Συνεχίζονται επίσης οι παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου: Στη Νέα Σκηνή, με το έργο του Λουίτζι Πιραντέλο «Εξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα» (έως τις 18/5). Στο «Κοτοπούλη - Ρεξ» μέχρι τις 11/5 θα παίζεται «Η τρελή του Σαγιό» του Ζαν Αζιροντού. Και στο «Παιδικό Στέκι» «Ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες».
Συνεχίζονται και οι παραστάσεις στα εξής θέατρα: «Θέατρο Εξαρχείων» με το έργο του Νίκολας Ράιτ «Η κυρία Κλάιν». «Μουσούρη» από τις 30/4 - 18/5 με το επιτυχημένο «Proof». Το «Εμπορικόν» από 30/4 - 18/5 με την ελληνική σάτιρα «Οι τελευταίες μέρες της Πομπηίας». Επίσης: «Αθηναΐς» («Η κλασική συνταγή»), «Αθηνών» («Φλαντρό»), «Ανοιχτό» («Ορέστεια»), «Αρώνη» («www.hamlet.comedy.gr»), «Δίπυλον» («Με αφορμή τον Σαίξπηρ: λέγε με Ιουλιέτα»), «Ελεύθερη Εκφραση» («Η σονάτα του Σεληνόφωτος»). «Επί Κολωνώ» («Κοιμήσου γλυκό μου παιδάκι»), «Θέατρο Ημέρας» («Ματς»), «Κεφαλληνίας» («Ο Γλάρος»), «Νέο Ελληνικό Θέατρο» («Κασέτα»), «Πορεία» («Το δάσος»), «Σχεδία» («Τείχος»), «Τρένο στο Ρουφ» («Η ωραία θυμωμένη»).
Από τις 2-31/5 θα συνεχιστούν και οι παιδικές σκηνές στο θέατρο «Πειραιώς 131» με το έργο της Κάρμεν Ρουγγέρη «Αίσωπος! Κάτι θέλει να μας πει...» και στο θέατρο «Κιβωτός» με το έργο, επίσης της Κάρμεν Ρουγγέρη «Ερχεσαι μαζί μου; Το παραμύθι με τα παραμύθια».
Ο δημιουργός του θιάσου «Δόλιχος», Δημήτρης Τάρλοου, συνεχίζοντας τους ποιοτικούς στόχους του, επέλεξε -μεταφράζοντάς το, μάλιστα, εξαιρετικά ο ίδιος- «Το δάσος» του Ντέιβιντ Μάμετ. Εργο αντίθετο από τον κριτικό κοινωνικό ρεαλισμό άλλων έργων του Μάμετ, το οποίο αποτελεί ένα παράξενο κράμα αλληγορικού μυστικισμού, ποίησης και ψυχανάλυσης. Θέματά του η γενεσιουργός σχέση ανθρώπου και φύσης, η αποκοπή του σύγχρονου ανθρώπου, κυρίως του άνδρα, από τη φύση, οι συνέπειες του τρόμου του απέναντι στα στοιχεία μιας παρθένας φύσης στις ερωτικές του σχέσεις και στον ψυχισμό του και η ερημία του στη «ζούγκλα» των πόλεων. Μέσα στον υποβλητικό «υγρό» τόπο που δημιούργησε το θαυμάσιο σκηνικό του Αντώνη Δαγκλίδη, υπέροχα φωτισμένο από τον Λευτέρη Παυλόπουλο, η σκηνοθεσία του Γρηγόρη Καραντινάκη, με το ρεαλιστικό μέτρο και τη χαμηλόφωνη, ποιητική «μουσικότητά» της είχε σαν καθοδήγηση τις αψεγάδιαστες, ψυχογραφικής αλήθειας και απλότητας ερμηνείες της Ταμίλλα Κουλίεβα και του Δημήτρη Τάρλοου.
Οταν υπάρχει σκηνοθετικό ταλέντο, ακόμα και ένα μπουλβάρ μπορεί να μεταμορφωθεί σε έργο βαθύτερης δραματουργικής ουσίας. Αυτό συνέβη με τη σκηνοθεσία των «Ιδιωτικών ζωών» του Νόελ Κάουαρντ από τον Γιάννη Χουβαρδά. Ο Κάουαρντ, δεινός μάστορας του εμπορικού θεάτρου, έγραψε μια σπινθηροβόλα, με ελαφρές δόσεις κομψεπίκομψης ειρωνείας, αλλά και αρκετά φαρσικά στοιχεία, μια ερωτική κωμωδία, ταιριαστή στο βίο και στην «κουλτούρα» -και τη θεατρική- των Αγγλο-αμερικάνων αστών. Θέμα της ο θυελλώδης χωρισμός του πρωταγωνιστικού αντρόγυνου, ο δεύτερος, εκατέρωθεν γάμος τους με άλλα πρόσωπα και το επίσης θυελλώδες ξανασμίξιμό τους, καθώς ανακαλύπτουν ότι όσο κι αν μαλώνουν, παραμένουν ερωτευμένοι και δεν μπορούν να ζήσουν χώρια ο ένας από τον άλλο. Ο Γ. Χουβαρδάς, διαθέτοντας τη λεπταίσθητα πληθωρικού χιούμορ μετάφραση της Χριστίνας Μπάμπου - Παγκουρέλη και το λειτουργικό, μοντερνιστικής αισθητικής σκηνικό της Λίλης Πεζανού, έστησε μια άκρως ενδιαφέρουσα παράσταση. Με ευρηματικότητα, σαρκαστική διάθεση, παιγνιώδες χιούμορ, με κριτική αντίληψη για το είδος του μπουλβάρ, αξιοποίησε το ίδιο το έργο για να σχολιάσει το είδος και το κοσμοπολίτικο, ψευτοευδαιμονικό, εύπεπτο περιεχόμενό του, καθώς και την αποπλανητική αισθητική του εμπορευματικού αμερικάνικου θεάτρου. Ο σχολιασμός του υπήρξε εύστοχος, στέρεος, δραστικότατος και ταυτόχρονα απολαυστικός, καθώς στηρίχτηκε σε ερμηνείες ταλαντούχων ηθοποιών. Η Αννα Μάσχα δεν είναι απλώς μια ταλαντούχα νέα ηθοποιός. Είναι ασκημένο, εύστροφο, ευφυές, με νεύρο, μέτρο, αίσθηση του χιούμορ, προσωπικότητα, υποκριτικό «όργανο». Ηταν έξοχη στην, κατά Γ. Χουβαρδά, Αμάντα, έχοντας για ερωτικό αντίποδά της τον επίσης ταλαντούχο, ασκημένων μέσων, δοκιμασμένο επιτυχώς με δυσκολότερους ρόλους, εύπλαστο, «νευρώδη», απλό και αληθινό Ακύλλα Καραζήση. Ελπιδοφόρα θεατρικά δείχνει να είναι η νέα ηθοποιός, Ιωάννα Παππά. Διαθέτει υποκριτική αμεσότητα και φυσικότητα, σκηνικό «νεύρο» και αίσθηση του χιούμορ. Φωνητικά, όμως, χρειάζεται άσκηση, για να καταπολεμήσει τη μονότονα υψηλότονη οξύτητα της φωνής της. Ερμηνευτικά αρμόζων στο «δορυφορικό», μπαλαντέρ ρόλο του παρατημένου συζύγου ήταν ο Ιερώνυμος Καλετσάνος.