ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 31 Μάρτη 2013
Σελ. /40
Για τις Θέσεις της ΚΕ

Κεντρικό ζήτημα κάθε Συνέδριου του Κόμματος είναι πώς η καθημερινή δράση του θα το φέρει πιο κοντά στην επίτευξη του στρατηγικού στόχου του.

Είμαστε ικανοί να οργανώσουμε την πάλη για τα άμεσα ζητήματα και αυτό μας αναγνωρίζεται από τους εργαζόμενους.

Είμαστε ικανοί στο να διακηρύξουμε την αναγκαιότητα του σοσιαλισμού, σαν τη μοναδική λύση για την εργατική τάξη.

Εκεί που υπάρχει αδυναμία είναι η σύνδεση της πάλης για το άμεσο με την πάλη για το στρατηγικό.

Παρά τα θετικά βήματα η αδυναμία αυτή γίνεται πιο εμφανής, τώρα με την καπιταλιστική κρίση, το ξεπέρασμά της πιο επιτακτικό.

Οταν, σωστά εκτιμάμε ότι όλο και δυσκολεύουν οι έστω και επιμέρους «μικρές νίκες» στη λύση κάποιων άμεσων προβλημάτων, τότε, στην πραγματικότητα εκτιμάμε (και σωστά) ότι το άμεσο με το μακροπρόθεσμο, το τακτικό με το στρατηγικό αντικειμενικά προσεγγίζουν όλο και περισσότερο.

Ο καπιταλισμός δεν έχει περιθώρια άλλων επιλογών για να διασωθεί. Σήμερα, χωρίς επαναστατική κατάσταση (μη ωρίμανση του υποκειμενικού παράγοντα), όταν υπάρχει ακόμα ο κίνδυνος πισωγυρισμάτων, η ανατροπή δεν είναι «βολονταριστική» διακήρυξη αλλά καθημερινό καθήκον δουλειάς ακόμα και για την επιβίωση των λαϊκών στρωμάτων.

Μ' αυτήν την έννοια, τα προσυνεδριακά κείμενα, δεν είναι μόνο θεωρητικό κείμενο. Γίνεται συμπυκνωμένο σχέδιο δράσης αν μπολιαστεί με την πείρα ολόκληρου του Κόμματος, αν στηριχθεί και εξηγήσει την εμπειρία των ίδιων των εργαζομένων.

Σ' αυτό το σχέδιο, η Ανασύνταξη του κινήματος - η Λαϊκή Συμμαχία - η Κομματική οικοδόμηση και ισχυροποίηση αλληλοσυμπληρώνονται. Το ένα είναι προϋπόθεση του άλλου. Να ένα παράδειγμα:

Στη Κεντρική Μακεδονία, χιλιάδες εργαζόμενοι σε πολλές γαλακτοβιομηχανίες και παραγωγοί - κτηνοτρόφοι παραμένουν απλήρωτοι για μήνες. Επιχειρήσεις κινδυνεύουν να κλείσουν, ενώ γίνεται προσπάθεια παραπέρα μονοπώλησης του κλάδου από μεγάλες πολυεθνικές.

Εδώ το ζήτημα του συντονισμού δράσης, της κοινωνικής συμμαχίας εργαζόμενων - κτηνοτρόφων στον κλάδο, αλλά και ευρύτερων στρωμάτων στις περιοχές που θίγονται, σε αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση, είναι επιτακτικό. Την εμπλοκή της κράτους τη ζητάνε όλες οι πλευρές. Αλλά και εδώ το θέμα «ποιο κράτος» δεν είναι απλά θεωρητικό αλλά απόλυτα πρακτικό. Το σημερινό κράτος μπορεί να παρέμβει μόνο σε όφελος των επενδυτών - μονοπωλίων σαν πρόσκαιρος «μεσάζοντας» και αφού καθαρίσει το εργασιακό τοπίο από εργατικά δικαιώματα (απολύσεις, μείωση μισθών κ.λ.π.) και υποτάξει (βοηθούσης και της Ευρωπαϊκής Ενωσης) τους κτηνοτρόφους στα μονοπώλια (μείωση τιμών, αύξηση κόστους κ.λ.π.). αρνητικές επιπτώσεις θα υπάρχουν και για άλλες ομάδες όπως οι διακινητές των προϊόντων και βέβαια οι λαϊκοί καταναλωτές που θα έχουν προϊόντα χαμηλότερης ποιότητας και υψηλότερης τιμής.

Αρα, λοιπόν, το θέμα ΠΟΙΟ κράτος πρέπει να παρέμβει δεν είναι θεωρητικό, αλλά απόλυτα πρακτικό.

Το κυρίαρχο είναι η ιδεολογικοπολιτική δουλειά. Αλλά δε φτάνει από μόνη της. Λέγοντας ότι η ίδια η πείρα πείθει τον κόσμο, πρέπει να οργανώνουμε την πάλη με τέτοιον τρόπο που να γεννιέται αυτή η πείρα. Να ανεβάζουμε το επίπεδο της σύγκρουσης από το συγκεκριμένο εργοδότη στο επίπεδο του συλλογικού εργοδότη - μονοπωλίων στον κλάδο, στο επίπεδο του συλλογικού εκφραστή των μονοπωλίων, το αστικό κράτος.

Και σ' αυτή την περίπτωση η λαϊκή συμμαχία δεν είναι μια προπαγανδιστική καμπάνια που μορφοποιείται προσωρινά, με την ευκαιρία κάποιων κινητοποιήσεων. Αν δεν πάρει χαρακτήρα ανάδειξης των αντικειμενικά κοινών ταξικών συμφερόντων, ουδετεροποίησης των υπαρκτών διαφορών, αν δεν πείσει ότι η σημερινή πολιτική είναι μια αναγκαιότητα του συστήματος (μείωση τιμής εργατικής δύναμης, καταστροφή μικρομεσαίων στρωμάτων) τότε δε δίνεις προοπτική συμμαχίας και κατεύθυνση αντιμονοπωλιακή σ' αυτήν.

Αν αφεθείς στην αμυντική πάλη θα διαχειριστείς μόνο τους όρους χειροτέρευσης της θέσης των εργαζόμενων, των παραγωγών κ.λ.π. Το πολύ - πολύ να διαπιστώσουν οι εργαζόμενοι ότι ο συγκεκριμένος εργοδότης τους είναι κακός ή ότι όλοι οι εργοδότες είναι απάνθρωποι. Οτι πρέπει κάποιος από πάνω (το κράτος) να βάλει χαλινάρι. Αυτή είναι η διαχειριστική λογική του ΣΥΡΙΖΑ («με άλλη κυβέρνηση θα είναι καλύτερα»), θα κρυφτεί ότι ο καπιταλισμός έχει νόμους που δεν καταλαβαίνουν από μίγματα διαχείρισης.

Ετσι κάθε χώρος και εργαζόμενος θα μείνει μόνος του, θα ηττηθεί ψάχνοντας λύσεις με αναθέσεις.

Μόνο η ταξική ενότητα κλάδου, η αντιμονοπωλιακή συμμαχία εργατών - αγροτών, η πολιτική κατεύθυνση της πάλης κ.λ.π.) μπορεί να υπηρετήσει και το άμεσο και το απώτερο.

Αυτή η ίδια διαδικασία είναι ταυτόχρονα πάλη ενάντια στον οπορτουνισμό. Αυτός από τη στιγμή που αποδέχεται ενδιάμεσο στάδιο, δηλ. άθικτη ιδιοκτησία μέσων παραγωγής και πολιτική εξουσία, πάγωμα σε έναν προσωρινό συμβιβασμό (που δεν υπάρχει γιατί το κεφάλαιο δεν μπορεί να ανεχτεί ακινησία - «δημιουργική» ή καταστροφική - τότε υπονομεύει ακόμα και τις ίδιες τις άμεσες «λύσεις» που δίνει, τις απορροφά το σύστημα, γυρνά το κίνημα να ψάχνει λύσεις προς τα πίσω που θα είναι ενσωμάτωση και απογοήτευση.

Το ζήτημα αυτό είναι σήμερα πρώτιστης σημασίας. Παρά τη ρηγμάτωση των συμμαχιών της αστικής τάξης, την έξοδο ανώριμων λαϊκών μαζών σε κάποιους αγώνες, την ώρα που οι δυσκολίες διαχείρισης της κρίσης μπορεί να αποκαλύψει τα ιστορικά όρια του καπιταλισμού, την ίδια ώρα φαντάζει με δυσκολίες η οικοδόμηση αντικαπιταλιστικής συνείδησης κάτω από τη πίεση της «άμεσης» λύσης, του «εφικτού», του «μικρότερου κακού».

Ο οπορτουνισμός που παράγεται μέσα στην εργατική τάξη ανεξάρτητα από το ποιος είναι ο πολιτικός φορέας του είναι μια κατάσταση που μπορεί να μονιμοποιηθεί με τη σοσιαλδημοκρατοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ και από τυχόν, πρόσκαιρη ευελιξία που μπορεί να επιδείξει το σύστημα (π.χ. περίοδος επεκτατικής πολιτικής - χωρίς κανένα κέρδος για τους εργαζόμενους, που θα σημάνει νέα προσπάθεια ενσωμάτωσης της εργατικής τάξης υπό χειρότερους όρους ).

Η Λαϊκή Συμμαχία - και δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώτικα - έχει σαν στόχο τη λαϊκή εξουσία.

Χωρίς καλή κατανόηση αυτού του ζητήματος και καθώς η κοινωνική συμμαχία πρέπει να κτίζεται σήμερα, μέσα στη δράση υπάρχει ταυτόχρονα ο κίνδυνος: `Η να κλειστείς μόνο στις δικές σου δυνάμεις ή να απλώσεις έτσι τη συμμαχία χωρίς το στόχο της λαϊκής εξουσίας, που δεν σε βγάζει πουθενά.

Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι η οικοδόμηση της συμμαχίας είναι ταυτόχρονα μοχλός αντικαπιταλιστικής ανατροπής αλλά και χώρος συγκέντρωσης κοινωνικών δυνάμεων που έχει δική του δυναμική, εσωτερικές, δευτερεύουσες αντιθέσεις - έχει μια διαδικασία «μπες - βγες».

Δεν είναι απλά θεωρητικό αλλά πρακτικό ζήτημα, αλλά ζήτημα καθημερινής πάλης και οικοδόμησης της συμμαχίας στην πράξη.


Ζαριανόπουλος Σωτήρης
Μέλος ΓΠ Κεντρικής Μακεδονίας του ΚΚΕ

Tο Σχέδιο Προγράμματος και οι διαστρεβλωτές της γραμμής του Κόμματος

Με το σχέδιο προγράμματος η ΚΕ θέτει σωστά το θεμελιώδες ζήτημα της εξουσίας. Το σχέδιο προγράμματος είναι προϊόν και εξέλιξη προηγούμενων συλλογικών επεξεργασιών όλου του Κόμματος (σοσιαλισμός, αποφάσεις 18ου Συνεδρίου, Δοκίμιο Ιστορίας).

Οι όποιες αλλαγές σ' αυτό έχουν να κάνουν με αναγκαίες προσαρμογές που αντιστοιχούν στο χαρακτήρα της εποχής, στο επίπεδο ανάπτυξης της καπιταλιστικής κοινωνίας, στην αναγκαιότητα να υπηρετεί η πολιτική του Κόμματος το στρατηγικό στόχο, δηλαδή την αλλαγή τάξης στην εξουσία. Αυτό είναι το βασικό. Πρόγραμμα και Κομμουνιστικό Κόμμα που να απαντάει στο ερώτημα «ποια τάξη στην εξουσία» και όχι Κόμμα που θα υπηρετεί την εναλλαγή στο επίπεδο της διακυβέρνησης, Κόμμα γρανάζι σε κυβερνήσεις αστικής διαχείρισης.

Καμία κυβέρνηση, όποιο όνομα κι αν της δώσουν (αριστερή, αντιιμπεριαλιστική, αντιμονοπωλιακή, δημοκρατική, πατριωτική, εθνικής ενότητας), στο πλαίσιο της αστικής εξουσίας δεν μπορεί ούτε να εκφράσει ούτε να υπηρετήσει τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των συμμάχων της. Κι αυτό γιατί εκ των πραγμάτων δεν θα έχει γραμμή σύγκρουσης με το κεφάλαιο, δεν θα παλεύει να απαλλαγεί η εργατική τάξη και ο λαός από την εξουσία των μονοπωλίων. Με τα μονοπώλια στην εξουσία και κυβέρνηση που να υπηρετεί τα λαϊκά δικαιώματα ιστορικά δεν υπήρξε ποτέ, και δεν πρόκειται να υπάρξει στον αιώνα τον άπαντα.

Οπου τα Κομμουνιστικά Κόμματα συνθηκολόγησαν με την αστική τάξη και μπήκαν στον πειρασμό να συμμετάσχουν σε κυβέρνηση αστικής διαχείρισης - και μάλιστα με το επιχείρημα ότι μπορεί να αποτελέσει μεταβατικό στάδιο προς την εργατική λαϊκή εξουσία - διαψεύστηκαν οικτρότατα. Τα παραδείγματα είναι και πολλά και διδακτικά.

Η συμμετοχή των Κομμουνιστικών Κομμάτων Ισπανίας, Γαλλίας στη δεκαετία του 1930 σε κυβερνήσεις Λαϊκού Μετώπου, στο όνομα της υπεράσπισης της δημοκρατίας και με την ταυτόχρονη παραπομπή της πάλης για το σοσιαλισμό στο απώτερο αύριο μήπως δεν οδήγησε στην ενίσχυση της θέσης της αστικής τάξης αυτών των χωρών;

Ποια τα αποτελέσματα από τη συμμετοχή της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης σε κοινή κυβέρνηση με τη σοσιαλδημοκρατία;

Η παγίδευση του ΚΚΕ και του ΕΑΜ σε κυβέρνηση εθνικής ενότητας του Γεωργίου Παπανδρέου το 1944 πήγε μπροστά ή πίσω το κίνημα;

Η συμμετοχή του ΚΚΕ στην κυβέρνηση Τζαννετάκη και Ζολώτα είχε κάποια θετική συμβολή στη λαϊκή υπόθεση ή καλλιέργησε ένα πλήθος αυταπατών για «κάθαρση» στο πλαίσιο του καπιταλισμού, στο πλαίσιο της κυριαρχίας των Ανώνυμων Εταιρειών, των ανώνυμων μετοχών, του τραπεζικού και επιχειρηματικού απορρήτου;

Η στρατηγική των σταδίων, της «φιλολαϊκής κυβερνητικής διαχείρισης» εντός των τειχών του συστήματος στη βάση ενός «μίνιμουμ - μεταβατικού προγράμματος» προς την εργατική - λαϊκή εξουσία προβάλλεται και σήμερα απ' όλο το φάσμα των οπορτουνιστικών δυνάμεων (αριστερή πλατφόρμα ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, Μέτωπο Αλληλεγγύης).

Η στρατηγική αυτή υιοθετείται και από ένα μικρό αριθμό στελεχών και μελών του Κόμματος που έχουν πάρει «επ' ώμου» τη διαστρέβλωση του σχεδίου προγράμματος και γενικότερα της γραμμής του Κόμματος.

Με μια σειρά άρθρα στον προσυνεδριακό διάλογο συγκεκριμένα στελέχη, που έχουν χρόνιες διαφωνίες με τη γραμμή του Κόμματος, ακόμα και με το 15ο Συνέδριο, επικαλούνται ότι για το αρνητικό αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών φταίει η γραμμή του Κόμματος, η απόρριψη στην πράξη του κοινωνικοπολιτικού χαρακτήρα του ΑΑΔΜ, το στένεμα της πολιτικής συμμαχιών, η άρνηση συμμαχίας με πολιτικές δυνάμεις, κ.ά. Τι σημαίνουν όλα αυτά; Οτι πρέπει να πάμε σε μια άλλη πολιτική συμμαχιών, που θα συναντιέται με πολιτικές δυνάμεις της αριστεράς, εννοείται, και σε κυβερνητικό επίπεδο. Αυτό σημαίνει! Το φωτογραφίζουν αλλά δεν το λένε (ακόμα). Κυβέρνηση με το ΣΥΡΙΖΑ λένε οι άνθρωποι, αλλά δεν το φανερώνουν.

Κι αν ακόμη αυτή η κυβέρνηση βάλει το ζήτημα της εξόδου από την ΕΕ, της κατάργησης των μνημονίων, της κρατικοποίησης επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας, κι αν ακόμη επιλέξει ένα άλλο μείγμα διαχείρισης της καπιταλιστικής οικονομίας κι εξουσίας, δεν πρόκειται να είναι φιλολαϊκή κυβέρνηση. Με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο θα αποδειχθεί «άσος στο μανίκι του συστήματος».

Η επιμονή να χαρακτηριστεί η Ελλάδα εξαρτημένη χώρα (απλώς) και όχι χώρα που «παραμένει σε ενδιάμεση θέση στη διεθνή ιμπεριαλιστική πυραμίδα, με εξαρτήσεις από ΗΠΑ και την ΕΕ» συνδέεται με τη στρατηγική των σταδίων, των ενδιάμεσων πολιτικών στόχων, τη «μεταβατική κυβέρνηση της Αριστεράς». Κι αυτό το φωτογραφίζουν αλλά δεν το λένε (ακόμα).

Η κατηγορία ότι «στενεύουμε τη γραμμή πάλης στο κίνημα», «ταυτίζουμε το ΠΑΜΕ με το Κόμμα», «έχουμε μετατρέψει το ΠΑΜΕ σε φορέα πάλης για το σοσιαλισμό» κ.ά. τι σημαίνει; Θέλουν ένα κίνημα που θα κινείται στο πλαίσιο του «ενδιάμεσου στόχου» και «του μεταβατικού σταδίου». Ενα κίνημα που στην πράξη θα αποκόβει την πάλη του από την προοπτική, το στρατηγικό στόχο και την ιστορική αποστολή της εργατικής τάξης. Η κατηγορία περί σεχταριστικής γραμμής του ΚΚΕ στο κίνημα, ότι δεν δουλεύουμε στα πρωτοβάθμια σωματεία, στα «αντιδραστικά συνδικάτα» συνιστά καθαρή συκοφαντία. Υποδηλώνει πέρα απ' όλα τ' άλλα ότι οι άνθρωποι είναι αποκομμένοι όχι μόνο από τη δράση στο εργατικό - λαϊκό κίνημα, αλλά και από την ίδια την πραγματικότητα. Υιοθετούν εχθρικές απόψεις για το Κόμμα μόνο και μόνο για να κάνουν τη δουλειά τους. Ισχυρίζονται ότι είναι σεχταρισμός ο προσανατολισμός μας στα κλαδικά συνδικάτα και ότι αυτός συνοδεύεται από την υποτίμηση της δουλειάς στα πρωτοβάθμια - επιχειρησιακά σωματεία. Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με υποκειμενισμό αλλά με συνειδητή διαστρέβλωση. Και κλαδική και επιχειρησιακή οργάνωση, κλαδικά συνδικάτα που να μπορούν να παίζουν το ρόλο του συντονισμού στα επιχειρησιακά σωματεία, δουλειά στα επιχειρησιακά σωματεία που να τροφοδοτεί τα κλαδικά και το αντίστροφο. Εδώ η εμπειρία από το κλαδικό Συνδικάτο ΟΤΑ Αττικής είναι χαρακτηριστική.

Λάθη και παραλείψεις στη δουλειά μας στα πρωτοβάθμια σωματεία μπορεί να έχουμε - πάντα είχαμε - αλλά αυτό δε συνιστά γενικότερη γραμμή υποτίμησης ή εγκατάλειψης της δουλειάς μας σε αυτά. Το αντίθετο!

Εφτασαν στο σημείο να αρθρογραφούν και να μιλούν για μείωση της συνδικαλιστικής μας επιρροής - προφανώς γιατί έτσι τους βολεύει - κι ας είναι γνωστό ότι πήγαμε στο πρόσφατο 35ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ με μικρή, έστω, ενίσχυση των δυνάμεών μας, και ότι οδεύουμε προς το 35ο Συνέδριο της ΑΔΕΔΥ με σημαντική αύξηση, αφού στις 14 μεγαλύτερες ομοσπονδίες που έκαναν αρχαιρεσίες μέχρι τώρα καταγράφουμε μια σημαντική άνοδο 4,4%.

Η ενίσχυση του προσανατολισμού και η αναβάθμιση της δουλειάς μας στα πρωτοβάθμια σωματεία αποτελεί κριτήριο για την ανασύνταξη του κινήματος, όρο και προϋπόθεση για την οικοδόμηση της Λαϊκής Συμμαχίας.

Σχέδιο προγράμματος, λοιπόν, που εξοπλίζει το Κόμμα και το κίνημα, που λύνει το ζήτημα ποια τάξη στην εξουσία, που αποσαφηνίζει πως δεν υπάρχει ειρηνικός κοινοβουλευτικός δρόμος και πως το πέρασμα στο σοσιαλισμό θα γίνει με λαϊκή εξέγερση και επανάσταση. Αυτό χρειαζόταν, αυτό έχουμε!


Αλέκος Αρβανιτίδης
Μέλος του Τμήματος της ΚΕ για την εργατική συνδικαλιστική δουλειά

Αταλάντευτα στη γραμμή της επαναστατικής αλλαγής

Συμφωνώ με τις θέσεις της ΚΕ για το 19ο Συνέδριο του Κόμματός μας.

Εμπεριέχουν την πείρα από τους αγώνες που δώσαμε μέσα σε συνθήκες σκληρής καπιταλιστικής κρίσης, τις επιστημονικά τεκμηριωμένες επεξεργασίες του Κόμματος και ενισχύουν τη στρατηγική μας για την επαναστατική αλλαγή της κοινωνίας και της οικονομίας, την οικοδόμηση του σοσιαλισμού - κομμουνισμού.

Οι Θέσεις δείχνουν το δρόμο αντιμετώπισης των ελιγμών της αστικής τάξης που επεξεργάζεται και υλοποιεί τακτικές για να θωρακίσει την εξουσία της αλλά και των οπορτουνιστών που διεκδικούν το ρόλο του καλύτερου διαχειριστή του καπιταλιστικού συστήματος, που πασχίζουν να «εξανθρωπίσουν» τον καπιταλισμό γιατί πολύ απλά, παρά την επίκλησή τους στο σοσιαλισμό, ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΨΑΝ σε αυτόν και την επανάσταση. Αντίθετα μέσα στους αγώνες, στο συνδικαλιστικό κίνημα, μαζί με τις δυνάμεις του εργοδοτικού κυβερνητικού συνδικαλισμού απενοχοποιούσαν το καπιταλιστικό σύστημα και έσπερναν αυταπάτες ότι μπορεί να ικανοποιηθούν οι ανάγκες των εργατών δίπλα σε αυτές των καπιταλιστών. Τα αποτελέσματα που έφερε αυτή η ταχτική αποδεικνύουν πόσο ζημιά έχουν κάνει στην εργατική τάξη και την ιστορική της αποστολή να καταργήσει την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.

Οι Θέσεις της ΚΕ καθορίζουν τα καθήκοντα των κομμουνιστών ώστε να προετοιμάσουν και να καθοδηγήσουν την εργατική τάξη, τα φτωχά λαϊκά στρώματα, σε νίκη στον πόλεμο με την αστική τάξη και την εξουσία της.

Οι Θέσεις της ΚΕ επιβεβαιώνουν ότι το ΚΚΕ δεν πρόκειται να παραιτηθεί από αυτό το στόχο, αυτήν την αποστολή.

Δεν πρόκειται να φορέσει άλλο κοστούμι που θα ισοδυναμούσε με άρνηση της επανάστασης, με έλλειψη εμπιστοσύνης στην εργατική τάξη.

Οσοι περιμένουν να δουν μια τέτοια εξέλιξη, θα περιμένουν μάταια.

Επειδή, και αυτοί το γνωρίζουν ότι κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί, αξιοποιούν απόψεις - διαφωνίες που εκφράζουν ορισμένοι στον Προσυνεδριακό Διάλογο για να επιτεθούν στο Κόμμα, για να ασκήσουν πίεση να αλλάξουμε τη στρατηγική μας.

Αυτές οι λανθασμένες απόψεις αντικειμενικά τροφοδοτούν την επίθεση του αντιπάλου.

Ας απαντήσουν οι ίδιοι που τις εκφράζουν, πώς εξηγούν το γεγονός ότι η επιχειρηματολογία τους ταυτίζεται με την επιχειρηματολογία των αστών και των οπορτουνιστών που μιλούν για ΚΚΕ στενό, φοβικό, απαρχαιωμένο. Που μιλούν για «κακή ΚΕ» που δεν αντιλαμβάνεται τις σύγχρονες συνθήκες, που στερεί από το λαό να έχει μια κυβέρνηση που θα τον σώσει από τη «γερμανική κατοχή», «τα μνημόνια», και από την άλλη εξαίρουν τη μαχητική βάση του ΚΚΕ, τα αγνά μέλη του που όμως, όπως μας λένε, πάντα πέφτουν θύματα της ηγεσίας.

Ας μιλήσουμε για την ουσία των διαφωνιών τους και το πού αυτές θα οδηγούσαν το Κόμμα αν τις αποδεχόμασταν.

Μας λένε ότι η Ελλάδα είναι «υποτελής», «υπό κατοχή» αυτό εννοούν όταν λένε ότι είναι «χώρα εξαρτημένη από ισχυρότερες καπιταλιστικές χώρες». Οτι δεν είναι και τόσο «ιμπεριαλιστική» αποσυνδέοντας ουσιαστικά την έννοια «ιμπεριαλισμός» από το ουσιαστικό του περιεχόμενο ως μονοπωλιακό καπιταλισμό. Ομως τα μονοπώλια στην Ελλάδα είναι κυρίαρχα, ο ρόλος των τραπεζών γνωστός, οι εξαγωγές επίσης και η συμμετοχή της Ελλάδας σε ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς εδραιωμένη εδώ και δεκαετίες (ΝΑΤΟ, ΕΕ - Εκεί δεν χρειάζεται ιδιαίτερη μελέτη για να καταλάβει κανείς πως τα μέλη τους είναι ιμπεριαλιστές).

Αν αποδεχόμασταν μια τέτοια λανθασμένη ανάλυση πού θα καταλήγαμε μετά; Σε συνεργασία με τους οπορτουνιστές και κομμάτι της αστικής τάξης, τα συμφέροντα του οποίου θίγονται περισσότερο, σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης, από το σύνολο της αστικής τάξης και έχει συμφέρον να προβάλλει την ανάλυση περί υποτέλειας, κατοχής κλπ.

Θα αποδεχόμασταν ότι τα μέτρα που παίρνονται σήμερα, λαμβάνονται χωρίς τη θέληση της αστικής τάξης της Ελλάδας, ότι είναι αναγκαστικά. Για να ωφεληθεί ποιος άραγε;

Η αστική τάξη της χώρας μας, τα μονοπώλια συναποφασίζουν με το κεφάλαιο σε ΕΕ και διεθνώς, τα μέτρα που υλοποιούνται με σκοπό να βγουν αλώβητοι από την κρίση και να φτιάξουν τις προϋποθέσεις για να διευρύνουν την κερδοφορία τους σε συνθήκες καπιταλιστικής ανάπτυξης με πάμφθηνους εργάτες.

Επόμενα όποιος επιχειρεί να αθωώσει την αστική τάξη της Ελλάδας, να την παρουσιάσει ως «αθώα» για το έγκλημα που συντελείται αντικειμενικά ρίχνει στάχτη στα μάτια της εργατικής τάξης.

Δεύτερο σημείο που εστιάζουν ορισμένοι τις διαφωνίες τους είναι το ζήτημα της λαϊκής συμμαχίας και της πιθανότητας, όπως λένε, κυβέρνησης με τη συμμετοχή του ΚΚΕ.

Η Λαϊκή Συμμαχία αντανακλά την πολιτική συμμαχιών του ΚΚΕ και ανταποκρίνεται στις ανάγκες για την ανατροπή της καπιταλιστικής βαρβαρότητας.

Στοχεύει στη συμμαχία της εργατικής τάξης με τη φτωχή αγροτιά, τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Οι κομμουνιστές που προτείνουν αυτή τη συμμαχία δε στοχεύουν μόνο στη συγκρότησή της για τον αγώνα επιβίωσης της εργατικής τάξης. Αλλά μέσα από αυτούς τους αγώνες να ενισχύεται ο δρόμος για την αλλαγή της εξουσίας. Σήμερα περισσότερο από ποτέ ο αγώνας πρέπει να εμπεριέχει το πολιτικό ζήτημα και διάφοροι μας εγκαλούν ότι έτσι στενεύουμε τα όριά του.

Οι αντίπαλοί μας, αστοί και οπορτουνιστές, στους σχεδιασμούς τους, στην παρέμβασή τους μέσα σε κάθε αγώνα βάζουν στο σύνολό της τη στρατηγική τους. Αυτοί γιατί άραγε το κάνουν; Εμείς δεν θα το κάνουμε;

Αν δεν βάζουμε μέσα στους αγώνες την προοπτική του άλλου δρόμου ανάπτυξης, της οργάνωσης της κοινωνίας με επίκεντρο τις ανάγκες της εργατικής λαϊκής οικογένειας τότε συνεπάγεται ότι συμβάλλουμε στην απογοήτευση των εργατών, στο δυνάμωμα της λογικής της αναποτελεσματικότητας των αγώνων, περιορίζουμε τους αγώνες και την προοπτική τους στα μέτρα του συστήματος και όχι στα συμφέροντα και τις ανάγκες των εργατών, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Εχουμε αποκτήσει μεγάλη πείρα για να διαπράξουμε ένα τέτοιο λάθος.

Η συμμετοχή του ΚΚΕ σε μια αριστερή κυβέρνηση τι ζητήματα - προβλήματα θα έλυνε;

Θα έλυνε το ζήτημα της ανεργίας, των μισθών, της υγείας, της παιδείας κ.ά. Μα όσοι τα λέγανε αυτά, τώρα προσπαθούν να τα αποφύγουν γιατί ξέρουν ότι δεν υπάρχει γιατρειά στα πλαίσια του συστήματος. Τους γοητεύει μόνο ο στόχος της κυβερνητικής προοπτικής και όχι πως οι εργάτες θα πάρουν στα χέρια τους τον πλούτο που παράγουν. Αλλωστε η ιστορική πείρα αποδεικνύει ότι η συμμετοχή κομμουνιστικού κόμματος σε κυβερνητικά σχήματα δεν προώθησε αλλά απομάκρυνε έως και απέκλεισε την προοπτική που έχει ανάγκη η εργατική τάξη, το Σοσιαλισμό - Κομμουνισμό.

Με αποφασιστικότητα, αυτοθυσία και κομμουνιστική δράση μπορούμε και θα πετύχουμε τους στόχους μας. Το 19ο Συνέδριό μας με τις αποφάσεις του θα συμβάλλει σε αυτήν την κατεύθυνση.


Γιάννης Τασιούλας
Μέλος της ΚΕ, ΚΟΒ Οικοδόμων Ιλίου

Μερικές σκέψεις για το διάλογο

Για να βγάλουμε σωστά και αντικειμενικά συμπεράσματα για τον απολογισμό δράσης του Κόμματος, καθώς και τα καθήκοντα που μπαίνουν για το επόμενο διάστημα, το κύριο είναι να εξετάσουμε πώς τα πήγαμε στα μεγάλα καθοριστικά ζητήματα που πηγάζουν από το χαρακτήρα και την αποστολή του Κόμματός μας.

Είναι λάθος να κρίνουμε τη δουλειά μας με τα κριτήρια που προσπαθεί να μας επιβάλει ο αντίπαλος, ξένα προς το χαρακτήρα και τους σκοπούς του ΚΚΕ, που στόχο έχει να αλλάξουμε στρατηγική, να αρχίσουμε να παίζουμε και εμείς με σενάρια της αστικής τάξης. Ο ταξικός αντίπαλος μαζί με τον οπορτουνισμό δεν παραιτούνται από μια βασική επιδίωξή τους: Να οδηγήσουν το Κόμμα στην ενσωμάτωση, να μπούμε και εμείς στη λογική της διαχείρισης του συστήματος. Ενα τέτοιο μεταλλαγμένο ΚΚΕ θα ήταν άχρηστο για την εργατική τάξη. Πείρα ως προς τα προηγούμενα υπάρχει και από τη δράση του δικού μας Κόμματος που βρήκε τη δύναμη και άντεξε στην επίθεση της αντεπανάστασης πριν από 22 χρόνια, πείρα υπάρχει και από μεγάλες καπιταλιστικές χώρες της Δυτικής Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής, όπου τα Κομμουνιστικά Κόμματα μπήκαν στη λογική της διαχείρισης και ουσιαστικά εξαφανίστηκαν, σκόρπισαν.

Ορισμένοι σύντροφοι που πήραν μέρος στον προσυνεδριακό διάλογο μέσα από τις σελίδες του «Ριζοσπάστη», κινούνται με τη λογική ότι η πολιτική του ΚΚΕ είναι «σεχταριστική» και σ' αυτό οφείλονται οι καθυστερήσεις στη δουλειά μας, μαζί και το αρνητικό εκλογικό αποτέλεσμα.

Προσωπικά, πιστεύω οι σύντροφοι αυτοί είναι αποσπασμένοι από την πραγματική δράση του Κόμματος και τις εξελίξεις.

Επαναφέρουν για συζήτηση τη θέση της Ελλάδας στο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Διαφωνούν με τη θέση της ΚΕ ότι: «Στο πλαίσιο της ανισόμετρης ανάπτυξης η Ελλάδα, με στοιχεία υποχώρησης, παραμένει σε ενδιάμεση θέση στη διεθνή ιμπεριαλιστική πυραμίδα, με εξαρτήσεις απ' τις ΗΠΑ και την ΕΕ».

Στην πραγματικότητα, η διαφωνία αυτή συνδυάζεται με τη διαφωνία για το στρατηγικό στόχο, ότι προβάλλουμε σαν μοναδική λύση την εξουσία της εργατικής τάξης, το σοσιαλισμό.

Η Ελλάδα, έστω και από υποδεέστερη θέση, συμμετέχει στο ΝΑΤΟ, στην ΕΕ, παίρνει μέρος με στρατιωτικές δυνάμεις σε επεμβάσεις σε διάφορες χώρες. Η αστική τάξη της χώρας μας μπορεί να εκχωρεί κυριαρχικά δικαιώματα, αλλά ωφελήθηκε, έστω και σε καθεστώς ανισότιμων σχέσεων, από την ένταξη στην ΕΕ και τους άλλους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς. Αυτά παραγνωρίζονται, όπως παραγνωρίζεται το γεγονός ότι στη χώρα μας έχουν αναπτυχθεί μια σειρά μονοπωλιακοί όμιλοι. Τι είναι, ας πούμε, ο όμιλος της «Μαρφίν», του Μυτιληναίου, του Φιλίππου, του Δαυίδ, του Στασινόπουλου κ.λπ.; Σχεδόν σε όλους τους κλάδους υπάρχουν παρόμοιοι όμιλοι, που αυτοί κυριαρχούν και καθορίζουν τις εξελίξεις.

Ακόμα και στις συνθήκες βαθιάς και παρατεταμένης κρίσης, οι όμιλοι αυτοί πραγματοποιούν επενδύσεις σε διάφορες χώρες. Οχι μόνο στα Βαλκάνια, αλλά και σε χώρες της Δ. Ευρώπης και στις ΗΠΑ. Π.χ. ο όμιλος Φιλίππου έχει εργοστάσιο στις ΗΠΑ, εκεί φτιάχνει τώρα εργοστάσιο ο όμιλος Σαράντη («Ολυμπος»). Επειδή οι σύντροφοι επικαλούνται πολύ συχνά τον Λένιν, ξεχνούν ότι ιμπεριαλισμός = μονοπωλιακός καπιταλισμός. Μπορεί λοιπόν να παλεύεις τον ιμπεριαλισμό, την αλληλεξάρτηση, την ανισοτιμία, χωρίς να παλεύεις το μονοπώλιο, τις σχέσεις καπιταλιστικής ιδιοκτησίας;

Το γεγονός ότι στις συνθήκες της κρίσης, του σκληρού ανταγωνισμού θίγονται όχι μόνο μικροεπαγγελματίες, αλλά και μικροί και μεσαίοι επιχειρηματίες, κλείνουν επιχειρήσεις, τι σημαίνει αυτό; Μήπως θα 'πρεπε να πάμε μαζί τους; Με τις απόψεις αυτές, αν τις υιοθετούσε το Κόμμα, θα εγκαταλείπαμε το στρατηγικό μας στόχο για τη σοσιαλιστική επανάσταση, θα γυρίζαμε στην ξεπερασμένη θεωρία των μεταβατικών σταδίων.

Στη «σεχταριστική» γραμμή του Κόμματος αποδίδεται και το κακό εκλογικό αποτέλεσμα του περασμένου Ιούνη. Οχι δηλαδή στις «μακροχρόνιες αδυναμίες και καθυστερήσεις στη δουλειά του Κόμματος και πριν απ' όλα της ΚΕ, για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, την ενίσχυση της κοινωνικής συμμαχίας, την κομματική οικοδόμηση...», που ανάμεσα σε άλλα λένε οι Θέσεις, αλλά στη «στενή» γραμμή.

Πέρα όμως από αυτό, οι περισσότεροι από όσους θεωρούν σεχταριστική τη γραμμή μας, αποφεύγουν να τοποθετηθούν καθαρά στο κύριο ζήτημα που αντιμετώπισε το Κόμμα: Να δεχτεί τη συμμετοχή του σε «κυβέρνηση της αριστεράς» μαζί με τον ΣΥΡΙΖΑ. Η ΚΕ αρνήθηκε τη συμμετοχή του Κόμματος σε μια τέτοια «κυβέρνηση αστικής διαχείρισης της κρίσης». Γιατί δεν παίρνουν θέση; Τι προτείνουν; Θεωρούν θετικό, σημαντικό ότι το Κόμμα άντεξε και δεν έκανε πίσω στην αφόρητη πίεση που ασκήθηκε; Τσιμουδιά! Ορισμένοι περιορίζονται να πουν ότι δεν είχαμε καλό σχέδιο αντιμετώπισης του ΣΥΡΙΖΑ. Δηλαδή;

Η γνώμη μου είναι ότι όχι χωρίς αδυναμίες η ΚΕ και όλο το Κόμμα στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων απέναντι σ' αυτό το θεμελιακό ζήτημα, της συμμετοχής του Κόμματος σε κυβερνήσεις διαχείρισης και αυτό σωστά αναφέρεται ως «σημαντική παρακαταθήκη για το εργατικό και λαϊκό κίνημα». Οι σύντροφοι αυτοί διαφωνούν ακριβώς με αυτό. Στην πραγματικότητα, ασκούν πίεση που στοχεύει στην ανατροπή της στρατηγικής του Κόμματος. Θέλουν να μας τραβήξουν πίσω σε μια γραμμή που δεν είναι καθόλου καινούργια, που δοκιμάστηκε σε διάφορες συνθήκες και οδήγησε σε ολέθρια για το κομμουνιστικό κίνημα αποτελέσματα. Τις συνέπειες τις πληρώνουμε ακόμη.

Στις εκλογές είχαμε μεγάλες απώλειες. Και θα παιδευτούμε πολύ ώσπου να κλείσει το ρήγμα που άνοιξε στη σχέση μας με τα λαϊκά στρώματα, με τμήματα της εργατικής τάξης. Θα αντιμετωπίσουμε μεγάλες δυσκολίες γιατί «οι κοινοβουλευτικές αυταπάτες και η προσμονή φιλολαϊκής διεξόδου από μια αστική διακυβέρνηση παραμένουν κυρίαρχες στη μεγάλη πλειοψηφία του λαού, ισχυρές ακόμη και σ' ένα μέρος των ψηφοφόρων του Κόμματος».

Ομως, αν κάτω από την πίεση βάζαμε έστω και λίγο νερό στο κρασί μας, αν κάναμε κάποιο κόλπο ή ελιγμό, όπως λένε ορισμένοι, θα μας είχε καταπιεί το τσουνάμι των αυταπατών και των ψεύτικων ελπίδων, θα είχαμε διαχυθεί ουσιαστικά μέσα στο τεράστιο ρεύμα του ρεφορμισμού και του οπορτουνισμού. Τώρα υπάρχει ελπίδα. Η σταθερότητα του Κόμματος, πρώτ' απ' όλα της ΚΕ, είναι όρος για την ανάκαμψη του εργατικού και λαϊκού κινήματος.

Στη «σεχταριστική» γραμμή αποδίδονται και οι δυσκολίες για την αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων στο συνδικαλιστικό κίνημα. Μιλούν μάλιστα για μείωση του ΠΑΜΕ, πράγμα που διαψεύδεται από τα αποτελέσματα σε αρχαιρεσίες και συνέδρια.

Το ΠΑΜΕ, παρά το ότι βασικοί κλάδοι στους οποίους έχει τη δύναμή του (Οικοδόμοι, ΚΙΔΕ, Μέταλλο) χτυπήθηκαν από την κρίση, συγκρατεί και ενισχύει τις δυνάμεις του, τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο τομέα.

Ταυτόχρονα, έχουμε συνείδηση των αιτιών για την κακή κατάσταση του συνδικαλιστικού κινήματος και των υποκειμενικών αδυναμιών του Κόμματος που σημειώνονται στις Θέσεις, με κυριότερη την οικοδόμηση ΚΟΒ στα εργοστάσια και τις επιχειρήσεις.


Παναγιώτης Ηλιόπουλος
Μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ