ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 9 Οχτώβρη 1998
Σελ. /40
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Φιάσκο η αντιπληθωριστική πολιτική της κυβέρνησης

Η άνοδος του πληθωρισμού, από το 5% στο 5,2% το Σεπτέμβρη, αναστάτωσε το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, που αρνείται να δει ότι η ρίζα του κακού για την άνοδο των τιμών είναι τα υπερκέρδη των βιομηχανικών, εμπορικών και τραπεζικών επιχειρήσεων και εμμένει στη συμπίεση των λαϊκών εισοδημάτων

Σε μεγάλο φιάσκο εξελίσσεται η λεγόμενη αντιπληθωριστική εκστρατεία της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, με κύρια αιχμή αυτή την περίοδο τις λεγόμενες συμφωνίες κυρίων μεταξύ της κυβέρνησης και μερίδων του βιομηχανικού και εμπορικού κεφαλαίου, πολιτική η οποία, σύμφωνα με τις επίσημες διακηρύξεις, αποτελεί το βασικό στόχο της οικονομικής πολιτικής.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που δόθηκαν χτες στη δημοσιότητα, ο Γενικός Δείκτης Τιμών Καταναλωτή, την περίοδο Σεπτέμβρη '98/'97, παρουσίασε αύξηση 5,2%,έναντι αύξησης 5% που είχε παρουσιάσει τον προηγούμενο μήνα Αύγουστο. Η αύξηση μάλιστα του πληθωρισμού το Σεπτέμβρη θα ήταν ακόμα μεγαλύτερη, αν το υπουργείο Οικονομικών, όταν πήρε τα πρώτα αρνητικά μηνύματα, δεν είχε παρέμβει "πυροσβεστικά" να μειώσει το φόρο στις βενζίνες κατά 8 δραχμές το λίτρο, σε βάρος βέβαια των εσόδων του προϋπολογισμού.

Μεταξύ των δύο μηνών (Σεπτέμβρης προς Αύγουστο) ο τιμάριθμος παρουσίασε αύξηση 1,9%, έναντι αύξησης 1,7% που είχε παρουσιάσει την περίοδο 1997 προς 1996. Σε μέσα επίπεδα, τέλος (Γενάρης - Σεπτέμβρης 1998/1997) ο τιμάριθμος αυξήθηκε κατά 4,9% έναντι αύξησης 6,2% που είχε παρουσιάσει την αντίστοιχη περίοδο 1997 προς 1996.

Οι εξελίξεις αυτές αποκαλύπτουν το μέγεθος της αποτυχίας της πολιτικής της κυβέρνησης να ελέγξει τις τιμές, ενώ παράλληλα βοηθούν στην εξαγωγή ορισμένων βασικών συμπερασμάτων.

Το πρώτο συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι η διαφορά με το μέσο πληθωρισμό της Ευρωπαϊκής Ενωσης αυξάνει αντί να μειώνεται, γεγονός που σημαίνει ότι ο βασικός στόχος σύγκλισης στους δείχτες του πληθωρισμού γίνεται πλέον πολύ περισσότερο δύσκολος. Αν ο πληθωρισμός στο τέλος του 1998 διαμορφωθεί στο 5%, θα πρέπει μέσα στο 1999 να υπάρξει μία μείωση τιμών μεγαλύτερη από 3 ποσοστιαίες μονάδες, δεδομένου ότι ο πληθωρισμός των τριών χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης με τις καλύτερες επιδόσεις είναι σήμερα 0,7%.

Το δεύτερο συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι οι περιβόητες συμφωνίες κυρίων μεταξύ του υπουργείου Εμπορίου και διαφόρων κλάδων της βιομηχανίας και του εμπορίου για μειώσεις τιμών, τελικά, αποδεικνύονται και αναποτελεσματικές και υποκριτικές. Σε μία περίοδο που τα πλατιά λαϊκά στρώματα υποφέρουν από τις συνέπειες των πολιτικών λιτότητας, η κυβέρνηση άδραξε την ευκαιρία να παρουσιάσει ένα διαφορετικό προσωπείο. Αυτό του καλού διαχειριστή, που πιέζει τους εκπροσώπους του κεφαλαίου σε... αυτοπεριορισμό των κερδών του. Και πραγματικά, το μεγάλο πρόβλημα για τη μείωση των τιμών είναι σήμερα τα υψηλά ποσοστά κέρδους των βιομηχανικών και εμπορικών επιχειρήσεων, καθώς και των τραπεζών. Αυτό ήδη έχουν αναγκαστεί να το αναγνωρίσουν και οι κυβερνητικοί παράγοντες κάτω από την πίεση των πραγμάτων.

Η ίδια η κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι η διετής συμφωνία μεταξύ ΓΣΕΕ και ΣΕΒ για το ύψος των αυξήσεων των μισθών έχει "αντιπληθωριστικό χαρακτήρα". Οτι δηλαδή η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ συναίνεσε σε μία συμφωνία πραγματικής μείωσης των εισοδημάτων των εργαζομένων. Την ίδια περίοδο βασικά τιμολόγια των ΔΕΚΟ παραμένουν καθηλωμένα, οι έμμεσοι φόροι παραμένουν αμετάβλητοι ή και μειώνονται, οι τιμές των πρώτων υλών έχουν μειωθεί δραστικά, ενώ οι χρηματοοικονομικές δαπάνες των επιχειρήσεων (εξυπηρέτηση τραπεζικών δανείων) παρουσιάζουν επίσης τάσεις μείωσης. Παρ' όλα αυτά οι τιμές καταναλωτή δείχνουν μία αξιοθαύμαστη αντοχή στις πιέσεις για μείωση, γεγονός που αποδίδεται στην αδηφαγία του κεφαλαίου να διατηρήσει τα υψηλά επίπεδα κερδοφορίας του.

ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ
Μέρες αναστάτωσης και πανικού

Ακόμα 5,23% κάτω ο Γενικός Δείκτης Τιμών

Ωρες αναστάτωσης και πανικού φέρνει πλέον κάθε μέρα που ξημερώνει για την οδό Σοφοκλέους, όπου οι απώλειες του γενικού δείκτη ξεπερνούν ήδη τις 1.000 μονάδες από τα επίπεδα στα οποία βρισκόταν στα μέσα του Ιούλη. Χτες για μια ακόμα φορά η πτώση των τιμών ήταν γενική και αφορούσε τουλάχιστον 225 μετοχικούς τίτλους. Η πτώση του Γενικού Δείκτη έφτασε το υψηλότατο ποσοστό του 5,23% και έκλεισε στις 1.822,32 μονάδες, ενώ για τον κλάδο των τραπεζών το αντίστοιχο ποσοστό ήταν - 6,2%.

Ισως είναι από τις λίγες φορές που εμπλεκόμενοι παράγοντες με το Χρηματιστήριο της Αθήνας, δηλαδή τα στελέχη τραπεζών, χρηματοοικονομικών οργανισμών, εταιριών αμοιβαίων κεφαλαίων, αλλά και εκπρόσωποι των χρηματιστών, δεν αναλαμβάνουν να διατυπώσουν κάποια αισιόδοξη εκτίμηση για την από εδώ και πέρα πορεία των τιμών στην οδό Σοφοκλέους. Παρά ταύτα δε λείπουν και απόψεις αντικρουόμενες μεταξύ τους, οι οποίες όμως σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις υπαγορεύονται από σκοπιμότητες και στοχεύσεις που δεν είναι άσχετες με τα συμφέροντα αυτών που τις εκφράζουν. Ετσι, ενώ οι περισσότεροι σημειώνουν πως "το μόνο βέβαιο για το επόμενο χρονικό διάστημα είναι η... αβεβαιότητα", υπάρχουν και ορισμένοι που υποστηρίζουν πως "τα επίπεδα των τιμών έχουν διαμορφωθεί σε χαμηλά επίπεδα και ως εκ τούτου προσφέρονται για τοποθετήσεις". Η αλήθεια είναι ότι οι εξελίξεις στο Χρηματιστήριο της Αθήνας είναι ολοένα και περισσότερο εξαρτώμενες από την πορεία των ξένων χρηματαγορών, γεγονός που μάλλον υποδηλώνει ότι η ένταση και η αναστάτωση θα συνεχιστεί. Το κακό, όπως λένε στελέχη του Χρηματιστηρίου, είναι ότι η πτώση των τιμών και οι ζημιές που καταγράφονται δεν αφορούν μόνο τους περιβόητους "θεσμικούς επενδυτές", δηλαδή τους μονίμως κερδοσκοπούντες στις χρηματαγορές, αλλά και ένα μεγάλο αριθμό απλών πολιτών, οι οποίοι παγιδεύτηκαν από την κυβερνητική προπαγάνδα και τοποθέτησαν τις οικονομίες τους σε μετοχές.

Κατά τη χτεσινή συνεδρίαση μόνο 22 μετοχές βελτίωσαν την τιμή τους, ενώ σε χαμηλά επίπεδα κινήθηκε ο τζίρος που έφτασε τα 28,7 δισ. Ενδεικτικό του άσχημου κλίματος, αλλά και των παρεμβάσεων που γίνονται από "τα πάνω", είναι ότι ενώ ο τζίρος αφορά 251 μετοχές, συναλλαγές ύψους 6 δισ. δρχ. αφορούσαν μόνο τη διακίνηση των μετοχών του ΟΤΕ και της Εθνικής.

Νευρικότητα σημειώθηκε χτες και στην αγορά των ομολόγων, όπου ξένοι θεσμικοί επενδυτές, τράπεζες δηλαδή του εξωτερικού και άλλοι χρηματοοικονομικοί οργανισμοί, προχώρησαν σε μαζικές πωλήσεις ελληνικών τίτλων. Η Τράπεζα της Ελλάδος αναγκάστηκε να αγοράσει ομόλογα ύψους 46 δισεκατομμυρίων δραχμών, από τα οποία 22 αφορούσαν ομόλογα δεκαετούς διάρκειας.

ΠΡΑΤΗΡΙΟΥΧΟΙ ΥΓΡΩΝ ΚΑΥΣΙΜΩΝ - ΒΥΤΙΟΦΟΡΕΙΣ
Προετοιμάζονται για κινητοποιήσεις

Για κινητοποιήσεις, με αιχμή του δόρατος το πάγιο αίτημα για χορήγηση άδειας απόκτησης οκτάτονου βυτιοφόρου, ετοιμάζονται οι πρατηριούχοι με εισήγηση της Πανελλαδικής Ομοσπονδίας τους, απόφαση η οποία αναμένεται να ληφθεί μετά τις 15 του μήνα που μπαίνει στην αγορά και το πετρέλαιο θέρμανσης. Οπως είχε τονίσει ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Γ. Ηλιάδης και σε πρόσφατη συνέντευξη Τύπου, η ολιγωρία της κυβέρνησης να ικανοποιήσει το αίτημα αυτό του κλάδου στην πράξη εξυπηρετεί τις εταιρίες εμπορίας που διαθέτουν καύσιμα στους καταναλωτές με ιδιόκτητα βυτιοφόρα μεγαλύτερα των 4 τόνων που έχουν σήμερα οι πρατηριούχοι. Παράλληλα, οι εκπρόσωποι των πρατηριούχων έχουν καταγγείλει ότι το υπουργείο Μεταφορών είχε στο συρτάρι νομοθετική ρύθμιση με την οποία επιτρεπόταν η απόκτηση οκτάτονου βυτιοφόρου από τους βενζινοπώλες, που όμως το πήρε πίσω κάτω από την πίεση συγκεκριμένων συμφερόντων.

Από την άλλη μεριά, μετά την πρόσφατη κινητοποίηση των βυτιοφορέων της Β. Ελλάδας, για κινητοποιήσεις κάνουν λόγο και οι βυτιοφορείς της Αθήνας, διεκδικώντας τη χορήγηση άδειας δωδεκάτονου βυτιοφόρου. Οπως δηλώνουν εκπρόσωποί τους, ο κλάδος ετοιμάζεται σε πρώτη φάση για πορεία με τα οχήματα του κλάδου προς το υπουργείο Μεταφορών.

ΓΕΝΑΡΗΣ - ΙΟΥΛΗΣ 1998
Αυξήθηκε 1,3% ο όγκος λιανικών πωλήσεων

Αυξημένος κατά 1,3% εμφανίστηκε ο όγκος λιανικών πωλήσεων (δηλαδή ο τζίρος των καταστημάτων σε πραγματικές αποπληθωρισμένες τιμές) στο εφτάμηνο Γενάρη - Ιούλη 1998, σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα. Αυτό προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας Ελλάδας (ΕΣΥΕ) που δόθηκαν χτες στη δημοσιότητα. Η άνοδος του όγκου λιανικών πωλήσεων, οφείλεται στην αύξηση των πωλήσεων στα είδη διατροφής (2,5%), ένδυσης - υπόδησης (1,4%) και επίπλων και οικιακού εξοπλισμού (1,8%), ενώ ο δείκτης λοιπών ειδών παρουσίασε μείωση κατά 0,8%.

Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, μόνο κατά τον περασμένο Ιούλη ο τζίρος στο σύνολο της χώρας παρουσίασε αύξηση κατά 2,3%,λόγω της αύξησης που εμφάνισαν όλοι οι δείκτες.

Κατά το εφτάμηνο Γενάρη - Ιούλη 1998, στην περιφέρεια της πρωτεύουσας η λαϊκή κατανάλωσης παρουσίασε αύξηση 2,7% λόγω της αύξησης των δεικτών διατροφής (3,2%), ένδυσης - υπόδησης (2,6%), λοιπών ειδών (1,1%), ενώ μείωση κατά 1,4% εμφανίστηκε στο δείκτη επίπλων και οικιακού εξοπλισμού.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ