Σάββατο 25 Δεκέμβρη 1999 - Κυριακή 26 Δεκέμβρη 1999
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 34
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Κρατικός Προϋπολογισμός 2000
Στη μέγκενη της ΟΝΕ εργαζόμενοι - συνταξιούχοι
  • Ακόμα χειρότερη θα είναι η κατάσταση για τα λαϊκά στρώματα την επόμενη χρονιά. Αποκαλυπτικές πλευρές της οικονομικής πολιτικής, όπως εμφανίζεται από τα κονδύλια του Προϋπολογισμού
  • Συγκεκριμένες προτάσεις των κομμουνιστών για την ανακούφιση μισθωτών -συνταξιούχων

Παρά τα φτιασιδώματα που επιχείρησε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ μπροστά στις επικείμενες, το 2000, βουλευτικές εκλογές και ο προϋπολογισμός της επόμενης χρονιάς δεν είναι τίποτα άλλο παρά συνέχεια του προηγούμενου. Και αυτός - όπως και οι προηγούμενοι - εξυπηρετεί τα σχέδια της πλουτοκρατίας και επιδιώκει την παραπέρα αύξηση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων. Μέσα από τον προϋπολογισμό φαίνεται η επιδίωξη της κυβέρνησης να αφήσει καθηλωμένους τους μισθούς, τα ημερομίσθια και τις συντάξεις του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα.

Το 2,1% έως 2,9% που η κυβέρνηση δίνει σαν εισοδηματική πολιτική στο δημόσιο τομέα για το 2000, το οποίο όπως είναι γνωστό θα αποτελεί και «οδηγό» για το τι θα δώσουν οι εργοδότες στον ιδιωτικό τομέα, δε θα καλύπτει όχι τις απώλειες τον προηγούμενο χρόνο, αλλά ούτε τις απώλειες που θα έχουν οι εργαζόμενοι από τον πληθωρισμό του 2000.

Οι απώλειες που είχαν οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα και του δημοσίου τα τελευταία 9 χρόνια είναι, αντίστοιχα, πάνω από 20% και 25%.

Την ίδια στιγμή οι απώλειες που έχουν οι συνταξιούχοι τα χρόνια 1990-1999 είναι: Από τα 20 Ημερομίσθια Ανειδίκευτου Εργάτη (ΗΑΕ) που ήταν το 1990 η κατώτερη σύνταξη, έπεσε το 1999 στα 15,3 ΗΑΕ και η σύνταξη λόγω θανάτου από 18 ΗΑΕ που ήταν το 1990 έπεσε στα 13,8 ΗΑΕ το 1999. Και βέβαια το Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης το διαβόητο ΕΚΑΣ όχι μόνο δεν αναπληρώνει τις απώλειες, αφού χορηγείται μόνο σε μέρος των συνταξιούχων, αλλά επιπλέον είναι κι αυτό ακόμα ασταθές, αφού αποτελεί επίδομα και δεν ενσωματώνεται στη σύνταξη και έτσι ανά πάσα στιγμή μπορεί να «κοπεί».

Φυσικά αν υπολογιστούν οι απώλειες που είχαν οι εργαζόμενοι στα δώρα Χριστουγέννων - Πάσχα και στα διάφορα επιδόματα, αν υπολογιστούν αυτά που πλήρωσαν από τη μη τιμαριθμοποίηση του φορολογικού κλιμακίου, τότε αυτά που έχασαν είναι πολύ περισσότερα. Την ίδια ώρα τα κέρδη της πλουτοκρατίας αυξάνονται με αλματώδεις ρυθμούς: όσο μεγαλώνει η φτώχεια για τους εργαζόμενους, αντίστοιχα και περισσότερο αυξάνονται τα κέρδη της πλουτοκρατίας. Αποτέλεσμα της κυβερνητικής πολιτικής, το 25% του ελληνικού λαού να «ζει» κάτω από το όριο φτώχειας. Ιδιαίτερα άσχημη είναι η θέση των γυναικών.

Στην Εισηγητική Εκθεση του Προϋπολογισμού και στη Βουλή τη βδομάδα που πέρασε ακούστηκαν πολλά «ΘΑ» και γενικότητες προκειμένου να παρουσιαστεί ωραιοποιημένη η κυβερνητική πολιτική. Βέβαια παραλήφθηκε οποιαδήποτε αναφορά στους αντιασφαλιστικούς Νόμους, τους οποίους ψήφισε η κυβέρνηση της ΝΔ και υλοποιεί η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Είναι αναγκαίο, λοιπόν, να παρουσιαστούν τα αποτελέσματα της πολιτικής των κυβερνήσεων τόσο του ΠΑΣΟΚ, όσο και της ΝΔ.

Πάνω από 10 χρόνια - με τις κυβερνήσεις και του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ - ψηφίζονται συνεχώς αντιασφαλιστικοί Νόμοι στο όνομα δήθεν της «σωτηρίας της Κοινωνικής Ασφάλισης». Στην ουσία δε γίνεται τίποτα άλλο παρά να αφαιρούνται κατακτήσεις και δικαιώματα εργαζομένων και συνταξιούχων. Με το Ν. 1759/88 καταργήθηκαν οι προσωρινές συντάξεις αναπηρίας ΙΚΑ. Ακολούθησαν οι αντιασφαλιστικοί Νόμοι (Ν. 1902/90, Ν. 1976/91 και 2084/92) που επέφεραν δραματική μείωση στα κατώτερα όρια συντάξεων, μετέτρεψαν τις συντάξεις αναπηρίας σε βοηθήματα και κατάργησαν την αυτόματη αναπροσαρμογή των συντάξεων. Επίσης αύξησαν τα όρια συνταξιοδότησης, το χρόνο ασφάλισης και τις εισφορές, μείωσαν με διαφόρους τρόπους τις συντάξεις και επέβαλαν για τους νεοασφαλιζόμενους από 1-1-1993 ένα καθεστώς - «έκτρωμα», που προβλέπει μειωμένες συντάξεις κατά 50% σε σχέση μ' αυτές που καταβάλλονται σήμερα. Με τον αντεργατικό Ν. 2639/99 η σημερινή κυβέρνηση - με την καθοδήγηση του ΣΕΒ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης - επιχειρεί να ανατρέψει τις εργασιακές σχέσεις, επιδιώκοντας «επιστροφή» στις συνθήκες του περασμένου αιώνα. Ενώ με το Ν. 2676/99 μείωσε τις συντάξεις λόγω θανάτου κατά 50%.

Οι συνέπειες στους συνταξιούχους και τους εργαζόμενους από αυτές τις πολιτικές είναι πολύ βαριές. Εκτός πια και αν θεωρηθεί «κατάκτηση» η εκχώρηση της ακίνητης περιουσίας του ΙΚΑ για «αξιοποίηση» ή η εισαγωγή των αποθεματικών του ΙΚΑ στον τζόγο του Χρηματιστηρίου. `Η μήπως πρέπει να θεωρηθούν «επιτυχίες» οι εκατοντάδες χιλιάδες ανασφάλιστοι και τα βεβαιωθέντα χρέη των εργοδοτών προς τα ασφαλιστικά ταμεία τα οποία ανέρχονται σε εκατοντάδες δισ. δρχ. και μένουν ανείσπρακτα;

Η κυβέρνηση, όπως φαίνεται και από τον Προϋπολογισμό που κατέθεσε, θα συνεχίσει την αντεργατική της πολιτική, περικόπτοντας ακόμα περισσότερο τα κονδύλια για τις κοινωνικές δαπάνες, ασφάλιση, πρόνοια κ.τ.λ.

Ο Προϋπολογισμός δεν παρουσιάζει σ' όλη τους την έκταση τα αντιασφαλιστικά, αντεργατικά μέτρα που σκοπεύει να πάρει στο όνομα δήθεν της σωτηρίας του ασφαλιστικού συστήματος. Πέρα από την παραπέρα μείωση των κονδυλίων για την κοινωνική ασφάλιση, σκοπεύει να αυξήσει παραπέρα το όριο ηλικίας για τη συνταξιοδότηση, να μειώσει και άλλο τις εργοδοτικές εισφορές, να καταργήσει την κατηγορία ασφαλισμένων στα βαριά και ανθυγιεινά επαγγέλματα, να μειώσει και άλλο τις συντάξεις.

Τα προηγούμενα χρόνια η θέση των εργαζομένων και στον ιδιωτικό και στο δημόσιο τομέα και των συνταξιούχων χειροτέρεψε. Σε μόνιμη βάση οι εργαζόμενοι βρίσκονται ανάμεσα στις δαγκάνες της λιτότητας της κάθε φορά κυβερνητικής πολιτικής, που πότε με τη μία και πότε με την άλλη δικαιολογία αφαιρούν εισόδημα από τους εργαζόμενους και συνταξιούχους και το «μεταφέρουν» στους καπιταλιστές για να αυξήσουν τα κέρδη τους. Το εθνικό εισόδημα με τη δουλιά των εργαζομένων αυξάνεται, η πίτα μεγαλώνει, αλλά το μερίδιο των εργαζομένων όλο και γίνεται μικρότερο. Η δήλωση του Κ. Σημίτη ότι δημιουργούμε πλούτο και τον μοιράζουμε, μόνο σαν εμπαιγμό προς τους εργαζόμενους, συνταξιούχους και νεολαία μπορεί να χαρακτηριστεί. Σαν αποτέλεσμα της αντιλαϊκής πολιτικής της λιτότητας και του άδικου φορολογικού συστήματος, τα κέρδη των καπιταλιστών, ακόμα και με βάση τα στοιχεία που οι ίδιοι παρουσιάζουν στους ισολογισμούς τους, αυξάνονται αλματώδικα χρόνο με το χρόνο.

Προτάσεις ανακούφισης

Παίρνοντας υπόψη τις ανάγκες των εργαζομένων το ΚΚΕ προβάλλει την ανάγκη το κατώτατο μεροκάματο να αυξηθεί στις 10.000 δρχ., ο κατώτατος μισθός στις 250.000 δρχ. και η κατώτερη σύνταξη να καθοριστεί στα 20 ημερομίσθια της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ), δηλαδή στις 200.000 δρχ. Οι συντάξεις λόγω θανάτου να καθοριστούν στα 18 ΗΑΕ. Οι συντάξεις των δημοσίων υπαλλήλων να καθοριστούν στο 80% των εν ενεργεία αποδοχών τους. Επιπλέον:

  • Πέρα από τα κατώτατα όρια πρέπει να εξασφαλίζονται στους εργαζόμενους αυξημένα ποσά σύνταξης, ανάλογα με το χρόνο ασφάλισης και τις συνεισφορές τους στην ασφάλιση.
  • Οι εργαζόμενοι να συνταξιοδοτούνται οι άνδρες στα 60 χρόνια τους και οι γυναίκες στα 55. Για τα βαριά και ανθυγιεινά οι άνδρες στα 55 και οι γυναίκες στα 50 χρόνια.
  • Με 35 χρόνια ασφάλιση ή 10.500 ημέρες ασφάλισης να δίνεται κύρια σύνταξη ίση με το 80% των αποδοχών. Η σημερινή κατάσταση να «ζουν» με συντάξεις από 50.000 έως 115.000 δρχ. πάνω από 500 χιλιάδες συνταξιούχοι πρέπει να σταματήσει γιατί είναι απαράδεκτη.
  • Να εξασφαλιστούν τα συνταξιοδοτικά και ασφαλιστικά δικαιώματα των γυναικών που εργάζονται με ευέλικτες μορφές εργασίας, με ανάλογα μισθολογικά και κοινωνικά δικαιώματα, όπως στην πλήρη απασχόληση.
  • Για όσους δε συμπληρώνουν τον ελάχιστο χρόνο συνταξιοδότησης, να καθιερωθεί ο θεσμός της «κοινωνικής σύνταξης» για την αντιμετώπιση των στοιχειωδών αναγκών τους. Αυτή πρέπει να στηρίζεται σε κρατικούς πόρους και να δίνεται από κρατικό φορέα.

Χρόνο με το χρόνο τα χρήματα που δίνονται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό είναι όλο και λιγότερα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ το 1992 αντιστοιχούσε στο 37% των εσόδων του ΙΚΑ, το 1997 έπεσε στο 20%, το 1998 στο 17%, το 1999, ενώ είχαν προβλεφτεί να δοθούν 208 δισ. δρχ. δόθηκαν τελικά μόνο 188 δισ. δρχ. Είναι λογικό λοιπόν να αμφιβάλει κανείς ότι θα δοθούν και τα 208 δισ. δρχ. που προβλέπει ο νέος Προϋπολογισμός σαν επιχορήγηση προς το ΙΚΑ για το 2000. Συνεπώς, είναι φανερό ότι με τον Προϋπολογισμό του 2000 στο ΙΚΑ ποσοστιαία δίνονται λιγότερα χρήματα. Εκτός αν η κυβέρνηση υπολογίσει σαν βάση σύγκρισης το σχετικό κονδύλι του 1999 - το οποίο περιέκοψε άγρια - και έτσι να φανεί μια μεγάλη «αύξηση». Ομως με αλχημείες τα προβλήματα δε λύνονται. Επιπλέον το χρέος από εισφορές προς το ΙΚΑ, που έπρεπε να καλύψει η κυβέρνηση για τους νεοεισερχόμενους στην παραγωγή, είναι 140 δισ. δρχ. και η διοίκηση του ΙΚΑ (προφανώς σε συνεννόηση με την κυβέρνηση) ζητά τα 68 δισ. δρχ., την ίδια ώρα που υποκριτικά δήθεν ενδιαφέρεται για τα έσοδα του ΙΚΑ. Και με αυτή τη δικαιολογία βάζει στον τζόγο του Χρηματιστηρίου τα αποθεματικά του Ιδρύματος.

Να καταργηθούν όλοι οι αντιασφαλιστικοί νόμοι και διατάξεις, όπως οι Ν. 1759/88, Ν. 1902/90, Ν. 1976/91, Ν. 2084/92, Ν. 2639/99 και Ν. 2676/99.

Θεσμικά αιτήματα

Παράλληλα, οι κομμουνιστές προτείνουν την προώθηση και σειράς θεσμικών μέτρων όπως:

  • Καθιέρωση του 35ωρου με νομοθετική ρύθμιση και γενικευμένη εφαρμογή (7ώρες την ημέρα, 5 μέρες τη βδομάδα), με πλήρη ασφαλιστική κάλυψη και με βελτίωση των αποδοχών.
  • Να διευρυνθούν τα βαριά και ανθυγιεινά σε τομείς και κλάδους όπως κλωστοϋφαντουργία, ιματισμός, δέρμα, φάρμακο, νοσηλεύτριες, ιπτάμενες, χειριστές computers και απασχολούμενοι σε μηχανήματα που εκπέμπουν ακτινοβολία.
  • Να χορηγείται η άδεια φροντίδας μελών πρώτου βαθμού συγγένειας της οικογένειας και γονική άδεια μέχρι ενός έτους στη μητέρα ή στον πατέρα και με καταβολή του 80% των αποδοχών. Για τη γονική άδεια δύο χρόνων να καταβάλλεται το 50% των αποδοχών.

Η ανεργία αυξάνεται ραγδαία χρόνο με το χρόνο, κυρίως ανάμεσα στους νέους και τις γυναίκες. Η πολιτική της κυβέρνησης έχει σαν αποτέλεσμα οι άνεργοι να ξεπεράσουν τις 500 χιλιάδες ή το 13% περίπου του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, με τάση συνεχούς αύξησης. Να επισημανθεί ότι το 60,7% των ανέργων είναι γυναίκες, ενώ αυτό το ποσοστό στους ανέργους μακράς διαρκείας ανεβαίνει στο 72,0%. Από το σύνολο των ανέργων επιδοτείται μόνο ένας στους τέσσερις. Οι προϋποθέσεις και η διάρκεια της επιδότησης, καθώς και το ύψος των επιδομάτων δεν ανταποκρίνονται σε καμία περίπτωση στην οφειλόμενη κοινωνική αλληλεγγύη και στις ανάγκες των ανέργων και των οικογενειών τους. Η κυβέρνηση αντί να πάρει δραστικά μέτρα για τη βελτίωση της θέσης των ανέργων με το κόλπο της επιδότησης της εργασίας όχι της ανεργίας, προχωρά στην επιδότηση των καπιταλιστών, με δισεκατομμύρια του ΟΑΕΔ, για υποτιθέμενες θέσεις εργασίας που θα φτιάξουν, αντί να δώσει τα χρήματα για την επιδότηση ανέργων. Το ΚΚΕ για τους ανέργους ζητά:

  • Να αυξηθεί το επίδομα ανεργίας στο 80% της ΕΓΣΣΕ.
  • Η διάρκεια της επιδότησης να είναι όσο διαρκεί η ανεργία.
  • Επιδότηση και των νέων ανέργων που πρωτομπαίνουν στην παραγωγή, ζητούν δουλιά και δε βρίσκουν.
  • Ιατροφαρμακευτική κάλυψη όλων των ανέργων.

Κ. Ο.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ