ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 25 Δεκέμβρη 1999 - Κυριακή 26 Δεκέμβρη 1999
Σελ. /48
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Κρατικός Προϋπολογισμός 2000
Στη μέγκενη της ΟΝΕ εργαζόμενοι - συνταξιούχοι
  • Ακόμα χειρότερη θα είναι η κατάσταση για τα λαϊκά στρώματα την επόμενη χρονιά. Αποκαλυπτικές πλευρές της οικονομικής πολιτικής, όπως εμφανίζεται από τα κονδύλια του Προϋπολογισμού
  • Συγκεκριμένες προτάσεις των κομμουνιστών για την ανακούφιση μισθωτών -συνταξιούχων

Παρά τα φτιασιδώματα που επιχείρησε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ μπροστά στις επικείμενες, το 2000, βουλευτικές εκλογές και ο προϋπολογισμός της επόμενης χρονιάς δεν είναι τίποτα άλλο παρά συνέχεια του προηγούμενου. Και αυτός - όπως και οι προηγούμενοι - εξυπηρετεί τα σχέδια της πλουτοκρατίας και επιδιώκει την παραπέρα αύξηση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων. Μέσα από τον προϋπολογισμό φαίνεται η επιδίωξη της κυβέρνησης να αφήσει καθηλωμένους τους μισθούς, τα ημερομίσθια και τις συντάξεις του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα.

Το 2,1% έως 2,9% που η κυβέρνηση δίνει σαν εισοδηματική πολιτική στο δημόσιο τομέα για το 2000, το οποίο όπως είναι γνωστό θα αποτελεί και «οδηγό» για το τι θα δώσουν οι εργοδότες στον ιδιωτικό τομέα, δε θα καλύπτει όχι τις απώλειες τον προηγούμενο χρόνο, αλλά ούτε τις απώλειες που θα έχουν οι εργαζόμενοι από τον πληθωρισμό του 2000.

Οι απώλειες που είχαν οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα και του δημοσίου τα τελευταία 9 χρόνια είναι, αντίστοιχα, πάνω από 20% και 25%.

Την ίδια στιγμή οι απώλειες που έχουν οι συνταξιούχοι τα χρόνια 1990-1999 είναι: Από τα 20 Ημερομίσθια Ανειδίκευτου Εργάτη (ΗΑΕ) που ήταν το 1990 η κατώτερη σύνταξη, έπεσε το 1999 στα 15,3 ΗΑΕ και η σύνταξη λόγω θανάτου από 18 ΗΑΕ που ήταν το 1990 έπεσε στα 13,8 ΗΑΕ το 1999. Και βέβαια το Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης το διαβόητο ΕΚΑΣ όχι μόνο δεν αναπληρώνει τις απώλειες, αφού χορηγείται μόνο σε μέρος των συνταξιούχων, αλλά επιπλέον είναι κι αυτό ακόμα ασταθές, αφού αποτελεί επίδομα και δεν ενσωματώνεται στη σύνταξη και έτσι ανά πάσα στιγμή μπορεί να «κοπεί».

Φυσικά αν υπολογιστούν οι απώλειες που είχαν οι εργαζόμενοι στα δώρα Χριστουγέννων - Πάσχα και στα διάφορα επιδόματα, αν υπολογιστούν αυτά που πλήρωσαν από τη μη τιμαριθμοποίηση του φορολογικού κλιμακίου, τότε αυτά που έχασαν είναι πολύ περισσότερα. Την ίδια ώρα τα κέρδη της πλουτοκρατίας αυξάνονται με αλματώδεις ρυθμούς: όσο μεγαλώνει η φτώχεια για τους εργαζόμενους, αντίστοιχα και περισσότερο αυξάνονται τα κέρδη της πλουτοκρατίας. Αποτέλεσμα της κυβερνητικής πολιτικής, το 25% του ελληνικού λαού να «ζει» κάτω από το όριο φτώχειας. Ιδιαίτερα άσχημη είναι η θέση των γυναικών.

Στην Εισηγητική Εκθεση του Προϋπολογισμού και στη Βουλή τη βδομάδα που πέρασε ακούστηκαν πολλά «ΘΑ» και γενικότητες προκειμένου να παρουσιαστεί ωραιοποιημένη η κυβερνητική πολιτική. Βέβαια παραλήφθηκε οποιαδήποτε αναφορά στους αντιασφαλιστικούς Νόμους, τους οποίους ψήφισε η κυβέρνηση της ΝΔ και υλοποιεί η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Είναι αναγκαίο, λοιπόν, να παρουσιαστούν τα αποτελέσματα της πολιτικής των κυβερνήσεων τόσο του ΠΑΣΟΚ, όσο και της ΝΔ.

Πάνω από 10 χρόνια - με τις κυβερνήσεις και του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ - ψηφίζονται συνεχώς αντιασφαλιστικοί Νόμοι στο όνομα δήθεν της «σωτηρίας της Κοινωνικής Ασφάλισης». Στην ουσία δε γίνεται τίποτα άλλο παρά να αφαιρούνται κατακτήσεις και δικαιώματα εργαζομένων και συνταξιούχων. Με το Ν. 1759/88 καταργήθηκαν οι προσωρινές συντάξεις αναπηρίας ΙΚΑ. Ακολούθησαν οι αντιασφαλιστικοί Νόμοι (Ν. 1902/90, Ν. 1976/91 και 2084/92) που επέφεραν δραματική μείωση στα κατώτερα όρια συντάξεων, μετέτρεψαν τις συντάξεις αναπηρίας σε βοηθήματα και κατάργησαν την αυτόματη αναπροσαρμογή των συντάξεων. Επίσης αύξησαν τα όρια συνταξιοδότησης, το χρόνο ασφάλισης και τις εισφορές, μείωσαν με διαφόρους τρόπους τις συντάξεις και επέβαλαν για τους νεοασφαλιζόμενους από 1-1-1993 ένα καθεστώς - «έκτρωμα», που προβλέπει μειωμένες συντάξεις κατά 50% σε σχέση μ' αυτές που καταβάλλονται σήμερα. Με τον αντεργατικό Ν. 2639/99 η σημερινή κυβέρνηση - με την καθοδήγηση του ΣΕΒ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης - επιχειρεί να ανατρέψει τις εργασιακές σχέσεις, επιδιώκοντας «επιστροφή» στις συνθήκες του περασμένου αιώνα. Ενώ με το Ν. 2676/99 μείωσε τις συντάξεις λόγω θανάτου κατά 50%.

Οι συνέπειες στους συνταξιούχους και τους εργαζόμενους από αυτές τις πολιτικές είναι πολύ βαριές. Εκτός πια και αν θεωρηθεί «κατάκτηση» η εκχώρηση της ακίνητης περιουσίας του ΙΚΑ για «αξιοποίηση» ή η εισαγωγή των αποθεματικών του ΙΚΑ στον τζόγο του Χρηματιστηρίου. `Η μήπως πρέπει να θεωρηθούν «επιτυχίες» οι εκατοντάδες χιλιάδες ανασφάλιστοι και τα βεβαιωθέντα χρέη των εργοδοτών προς τα ασφαλιστικά ταμεία τα οποία ανέρχονται σε εκατοντάδες δισ. δρχ. και μένουν ανείσπρακτα;

Η κυβέρνηση, όπως φαίνεται και από τον Προϋπολογισμό που κατέθεσε, θα συνεχίσει την αντεργατική της πολιτική, περικόπτοντας ακόμα περισσότερο τα κονδύλια για τις κοινωνικές δαπάνες, ασφάλιση, πρόνοια κ.τ.λ.

Ο Προϋπολογισμός δεν παρουσιάζει σ' όλη τους την έκταση τα αντιασφαλιστικά, αντεργατικά μέτρα που σκοπεύει να πάρει στο όνομα δήθεν της σωτηρίας του ασφαλιστικού συστήματος. Πέρα από την παραπέρα μείωση των κονδυλίων για την κοινωνική ασφάλιση, σκοπεύει να αυξήσει παραπέρα το όριο ηλικίας για τη συνταξιοδότηση, να μειώσει και άλλο τις εργοδοτικές εισφορές, να καταργήσει την κατηγορία ασφαλισμένων στα βαριά και ανθυγιεινά επαγγέλματα, να μειώσει και άλλο τις συντάξεις.

Τα προηγούμενα χρόνια η θέση των εργαζομένων και στον ιδιωτικό και στο δημόσιο τομέα και των συνταξιούχων χειροτέρεψε. Σε μόνιμη βάση οι εργαζόμενοι βρίσκονται ανάμεσα στις δαγκάνες της λιτότητας της κάθε φορά κυβερνητικής πολιτικής, που πότε με τη μία και πότε με την άλλη δικαιολογία αφαιρούν εισόδημα από τους εργαζόμενους και συνταξιούχους και το «μεταφέρουν» στους καπιταλιστές για να αυξήσουν τα κέρδη τους. Το εθνικό εισόδημα με τη δουλιά των εργαζομένων αυξάνεται, η πίτα μεγαλώνει, αλλά το μερίδιο των εργαζομένων όλο και γίνεται μικρότερο. Η δήλωση του Κ. Σημίτη ότι δημιουργούμε πλούτο και τον μοιράζουμε, μόνο σαν εμπαιγμό προς τους εργαζόμενους, συνταξιούχους και νεολαία μπορεί να χαρακτηριστεί. Σαν αποτέλεσμα της αντιλαϊκής πολιτικής της λιτότητας και του άδικου φορολογικού συστήματος, τα κέρδη των καπιταλιστών, ακόμα και με βάση τα στοιχεία που οι ίδιοι παρουσιάζουν στους ισολογισμούς τους, αυξάνονται αλματώδικα χρόνο με το χρόνο.

Προτάσεις ανακούφισης

Παίρνοντας υπόψη τις ανάγκες των εργαζομένων το ΚΚΕ προβάλλει την ανάγκη το κατώτατο μεροκάματο να αυξηθεί στις 10.000 δρχ., ο κατώτατος μισθός στις 250.000 δρχ. και η κατώτερη σύνταξη να καθοριστεί στα 20 ημερομίσθια της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ), δηλαδή στις 200.000 δρχ. Οι συντάξεις λόγω θανάτου να καθοριστούν στα 18 ΗΑΕ. Οι συντάξεις των δημοσίων υπαλλήλων να καθοριστούν στο 80% των εν ενεργεία αποδοχών τους. Επιπλέον:

  • Πέρα από τα κατώτατα όρια πρέπει να εξασφαλίζονται στους εργαζόμενους αυξημένα ποσά σύνταξης, ανάλογα με το χρόνο ασφάλισης και τις συνεισφορές τους στην ασφάλιση.
  • Οι εργαζόμενοι να συνταξιοδοτούνται οι άνδρες στα 60 χρόνια τους και οι γυναίκες στα 55. Για τα βαριά και ανθυγιεινά οι άνδρες στα 55 και οι γυναίκες στα 50 χρόνια.
  • Με 35 χρόνια ασφάλιση ή 10.500 ημέρες ασφάλισης να δίνεται κύρια σύνταξη ίση με το 80% των αποδοχών. Η σημερινή κατάσταση να «ζουν» με συντάξεις από 50.000 έως 115.000 δρχ. πάνω από 500 χιλιάδες συνταξιούχοι πρέπει να σταματήσει γιατί είναι απαράδεκτη.
  • Να εξασφαλιστούν τα συνταξιοδοτικά και ασφαλιστικά δικαιώματα των γυναικών που εργάζονται με ευέλικτες μορφές εργασίας, με ανάλογα μισθολογικά και κοινωνικά δικαιώματα, όπως στην πλήρη απασχόληση.
  • Για όσους δε συμπληρώνουν τον ελάχιστο χρόνο συνταξιοδότησης, να καθιερωθεί ο θεσμός της «κοινωνικής σύνταξης» για την αντιμετώπιση των στοιχειωδών αναγκών τους. Αυτή πρέπει να στηρίζεται σε κρατικούς πόρους και να δίνεται από κρατικό φορέα.

Χρόνο με το χρόνο τα χρήματα που δίνονται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό είναι όλο και λιγότερα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ το 1992 αντιστοιχούσε στο 37% των εσόδων του ΙΚΑ, το 1997 έπεσε στο 20%, το 1998 στο 17%, το 1999, ενώ είχαν προβλεφτεί να δοθούν 208 δισ. δρχ. δόθηκαν τελικά μόνο 188 δισ. δρχ. Είναι λογικό λοιπόν να αμφιβάλει κανείς ότι θα δοθούν και τα 208 δισ. δρχ. που προβλέπει ο νέος Προϋπολογισμός σαν επιχορήγηση προς το ΙΚΑ για το 2000. Συνεπώς, είναι φανερό ότι με τον Προϋπολογισμό του 2000 στο ΙΚΑ ποσοστιαία δίνονται λιγότερα χρήματα. Εκτός αν η κυβέρνηση υπολογίσει σαν βάση σύγκρισης το σχετικό κονδύλι του 1999 - το οποίο περιέκοψε άγρια - και έτσι να φανεί μια μεγάλη «αύξηση». Ομως με αλχημείες τα προβλήματα δε λύνονται. Επιπλέον το χρέος από εισφορές προς το ΙΚΑ, που έπρεπε να καλύψει η κυβέρνηση για τους νεοεισερχόμενους στην παραγωγή, είναι 140 δισ. δρχ. και η διοίκηση του ΙΚΑ (προφανώς σε συνεννόηση με την κυβέρνηση) ζητά τα 68 δισ. δρχ., την ίδια ώρα που υποκριτικά δήθεν ενδιαφέρεται για τα έσοδα του ΙΚΑ. Και με αυτή τη δικαιολογία βάζει στον τζόγο του Χρηματιστηρίου τα αποθεματικά του Ιδρύματος.

Να καταργηθούν όλοι οι αντιασφαλιστικοί νόμοι και διατάξεις, όπως οι Ν. 1759/88, Ν. 1902/90, Ν. 1976/91, Ν. 2084/92, Ν. 2639/99 και Ν. 2676/99.

Θεσμικά αιτήματα

Παράλληλα, οι κομμουνιστές προτείνουν την προώθηση και σειράς θεσμικών μέτρων όπως:

  • Καθιέρωση του 35ωρου με νομοθετική ρύθμιση και γενικευμένη εφαρμογή (7ώρες την ημέρα, 5 μέρες τη βδομάδα), με πλήρη ασφαλιστική κάλυψη και με βελτίωση των αποδοχών.
  • Να διευρυνθούν τα βαριά και ανθυγιεινά σε τομείς και κλάδους όπως κλωστοϋφαντουργία, ιματισμός, δέρμα, φάρμακο, νοσηλεύτριες, ιπτάμενες, χειριστές computers και απασχολούμενοι σε μηχανήματα που εκπέμπουν ακτινοβολία.
  • Να χορηγείται η άδεια φροντίδας μελών πρώτου βαθμού συγγένειας της οικογένειας και γονική άδεια μέχρι ενός έτους στη μητέρα ή στον πατέρα και με καταβολή του 80% των αποδοχών. Για τη γονική άδεια δύο χρόνων να καταβάλλεται το 50% των αποδοχών.

Η ανεργία αυξάνεται ραγδαία χρόνο με το χρόνο, κυρίως ανάμεσα στους νέους και τις γυναίκες. Η πολιτική της κυβέρνησης έχει σαν αποτέλεσμα οι άνεργοι να ξεπεράσουν τις 500 χιλιάδες ή το 13% περίπου του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, με τάση συνεχούς αύξησης. Να επισημανθεί ότι το 60,7% των ανέργων είναι γυναίκες, ενώ αυτό το ποσοστό στους ανέργους μακράς διαρκείας ανεβαίνει στο 72,0%. Από το σύνολο των ανέργων επιδοτείται μόνο ένας στους τέσσερις. Οι προϋποθέσεις και η διάρκεια της επιδότησης, καθώς και το ύψος των επιδομάτων δεν ανταποκρίνονται σε καμία περίπτωση στην οφειλόμενη κοινωνική αλληλεγγύη και στις ανάγκες των ανέργων και των οικογενειών τους. Η κυβέρνηση αντί να πάρει δραστικά μέτρα για τη βελτίωση της θέσης των ανέργων με το κόλπο της επιδότησης της εργασίας όχι της ανεργίας, προχωρά στην επιδότηση των καπιταλιστών, με δισεκατομμύρια του ΟΑΕΔ, για υποτιθέμενες θέσεις εργασίας που θα φτιάξουν, αντί να δώσει τα χρήματα για την επιδότηση ανέργων. Το ΚΚΕ για τους ανέργους ζητά:

  • Να αυξηθεί το επίδομα ανεργίας στο 80% της ΕΓΣΣΕ.
  • Η διάρκεια της επιδότησης να είναι όσο διαρκεί η ανεργία.
  • Επιδότηση και των νέων ανέργων που πρωτομπαίνουν στην παραγωγή, ζητούν δουλιά και δε βρίσκουν.
  • Ιατροφαρμακευτική κάλυψη όλων των ανέργων.

Κ. Ο.

Τρίτο Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης
Τρισεκατομμύρια στο βωμό του μεγάλου κεφαλαίου

 Στο κενό η κυβερνητική δημαγωγία για τον πακτωλό που έρχεται από την ΕΕ. Οι εμπειρίες από τα προηγούμενα «κοινοτικά πλαίσια στήριξης» δεν επιτρέπουν περιθώρια παρερμηνειών για το ρόλο που καλούνται να παίξουν αυτά τα κονδύλια

Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ παρέδωσε στις Βρυξέλλες πριν από 20 περίπου μέρες τις προτάσεις της για το νέο Σχέδιο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΣΠΑ) για την περίοδο 2000 - 2006. Από τη στιγμή που θα εγκριθεί από την Κοινότητα, μετονομάζεται σε νέο Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης, το τρίτο κατά σειρά, μετά από τα δύο (ΚΠΣ) που εφαρμόστηκαν στη δεκαετία του '90.

Ηδη η κυβερνητική προπαγάνδα έχει αρχίσει να αξιοποιεί στην επιχειρηματολογία της το νέο πακτωλό των δεκάδων τρισεκατομμυρίων (γίνεται λόγος για 15,2 τρισ. δρχ. με την προσθήκη και της ιδιωτικής συμμετοχής) που θα... «εισρεύσουν» στη χώρα μας, επιχείρημα και διαφημιστικό τρυκ που θα γίνεται περισσότερο έντονο, όσο πλησιάζει η ημερομηνία των εκλογών, όποτε κι αν αυτές γίνουν μέσα στο 2000. Στην κατεύθυνση αυτή, ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας μίλησε πρόσφατα για «αναπτυξιακή έκρηξη», για ρυθμούς ανάπτυξης 4 - 5%, για «πραγματική σύγκλιση» των μέσων εισοδημάτων Ελλάδας - Ευρωπαϊκής Ενωσης και άλλα παρόμοια διθυραμβικά.

Σειρήνες αποπροσανατολισμού

Οι Ελληνες εργαζόμενοι έχουν βέβαια προσωπική πείρα από τα διάφορα κοινοτικά προγράμματα «οικονομικής στήριξης» και η πείρα αυτή είναι ο καλύτερος σύμβουλος, ώστε να μην εξαπατηθούν από τις κυβερνητικές Σειρήνες. Η εφαρμογή των δύο προηγούμενων περιφερειακών σχεδίων, που κάλυψαν τις περιόδους 1990 - 1993 και 1994 - 1999, έρχεται να επιβεβαιώσει ότι τα συγκεκριμένα σχέδια δεν έρχονται να συνεισφέρουν στην «εθνική» ανάπτυξη, αλλά να εξυπηρετήσουν πολύ συγκεκριμένα ταξικά συμφέροντα. Αυτά του μεγάλου κεφαλαίου, που τη δεκαετία του '90 ουσιαστικά καρπώθηκε τα οφέλη των κοινοτικών ενισχύσεων. Η επιταχυνόμενη συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου στη μεταποίηση, στον κατασκευαστικό τομέα, στην αγροτική παραγωγή κλπ., η υψηλή κερδοφορία των επιχειρήσεων και των τραπεζών, συμβαδίζουν και με την εξάρθρωση του παραγωγικού τμήματος του δημόσιου τομέα με τις σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις.

Αντίθετα, τα αποτελέσματα για τους εργαζόμενους και τα φτωχά μικρομεσαία στρώματα είναι εμφανώς αρνητικά. Καθήλωση των εισοδημάτων, άνοδος της ανεργίας (σε μία εποχή, κατά την κυβέρνηση, σημαντικής αύξησης του παραγόμενου πλούτου), ξεκλήρισμα των αγροτικών νοικοκυριών, ορισμένα μόνο από τα αποτελέσματα της ακολουθούμενης οικονομικής πολιτικής.

Ταξικές επιδιώξεις

Το Γ` ΚΠΣ, μπορούμε να πούμε ότι αποτελεί συνέχεια των σκοπών και επιδιώξεων του δεύτερου και από την άποψη αυτή οι ταξικοί προσανατολισμοί του είναι αρκετά ευδιάκριτοι. Η σημαντικότερη διαφοροποίηση των δύο «πακέτων» είναι η προσθήκη στο τωρινό της παραπλανητικά επονομαζόμενης από τους αστούς «ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΣ», με συνολικά κονδύλια 780 δισ. δρχ. Κονδύλια για τα... μάτια των οποίων κυριολεκτικά σφάζονται παλικάρια, ή, αν όχι παλικάρια, ευυπόληπτοι επιχειρηματίες. Στην κατεύθυνση αυτή - της λεηλασίας δηλαδή των σχετικών κεφαλαίων - κινούνται οι «μεγάλοι» του χώρου της πληροφορικής να εξαγοράσουν μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις πληροφορικής με αξιόλογη παρουσία στην αγορά (η «Σίγκιουλαρ» εξαγοράστηκε από τη «Δέλτα Πληροφορική» της Πίστεως, η ΙΝΦΟΡΜ ΛΥΚΟΣ εξαγόρασε μια σειρά ομοιοειδείς εταιρίες κλπ.). Ακούγεται επίσης ότι τα δισεκατομμύρια αυτά είναι και η αιτία της διαμάχης Κόκκαλη - Λαμπράκη, μετά την απόφαση του τελευταίου να ανοιχτεί σε χωράφια που μέχρι σήμερα τουλάχιστον θεωρούνται αποκλειστική ιδιοκτησία του πρώτου.

Οσο για τα μεγάλα «πακέτα» του Γ` ΚΠΣ, κατ' αρχάς τη μερίδα του λέοντος, από το ποσό 12 τρισ. δρχ. (κοινοτική και ελληνική χρηματοδότηση των έργων που μαζί με τα κεφάλαια των ιδιωτών προβλέπεται να ανέλθουν σε 15,2 τρισ. δρχ.) θα την αποσπάσουν και πάλι τα έργα υποδομής (αυτοκινητόδρομοι, λιμάνια, αεροδρόμια, σιδηρόδρομος). Για τον τομέα των ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ έχει προγραμματιστεί να διατεθεί το ποσό των 4,74 τρισ. δρχ., από τα οποία τα 3,47 τρισ. θα τα διαχειριστεί το ΥΠΕΧΩΔΕ (ο κ. Λαλιώτης ή όποιος τον διαδεχτεί γίνεται και πάλι ο βασικός ρυθμιστής) και τα υπόλοιπα 1,27 τρισ. δρχ. το υπουργείο Μεταφορών.

Στην πρώτη γραμμή της μοιρασιάς και πάλι το γνωστό κύκλωμα των μεγαλοκατασκευαστών (Μπόμπολας, Εμφιετζόγλου, Αλαμανής, Αρφάνης, ορισμένοι από τους πιο επιφανείς εκπροσώπους τους), οι οποίοι όμως πλαισιώνονται και από τραπεζικούς ομίλους. Η εξέλιξη αυτή της συμμαχίας των κατασκευαστικών - τραπεζικών ομίλων έγινε ιδιαίτερα ευδιάκριτη στο Β` ΚΠΣ, όπου οι τραπεζίτες, μη θέλοντας να μείνουν απ' έξω από τα... μεγαλόπνοα σχέδια ανάπλασης της Ελλάδας, έδειξαν ενδιαφέρον σε συμμετοχή τους στα χρηματοδοτικά σχήματα. Οσο για το ερώτημα αν η σημερινή κυβέρνηση «μοιράζει» διάφορα πακέτα του Γ` ΚΠΣ, οι ίδιοι οι κυβερνητικοί παράγοντες δε διστάζουν να ομολογήσουν ότι η μεγάλη «μοιρασιά» έγινε εδώ και αρκετά χρόνια, με τη δημιουργία των 40 κατασκευαστικών εταιριών Η` τάξης, οι οποίες και αποσπούν τις μεγάλες δουλιές.

Γνωστή επίσης είναι και η απάντηση στο ερώτημα γιατί τόσο βάρος στα έργα υποδομής. Ολος ο επιχειρούμενος «εκσυγχρονισμός» των έργων υποδομής στόχο έχει τη μετατροπή της Ελλάδας σε ένα αβύθιστο - οικονομικό - αεροπλανοφόρο, μία εκτεταμένη βάση ΑΒΙΑΝΟ, που θα χρησιμοποιηθεί για την εισβολή (οικονομική και στρατιωτική) του δυτικού κεφαλαίου στις εύφλεκτες περιοχές της Βαλκανικής, του Εύξεινου Πόντου και του... Καυκάσου. Και μία τελευταία παρατήρηση. Ολα τα έργα υποδομών, μεγάλα, μεσαία και μικρά, οδεύουν προς ιδιωτικοποίηση. Αυτοκινητόδρομοι, λιμάνια, «Ολυμπιακή», σιδηρόδρομος έχουν προγραφεί να καταλήξουν σε ιδιώτες.

Ο δεύτερος κατά τάξη οικονομικού μεγέθους είναι ο τομέας «ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ» με 2,05 τρισ. δραχμές. Από αυτά τα 1,1 τρισ. δρχ. θα διατεθούν για την ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ και τα 950 δισ. δρχ για την ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ - ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ, υπό την υψηλή εποπτεία του υπουργείου Εργασίας.

Αυτό αποδεικνύει το ενδιαφέρον της ελληνικής κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής Ενωσης για τους εργαζόμενους, ισχυρίζονται οι κυβερνητικοί παράγοντες και όχι μόνο. Η διάθεση των 2 τρισ. δρχ. για τους σκοπούς που θα τα χρησιμοποιήσουν μάλλον δείχνει το ακριβώς αντίθετο. Οτι δηλαδή θα χρησιμοποιηθούν σαν ασπιρίνες για να καταπραΰνουν τους πόνους του εργατικού υπερπληθυσμού, του πλεονάσματος των «προικισμένων με συνείδηση εργαλείων δουλιάς», που μοιραία δημιουργεί η καπιταλιστική συσσώρευση. Είναι τα καταπραϋντικά χάπια που θα δοθούν στους εκατοντάδες χιλιάδες «απασχολήσιμους», οι οποίοι πετιούνται στο περιθώριο της καπιταλιστικής παραγωγικής διαδικασίας. Και τα μηνύματα από το μέτωπο των ανέργων είναι πολύ ανησυχητικά. Η κυβέρνηση Σημίτη μπορεί να επαίρεται ότι επί των ημερών της η ανεργία στην Ελλάδα ξεπέρασε τον κοινοτικό μέσο όρο και σύμφωνα πάντα με τα κυβερνητικά στοιχεία οι άνεργοι ξεπερνούν σήμερα τους 500.000, ή το 10,8% του ενεργού πληθυσμού (στοιχεία βέβαια που αμφισβητούνται έντονα).

Τα ίδια περίπου ισχύουν για το πρόγραμμα ΓΕΩΡΓΙΑ - ΑΛΙΕΙΑ που προβλέπεται να απορροφήσει 1,35 τρισ. δρχ. Τα αποτελέσματα της καπιταλιστικής διαφοροποίησης στον πρωτογενή τομέα είναι σήμερα αρκετά έντονα. Μια μειοψηφία αγροτικών καπιταλιστικών εκμεταλλεύσεων επεκτείνουν συνεχώς τα πλοκάμια τους, συγκεντρώνοντας την παραγωγή και τη γη. Από την άλλη πλευρά η μεγάλη πλειοψηφία των μικρών αγροτικών εκμεταλλεύσεων, κάτω από ένα συνεχιζόμενο δυσμενές περιβάλλον (χαμηλές τιμές αγροτικών προϊόντων, τραπεζικός δανεισμός, υψηλές τιμές φυτοφαρμάκων, λιπασμάτων, γεωργικών μηχανημάτων) οδηγείται με μαθηματική ακρίβεια σε ξεκλήρισμα και στη βίαιη προλεταριοποίηση. Στην κατεύθυνση αυτή συνέβαλε αποφασιστικά και ο μηχανισμός κοινοτικής χρηματοδότησης, καθώς οι μεγάλοι ευνοημένοι είναι οι μεγαλοαγρότες και οι επιχειρήσεις μεταποίησης αγροτικών προϊόντων.


Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ

Ιδού ποιοι δεν πληρώνουν φόρους

Ιδιαίτερα ενδιαφέροντα είναι τα στοιχεία για τη φορολογία των εισοδημάτων. Μπορεί να αποτελεί κοινό τόπο ότι τα μόνιμα υποζύγια του φορολογικού συστήματος είναι οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι, ωστόσο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα στοιχεία που αναφέρονται στη... μη φορολόγηση του κεφαλαίου.

Το μεγάλο κεφάλαιο όχι μόνο έχει ανεξάντλητους τρόπους να κρύβει τα κέρδη του και να φοροδιαφεύγει, αλλά και όταν δηλώνει κάποια απ' αυτά, δε δείχνει καμιά προθυμία να πληρώσει τους φόρους που του αναλογούν ή οποιαδήποτε άλλη οικονομική υποχρέωσή του προς τις ΔΟΥ. Το συμπέρασμα προκύπτει αβίαστα ακόμα και από τα επίσημα στοιχεία. Ετσι, σε περισσότερα από 1,8 τρισ. δρχ. φτάνουν τα ποσά που βεβαιώθηκαν, αλλά δεν εισπράχτηκαν από τις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (ΔΟΥ) όλης της χώρας, σύμφωνα με τα στοιχεία του Απολογισμού του οικονομικού έτους 1998. Ειδικότερα τα ποσά που βεβαιώθηκαν έφτασαν τα 23.218,6 δισ. δρχ., τα ποσά που εισπράχτηκαν έφτασαν τα 21.378,0 δισ. δρχ. και το εισπρακτέο υπόλοιπο τα 1.840,6 δισ. δρχ. ή το 7,9% των βεβαιωθέντων εσόδων.

Ομως σε τέσσερις μόνο ΔΟΥ το εισπρακτέο υπόλοιπο έφτασε τα 666,7 δισ. δρχ. ή το 36,2% του συνόλου. Αυτές οι συγκεκριμένες ΔΟΥ κάθε άλλο παρά τυχαίες είναι. Πρόκειται για:

  • τη ΔΟΥ Φορολογίας Ανωνύμων Βιομηχανικών Εταιριών (ΦΑΒΕ) Αθηνών, όπου το εισπρακτέο υπόλοιπο έφτασε στα 332,6 δισ. δρχ. (ή στο 30,8% των βεβαιωθέντων εσόδων)
  • τη ΔΟΥ Φορολογίας Ανωνύμων Εμπορικών Εταιριών (ΦΑΕΕ) Αθηνών, όπου το εισπρακτέο υπόλοιπο έφτασε στα 216,7 δισ. δρχ. (ή στο 11,1% των βεβαιωθέντων εσόδων)
  • τη ΔΟΥ Φορολογίας Ανωνύμων Εταιριών (ΦΑΕ) Πειραιά, όπου το εισπρακτέο υπόλοιπο έφτασε στα 65,8 δισ. δρχ. (ή στο 17,7% των βεβαιωθέντων εσόδων)
  • τη ΔΟΥ Φορολογίας Ανωνύμων Εταιριών (ΦΑΕ) Θεσσαλονίκης, όπου το εισπρακτέο υπόλοιπο έφτασε στα 51,6 δισ. δρχ. (ή στο 22,2% των βεβαιωθέντων εσόδων).

Το 1998 δεν αποτελεί κάποια εξαίρεση. Λ.χ. το εισπρακτέο υπόλοιπο σ' αυτές τις ΔΟΥ το 1996 έφτασε στα 546,2 δισ. δρχ., το 1997 στα 603,4 δισ. δρχ. και το 1998 -όπως επισημάνθηκε ήδη- στα 666,7 δισ. δρχ.

Εξάλλου είναι χαρακτηριστικές και οι περιπτώσεις ορισμένων άλλων «ειδικών» ΔΟΥ Πρόκειται για τις ΔΟΥ Κεφαλαίου, όπου -παρόλο που τα ποσά είναι αρκετά μικρότερα από τις προαναφερθείσες ΔΟΥ- το ποσοστό του εισπρακτέου υπολοίπου είναι πολύ υψηλό: από 29,2% στη ΔΟΥ Κεφαλαίου Θεσσαλονίκης, μέχρι 52,4% στη ΔΟΥ Α' Κεφαλαίου Αθήνας.

Ετσι, την ώρα που οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι δεν μπορούν να κρύψουν -ακόμα κι αν το επιδίωκαν- ούτε μία δραχμή από την Εφορία και που οι βιοτέχνες, οι επαγγελματίες και οι μικροέμποροι μπαίνουν στο στόχαστρο των διωκτικών φορολογικών αρχών, το μεγάλο κεφάλαιο, οι μεγαλοεπιχειρηματίες και οι μεγαλοεισοδηματίες, οι οποίοι έχουν χίλιους-μύριους τρόπους να κρύβουν τα εισοδήματα και τα κέρδη τους, απολαμβάνουν μια πραγματική φορολογική ασυλία, ακόμα κι όταν αποφασίσουν να δηλώσουν κάποια εισοδήματα.

Το αποτέλεσμα είναι πως -αν και η κυβέρνηση μιλάει διαρκώς ότι η πολιτική της προωθεί τη φορολογική δικαιοσύνη- οι κατηγορία Εμποροι-Βιομήχανοι-Βιοτέχνες-Επιτηδευματίες να δηλώνουν (1999) μέσο ετήσιο εισόδημα ύψους 4,4 εκατ. δρχ., οι εισοδηματίες μόλις 1,3 εκατ. δρχ., ενώ οι μισθωτοί 4,2 εκατ. δρχ. (Πρ. Χατζηνικολάου: «Οι νεόπτωχοι και οι πλούσιοι της Εφορίας», εφημ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 5-12-1999, σελ. 68.)



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ