνάτε και καταστρέφετε: Οι Αφροαμερικανοί Αρρενες στο Σύστημα της Εγκληματικής Δικαιοσύνης», είχε «μόνο δύο καταδίκες, που και οι δύο ήταν για απείθαρχη συμπεριφορά», άλλοι, μάλιστα, έγραψαν ή δήλωσαν, ότι κάποια από τα παραπτώματα αυτά έγιναν σε ηλικία 13 ετών. Τα στοιχεία αυτά είχαν σφραγιστεί ως απόρρητα και έτσι έπρεπε να μείνουν. Ο δήμαρχος, όμως παραβίασε αδίστακτα την αρχή αυτή.


Associated Press

Ταυτόχρονα και η μητέρα του θύματος, Μαρί Ντορισμόντ, ανέφερε ότι «ντρέπεται» να βγει από το σπίτι της γιατί το Δημαρχείο παρουσίασε το γιο της σαν βίαιο εγκληματία. Αυτά τα είπε η ίδια στον Ελεγκτή του Δήμου, Αλαν Χεβέσι, που την επισκέφτηκε. «Η οικογένεια είναι συντετριμμένη από την απώλεια του γιου και, πέρα απ' αυτό, τώρα υποφέρει από τη δυσφήμιση από το δήμαρχο», τόνισε ο Χεβέσι.

Την επομένη μέρα (17/3) μετά το φόνο, έγιναν μαχητικές διαδηλώσεις στο σημείο του Μανχάταν όπου σκοτώθηκε ο νέος, καθώς και έξω από το νεκροπομπείο του Μπρούκλιν, που είχε εκτεθεί η σορός του. Οι διαδηλωτές κρατούσαν αϊτινές σημαίες και φώναζαν συνθήματα κατά της αστυνομικής ασυδοσίας και βίας. Παρόμοια διαδήλωση έγινε και στις 18/3 στον ίδιο χώρο. Κατόπιν οι διαδηλωτές έκαμαν πορεία προς ένα Αστυνομικό Τμήμα στο κέντρο της πόλης. Οκτώ άτομα -6 άνδρες και 2 γυναίκες- συνελήφθησαν, με την κατηγορία, ότι προσπάθησαν να διακόψουν την κυκλοφορία των οχημάτων.

Στις 24/3, έγινε άλλη τέτοια διαδήλωση διαμαρτυρίας έξω από το νεκροπομπείο. Μίλησε σ' αυτήν ο μαύρος ιερέας και αγωνιστής Αλ Σάρπτον. Το βράδυ της ίδιας μέρας, περίπου 2.000 άτομα αποχαιρέτησαν εκεί το νεκρό, ανάμεσά τους και ο Αμπνέρ Λουίμα, και αυτός Αϊτινός, που στις 9/8/97 είχε βασανιστεί απάνθρωπα σε ένα αστυνομικό τμήμα του Μπρούκλιν και ο φίλος του θύματος, Κέβιν Κέιζερ. Στον αποχαιρετισμό του, ο Λουίμα, είπε: «Δε νομίζω, ότι ο θάνατος του Ντορισμόντ θα είναι απλά βαθύτατο πένθος, αλλά εκφράζει και την ασυγκράτητη οργή για το συνεχιζόμενο και εντεινόμενο εξοντωτικό αστυνομικό μένος και την αντιλαϊκή συμπεριφορά του ακαταλόγιστου δημάρχου Τζιουλιάνι». Σ' αυτήν παρέστησαν και οι γονείς του άλλου τραγικού θύματος, Αμαντού Ντιάλο. Την πορεία της εμπροσθοφυλακής των διαδηλωτών από το νεκροπομπείο ως την εκκλησία παρακολουθούσαν 1.000 πάνοπλοι αστυνομικοί, ορισμένοι από τους οποίους έφεραν κράνη και άλλοι έφιπποι. Επίσης, τόσο έξω από το νεκροπομπείο, όσο και σε όλη τη διαδρομή είχαν τοποθετηθεί σιδερένια οδοφράγματα, πίσω από τα οποία ήταν στοιβαγμένα χιλιάδες άτομα. Η συμπεριφορά της Αστυνομίας, σύμφωνα με ορισμένους θεατές και νομικούς, όπως έγραψαν οι «ΝΥΤ» (26/3), ευθύνεται για ό,τι ακολούθησε. Ενα από τα πρόσωπα αυτά, ο Ντάνιελ Λόκαρντ, 36 ετών, είπε: «Θέλαμε να παρακολουθήσουμε την πένθιμη πορεία, όταν βγήκε έξω το φέρετρο. Ενας αστυνομικός έβαλε στο χέρι του το γκλομπ και άρχισε να χτυπά μια γυναίκα μέσα στο πλήθος. Κατόπιν οι αστυνομικοί αυτοί, που έφεραν εξάρτηση συγκρούσεων, άρχισαν να τρέχουν χωρίς λόγο. Αυτοί σαμποτάρισαν μία ειρηνική κηδεία».

Στη διάρκεια της πορείας, ο κόσμος εκδήλωνε το πένθος του, αλλά και την απέχθειά του για την αστυνομία, ζητώντας Δικαιοσύνη και παραίτηση του Τζιουλιάνι.

«Πυρπολώντας την αστερόεσσα»

Οταν η νεκροφόρος έφτασε έξω από την εκκλησία, έβγαλαν το φέρετρο, πάνω στο οποίο είχαν τοποθετηθεί μία αϊτινή και μία αμερικανική σημαία. Κάποιος τράβηξε την αμερικανική, την κατέσχισε και της έβαλε φωτιά. Κατόπιν, ο ιερέας Ρόλιν Νταρμπουζέ, ευλόγησε το δολοφονημένο νέο, λέγοντας: «Αν ο Πάτρικ Ντορισμόντ ήταν να απευθυνθεί στους νέους ανθρώπους σήμερα, θα τους έλεγε επειδή είστε νέοι και επειδή είστε μαύροι, αποφεύγετε να είστε στις γωνίες του δρόμου πάρα πολύ, γιατί θα μπορούσατε να εκληφθείτε ως διακινητές ναρκωτικών και να σκοτωθείτε. Λυπηθείτε τη ζωή σας».

Στη συνέχεια, οι διαδηλωτές συνόδευσαν το φέρετρο ως το Κοιμητήριο Λόφος των Κυπαρισσιών στην περιοχή Κουίνς, όπου οι αστυνομικοί άρχισαν άγρια σπρωξίματα κατά του κόσμου. Ταυτόχρονα, σχημάτισαν φράγμα με τα σώματά τους και μέσω χωνιών καλούσαν τους διαδηλωτές να διαλυθούν. Το πλήθος, όμως φώναζε: «Ποτέ! Ποτέ!». Εδώ, κάμποσες αμερικανικές σημαίες πυρπολήθηκαν. Ας σημειωθεί, ότι στη διάρκεια της πορείας συνελήφθησαν συνολικά 27 διαδηλωτές. Επίσης, η Αστυνομία χρησιμοποίησε σε ορισμένα σημεία δακρυγόνα αέρια και υγρό πιπεριού.

Απαντώντας σε όλα αυτά, επιτόπου, η Αϊτινή αγωνίστρια Μαρί Τερέζ Ζαν, που στην πατρίδα της είχε παλέψει κατά του δικτάτορα Ζαν-Κλοντ Ντιβαλιέ, δήλωσε: «Οι Αϊτινοί ήρθαν εδώ για μία καλύτερη ζωή για τους ίδιους και τα παιδιά τους, όχι για να σκοτώνονται». Πρέπει να πούμε εδώ, ότι οι Αϊτινοί αποτελούσαν τη μεγάλη πλειοψηφία των διαδηλωτών.

Από την πλευρά του, ο Αμερικανός Νόρμαν Ζίγκερ, εκτελεστικός διευθυντής της Ενωσης Πολιτικών Ελευθεριών της Νέας Υόρκης, υπογράμμισε: «Ο κόσμος είναι αγανακτισμένος και πονάει. Πρέπει να γίνει ένα πολυφυλετικό κίνημα».

Γενικότερα, δημοσκόπηση που έκαμε η εφημερίδα «Ντέιλι Νιους» της Νέας Υόρκης μετά τη δολοφονία του Ντορισμόντ, έδειξε ότι τα 72% των ερωτηθέντων πιστεύουν ότι «η χρησιμοποίηση θανατηφόρας δύναμης από την Αστυνομία της Νέας Υόρκης είναι εκτός ελέγχου».

Παράλληλα, σε ανακοίνωσή της (25/3) ο Πολιτειακή Οργάνωση Νέας Υόρκης του ΚΚ ΗΠΑ κατήγγελλε το συνεχιζόμενο αστυνομικό δολοφονικό όργιο και τον αισχρό ρόλο του Τζιουλιάνι και υπέδειχνε, μεταξύ άλλων: «Η καλύτερη απάντηση για τα αστυνομικά εγκλήματα και τις παραβιάσεις των συνταγματικών δικαιωμάτων, είναι η ενότητα για την ήττα του Τζιουλιάνι και της Ρεπουμπλικανικής δεξιάς στις εκλογές του Νοέμβρη.

Καλούμε την εργατική τάξη και τους συμμάχους της καθώς, και όλους τους δημοκρατικά σκεπτόμενους Νεοϋορκέζους να απαιτήσουν:

  • Ομοσπονδιακή επίβλεψη της Αστυνομικής Διοίκησης Νέας Υόρκης.
  • Ομοσπονδιακές κατηγορίες για την παραβίαση των Πολιτικών Δικαιωμάτων κατά των αστυνομικών που δολοφόνησαν τον Αμαντού Ντιάλο.
  • Τη δημιουργία ανεξάρτητων γειτονικών συμβουλίων για τον κοινοτικό έλεγχο της Αστυνομίας.
  • Την κατάργηση της Μονάδας Εγκλημάτων του Δρόμου.
  • Ανάκληση του πολιτειακού νόμου, που δικαιολογεί τη θανάσιμη χρήση βίας».


Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ