ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 28 Μάρτη 2013
Σελ. /56
Για τις Θέσεις της ΚΕ

Για την επιτυχία της επανάστασης απαιτούνται και τα εξής άκρως υποχρεωτικά: έλεγχος των ΜΜΕ (εξασφαλισμένο από τη θέση 82) και των ένοπλων κρατικών μηχανισμών. Εδώ υπάρχει πρόβλημα.

Εχουμε, στη θέση 18: «Στοιχείο της αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος είναι και η ένταση του κρατικού αντικομμουνισμού, καθώς και η ανάπτυξη - κοινοβουλευτική εκπροσώπηση του εθνικοσοσιαλισμού/φασισμού, η όξυνση του αυταρχισμού και της κρατικής και παρακρατικής καταστολής...»

στην 78: «Η ιστορική πείρα δείχνει ότι οι σοσιαλιστικές επαναστάσεις του 21ου αιώνα, συγκρινόμενες με τις αστικές του 18ου και 19ου, ακόμα και με τις σοσιαλιστικές του 20ού, έχουν ν' αντιμετωπίσουν πολύ πιο οργανωμένη κατασταλτική μηχανή, τεχνολογικά πιο αναπτυγμένα μέσα πληροφόρησης, μαζικής καταστροφής. Εχουν να αντιμετωπίσουν τους μηχανισμούς της κρατικής καπιταλιστικής βίας που είναι ενταγμένοι σε διακρατικές δομές, όπως το ΝΑΤΟ, Ευρωστρατός... κ.λπ.»

Ακολουθεί, όμως, το ασαφέστατο ως προς την υλοποιησιμότητά του:

«Παρ' όλα αυτά, δεν παύει ο άνθρωπος να αποτελεί τον αποφασιστικό παράγοντα στη χρήση και στην αντιμετώπισή τους, από τον οποίο προκύπτουν και οι δυνατότητες της εργατικής - λαϊκής δράσης για την εξουδετέρωση αυτών των μέσων ή για τη χρησιμοποίησή τους προς όφελος του επαναστατικού κινήματος...».

Από τα όσα ορθά αναφέρουν τα παρατιθέμενα σημεία των 18 και 78 και επειδή η αστική τάξη δεν φείδεται αίματος ούτε ακόμη και κρατικού εδάφους εάν διακυβεύονται σε επικίνδυνο βαθμό τα συμφέροντά της, προκύπτει: Η επανάσταση θα πετύχει με τη βία, ταυτόχρονα, όμως, κατακτώντας νομότυπα την κυβέρνηση αποσκοπώντας στον άμεσο και νόμιμο (αποτελεσματικότερη ελαχιστοποίηση της αντεπαναστατικής προπαγάνδας περί αντιδημοκρατικών μεθόδων και του αντίστοιχου ψυχολογικού ερείσματος στα αμφιταλαντευόμενα στρώματα) έλεγχο των ιδεολογικών και κατασταλτικών μηχανισμών.

Παραθέτουμε ορισμένες ολόσωστες αναφορές των ΘΕΣΕΩΝ για την ενδεχόμενη επαναστατική κατάσταση και το ρόλο του κόμματος που στηρίζουν κατά τη γνώμη μου την παραπάνω άποψη, αφού δεν απαντούν στο «πώς», θέτοντας σε αμφισβήτηση τη στάση του προεκλογικά και απαιτώντας επανεξέταση τμημάτων των θέσεων 25, 28, 29, 67 τουλάχιστον.

Θέση 77: «... Σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης, το επαναστατικό εργατικό λαϊκό μέτωπο με όλες τις μορφές δράσης του μπορεί να γίνει το κέντρο της λαϊκής εξέγερσης ενάντια στην καπιταλιστική εξουσία, υπερισχύοντας... ιδιαίτερα στα βιομηχανικά εμπορικά συγκοινωνιακά κέντρα, επικοινωνιών, ενέργειας, ώστε να επιτευχθεί πλήρης αδρανοποίηση των μηχανισμών της αστικής εξουσίας και η εξουδετέρωσή τους, η ανάδειξη και επικράτηση των λαογέννητων επαναστατικών θεσμών που παίρνουν στα χέρια τους τη νέα οργάνωση της κοινωνίας, για την ανατροπή της δικτατορίας της αστικής τάξης, την εγκαθίδρυση της επαναστατικής εργατικής εξουσίας.

...διαμορφώνει επιτροπές περιφρούρησης των απεργιακών και άλλων μορφών εξέγερσης. Αποκτά την ικανότητα και τα μέσα να περιφρουρεί την επανάσταση σε όλες τις φάσεις της, να επιβάλλει τον εργατικό έλεγχο στα εργοστάσια, στις τράπεζες, στην αγροτική παραγωγή... για την αντιμετώπιση των ποικιλόμορφων μηχανισμών της αντίδρασης.

...αποκτά την ικανότητα να αντιτάσσει τη δική του βία απέναντι στη βία του κεφαλαίου... να επιδρά παραλυτικά στα επιτελεία του ταξικού αντιπάλου, να αδρανοποιεί τα αντεπαναστατικά σχέδιά του, να τα αποκόβει από την ενεργό στήριξη του ανθρώπινου δυναμικού...».

Στην 79: «Το ΚΚΕ αναδεικνύεται έμπρακτα ως καθοδηγήτρια δύναμη μέσα στην επαναστατική διαδικασία, εφόσον διασφαλίσει την επαναστατική γραμμή και ικανότητά του και έχει Οργανώσεις στις μεγάλες παραγωγικές μονάδες, σε τομείς και υπηρεσίες που παίζουν αποφασιστικό ρόλο στην ανατροπή της αστικής εξουσίας...».

Και προειδοποιεί «(...) Η ετοιμότητα, ο υλικός και ιδεολογικός εξοπλισμός, η συνεχής διαπάλη με τον οπορτουνισμό είναι προϋποθέσεις για την αποτελεσματική καθοδήγηση της σύγκρουσης με τους μηχανισμούς της αστικής εξουσίας σε όλα τα επίπεδα».

Σημειώστε πως ένας απ' αυτούς είναι τα ένοπλα κρατικά τμήματα...

Στην 80: «Ο καθοδηγητικός ρόλος του Κόμματος στη συγκέντρωση δυνάμεων για την επανάσταση... θα επηρεάζεται και καθορίζεται από την αλλαγή του συσχετισμού ανάμεσα στην αστική και στην εργατική τάξη... Δεν είναι δυνατό να προβλεφθούν όλες οι φάσεις αυτής της διαδικασίας, όλοι οι παράγοντες επιτάχυνσης των εξελίξεων ή και επιβράδυνσής τους... Αποφασιστικός όμως θα είναι ο ρόλος του ΚΚΕ, η ικανότητά του για έγκαιρη και αντικειμενική εκτίμηση των εξελίξεων, για ανάλογη παρέμβαση. Ο καθοδηγητικός ρόλος του Κόμματος, στην πράξη κι όχι διακηρυκτικά, υφίσταται και μετά την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου... για την αντιμετώπιση της εσωτερικής και εξωτερικής αναδιοργάνωσης της καπιταλιστικής βίας...».

Στο διά ταύτα. Πώς αποκτάς την απαιτούμενη ισχύ άσκησης βίας; Στις Θέσεις δεν αναφέρεται, όμως δύο είναι οι τρόποι:

1. Επαναστατική μάζα κατάλληλα εξοπλισμένη (πώς, από ποιον και με τι;) για την αντιμετώπιση των κατασταλτικών μηχανισμών κρατικής καπιταλιστικής βίας, εγχώριων αλλά και των ενταγμένων σε διακρατικές δομές.

Αυτό είναι ανέφικτο θεωρώ. Οποιος διαφωνεί ας εκθέσει στο Συνέδριο προς υπερψήφιση τη λύση.

2. Αποκτάς όλα τα υλικά μέσα και τις τεχνολογικές δυνατότητες της υπάρχουσας κρατικής ισχύος άσκησης βίας. Υπάρχουν ήδη έτοιμα και απαγορεύεται, επί ποινή αποτυχίας της επανάστασης, να επιτρέψουμε τη χρήση τους από την αστική τάξη.

Αυτό γίνεται μόνον ερχόμενος στην κυβέρνηση (όποιος ξέρει άλλο τρόπο ας τον θέσει στο Συνέδριο) και ξεκινώντας σειρά μέτρων με κατάλληλη νομοθεσία ξηλώνοντας κάθε αντιδραστικό και ύποπτο για αντεπαναστατική συνεργασία βαθμοφόρο. Από τους λιγότερο επικίνδυνους, άλλους στέλνεις σε ακίνδυνους για την επαναστατική υπόθεση τομείς δραστηριοτήτων, άλλους σε απόμακρες περιοχές. Δημιουργώντας εάν απαιτείται και ένοπλα τμήματα επαναστατικής πολιτοφυλακής.

Αυτά, ταυτόχρονα με συνεχή προπαγάνδιση με όλους τους τρόπους και τα μέσα, της αντίληψης:

α) Ο στρατός υπάρχει για να προστατεύει τα συμφέροντα του λαού και του τόπου από κάθε εξωτερικό εχθρό

β) Η αστυνομία για να προστατεύει τους πολίτες από παρανομίες

και γ) αν υπάρχει εσωτερικός εχθρός αυτός είναι όσοι στρέφονται κατά της επανάστασης ασκώντας ή προετοιμαζόμενοι να ασκήσουν βία, εναντίον αυτού του εχθρού και μόνο επιτρέπεται η καταστολή.

Επειδή, λοιπόν, η επιτυχία της επανάστασης θα κριθεί και από την υλική δύναμη της βίας των όπλων και επειδή ως μόνο τρόπο κατίσχυσής της θεωρώ τον δεύτερο, προτείνω την αλλαγή όλων εκείνων των θέσεων ή τμημάτων τους που υποβαθμίζουν την εκλογική διεκδίκηση κυβερνητικής εξουσίας από το Κόμμα και να συμπεριληφθούν κατάλληλες προσθήκες αυτής της κατεύθυνσης στις θέσεις 75 έως και 80 χωρίς να αλλοιώνεται, όμως, ο επαναστατικός χαρακτήρας του. Οσο το Κόμμα δεν μπορεί να το επιτύχει αυτοδύναμα, οφείλει να το πετύχει συνεργαζόμενο, ας κρίνει το Συνέδριο με ποια κόμματα.

Υποχρεωτικά απαιτείται να ασκούν κομμουνιστές την πολιτική και διοικητική ηγεσία όλων των ένοπλων κρατικών σωμάτων, καθώς ταυτόχρονα οι εργάτες θα ασκούν την πολιτικο-οικονομική εξουσία τους.

Ζήτω το 19ο Συνέδριο!


Αριστείδης Τσιούνης
Φίλος του ΚΚΕ, Κοκκινιά

Μεταρρύθμιση ή επανάσταση;

Ενα από τα βασικά καθήκοντα του Κόμματος της εργατικής τάξης στη σημερινή περίοδο είναι ο τρόπος που θα μετατρέψει την οικονομική κρίση του καπιταλισμού, σε επαναστατική κρίση. Οι Θέσεις της ΚΕ για το 19ο Συνέδριο επιδιώκουν να απαντήσουν στο ζήτημα αυτό θέτοντας το δίλλημα: «Μεταρρύθμιση ή Επανάσταση;». Οτι, δηλαδή, το Κόμμα, με ξεκάθαρη επαναστατική στρατηγική, πρέπει να απαντήσει στα προβλήματα της εργατικής τάξης ξεμπερδεύοντας με μεταρρυθμιστικές αυταπάτες που ταλάνιζαν το παγκόσμιο Κομμουνιστικό κίνημα κατά τον προηγούμενο αιώνα. Η θεώρηση αυτή είναι ξεκάθαρη από την αρχή μέχρι το τέλος του κειμένου.

Μάλιστα, το δίλημμα «μεταρρύθμιση ή επανάσταση», εκφράζεται στις Θέσεις (Θέση 27) ως ένα από τα κεντρικά ζητήματα της ιδεολογικοπολιτικής διαπάλης σε περίοδο κρίσης. Είναι γεγονός ότι η αυθόρμητη συνείδηση των μαζών, δύσκολα «βλέπει» πέρα από τη μεταρρυθμιστική πάλη. Δύσκολα ξεφεύγει, επίσης, από τη λογική της διαχείρισης του υπάρχοντος κάθε φορά κυρίαρχου συστήματος. Επιπρόσθετα, η ιστορική εμπειρία έχει δείξει πως υπάρχουν Κομμουνιστικά Κόμματα (Γαλλίας, Ιταλίας, Ισπανίας), τα οποία «πνίγηκαν» γέρνοντας τη «βάρκα» προς τη μεταρρυθμιστική πάλη. Ετσι - καθόλου τυχαία - η έμφαση στις μεταρρυθμίσεις στο πλαίσιο του καπιταλισμού, θεωρείται ίδιον του οπορτουνισμού. Τα παραπάνω, κάλλιστα, θα μπορούσαν να αιτιολογήσουν τον τρόπο με τον οποίο μπαίνει το δίλημμα στις Θέσεις.

Εδώ, όμως, έχουμε πρόβλημα. Διότι υπάρχει μεταρρυθμιστική πάλη, η οποία, όντως, καταλήγει να είναι θεραπαινίδα του συστήματος. Υπάρχει, όμως, και μεταρρυθμιστική πάλη, η οποία προωθεί την επαναστατική. Τέτοια, που δίνει ώθηση στη συνέχιση των αγώνων, που βάζει καθυστερημένες μάζες σε κίνηση, που βοηθά στη ριζοσπαστικοποίησή τους. Το σύνολο του έργου του Λένιν, διακατέχεται απ' αυτήν την αντίληψη, αλλά αξίζει να παρατεθεί το εξής απόσπασμα:

«Θα ήταν εντελώς λαθεμένο να υποθέσει κανείς ότι για να διεξάγουμε τάχα άμεσο αγώνα για σοσιαλιστική επανάσταση, θα μπορούσαμε ή θα οφείλαμε να εγκαταλείψουμε τον αγώνα για μεταρρυθμίσεις. Σε καμιά περίπτωση. (...) Πρέπει να υποστηρίζουμε κάθε βελτίωση, κάθε πραγματική βελτίωση και της οικονομικής και της πολιτικής κατάστασης των μαζών. Η διαφορά ανάμεσα σε μας και τους ρεφορμιστές δε βρίσκεται στο ότι εμείς είμαστε κατά των μεταρρυθμίσεων, ενώ αυτοί είναι υπέρ. Κάθε άλλο. Αυτοί περιορίζονται στις μεταρρυθμίσεις και κατρακυλούν γι' αυτό (...) στο ρόλο "απλών νοσοκόμων του καπιταλισμού"» (τ. 30, σελ. 220).

Είναι άλλο πράγμα η ρεφορμιστική πάλη, που καταλήγει να απαρνείται την επαναστατική πάλη, και άλλο πράγμα η πάλη για μεταρρυθμίσεις, που δυναμώνει την επαναστατική πάλη. Εχω την αίσθηση ότι «μαζί με τ' απόνερα πετάμε και το παιδί». Η μεταρρυθμιστική πάλη είναι ένα σημαντικό όπλο. Σε αυτό το πλαίσιο το ΑΑΔΜ, όπως το είχε επεξεργαστεί - στις γενικές του αρχές - το 15ο Συνέδριο έβαζε σε σωστή κατεύθυνση αυτό το ζήτημα. Διότι, έδινε τη (θεωρητική τουλάχιστον) ευλυγισία στο Κόμμα να εναλλάσσει μορφές πάλης, να περνά από τον επαναστατικό αγώνα στη μεταρρυθμιστική δράση, να ανταποκρίνεται στο κάλεσμα των μαζών και να κερδίζει την έννοια της πρωτοπορίας στην πράξη.

Η σύγχυση αυτή των εννοιών της μεταρρύθμισης και της επανάστασης, οδηγεί σε δύο ακόμη προβλήματα: Την ταύτιση τακτικής - στρατηγικής και την αδυναμία σύνδεσης αυθόρμητης - συνειδητής πάλης των μαζών.

1. Για την ταύτιση τακτικής - στρατηγικής. Θεωρώντας πως η πάλη για μεταρρυθμίσεις στο πλαίσιο του καπιταλισμού οδηγεί στο ρεφορμισμό, στην άρνηση, δηλαδή, της επαναστατικής πάλης, είναι λογικό τα ζητήματα της τακτικής να εξοβελίζονται στο επίπεδο της στρατηγικής.

Πώς εκφράζεται αυτό στις Θέσεις; Κύριο «εργαλείο», με το οποίο το Κόμμα θα επιδιώξει την είσοδο των μαζών στις κοινωνικές διεργασίες είναι η Λαϊκή Συμμαχία, της οποίας η πάλη «κατευθύνεται στην κατάκτηση της εργατικής λαϊκής εξουσίας» (Θέση 61). Ακριβώς, δηλαδή, ο στρατηγικός στόχος του ΚΚΕ. (Διότι, αν η εργατική λαϊκή εξουσία είναι κάτι διαφορετικό από το σοσιαλισμό τότε αφήνουμε ορθάνοιχτη την πόρτα για την ύπαρξη μεταβατικών σταδίων).

Σε αυτό το πλαίσιο, οι Θέσεις διατυπώνουν εξαρχής - και εντελώς βουλησιαρχικά - ότι η Λαϊκή Συμμαχία δε θα κατέβει στις εκλογές. Δηλαδή, δε θα εκφραστεί πολιτικά. Το πρώτο ερώτημα είναι πώς το ξέρουμε αυτό; Το δεύτερο είναι πώς γίνεται ένα μέρος του λαού, που μπορεί να διαφωνεί με το ΚΚΕ, αλλά να συμμετέχει στη Συμμαχία, να μη θέλει να εκφραστεί πολιτικά, με το πλαίσιο εκείνο με το οποίο συμφωνεί και εξαιτίας του οποίου εντάχθηκε στη Συμμαχία; Εκτός κι αν είμαστε βέβαιοι ότι αυτοί που θα συμμετέχουν εκτός ΚΚΕ, θα είναι ο κύκλος των στενών φίλων και οπαδών του Κόμματος, οι οποίοι εκφράζονται πολιτικά μέσω του Κόμματος. Θα ήταν, δε, περιττό να αναφερθώ στην αντίληψη της «καμιάς συνεργασίας» με άλλα κόμματα, θεώρηση που ο Λένιν απέρριψε απερίφραστα στο έργο του «Ο "Αριστερισμός", Παιδική Αρρώστια του Κομμουνισμού» (σελ. 52-76, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1986). (Και πάλι εδώ, να επισημανθεί ότι η αρνητική εμπειρία του κομμουνιστικού κινήματος, συμπεριλαμβανομένου του Κόμματός μας, σε αυτά τα ζητήματα, δεν πρέπει να οδηγήσει στην πλήρη απόρριψή τους).

2. Για τη σύνδεση αυθόρμητου - συνειδητού. Η ταύτιση τακτικής και στρατηγικής, σε συνδυασμό με τον «κάθετο» διαχωρισμό της μεταρρυθμιστικής δράσης από την επαναστατική πάλη, έχει άμεσες συνέπειες και στον τρόπο που παρεμβαίνουμε στις αυθόρμητες κινητοποιήσεις των μαζών. Η υπόθεση αυτή είναι εξαιρετικά λεπτή και απαιτεί ευλυγισία, γνώση των συνθηκών, του συσχετισμού των τάξεων και των πολιτικών τους εκφράσεων.

Δυστυχώς, πάνω στα ζητήματα της ανάλυσης των τάξεων, δε γίνεται ουσιαστική δουλειά. Δεν εντοπίζουμε τις διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό των τάξεων, τις αντιθέσεις στο εσωτερικό της αστικής τάξης (τις οποίες μπορούμε να εκμεταλλευτούμε, προφανώς όχι στο πλαίσιο συνεργασιών), τη νέα κατάσταση των μεσαίων στρωμάτων, τους λόγους που το στρώμα των αυτοαπασχολούμενων εξακολουθεί να παραμένει εξαιρετικά ισχυρό παρά την κρίση κλπ. Η εκτενής στατιστική αναφορά (Θέσεις 13-14), για την κοινωνική σύνθεση των εργαζόμενων στρωμάτων μοιάζει ακαδημαϊκού περιεχομένου. Διότι, στη συνέχεια, δεν παρουσιάζουμε ποια πολιτικά κόμματα εκφράζουν ποιες τάξεις και ποια στρώματα της κοινωνίας. Ομως, μόνο αν πάρουμε υπόψη μας τα ξεχωριστά συμφέροντα των ξεχωριστών τάξεων και των κοινωνικών στρωμάτων, σε συνδυασμό με τους πολιτικούς φορείς που τα εκπροσωπούν, θα μπορούμε να χαράξουμε επαναστατική πολιτική.

Αυτή η λειψή ανάλυση, οδηγεί και στην αδυναμία παρέμβασης στις αυθόρμητες διεργασίες που συντελούνται στο εσωτερικό των μαζών. Ετσι, οι Θέσεις, διακατέχονται από εξαιρετική ασυνέπεια στο εν λόγω ζήτημα. Από τη μια (Θέση 49) διατυπώνεται ότι «δεν έχει κατακτηθεί (...) η δυνατότητα να δρα το Κόμμα μέσα σε συνθήκες όπου και αυθόρμητα μπαίνουν λαϊκές μάζες και ο αντίπαλος έχει τη δυνατότητα να τις ενσωματώνει με τα τεράστια μέσα που διαθέτει». Από την άλλη, εκεί που εκφράστηκε πιο ολοκληρωμένα η παραπάνω διαπίστωση (στο λεγόμενο «κίνημα της πλατείας»), εμείς, του ασκούμε σκληρή κριτική (Θέση 25).

Ορισμένες φορές, μοιάζει να αγνοούμε ότι καθαροί συνειδητοί αγώνες δεν υπάρχουν. Οι περισσότερες από τις κινητοποιήσεις των εργαζόμενων και του λαού εμπεριέχουν στοιχεία αυθόρμητου, τα οποία, μάλιστα, σε πολλές περιπτώσεις, κυριαρχούν έναντι των συνειδητών. Και εδώ έρχεται ο αναντικατάστατος ρόλος του επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης.


Κωνσταντίνος Τρακόσας
ΚΟΒ Ριζοσπάστη

Για το Καταστατικό

Καλό θα ήταν να γίνει μια προσπάθεια ανόδου του μαρξιστικού επιπέδου των μελών και στελεχών και κάθε εργάτης - μέλος να έχει την υποχρέωση της δημιουργίας μικρής βιβλιοθήκης με τα βασικά έντυπα για την κατανόηση του κράτους, του ιμπεριαλισμού, της υπεραξίας, του κέρδους κ.τ.λ. Να γίνονται υποχρεωτικά μαθήματα σε όλα τα επίπεδα.

Να απαγορευτεί απ' το Κόμμα η δημιουργία επιχειρήσεων με σκοπό το κέρδος και την υπεραξία με αποτέλεσμα τις απολύσεις στο τέλος. Για το «Ριζοσπάστη» να μπει σαν καθήκον κάθε μέλους να διαβάζει την εφημερίδα καθημερινά όχι μόνο γιατί θα αυξηθεί κατακόρυφα η κυκλοφορία αλλά και γιατί θα ενημερώνεται για τις θέσεις κάθε μέλος του Κόμματος και δε θα αυτοσχεδιάζει.

Είναι αδύνατο να κατανοηθεί το γεγονός ότι ένα Κόμμα με τουλάχιστον 500.000 ψηφοφόρους (εκλογικό ποσοστό του Μάη) να πουλάει 5-6 χιλιάδες φύλλα ημερησίως.

Υποχρεωτικά να γίνουν αναλύσεις για τη σωστή εφαρμογή του Δημοκρατικού Συγκεντρωτισμού βασικής αρχής της εσωκομματικής λειτουργίας. Χωρίς δισταγμούς να εκφράζεται η διαφορετική άποψη και να υποτάσσεται στην πλειοψηφία.


Μπαράτσης Σωτήρης
Ιατρός, Αθήνα

Αιτήματα - κρίκοι

Σύντροφοι,

Ο επαναστατικός χαρακτήρας ενός κόμματος κρίνεται ιστορικά όχι τόσο από τους όρκους πίστης που δίνει στην αναγκαιότητα της επανάστασης αλλά από την καθοδηγητική του ικανότητα να συμβάλει έμπρακτα στην επαναστατική δράση των καταπιεζόμενων στρωμάτων της κοινωνίας. Γιατί, όσο και αν είναι κοινός τόπος στις κομματικές μας δυνάμεις ότι επαναστατική πράξη δεν μπορεί να προκύψει παρά μέσα από μια γερά θεμελιωμένη επαναστατική θεωρία, υποτιμάται επικίνδυνα ότι και η θεωρία καθίσταται επαναστατική μόνον όταν εξετάζει συγκεκριμένα τους όρους μέσα από τους οποίους μπορεί να γίνει κτήμα του λαού και να μετατραπεί σε επαναστατική δύναμη μέσα στην κοινωνία. Οι αναλύσεις του Κόμματος διολισθαίνουν συνεχώς σε μια βεβιασμένη απόσπαση της θεωρητικής προσέγγισης της επανάστασης από τη συγκεκριμένη και πλήρως εντοπισμένη στις ιδιαίτερες συνθήκες κάθε εποχής και κάθε χώρας δυνατότητας πραγματοποίησής της. Οι Θέσεις της ΚΕ δεν είναι παρά το αποκορύφωμα αυτής της διολίσθησης και της κυριαρχίας του «αριστερού» δογματισμού στις γραμμές μας.

Οι διαφωνίες που έχουν εκφραστεί σε όλα τα ζητήματα μπορούν και αυτές να τεθούν κάτω από κοινό παρονομαστή συγκροτώντας μία ολοκληρωμένη αντιπαράθεση στις προτεινόμενες Θέσεις. Αυτή η ενότητα των κριτικών κειμένων διαφαίνεται στα εξής:

Α. Φιλοσοφικά: Ενα κείμενο του προσυνεδριακού εντόπισε την συνεχώς μειούμενη ενασχόλησή μας με ζητήματα που άπτονται των φιλοσοφικών αρχών του μαρξισμού. Η ολόσωστη αυτή παρατήρηση βρίσκει όμως την προέκτασή της στη σημερινή μας τακτική. Γιατί η διαλεκτική θεώρηση των Λένιν και Μαρξ για την αναγκαιότητα των υποχωρήσεων και των συμβιβασμών στο έδαφος της ταξικής πάλης, υποχωρήσεις που εξηγούν ότι οι κομμουνιστές πρέπει να δουλεύουν στα αντιδραστικά συνδικάτα, πρέπει να συμμετέχουν στο αστικό κοινοβούλιο, πρέπει σε τελική ανάλυση να συγκροτήσουν το δικό τους κράτος και να περάσουν από το «στάδιο» του σοσιαλισμού πριν φτάσουν στην ανώτερη βαθμίδα του, τον κομμουνισμό, διδάσκουν έναν τρόπο σκέψης ριζικά αντίθετο προς τον γενικό αφορισμό ότι κάθε πολιτική νίκη στα πλαίσια του καπιταλισμού συνιστά αστική διαχείριση και επομένως εξ ορισμού ενσωματώνει τις μάζες.

Β. Για τον Ιμπεριαλισμό: Οι Θέσεις διατυμπανίζουν σε κάθε τόνο ότι είναι εδώ και έναν αιώνα ώριμες οι αντικειμενικές συνθήκες για τη μετάβαση από τον καπιταλισμό στον σοσιαλισμό. Θα ήταν όμως άτοπο να υποστηρίξουμε ότι τον περασμένο αιώνα σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες, ανεξαρτήτως της οικονομικής τους φάσης και της ανάπτυξης του εργατικού κινήματος, η ορθή κομμουνιστική τακτική επέβαλλε το άμεσο πρόταγμα του σοσιαλισμού. Οτι και σήμερα σε όλες τις χώρες του κόσμου, που έχουν περάσει στο μονοπωλιακό στάδιο και είναι επίσης ώριμες οι αντικειμενικές συνθήκες, σε όλες πρέπει να εφαρμοστεί η τακτική της ΛΣ, φροντίζοντας μόνο να μεταφράσουμε στην αντίστοιχη γλώσσα.

Ακριβώς από αυτή τη διαπίστωση προκύπτει η ανάγκη να εξεταστούν πολύ περισσότεροι όροι με πρώτο και κύριο τη θέση της χώρας μας στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα. Η αντιπαράθεση που έχει ανοίξει για τον χαρακτηρισμό της Ελλάδας ως ιμπεριαλιστικής χώρας έχει νόημα μόνο φωτιζόμενη υπό το πρίσμα της εξάρτησης της ελληνικής αστικής τάξης. Σύντροφοι, η εξάρτηση δεν σημαίνει κατοχή, καθόλου δεν εκφράζει ότι οι αστοί έχουν απόλυτα συμφέρον (και μάλιστα το ίδιο με τους εργάτες) να διεκδικήσουν την αποδέσμευση από την ΕΕ. Αντίθετα, σημαίνει ακριβώς ότι έχουν μπλεχτεί σε μιαν αξεδιάλυτη αντίφαση ώστε από τη μία να υποχωρούν συνεχώς στον καταμερισμό των εμπορευμάτων και των κερδών στα πλαίσια της ΕΕ και από την άλλη λόγω της ίδιας της φύσης της ιδιοκτησίας τους να τους είναι απολύτως αδύνατο να σχεδιάσουν μια ανεξάρτητη πορεία στηριζόμενοι αποκλειστικά στα δικά τους κεφάλαια. Η έξοδος από την ΕΕ μπορεί να αναδειχθεί ως αίτημα - κρίκος που θα πνίξει την αστική τάξη στην αντίφασή της, μόνον όμως αν φροντίσουμε να δράσουμε πριν αυτή βρει νέο (ή το παλιό) ιμπεριαλιστικό άρμα για να δεθεί. Γιατί όμως χρειαζόμαστε αίτημα - κρίκο;

Γ. Για την ΛΣ: Η εργατική τάξη από την ίδια την θέση της στην παραγωγή ωθείται αντικειμενικά να καταλάβει την εξουσία και να κοινωνικοποιήσει τα μέσα παραγωγής. Παρ' όλα αυτά οι εργάτες πρέπει πρώτα να χειραφετηθούν από την υλική και ιδεολογική κυριαρχία της αστικής τάξης, που γεννά τον ατομισμό, τη μοιρολατρία, τον εθνικισμό και τις αυταπάτες στα εργατικά στρώματα. Για αυτόν ακριβώς το λόγο είναι εσφαλμένη μια βουλησιαρχική αντίληψη σχετικά με την παρέμβασή μας στους εργάτες, να θεωρούμε ότι και μόνο το γεγονός ότι εκφράζουμε το ταξικό τους συμφέρον εξισώνει τα όπλα μας με αυτά της αστικής προπαγάνδας. Οι εργάτες δεν θα καλλιεργήσουν σοσιαλιστική συνείδηση απλώς αν τελειοποιήσουμε την προπαγάνδα μας σε όλα τα επίπεδα. Αντίθετα, χρειάζεται συγκεκριμένη στάθμιση των όρων που συνεχίζουν σήμερα να γεννούν αυταπάτες στο λαό σε σχέση με τις δικές μας δυνατότητες.

Γιατί συνεχίζει σήμερα η ανασύνταξη του εργατικού κινήματος να είναι αναντίστοιχη προς την επιθετικότητα του κεφαλαίου; Εκτός από τα ΜΜΕ και την Παιδεία, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Ελληνας εργάτης σήμερα έχει γαλουχηθεί σε μια μακρόχρονη περίοδο καπιταλιστικής ανάπτυξης που του έκανε παραχωρήσεις και του έδωσε χώρο να διεκδικήσει κυρίως μέσα από το κοινοβούλιο και ένα δίκτυο πελατειακών σχέσεων. Η συνείδησή του έχει μπολιαστεί σε βάθος με μικροαστικές αντιλήψεις οι οποίες ακόμη και τώρα που η κρίση έχει αφαιρέσει το υλικό τους υπόστρωμα στεριώνουν ακόμη στην εικόνα διάλυσης και ήττας του εργατικού κινήματος. Αν σε αυτό συνυπολογίσουμε ότι παρά την κρίση τα μικροαστικά στοιχεία στη σύνθεση του πληθυσμού συνεχίζουν να κυριαρχούν, το ιδιαίτερο καθεστώς της κρατικής υπαλληλίας και των ανέργων, φαίνεται καθαρά ότι δεν αρκεί η σοσιαλιστική προπαγάνδα. Η ανασύνταξη του εργατικού κινήματος έχει ανάγκη να δώσει προοπτική για «πολιτικές νίκες στο σήμερα», φροντίζοντας από την μία να οργανώσει πλατιά το λαό και από την άλλη να προκαλέσει πράγματι τριγμούς στους υφιστάμενους συσχετισμούς εξουσίας, ακόμη και αν δε φτάσει άμεσα μέχρι την ανατροπή της αστικής εξουσίας. Χρειάζεται αιτήματα - κρίκους που μπορούν να συναντηθούν στην κορωνίδα του μετώπου για έξοδο από την ΕΕ.

Είναι προφανές ότι επηρεάζεται περαιτέρω η πολιτική συμμαχιών, η κοινοβουλευτική δράση του Κόμματος και η προπαγάνδα για μια αντιιμπεριαλιστική κυβέρνηση.

Σύντροφοι, θα έπρεπε αυτές τις δύσκολες ώρες να ανοίξουμε μια βαθιά συζήτηση για τη δυναμική που μπορούν να αναπτύξουν οι Θέσεις σήμερα στην Ελλάδα της κρίσης. Με εμπιστοσύνη στο λαό, γιατί όποιος ομνύοντας στην ταξική πάλη θεωρεί δεδομένο ότι οποιαδήποτε πρόσκαιρη νίκη στον καπιταλισμό θα οδηγήσει αναγκαία τις μάζες στην απογοήτευση είναι ο πρώτος που την έχει προδώσει.


Δημήτριος Νταφόπουλος
ΟΒ Νομικής Θεσσαλονίκης της ΚΝΕ

Ορισμένες επισημάνσεις για τις Θέσεις

Λόγω του περιορισμένου χώρου θα επικεντρωθώ σε ορισμένα σημεία αρκετά συνοπτικά διατρέχοντας τον κίνδυνο να τα αγγίξω μόνο επιφανειακά. Κατ' αρχάς να διευκρινίσω ότι γράφω ως φίλος του ΚΚΕ, ο οποίος βρίσκεται απολύτως στο πλευρό του όχι μόνο στη δεδομένη κατάσταση, αλλά σε όλη την πορεία του στο βαθμό που παραμένει ένα πραγματικό μαρξιστικό - λενινιστικό κόμμα.

-- Θα ήθελα λοιπόν πρώτον να συγχαρώ την ΚΕ για τις Θέσεις, καθώς θεωρώ ότι έχει χαραχθεί η σωστή γραμμή. Τα σημεία που θεωρώ καθοριστικά είναι η ανάλυση της θέσης της Ελλάδας στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα, καθώς και η αντικατάσταση του ΑΑΔΜ από τη Λαϊκή Συμμαχία. Θα ήθελα να επιστήσω την προσοχή σε όσους αμφισβητούν αυτές τις θέσεις στα αδιάσειστα στοιχεία που καταδεικνύουν σαφώς τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα της ελληνικής αστικής τάξης. Οσοι υποστηρίζουν δε, ότι η δήθεν εγκατάλειψη του «αντι-ιμπεριαλισμού» από το ΚΚΕ δε συνιστά συνεπή Μ-Λ θα πρέπει να αναρωτηθούν τι ακριβώς σημαίνει ένα ΑΑΔΜ υπό τις παρούσες συνθήκες. ΑΑΔΜ - με το νόημα που του προσδίδουν διάφοροι «αριστεροί» σήμερα - σε μια ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΗ χώρα (όπως η Ελλάδα) σημαίνει να συντάσσεται κανείς με τον ταξικό εχθρό. Η μόνη συνεπής αντιιμπεριαλιστική πολιτική είναι πρωτίστως η σύγκρουση με την εγχώρια αστική τάξη.

-- Ενα σημείο που θα πρέπει να απασχολήσει την νέα ΚΕ στο προσεχές μέλλον θα πρέπει να είναι η μορφή της καθοδήγησης της ταξικής πάλης. Πιστεύω ότι σε περίοδο όξυνσης της ταξικής σύγκρουσης και αυξημένης επιθετικότητας της αστικής τάξης θα ενισχυθεί αναπόφευκτα (και θα πρέπει να ενισχυθεί) το συγκεντρωτικό στοιχείο στην οργάνωση. Αυτό μπορεί να αποδειχθεί ως τεράστια ευκαιρία, αλλά μόνο αν συνδυαστεί με τις απαραίτητες ενέργειες και διεργασίες. Θα πρέπει επομένως οπωσδήποτε να ριζοσπαστικοποιηθεί ο αγώνας και να αυξηθεί η κινητικότητα των Οργανώσεων του Κόμματος. Οποιαδήποτε στασιμότητα μπορεί να αποδειχθεί ολέθρια με μια πιο συγκεντρωτική διοργάνωση του αγώνα. Δεν έχω στο νου μου μόνο την επαναστατική περίοδο, αλλά γενικότερα περιόδους όξυνσης της σύγκρουσης των τάξεων, καθώς και της αντίδρασης. Μόνο με τη διαρκή κινητοποίηση των δυνάμεων του Κόμματος θα μπορέσει να επιτευχθεί η συσπείρωση και η συνοχή του.

-- Θα ήθελα να κάνω και μια παρατήρηση ως προς τη διεθνή δράση του ΚΚΕ, καθώς αποτελεί και αυτή μέρος των Θέσεων για το Συνέδριο. Είναι γνωστό ότι το ΚΚΕ αγωνίζεται με μεγάλη επιμονή για τη σύναψη και ανάπτυξη σχέσεων με ΚΚ άλλων χωρών προκειμένου να μπορέσει να συντονιστεί η προσπάθεια κοινής πάλης. Αυτή η προσπάθεια είναι σημαντικότατη και πρέπει μάλιστα να εντατικοποιηθεί προκειμένου κάποια στιγμή να είμαστε σε θέση να κάνουμε ακόμη και συγκροτημένη διεθνή κομμουνιστική πολιτική. Θα ήθελα ωστόσο να παρατηρήσω ότι οι συμμαχίες αυτές θα πρέπει να επιλέγονται με τη δέουσα προσοχή. Το όνομα πολλές φορές δεν αρκεί και αυτό το γνωρίζουμε καλά.

-- Το τελευταίο σημείο αφορά την μαρξιστική έρευνα. Οι συνθήκες είναι δύσκολες - αυτό το γνωρίζουμε όλοι. Ωστόσο δεν θα πρέπει να μας περάσει ούτε από το μυαλό να θεωρήσουμε τη θεωρητική εργασία πολυτέλεια. Δεν υπάρχουν περιθώρια θεωρητικών ελλείψεων για τους κομμουνιστές. Γι' αυτόν το λόγο πιστεύω ότι είναι σημαντικό να ανασυγκροτηθεί και να ενισχυθεί το ΚΜΕ όσο το δυνατόν γίνεται. Θα πρέπει να υπάρξει ένας συνδυασμός «ανοιχτών» και «κλειστών» δραστηριοτήτων και εκδηλώσεων. Σκοπός θα πρέπει να είναι αφενός η επαρκής εκπαίδευση των κομματικών στελεχών και αφετέρου η διάχυση της μαρξιστικής - λενινιστικής σκέψης και έρευνας στην κοινωνία. Ας προσπαθήσουμε να προκαλέσουμε μια αναγέννηση και άνθηση της μαρξιστικής έρευνας στην Ελλάδα, κάτι όχι ακατόρθωτο ακόμα και στις σημερινές συνθήκες. Μέσα στον τσαρλατανισμό, που κυριαρχεί σήμερα στην «αριστερή διανόηση», η συνεπής μαρξιστική - λενινιστική του ΚΚΕ πρέπει να προωθηθεί και να αναπτυχθεί.

Θα ήθελα να κλείσω αυτήν την παρέμβαση με την προτροπή να ψηφιστούν οι Θέσεις της ΚΕ στο προσεχές Συνέδριο, καθώς μόνο υπό αυτήν την προϋποθέση θα μπορέσει το Κόμμα να αντιμετωπίσει τις πραγματικά ουσιώδεις και καθοριστικές προκλήσεις. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο αγώνας δεν κρίθηκε εντέλει ποτέ από πολιτικούς «ελιγμούς», που αυτήν τη στιγμή προπαγανδίζονται από διάφορες πλευρές, αλλά από την επίμονη οργανωμένη δράση των κομμουνιστών με χρήση των μέσων ισχύος που διαθέτει το Κόμμα και η εργατική τάξη. Λενινισμός δε σημαίνει παζάρια με αστικές πολιτικές δυνάμεις για μια κυβερνητική καρέκλα ή μερικές ποσοστιαίες μονάδες, αλλά οργανωμένη διεξαγωγή της ταξικής πάλης και ανατροπή του αστικού κράτους και της κυριαρχίας της αστικής τάξης. Διότι στο κάτω κάτω: «Η αντικατάσταση του αστικού κράτους από το προλεταριακό είναι αδύνατο να γίνει χωρίς τη βίαιη επανάσταση» (Κράτος και Επανάσταση, σ. 29).


Γιώργος Κόλιας
Φοιτητής, φίλος του ΚΚΕ, Βιέννη - Αυστρία



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ