ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 12 Απρίλη 2025 - Κυριακή 13 Απρίλη 2025
Σελ. /40
9/6/1908 - 14/4/1986
Στην επέτειο θανάτου της Σιμόν Ντε Μπωβουάρ

Η αυλαία της ζωής της Σιμόν Ντε Μπωβουάρ έπεσε στις 14 Απρίλη του 1986. Μια ορμητική δύναμη τη σήκωσε από τη γη και την ανέβασε στον ουρανό.

Οταν την πρωτοσυνάντησα στο Παρίσι, λίγα χρόνια πριν τον θάνατό της, ήθελα να υποκλιθώ, όπως κάνω σε όσους θαυμάζω το έργο τους, τη μεγαλοφυΐα τους αλλά και την ανθρωπιά των απλών, ανώνυμων ανθρώπων.

Στην πρώτη μας συνάντηση στο σπίτι της, θαύμασα το βάθος και το γαλάζιο χρώμα των ματιών της και τα χέρια της. Θύμιζαν γλυπτό όπου είχε σκαλίσει τεχνίτης τη διαδρομή της ζωής της. Ηταν όμορφη. Μια ομορφιά μοναχική. Ηταν άλλοτε σιωπηλή. Λιγομίλητη. Μίλησε ελάχιστα για τη σχέση της με τον σύντροφό της, Σαρτρ.

Θυμήθηκε τα λόγια του: «Οσο πιο παράλογη είναι η ζωή, τόσο πιο ανυπόφορος είναι ο θάνατος».

* * *

Με εντυπωσίασε μια περιγραφή της από το ταξίδι της στη Βολιβία και ζήτησα την εμπειρία της όταν επισκέφτηκε τα ορυχεία του Ποτόζι.

«Θυμάμαι μια πομπή από Ινδιάνους που τους οδηγούσαν στα ορυχεία», μου είπε. «Ηταν δεμένος ο ένας με τον άλλο με κλοιούς περασμένους γύρω απ' τα κεφάλια τους και σημαδεμένοι στο μάγουλο μ' ένα C χαραγμένο με πυρωμένο σίδερο. Θα ήταν περίπου 500. Περπατούσαν παραπατώντας κι έμοιαζαν εξαντλημένοι. Οι Ισπανοί που τους πλαισίωναν τους έκαναν να προχωρούν με βουρδουλιές. Μια φορά πέθαναν 10.000 καθώς διέσχιζαν τις θερμές περιοχές. Οταν σωριάζονται από την κούραση στον δρόμο δεν τους λύνουν, τους κόβουν απλώς το κεφάλι.

Αυτό το βράδυ, για πρώτη φορά εδώ και πολύ καιρό, είδα καπνό ν' ανεβαίνει από τις καλύβες ενός χωριού. Καθισμένη στο κατώφλι του σπιτιού της, μια νεαρή Ινδιάνα νανούριζε το παιδί της τραγουδώντας. Στεφανωμένο με χιόνια και ξερνώντας φωτιά, το Ποτόζι ορθωνόταν πάνω από ένα οροπέδιο 4.000 μέτρων, οι πλαγιές του βουνού ήταν τρυπημένες από έναν δαίδαλο στοών, όπου εκμεταλλευόταν φλέβες ασημιού που έφταναν σε πάχος 500 οργιών.


Οι γυναίκες κυρίως υπέφεραν από την αρρώστια του μεγάλου υψόμετρου. Ολα τα παιδιά γεννιόντουσαν τυφλά και κουφά και πέθαιναν ύστερα από μερικές βδομάδες. Ενας μεμονωμένος εργάτης δεν μπορεί να μαζέψει κάποιο ποσό για να γυρίσει μια μέρα στο σπίτι του. Οι μόνοι που πλούτιζαν ήταν οι χοντροί επιχειρηματίες που έβαζαν να δουλεύουν για λογαριασμό τους κοπάδια Ινδιάνων.

Μέσα στις σκοτεινές στοές δούλευε ένας ολόκληρος λαός που δεν ήταν πια άνθρωποι, αλλά κάμπιες. Δεν είχαν ούτε σάρκα ούτε μέλη. Το σκούρο δέρμα τους κόλλαγε πάνω στα κόκαλά τους, που φαίνονταν εύθραυστα σαν ξερά ξύλα. Δεν είχαν πια βλέμμα. Οταν κάποιος απ' αυτούς τους μαύρους σκελετούς σωριαζόταν στη γη, τον χτυπούσαν με το μαστίγιο ή με σιδερένια ραβδιά. Αν δεν σηκωνόταν αρκετά γρήγορα, τον αποτελείωναν. Κανείς τους δεν ζούσε πάνω από τρία χρόνια.

Οι λαοί σάπιζαν μέσα στη φτώχεια και από την ύπαρξη φλεβών χρυσού πλούτιζαν οι ήδη πλούσιοι».

* * *

Ολη η ιστορία της ζωής της ξετυλιγόταν μπροστά στα μάτια μου από ενθύμια, βιβλία, έγγραφα, εικόνες, μνήμες.

Η Σιμόν Ντε Μπωβουάρ πίστευε ότι το πολιτικό σύστημα κάθε χώρας είναι συνδεδεμένο με την εξέλιξη και το μέλλον του γυναικείου πληθυσμού. Η κάθε χώρα, ανάλογα με τα μέτρα που παίρνει, προστατεύει την γυναίκα ή την καταπιέζει. Υποστήριζε ότι σε ένα σοσιαλιστικό καθεστώς η γυναίκα παίζει σημαντικό ρόλο στην κοινωνική παραγωγή και στην πολιτική ζωή. Επίσης, ένα μεγάλο ποσό ξοδεύεται για ιδρύματα που εξυπηρετούν τις εργαζόμενες μητέρες.

Ο φεμινιστικός αγώνας, έλεγε, είναι απαραίτητος για να μπορέσει η γυναίκα να γίνει ισότιμη με τον άνδρα. Είχε την άποψη ότι οι γυναικείες οργανώσεις βοηθούν και καθοδηγούν την γυναίκα στον αγώνα της. Είναι προτιμότερο να κατακτάς κάτι σαν σύνολο. Πρότεινε τη δημιουργία ειδικών επιτροπών ή συμβουλίων όπου η γυναίκα θα αναλύει το πρόβλημά της, θα κουβεντιάζει και θα παίρνει κάποια λύση.


Οι γυναικείες οργανώσεις οφείλουν να συνεργάζονται για να μπορούν πάνω σε μια κοινή πλατφόρμα να προβάλλουν τα αιτήματά τους και να παλεύουν για την ισοτιμία τους.

Οι γυναίκες κοιτάζουν το πρόσωπο της Ντε Μπωβουάρ και νιώθουν αισιοδοξία. Βλέπουν σ' αυτήν τη μαχητικότητα, την αυτοπεποίθηση, την αγωνιστική διάθεση, τη σκληρή ειλικρίνεια. Η εφηβική δροσιά φωτίζει πάντα τη ματιά της και τις ιδέες της.

Οταν την ρώτησα αν πιστεύει ότι μπορεί μια γυναίκα να καταξιωθεί μέσα από ένα αξίωμα, μου απάντησε:

«Δεν είναι εκεί το πρόβλημα. Μπορεί μια γυναίκα να φτάσει σε μια θέση επειδή δούλεψε εντατικά, επειδή έχει ικανότητες ή επειδή την βοήθησαν οι περιστάσεις. Ομως, από την καθημερινή ζωή της θα φανεί η αξία της. Από τη συνεργασία της με τους άλλους, από τον χαρακτήρα της. Δεν σημαίνει ότι επειδή έτυχε να έχει ένα μεγάλο πόστο, πρέπει να πει: Ξεχωρίζω, είμαι κάτι διαφορετικό».



Της
Εύας Νικολαϊδου
Δημοσιογράφου και συγγραφέα



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ