Ευρύτερες συναινέσεις, για να «περπατήσει» πιο αποτελεσματικά το πρόγραμμα της πλουτοκρατίας, επιδιώκει η «Δημοκρατική Συμμαχία», η ιδρυτική διακήρυξη της οποίας παρουσιάστηκε την Κυριακή
Μια απλή ματιά στην ιδρυτική διακήρυξη και την ομιλία της Ντ. Μπακογιάννη, η οποία διετέλεσε διαχρονικά υπουργός των κυβερνήσεων της ΝΔ, αρκεί για να καταδειχθεί ότι αποστολή του νέου κόμματος είναι: Να λανσάρει τις πλέον αντιδραστικές και βάρβαρες πολιτικές, που έχει από καιρό εγγράψει στο πρόγραμμά της η πλουτοκρατία και τα κόμματά της.
Φιλοδοξεί, παράλληλα, να παίξει ρόλο κόμματος που θα συμβάλει στην πιο άγρια επίθεση στα λαϊκά - εργασιακά δικαιώματα. Σαν μέσο για να συμβεί αυτό, η Ντ. Μπακογιάννη βλέπει τη διαμόρφωση ευρύτερων αντιλαϊκών συμμαχιών, ακόμα και σε κυβερνητικό επίπεδο, με τα άλλα αστικά κόμματα, όπως επανέλαβε και χτες, μετά την ενημέρωση που έκανε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για το νέο κόμμα.
Η ίδια, μιλώντας την Κυριακή στο Μπάντμιντον, είπε ότι «η Δημοκρατική Συμμαχία (σ.σ. είναι το όνομα του νέου κόμματος) έχει έναν ξεκάθαρο σκοπό: Να διαμορφώσει ένα σχέδιο σαρωτικών αλλαγών και μεταρρυθμίσεων στη λειτουργία του κράτους, στην οργάνωση της Πολιτείας, στις πολιτικές κοινωνικής συνοχής, στο μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης της χώρας μας».
Η Ντ. Μπακογιάννη φρόντισε να δώσει μια πλούσια γεύση των αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων που επαγγέλλεται, επικαλούμενη ότι «οι μεγάλες κρίσεις θέλουν μεγάλες ρήξεις». Μόνο που πρόκειται για ρήξεις κόντρα στα λαϊκά συμφέροντα και δικαιώματα. Διακήρυξε, πάντως, με περίσσιο κυνισμό ότι «πιστεύουμε ξεκάθαρα ότι πρέπει να στηριχθεί η επιχειρηματικότητα στην ελληνική οικονομία».
Με βάση τα παραπάνω, φυσικό επακόλουθο είναι να ζητά να σαρωθεί ό,τι έχει απομείνει από τα εργασιακά δικαιώματα, ενώ δε διστάζει να εκφράσει την μύχια επιδίωξη των καπιταλιστών να τελειώνουν με την οργανωμένη πάλη του λαού, όπως αυτή εκφράζεται μέσα και από τα συνδικάτα.
Ενα απάνθισμα από τις μεταρρυθμίσεις και αλλαγές που προτείνει η Ντ. Μπακογιάννη είναι το παρακάτω:
Στην κατεύθυνση αυτή, το νέο κόμμα είναι αποφασισμένο να κάνει ό,τι μπορεί, φιλοδοξώντας να διαδραματίσει ρόλο και σε κυβερνήσεις συνεργασίας. «Πιστεύουμε στην εθνική συνεννόηση και συνεργασία για να προχωρήσουν με ταχύτητα οι αλλαγές και οι μεταρρυθμίσεις», τόνισε η Ντ. Μπακογιάννη, διαπιστώνοντας ταυτόχρονα ότι η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ «αδυνατεί να προχωρήσει γρήγορα τις αναγκαίες αλλαγές».
Για παράδειγμα, την ίδια ώρα που η γερμανική κυβέρνηση κάνει την παραπάνω πρόταση, ο επικεφαλής της Deutshce Bank, Γιόζεφ Ακερμαν, δηλώνει ανήσυχος ότι η πολιτική της γερμανικής κυβέρνησης επιταχύνει το ντόμινο της κατάρρευσης οικονομιών, όπως της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας, της Ισπανίας, βάζοντας σε κίνδυνο πλέον και το γερμανικό τραπεζικό σύστημα, το οποίο - μαζί με τις βρετανικές τράπεζες - είναι «φορτωμένο» με περισσότερα από 240 δισ. ευρώ ιρλανδικά ομόλογα.
Οπως σημειώνει στην ανάλυση, «γερμανικές, γαλλικές, βρετανικές και ολλανδικές τράπεζες κουβαλάνε στα χαρτοφυλάκιά τους "τόνους" κρατικά ομόλογα της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Τι θα γίνει με όλα αυτά τα "χαρτιά" αν η πολιτική της κας Μέρκελ σπρώξει τις χώρες αυτές σε χρεοστάσιο ή οποιασδήποτε μορφής αναδιάρθρωση του χρέους τους;».
Ηδη στην ΕΕ έχουν αποφασίσει η χρεοκοπία να γίνει ελεγχόμενα, ώστε οι συνέπειες για τους καπιταλιστές να είναι όσο γίνεται λιγότερες. Μόνο που το ποιοι καπιταλιστές, ποιοι όμιλοι, θα βγουν λιγότερο χτυπημένοι από την κρίση έχει να κάνει και με τη διαχείριση του χρέους των υπερχρεωμένων κρατών.
Ολα τα παραπάνω αποκαλύπτουν τα αδιέξοδα της αστικής πολιτικής να διαχειριστούν την κρίση και τα χρέη. Αποκαλύπτουν την αδυναμία της προσπάθειας να ελέγξει την έκταση της απαξίωσης κεφαλαίου που χρειάζεται για να ξαναπάρει μπρος η καπιταλιστική οικονομία.
Ταυτόχρονα, οι αντιθέσεις ανάμεσα σε διαφορετικά τμήματα του κεφαλαίου εντός των κρατών διαπλέκονται με αντιθέσεις ανάμεσα στις υποδεέστερες και τις ισχυρές καπιταλιστικές οικονομίες της ΕΕ, αλλά και μεταξύ των ισχυρών κρατών εντός και εκτός ΕΕ, π.χ. αντιθέσεις ΗΠΑ - Γερμανίας. Αλλωστε, διαφορετικοί μονοπωλιακοί όμιλοι ενός κράτους διαπλέκονται με διαφορετικούς μονοπωλιακούς ομίλους άλλων κρατών, που επίσης εντός των κρατών τους έχουν οξύτατους ανταγωνισμούς, όπως π.χ. στη Γερμανία. Η κρίση αναδιατάσσει συμμαχίες, αναδεικνύει δε ότι οι αντιθέσεις είναι ακόμη πιο σύνθετες. Γι' αυτό οι ανταγωνισμοί για τη διαχείρισή της είναι οξύτατοι.