ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 14 Σεπτέμβρη 2003
Σελ. /32
Η χαμένη ευκαιρία της Χιλής

Η «εθνική συμφιλίωση» σήμερα, σημαίνει και την απαγόρευση των διαδηλώσεων για το πραξικόπημα Πινοτσέτ...

Associated Press

Η «εθνική συμφιλίωση» σήμερα, σημαίνει και την απαγόρευση των διαδηλώσεων για το πραξικόπημα Πινοτσέτ...
Τριάντα χρόνια συμπληρώνονται από το φασιστικό πραξικόπημα της 11ης Σεπτέμβρη στη Χιλή, που σημάδεψε ανεξίτηλα και με τα πιο μελανά χρώματα τις σελίδες της ιστορίας της Λατινικής Αμερικής, αλλά και της οικουμένης.

Ενα πραξικόπημα, υπό τον στρατηγό Αουγκούστο Πινοτσέτ, το σχεδιασμό και την καθοδήγηση της Ουάσιγκτον με την εγχώρια καθεστηκυία τάξη, που ανέτρεψε την κυβέρνηση της «Λαϊκής Ενότητας», η οποία είχε συμπληρώσει στην εξουσία μόλις 1.000 μέρες. Τριάντα χρόνια, τα περισσότερα εκ των οποίων βάφτηκαν στο αίμα χιλιάδων αγωνιστών και κομμουνιστών, αλλά και στο φασιστικό σκοτάδι. Η περίοδος διακυβέρνησης από την κυβέρνηση Αλιέντε, αλλά και τα όσα ακολούθησαν αποτελούν πραγματικό μάθημα ιστορίας, τόσο για τις κινήσεις, τη δράση των προοδευτικών και επαναστατικών δυνάμεων, την κινητικότητα των μαζών που κορυφώθηκε, αλλά και την ένταση της πάλης από την ολιγαρχία και τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.

Η νίκη των δυνάμεων της «Λαϊκής Ενότητας» στις προεδρικές εκλογές της 4ης Σεπτέμβρη του 1970 και εν συνεχεία η ανάληψη των προεδρικών καθηκόντων από τον Σαλβαδόρ Αλιέντε (4/11) - στην οποία συμμετείχαν το ΚΚ Χιλής, το Σοσιαλιστικό Κόμμα Χιλής, το Ριζοσπαστικό Κόμμα, η Κίνηση Ενωμένης Λαϊκής Δράσης, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα και η Ανεξάρτητη Λαϊκή Δράση - και ο σχηματισμός κυβέρνησης ήταν ο καρπός και το επιστέγασμα της ριζοσπαστικοποίησης της χιλιανής κοινωνίας και των πολύχρονων λαϊκών αγώνων. Ανάλογο ιστορικό προηγούμενο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί η κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου, με τη συμμετοχή και πάλι του Ριζοσπαστικού Κόμματος, του Σοσιαλιστικού Κόμματος και, φυσικά, του Κομμουνιστικού Κόμματος κατά την περίοδο 1936-'41.

Συνθήκες επαναστατικής κατάστασης

Χιλιάδες εξαφανισμένοι, αναζητώνται 30 χρόνια μετά
Χιλιάδες εξαφανισμένοι, αναζητώνται 30 χρόνια μετά
Σχεδόν 35 χρόνια μετά, η άνοδος των δυνάμεων της «Λαϊκής Ενότητας» σήμαινε την έμπρακτη έκφραση των αλλαγών στο συσχετισμό των δυνάμεων εντός της Χιλής, σε ένα ευρύτερο πολιτικό περιβάλλον αλλαγών σε όλη τη Λατινική Αμερική, με κορυφαία στιγμή την Κουβανική Επανάσταση, το 1959.

Το σημαντικότερο, όμως, η νίκη των δυνάμεων της «Λαϊκής Ενότητας» και η εφαρμογή του προγράμματος των 40 σημείων, όπως οι εθνικοποιήσεις των πλέον νευραλγικών βιομηχανιών, απελευθέρωσε τις λαϊκές δυνάμεις και άρχισαν να διαμορφώνονται οι συνθήκες επαναστατικής κατάστασης. Μία διαδικασία, που έθεσε όλες τις τάξεις, και την αστική τάξη φυσικά, σε κατάσταση ιστορικής έντασης.

«Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε την εγκαθίδρυση του μαρξισμού στη Χιλή, γιατί ο λαός της είναι ανεύθυνος», είχε δηλώσει ο τότε υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Χένρι Κίσινγκερ. Ουσιαστικά, η δήλωση αυτή σήμανε την έναρξη και την ένταση της αντίδρασης εκ μέρους της μεγάλης ιμπεριαλιστικής δύναμης, και κατ' εξοχήν αφεντικού της αμερικανικής ηπείρου, των ΗΠΑ. Ηδη, από τις 15 Σεπτέμβρη του 1970, σε έκτακτη σύσκεψη υπό τον Πρόεδρο Ρίτσαρντ Νίξον, όπου συμμετείχε και η CIA, αποφασίστηκε ουσιαστικά το σχέδιο ανατροπής της κυβέρνησης Αλιέντε. Δηλαδή, πριν καν αυτή σχηματιστεί. Ουσιαστικά, ο μεγαλύτερος φόβος των ΗΠΑ δεν ήταν η ανάδυση στην πολιτική εξουσία της «Λαϊκής Ενότητας» και το πρόγραμμά της, που προσπαθούσε πραγματικά να μετασχηματίσει ριζικά τη χιλιανή κοινωνία, αλλά η απελευθέρωση της επαναστατικής δυναμικής εκ μέρους των μαζών και η διαμόρφωση συνθηκών επαναστατικής κατάστασης.

Η μηχανή ανατροπής τέθηκε σε λειτουργία, με οικονομικό μποϊκοτάζ στο εσωτερικό της χώρας, με αόρατο αποκλεισμό, εκ μέρους των ΗΠΑ και των υπόλοιπων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, στην παγκόσμια αγορά, του χαλκού - κύριου εξαγωγικού προϊόντος της Χιλής - που είχε και τη μερίδα του λέοντος στην αιμοδοσία της οικονομίας της. Ανάλογες κινήσεις υπήρξαν και σε στρατιωτικό επίπεδο, εκκαθάριση από όλα τα προοδευτικά και επαναστατικά στοιχεία κυρίως στα κατώτερα στρώματα των Ενόπλων Δυνάμεων, με αρχή τη δολοφονία του στρατηγού Σνάιντερ, λίγες μέρες μετά τις προεδρικές εκλογές του 1970.

Ο Πινοτσέτ ορκιζόταν πίστη στο Σύνταγμα και την κυβέρνηση, στις 23 Αυγούστου, μόνο και μόνο για να τα ανατρέψει

Associated Press

Ο Πινοτσέτ ορκιζόταν πίστη στο Σύνταγμα και την κυβέρνηση, στις 23 Αυγούστου, μόνο και μόνο για να τα ανατρέψει
Η κυβέρνηση των δυνάμεων της «Λαϊκής Ενότητας», που κατόρθωσε να ανέλθει στην εξουσία με την ανοχή - στήριξη του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, είχε υποσχεθεί την απόλυτη προσήλωση στη «συνταγματική νομιμότητα» και την «απαγόρευση δημιουργίας και δράσης οποιασδήποτε ένοπλης ομάδας εκτός του Στρατού».

Το στοίχημα που χάθηκε

Το στοίχημα, καθώς φαίνεται, χάθηκε από τη στιγμή που οι δυνάμεις της «Λαϊκής Ενότητας» δεν τόλμησαν να επιλύσουν το ζήτημα της εξουσίας, που είχε τεθεί επί τάπητος, ειδικά τη στιγμή που η αστική εξουσία εμφανιζόταν αποδυναμωμένη και άτολμη. «Η πολιτική της κυβέρνησης της "Λαϊκής Ενότητας" αυξάνει την επιρροή της στο λαό. Ετσι, στις δημοτικές εκλογές του Απριλίου του 1971, η κυβέρνηση "Λαϊκής Ενότητας" έλαβε το 50,8%. Ειδικότερα, το Σοσιαλιστικό Κόμμα συγκέντρωσε το 22,89%, το ΚΚ Χιλής έλαβε το 17,36%, το Ριζοσπαστικό Κόμμα το 8,18%, ενώ τα υπόλοιπα κόμματα της "Λαϊκής Ενότητας" έλαβαν το καθένα γύρω στο 1%.

Ωστόσο, η κυβέρνηση, παρότι διέθετε και την τυπική πλειοψηφία του εκλογικού σώματος, δεν αποφάσισε να αξιοποιήσει τη συνταγματική δυνατότητα για διάλυση της Βουλής μέσω δημοψηφίσματος και την προκήρυξη εκλογών για την τροποποίηση του Συντάγματος. Μία τέτοια λύση θα παρείχε τη δυνατότητα ενός, σύμφωνου με το Σύνταγμα, χτυπήματος της αντιδραστικής αντιπολίτευσης και, μάλιστα, σε συνθήκες και σε χρονική στιγμή από τις πλέον κατάλληλες για τις αντιιμπεριαλιστικές δυνάμεις, μια και η δημοτικότητα της κυβέρνησης βρισκόταν στο απόγειό της. Τα οικονομικά και άλλα μέτρα, που είχε λάβει, είχαν βελτιώσει αισθητά τη ζωή των λαϊκών στρωμάτων σε εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα. Επειδή, όμως, είναι φανερό ότι αυτή η επιλογή θα όξυνε την ταξική πάλη, φόβισε τις μικροαστικές δυνάμεις που συμμετείχαν στο συνασπισμό και που δεν ήταν αποφασισμένες να οδηγηθούν ως την τελική σύγκρουση με την εξουσία της ολιγαρχίας» («Η κυβέρνηση Αλιέντε στη Χιλή 1970-'73», του Δημήτρη Καλτσώνη, ΚΟΜΕΠ, Μάρτης 2000).


Υπό αυτές τις συνθήκες και δεδομένης της οξύτατης αντίδρασης και των σχεδίων των ΗΠΑ, σε απόλυτη συνεργασία με τις εγχώριες δυνάμεις της ολιγαρχίας, ήταν αναμενόμενο. Φυσικά, ουδείς μπορούσε να φανταστεί τότε τη θηριωδία του καθεστώτος που θα επέβαλε ο Πινοτσέτ. Στόχος δεν ήταν μόνον η «εξάλειψη του κομμουνιστικού κινδύνου» στη Χιλή, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή της Νοτίου Αμερικής. Τα στρατιωτικά πραξικοπήματα άρχισαν να διαδέχονται το ένα το άλλο, στην Αργεντινή, στη Βραζιλία, στην Ουρουγουάη κ.α.

Μπορεί ο Πινοτσέτ να παρέδωσε την «εξουσία» μετά από βρώμικη συναλλαγή, ωστόσο η «μετάβαση στη δημοκρατία» είναι μία πολύ επίπονη διαδικασία. 13 χρόνια μετά από την παράδοση της κυβέρνησης από τον Πινοτσέτ, ο λαός της Χιλής εξακολουθεί να αγωνίζεται ενάντια στην ατιμωρησία των ενόχων, για την αλλαγή του φασιστικού συντάγματος, ενάντια στη «σοσιαλιστική κυβέρνηση» του Ρικάρντο Λάγος, που στηρίζει την Παναμερικανική Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου (ALCA), ενάντια στις προσπάθειες της αντίδρασης και των δήθεν προοδευτικών για «εθνική συμφιλίωση» χωρίς προηγούμενη τιμωρία όσων ενέχονται σε δολοφονίες, εξαφανίσεις και βασανισμούς. Και στον αγώνα του αυτό, «οι 1.000 μέρες διακυβέρνησης της χώρας από τη "Λαϊκή Ενότητα" και τον Σαλβαδόρ Αλιέντε αποτελούν την καλύτερη κληρονομιά για τους αγώνες του».

Συνεχίζεται


Χριστίνα ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ


ΛΟΥΙΣ ΚΟΡΒΑΛΑΝ
Υπήρξε και άλλη 11η Σεπτέμβρη...

Ο Λουίς Κορβαλάν, πρώην Γενικός Γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Χιλής, υπενθυμίζει στη διεθνή κοινή γνώμη ότι πριν την 11η Σεπτέμβρη 2001 υπήρξε η 11η Σεπτέμβρη 1973 στη Χιλή, όταν δολοφονήθηκαν ο εκλεγμένος σοσιαλιστής Πρόεδρος Σαλβαδόρ Αλιέντε Γκόσενς και χιλιάδες άλλοι Χιλιανοί.

Ως συνεκδότης του βιβλίου: «Η άλλη 11η Σεπτέμβρη - Η δολοφονία του Αλιέντε και χιλιάδων Χιλιανών πριν 30 χρόνια», που κυκλοφόρησε τον Ιούλη από το εκδοτικό «Spotless» του Βερολίνου, ο Κορβαλάν είναι συγγραφέας του πρώτου κεφαλαίου του έργου. Ο τίτλος του εισαγωγικού αυτού κεφαλαίου τιτλοφορείται: «Ενα μεγάλο τραγούδι», που ήταν «η εργασία και ο αγώνας του χιλιανού λαού και ο λαός το τραγουδούσε όταν κυβερνούσε ο Σαλβαδόρ Αλιέντε και που τερματίστηκε με μια πένθιμη χορωδία, όταν πολεμικά αεροπλάνα επιτέθηκαν στο (μέγαρο) της Μονέδα και βομβάρδισαν το έργο του χιλιανού λαού». Την 11η Σεπτέμβρη 1973 ο Αλιέντε «εκτελέστηκε χωρίς διαδικασία, χωρίς δίκη, χωρίς κατηγορητήριο, από δράστες που είχαν πάρει διαταγές από την Ουάσιγκτον, που σήμερα κανείς πια δεν το αρνείται».

Οποιος ρωτάει γιατί το έκαναν αυτό οι ΗΠΑ εναντίον ενός κράτους που ποτέ ούτε καν ένα πιστόλι δεν έστρεψε εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών της Βόρειας Αμερικής, αυτός το πληροφορείται παίρνοντας υπόψη τον κατάλογο των πρώτων 40 μέτρων, που πήρε η κυβέρνηση Αλιέντε μετά την εκλογή της. Το σημείο 26 για παράδειγμα αναφέρει: Στα νοσοκομεία τα φάρμακα και οι εξετάσεις είναι δωρεάν. Σ' αυτά (τα μέτρα) δε γίνονταν ακόμη λόγος για κρατικοποίηση των ορυχείων χαλκού και των ορυχείων νίτρου, αλλά ο Αλιέντε είχε συχνά εξαγγείλει ότι η κυβέρνησή του σκέφτεται κάτι τέτοιο».

Οταν ο Αλιέντε ανέλαβε το αξίωμα του Προέδρου, συνεχίζει ο Κορβαλάν, παρακάλεσε τους πολίτες να μην τον αποκαλούν «εξοχότατο» ή «κύριε πρόεδρε», αλλά «κομπανιέρο πρόεδρο», δηλαδή «σύντροφε πρόεδρε».

Σε όλους που ήθελαν μια καλύτερη Χιλή δήλωνε συχνά ότι «το καθήκον Χιλή δεν είναι καθήκον ενός ανθρώπου, ούτε επίσης μιας ομάδας κομμάτων. Είναι καθήκον ενός οργανωμένου, πειθαρχημένου και συνειδητού λαού. Είμαι ένας αγωνιστής για το σοσιαλισμό, ένας υπηρέτης του λαού, ένας άνθρωπος που εκπληρώνει το καθήκον του, το καθήκον που ανέθεσε ο λαός».

Ο Αλιέντε έριξε το σπόρο για τις μεγάλες αλλαγές, που χρειαζόταν η χώρα, δηλαδή για την κρατικοποίηση του χαλκού και για την αγροτική μεταρρύθμιση. «Σ' αυτό δεν ήταν μόνος του. Τα αριστερά κόμματα, και το Κομμουνιστικό Κόμμα όχι τελευταίο, έκαναν το καθήκον τους». Αφού αναφερθεί σε χαρακτηριστικά γνωρίσματα της προσωπικότητας του Αλιέντε, ο Κορβαλάν συνεχίζει: «Οπως όλοι οι σοσιαλιστές ηγέτες που ήλθαν στην πολιτική στη δεκαετία του '30, ο Αλιέντε είχε μια εκλεκτική ιδεολογική μόρφωση. Ουδέποτε είπε ότι είναι μαρξιστής - λενινιστής, ακόμα και όταν αυτό το έκανε το κόμμα του. Ελεγε πάντα: "Δεν είμαι θεωρητικός". Αλλά ήταν άνθρωπος με σταθερές πεποιθήσεις και απόψεις».

Κατά τον Κορβαλάν, στο πρόσωπο του Αλιέντε συγκρούονταν «η σταθερή πρόθεση να υλοποιήσει την επανάσταση σε δημοκρατία και ελευθερία και η αποφασιστική επιθυμία του να μην επιτρέψει στην αντίδραση να ξαναπάρει την εξουσία και να εγκαθιδρύσει ένα μη δημοκρατικό καθεστώς».

Απαντώντας στο ερώτημα αν υπήρξαν ευνοϊκές καταστάσεις στις οποίες ο Αλιέντε θα μπορούσε και θα 'πρεπε να πάρει αναγκαστικά μέτρα ενάντια στις δυνάμεις που υποδαύλιζαν την ανταρσία, ο Κορβαλάν απαντάει: «Ναι, αυτές οι στιγμές υπήρξαν και δεν τις επωφελήθηκε. Τότε οι ιδεαλιστικές του αντιλήψεις ήταν ισχυρότερες από την επιθυμία του να περιορίσει και να καταστείλει την ανταρσία. Και όταν ήταν έτοιμος να τις απωθήσει και να ενώσει τη λογική με τη δύναμη,... η κατάσταση είχε ήδη τόσο οξυνθεί, ώστε υπολειπόταν μόνο η διέξοδος της έκκλησης για δημοψήφισμα, με το οποίο θα μπορούσαν να σωθούν πολλές ανθρώπινες ζωές και μερικά δημοκρατικά επιτεύγματα. Αλλά μ' αυτό δε θα μπορούσε να εμποδιστεί το τέλος αυτής της κυβέρνησης». Τη συμμαχία μεταξύ σοσιαλιστών και κομμουνιστών ο Αλιέντε τη θεωρούσε ζωτική, κεντρικό ζήτημα. Ταυτόχρονα, ήταν εκείνος που έδινε μεγίστη αξία να εκφράζουν τη γνώμη τους όλα τα κόμματα της Ουνιδάδ Ποπουλάρ (σ.σ. Λαϊκή Ενότητα). Την άκουγε με προσοχή και την έπαιρνε υπόψη του, όπου ήταν δυνατό... Ηταν ένας σοσιαλιστής της ενότητας, ανοιχτός για τη συνεννόηση ανάμεσα σε όλες τις δημοκρατικές δυνάμεις, χωρίς να αποκλείει εκ των προτέρων οποιαδήποτε πρόσωπα ή ομάδες...

Ολα τα χρόνια του αγώνα για τα συμφέροντα των εργαζομένων δημιουργήθηκε μια σταθερή φιλία μεταξύ του Αλιέντε και του Κομμουνιστικού Κόμματος. Οι σχέσεις μας ήταν εγκάρδιες και πλήρεις σεβασμού. Δεν είχαμε περάσει από την ίδια ιδεολογική σχολή, δεν είχαμε τις ίδιες αντιλήψεις και δε συμφωνούσαμε πάντα και σε όλα. Κατά το πλείστον ήμασταν σύμφωνοι, αλλά μερικές φορές είχαμε άλλη γνώμη. Αν προέκυπτε διαφορά γνώμης, συζητούσαμε γι' αυτή, συζητούσαμε αδελφικά, αναζητώντας κοινό κριτήριο... Σε ένα ορισμένο χρονικό σημείο εκφράσαμε ότι, κατά τη γνώμη μας, η κυβέρνηση έπρεπε να δράσει αυστηρότερα εναντίον σαμποτάζ και εγκληματικών αποπειρών τρομοκρατικών ομάδων. Πάνω σ' αυτό εξηγούσε σε μας και στα άλλα κόμματα της Λαϊκής Ενότητας τις αδυναμίες που είχε αναγνωρίσει στο ένα ή στο άλλο ζήτημα και σε ορισμένες πολιτικές καταστάσεις, αλλά στις οποίες εμείς δε δίναμε αρκετή προσοχή. Ομως παραμένει αναμφισβήτητο γεγονός ότι στην κύρια γραμμή κυριαρχούσε συμφωνία μεταξύ Αλιέντε και Κομμουνιστικού κόμματος ιδιαίτερα σχετικά με το χαρακτήρα της επανάστασης, τα στάδιά της, την πολιτική των συμμαχιών, τη σύνδεση της πίεσης των μαζών από τα κάτω με τη δραστηριότητα της κυβέρνησης από τα πάνω για την επιβολή του προγράμματος που είχαμε αποφασίσει... Ηταν μια σχέση χαρακτηριζόμενη από εμπιστοσύνη και άμεμπτη εκτίμηση των συμφωνιών και διαφωνιών των δύο πλευρών... Εως τη Χιλή κουβεντιάστηκε ότι οι Αριστεροί στη Γερμανία εξακολουθούν να συζητάνε σφοδρά για το θέμα των λαθών που αυτά δήθεν οδήγησαν στην πτώση της ΓΛΔ και ολόκληρου του σοσιαλιστικού στρατοπέδου. Είμαι προσεχτικός, ώστε να μη μετάσχω σ' αυτή τη συζήτηση με συμβουλές ή με "σοφίες". Και στη χώρα μας απασχολούμαστε ακόμα με τα λάθη. Αλλά σαν πρώτο ισχύει: Μόνο όποιος δεν κάνει τίποτα, αυτός δεν κάνει λάθη. Λοιπόν, η κυβέρνηση Αλιέντε και μαζί της τα κόμματα της Λαϊκής Ενότητας έκαναν λάθη, μερικά περισσότερα από άλλους. Αυτά θα αναλυθούν και πρέπει να αναλυθούν, για να εξαχθούν τα διδάγματα που παρέχει πάντα η ιστορία. Αλλά ας μην παραβλέψουμε: Αυτή η κυβέρνηση ήταν η πιο δημοκρατική που είχε ποτέ η Χιλή, και ανατράπηκε λόγω των επιτυχιών της, λόγω των μεγάλων αλλαγών που πραγματοποίησε, γιατί εθνικοποίησε το χαλκό, γιατί πραγματοποίησε την αγροτική μεταρρύθμιση και κρατικοποίησε τις τράπεζες και τα μεγάλα μονοπώλια και διεύρυνε αποφασιστικά τα δικαιώματα και τις κατακτήσεις των εργαζομένων».

Στο σημείο αυτό ο Κορβαλάν επικαλείται τη γνώμη του Κλοντομίρο Αλμέιντα (σ.σ. σοσιαλιστής, ΥΠΕΞ της κυβέρνησης Αλιέντε), που στη διεθνή επιστημονική σύσκεψη στο Βερολίνο τον Οκτώβρη του 1980 είχε πει:

«Πρέπει να διαπιστώσουμε ότι η τελική αιτία για την αντεπανάσταση, που οδήγησε στην ανατροπή της κυβέρνησης της Λαϊκής Ενότητας, δε θεμελιώνεται στα λάθη μας - που έχουμε συνείδησή τους - αλλά στο γεγονός ότι οι βαθιές κοινωνικο-οικονομικές αλλαγές, που πραγματοποίησε στη Χιλή αυτή η κυβέρνηση έβλαψαν τα πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα του ιμπεριαλισμού και των κατεχουσών τάξεων σε τέτοιο βαθμό, ώστε αναγκαστικά, όπως διδάσκει η παγκόσμια εμπειρία και η θεωρία, έπιασαν τα όπλα και ξεσηκώθηκαν ενάντια στο καθεστώς, έξω απ' όλους τους δημοκρατικούς θεσμούς, αλλά ενάντια στους δημοκρατικούς θεσμούς».

Ο Κορβαλάν συνεχίζει: «Ρωτήθηκα και από Γερμανούς συντρόφους, που στα μίντια καθημερινά βιώνουν να αναθεματίζουν τη ΓΛΔ και τις κοινωνικές επιτεύξεις της, πώς κρίνεται στη Χιλή η εποχή Αλιέντε... Εδώ τα πράγματα είναι αλλιώς... εδώ σιωπούν. 30 χρόνια μετά το τραγικό τέλος της κυβέρνησης Αλιέντε δεν ακούγεται από επίσημη πλευρά καμιά δήλωση. Αλλά τις επιτεύξεις της κυβέρνησης της Λαϊκής Ενότητας... τις θυμούνται καλά πολλοί άνθρωποι και στο μεταξύ άρχισαν η τηλεόραση, το ραδιόφωνο και ο Τύπος να εκτιμάνε το έργο του (Αλιέντε). Και ενώ η μορφή του Αλιέντε διαρκώς μεγαλώνει, η μορφή του δικτάτορα συρρικνώνεται σαν ένα ερπετό... Ρωτάνε επίσης φυσικά συχνά τι απέγιναν οι επιχειρήσεις που επί Αλιέντε κρατικοποιήθηκαν. Τα μονοπώλια χαλκού Ανακόντα, Κένεκοτ, στα οποία ανήκαν τα ορυχεία Κουκικάντα, Ελ Σαλβαδόρ, Ελ Τενιέντε και Λα Αντίνα, και που παρήγαγαν το 90% της χιλιανής παραγωγής χαλκού, είχαν κρατικοποιηθεί και είναι και σήμερα ιδιοκτησία του κράτους. Αυτά αποτελούν τη συνεργασία "Corporacion del Cobre Codelco". Αλλά ο Πινοτσέτ και οι ακόλουθες κυβερνήσεις επέτρεψαν στο διεθνές μονοπωλιακό κεφάλαιο να εκμεταλλευτεί νέα κοιτάσματα χαλκού και έτσι η Codelco προσφέρει ακόμα μόνο το 37% της χιλιανής χαλκοπαραγωγής, ενώ πάνω από 60% είναι στα χέρια ξένου κεφαλαίου και 1% στα χέρια μικρών επιχειρήσεων... Οι ξένοι επενδυτές είναι απαλλαγμένοι απ' όλους τους φόρους... Επί κυβέρνησης Αλιέντε η ανεργία είχε υποχωρήσει στο 3%, στο χαμηλότερο ποσοστό από τότε που άρχισε η στατιστική καταγραφή... Επί Πινοτσέτ η ανεργία ανήλθε σε πάνω από 30% και τώρα είναι γύρω στο 10%, ένας αριθμός που δεν παίρνει υπόψη τις παράπλευρα εργαζόμενες νοικοκυρές και τους έτσι λεγόμενους "μαύρους εργάτες" (σ.σ. "παράνομους" εργάτες)».


Μετάφραση - Επιμέλεια:
Θανάσης ΒΟΡΕΙΟΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ