ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 4 Μάη 1997
Σελ. /48
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΔΕΗ
"Φέσι" δισεκατομμυρίων από τους μεγαλοεπιχειρηματίες

Τουλάχιστον το 66% των απαιτήσεων, που έχει η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού, είναι οφειλές από τους εκπροσώπους του μεγάλου κεφαλαίου

Σε κάθε 100 δραχμές, που διεκδικούσε στο τέλος του 1995 η ΔΕΗ από οφειλές δημοσίων και ιδιωτικών φορέων προς αυτήν, οι 66 δραχμές προέρχονταν από καταναλωτές Υψηλής Τάσης, δηλαδή από βιομηχανίες και μεγάλες επιχειρήσεις. Αυτό προκύπτει από μελέτη με θέμα: "Αλληλόχρεοι λογαριασμοί του δημοσίου", που πραγματοποίησε και δημοσιοποίησε παλαιότερα το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ). Σύμφωνα με τα στοιχεία που αναφέρονται στη μελέτη, οι συνολικές ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις της ΔΕΗ (χωρίς τις προσαυξήσεις), οι οποίες προέρχονται από την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, ανέρχονταν στο τέλος του 1994 σε 50 δισ. δραχμές και στο τέλος του 1995 σε 51,5 δισ. δραχμές. Μαζί με τις προσαυξήσεις (πρόστιμα επί των χρεών που δεν εξοφλούνται και τόκοι) οι συνολικές απαιτήσεις, το 1995, έφταναν τα 116,4 δισ. δρχ. Το αντίστοιχο ποσό το 1994 ήταν 106,4 δισ. δραχμές. Από τα ίδια στοιχεία προκύπτει ότι το 66% της συνολικής απαίτησης στο τέλος του 1995 αφορούσε υποχρεώσεις των καταναλωτών του συστήματος μεταφοράς, δηλαδή των καταναλωτών Υψηλής Τάσης, ενώ το 34%, την ίδια περίοδο, προερχόταν από καταναλωτές του κλάδου διανομής, δηλαδή καταναλωτές Χαμηλής και Μέσης Τάσης.

Οι... πρωταθλητές

Μεταξύ των μεγαλοοφειλετών της πρώτης κατηγορίας (καταναλωτές Υψηλής Τάσης) που σημειώνονται στη μελέτη, είναι η ΛΑΡΚΟ. Η επιχείρηση, που, ως προβληματική, από τους Μποδοσάκηδες με χρέη δεκάδων δισεκατομμυρίων δραχμών εντάχτηκε στο φορέα των προβληματικών, τον Οργανισμό Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων (ΟΑΕ), όπου παρά τις δυνατότητες που υπήρχαν για ανάπτυξή της κατάντησε, εξαιτίας της κυβερνητικής πολιτικής που ασκήθηκε σε όλη την τελευταία δεκαετία, απλά να περιμένει τη διαδικασία εκποίησης και διάλυσή της. Ακολουθεί μια άλλη, γνωστή για τη σκανδαλώδη πορεία της επιχείρηση, τα "Τσιμέντα Χαλκίδας". Επονται στη σειρά η Μεταλλουργική Χάλυψ, η ΜΑΒΕ, η ΕΛΣΙ, η ΑΕΒΑΛ κλπ. "Απορίας άξια" μπορεί να φαίνεται η απουσία από τον παραπάνω κατάλογο της βιομηχανίας ΠΕΣΙΝΕ, της πλέον ενεργοβόρας επιχείρησης στη χώρα, η οποία, όμως, χάρη στην αποικιακού χαρακτήρα συμβάσεις από τις ελληνικές κυβερνήσεις και τη ΔΕΗ, πληρώνει την ενέργεια που καταναλώνει κάτω από το κόστος. Με δυο λόγια και στην περίπτωση της ΠΕΣΙΝΕ, όπως και για άλλες ενεργοβόρες μονάδες, η ίδια η ΔΕΗ αναλαμβάνει κάθε φορά το κόστος εξυπηρέτησης πολιτικών και μικροκομματικών επιδιώξεων. Οπως, άλλωστε, γίνεται από τις εκάστοτε κυβερνήσεις σε σχέση με τη λειτουργία όλων των επιχειρήσεων που ελέγχονται από το δημόσιο.

Από τους καταναλωτές του κλάδου διανομής τα υπουργεία αύξησαν το ποσοστό συμμετοχής στις απαιτήσεις της ΔΕΗ από 1,8% την 31-12-94 σε 3,3% την 31-12-95, με αποτέλεσμα οι οφειλές των υπουργείων προς τη ΔΕΗ να φτάσουν τα1,7 δισ. δρχ. Αντίστοιχα, οι υποχρεώσεις των φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα (κυρίως οι ΟΤΑ και τα ΝΠΔΔ) παρουσίασαν μικρή μείωση και έφτασαν στο τέλος του 1995 τα 5 δισ. δρχ. Οπως επισημαίνεται στη μελέτη, η τελευταία εξέλιξη οφείλεται, κυρίως, στο ότι η ΔΕΗ εισπράττει μαζί με τους λογαριασμούς και τα δημοτικά τέλη από τα οποία και παρακρατά τις όποιες οφειλές τους προς αυτήν, με βάση το νόμο "Περί συνεισπράξεως των δημοτικών τελών".

Είναι φανερό, όπως τονίζεται στη μελέτη, ότι κάθε καθυστέρηση εξόφλησης των λογαριασμών κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, μειώνει σε σημαντικό βαθμό τη ρευστότητα της ΔΕΗ και την αναγκάζει να πραγματοποιεί πρόσθετο δανεισμό από την εσωτερική ή εξωτερική χρηματαγορά.

Οφειλές από άλλες υπηρεσίες

Πέρα, όμως, από τις ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις της ΔΕΗ από πωλήσεις ηλεκτρικής ενέργειας υπάρχουν και ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις από την πώληση λιγνιτικών προϊόντων στην ΑΕΒΑΛ, αλλά και απαιτήσεις έναντι ορισμένων ασφαλιστικών ταμείων (ΙΚΑ, ΝΑΤ, ΤΣΑ κλπ.). Ας σημειωθεί ότι οι απαιτήσεις της ΔΕΗ έναντι των ασφαλιστικών ταμείων αφορούν ασφαλιστικά δικαιώματα εργαζόμενων, οι οποίοι ήταν ασφαλισμένοι σε άλλα ταμεία πριν προσληφθούν στη ΔΕΗ. Η αρχική οφειλή των ταμείων αυτών παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητη ανάμεσα στο 1994 και 1995, αν, όμως, ληφθούν υπόψη οι προσαυξήσεις παρουσίασε αύξηση κατά 4,3% και έφτασε τα 8,5 δισ. δρχ.

Οι απαιτήσεις της ΔΕΗ έναντι των προβληματικών επιχειρήσεων του ΟΑΕ έχουν ρυθμιστεί στα πλαίσια του ομολογιακού δανείου οικονομικής εξυγίανσης, σύμφωνα με τα άρθρα 31 και 32 του Ν. 1914/90.

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι μεταβολές των άληκτων υποχρεώσεων της ΔΕΗ. Οι άληκτες συνολικές δανειακές υποχρεώσεις μειώθηκαν κατά 28,8 δισ. δρχ. ανάμεσα στο 1994 και 1995. Συγκεκριμένα, οι άληκτες υποχρεώσεις της ΔΕΗ από ανεξόφλητα υπόλοιπα δανείων έφταναν στο τέλος του 1995 το ποσό του 1 τρισ. δρχ. Πάντως, είναι αξιοσημείωτο, όπως τουλάχιστον φαίνεται από τα στοιχεία της μελέτης, ότι η ΔΕΗ δεν έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές σε άλλους φορείς.

Βάσω ΜΠΑΡΜΠΑ

ΔΕΗ
"Φέσι" δισεκατομμυρίων από τους μεγαλοεπιχειρηματίες

Τουλάχιστον το 66% των απαιτήσεων, που έχει η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού, είναι οφειλές από τους εκπροσώπους του μεγάλου κεφαλαίου

Σε κάθε 100 δραχμές, που διεκδικούσε στο τέλος του 1995 η ΔΕΗ από οφειλές δημοσίων και ιδιωτικών φορέων προς αυτήν, οι 66 δραχμές προέρχονταν από καταναλωτές Υψηλής Τάσης, δηλαδή από βιομηχανίες και μεγάλες επιχειρήσεις. Αυτό προκύπτει από μελέτη με θέμα: "Αλληλόχρεοι λογαριασμοί του δημοσίου", που πραγματοποίησε και δημοσιοποίησε παλαιότερα το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ). Σύμφωνα με τα στοιχεία που αναφέρονται στη μελέτη, οι συνολικές ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις της ΔΕΗ (χωρίς τις προσαυξήσεις), οι οποίες προέρχονται από την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, ανέρχονταν στο τέλος του 1994 σε 50 δισ. δραχμές και στο τέλος του 1995 σε 51,5 δισ. δραχμές. Μαζί με τις προσαυξήσεις (πρόστιμα επί των χρεών που δεν εξοφλούνται και τόκοι) οι συνολικές απαιτήσεις, το 1995, έφταναν τα 116,4 δισ. δρχ. Το αντίστοιχο ποσό το 1994 ήταν 106,4 δισ. δραχμές. Από τα ίδια στοιχεία προκύπτει ότι το 66% της συνολικής απαίτησης στο τέλος του 1995 αφορούσε υποχρεώσεις των καταναλωτών του συστήματος μεταφοράς, δηλαδή των καταναλωτών Υψηλής Τάσης, ενώ το 34%, την ίδια περίοδο, προερχόταν από καταναλωτές του κλάδου διανομής, δηλαδή καταναλωτές Χαμηλής και Μέσης Τάσης.

Οι... πρωταθλητές

Μεταξύ των μεγαλοοφειλετών της πρώτης κατηγορίας (καταναλωτές Υψηλής Τάσης) που σημειώνονται στη μελέτη, είναι η ΛΑΡΚΟ. Η επιχείρηση, που, ως προβληματική, από τους Μποδοσάκηδες με χρέη δεκάδων δισεκατομμυρίων δραχμών εντάχτηκε στο φορέα των προβληματικών, τον Οργανισμό Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων (ΟΑΕ), όπου παρά τις δυνατότητες που υπήρχαν για ανάπτυξή της κατάντησε, εξαιτίας της κυβερνητικής πολιτικής που ασκήθηκε σε όλη την τελευταία δεκαετία, απλά να περιμένει τη διαδικασία εκποίησης και διάλυσή της. Ακολουθεί μια άλλη, γνωστή για τη σκανδαλώδη πορεία της επιχείρηση, τα "Τσιμέντα Χαλκίδας". Επονται στη σειρά η Μεταλλουργική Χάλυψ, η ΜΑΒΕ, η ΕΛΣΙ, η ΑΕΒΑΛ κλπ. "Απορίας άξια" μπορεί να φαίνεται η απουσία από τον παραπάνω κατάλογο της βιομηχανίας ΠΕΣΙΝΕ, της πλέον ενεργοβόρας επιχείρησης στη χώρα, η οποία, όμως, χάρη στην αποικιακού χαρακτήρα συμβάσεις από τις ελληνικές κυβερνήσεις και τη ΔΕΗ, πληρώνει την ενέργεια που καταναλώνει κάτω από το κόστος. Με δυο λόγια και στην περίπτωση της ΠΕΣΙΝΕ, όπως και για άλλες ενεργοβόρες μονάδες, η ίδια η ΔΕΗ αναλαμβάνει κάθε φορά το κόστος εξυπηρέτησης πολιτικών και μικροκομματικών επιδιώξεων. Οπως, άλλωστε, γίνεται από τις εκάστοτε κυβερνήσεις σε σχέση με τη λειτουργία όλων των επιχειρήσεων που ελέγχονται από το δημόσιο.

Από τους καταναλωτές του κλάδου διανομής τα υπουργεία αύξησαν το ποσοστό συμμετοχής στις απαιτήσεις της ΔΕΗ από 1,8% την 31-12-94 σε 3,3% την 31-12-95, με αποτέλεσμα οι οφειλές των υπουργείων προς τη ΔΕΗ να φτάσουν τα1,7 δισ. δρχ. Αντίστοιχα, οι υποχρεώσεις των φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα (κυρίως οι ΟΤΑ και τα ΝΠΔΔ) παρουσίασαν μικρή μείωση και έφτασαν στο τέλος του 1995 τα 5 δισ. δρχ. Οπως επισημαίνεται στη μελέτη, η τελευταία εξέλιξη οφείλεται, κυρίως, στο ότι η ΔΕΗ εισπράττει μαζί με τους λογαριασμούς και τα δημοτικά τέλη από τα οποία και παρακρατά τις όποιες οφειλές τους προς αυτήν, με βάση το νόμο "Περί συνεισπράξεως των δημοτικών τελών".

Είναι φανερό, όπως τονίζεται στη μελέτη, ότι κάθε καθυστέρηση εξόφλησης των λογαριασμών κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, μειώνει σε σημαντικό βαθμό τη ρευστότητα της ΔΕΗ και την αναγκάζει να πραγματοποιεί πρόσθετο δανεισμό από την εσωτερική ή εξωτερική χρηματαγορά.

Οφειλές από άλλες υπηρεσίες

Πέρα, όμως, από τις ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις της ΔΕΗ από πωλήσεις ηλεκτρικής ενέργειας υπάρχουν και ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις από την πώληση λιγνιτικών προϊόντων στην ΑΕΒΑΛ, αλλά και απαιτήσεις έναντι ορισμένων ασφαλιστικών ταμείων (ΙΚΑ, ΝΑΤ, ΤΣΑ κλπ.). Ας σημειωθεί ότι οι απαιτήσεις της ΔΕΗ έναντι των ασφαλιστικών ταμείων αφορούν ασφαλιστικά δικαιώματα εργαζόμενων, οι οποίοι ήταν ασφαλισμένοι σε άλλα ταμεία πριν προσληφθούν στη ΔΕΗ. Η αρχική οφειλή των ταμείων αυτών παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητη ανάμεσα στο 1994 και 1995, αν, όμως, ληφθούν υπόψη οι προσαυξήσεις παρουσίασε αύξηση κατά 4,3% και έφτασε τα 8,5 δισ. δρχ.

Οι απαιτήσεις της ΔΕΗ έναντι των προβληματικών επιχειρήσεων του ΟΑΕ έχουν ρυθμιστεί στα πλαίσια του ομολογιακού δανείου οικονομικής εξυγίανσης, σύμφωνα με τα άρθρα 31 και 32 του Ν. 1914/90.

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι μεταβολές των άληκτων υποχρεώσεων της ΔΕΗ. Οι άληκτες συνολικές δανειακές υποχρεώσεις μειώθηκαν κατά 28,8 δισ. δρχ. ανάμεσα στο 1994 και 1995. Συγκεκριμένα, οι άληκτες υποχρεώσεις της ΔΕΗ από ανεξόφλητα υπόλοιπα δανείων έφταναν στο τέλος του 1995 το ποσό του 1 τρισ. δρχ. Πάντως, είναι αξιοσημείωτο, όπως τουλάχιστον φαίνεται από τα στοιχεία της μελέτης, ότι η ΔΕΗ δεν έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές σε άλλους φορείς.

Βάσω ΜΠΑΡΜΠΑ

Να τι διεκδικούν ΕΥΔΑΠ, ΟΣΕ, ΟΤΕ

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στοιχεία της μελέτης του ΚΕΠΕ για τις απαιτήσεις και υποχρεώσεις που παρουσίαζε στο τέλος του 1995 μια σειρά άλλων δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών. Αναλυτικότερα:

ΟΣΕ

Οι συνολικές απαιτήσεις του ΟΣΕ, οι οποίες ανήλθαν την 31-12-1995 στα 241 δισ. δρχ. έναντι 209,7 δισ. δρχ. στο τέλος του '94, προέρχονται κυρίως από τη μη καταβολή των επιχορηγήσεων, οι οποίες προβλέπονται από την οικονομική συμφωνία ανάμεσα στον ΟΣΕ και το δημόσιο, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία. Σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτή, το δημόσιο θα πρέπει να καλύπτει πλήρως το ετήσιο έλλειμμα διαχείρισης που παρουσιάζει ο ΟΣΕ κατά την εκτέλεση του προγράμματός του.Η μη εκπλήρωση αυτής της υποχρέωσης έχει δημιουργήσει σωρευτική απαίτηση του ΟΣΕ έναντι του δημοσίου, η οποία το 1995 ανερχόταν στα 240 δισ. δρχ. Επίσης, ένα μικρό μέρος των ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων του ΟΣΕ προέρχεται από την εξυπηρέτηση ξένων δικτύων και από εργασίες που πραγματοποιεί ο Οργανισμός για λογαριασμό τρίτων και οι οποίες από τη φύση τους δεν μπορούν να εκτελεστούν από άλλους.

Ερχόμενοι τώρα στις υποχρεώσεις του ΟΣΕ διαπιστώνουμε ότι στη διάρκεια του 1995 οι συνολικές ληξιπρόθεσμες οφειλές αυξήθηκαν κατά 5,8% και έφτασαν τα 51,3 δισ. δρχ. Στη μεταβολή αυτή συνέβαλε κυρίως η εξέλιξη των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το δημόσιο (αύξηση 46,9%) που δημιουργήθηκε από αποπληρωμή τοκοχρεολυσίων κατόπιν κατάπτωσης εγγυήσεων. Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία, από παρακράτηση και μη απόδοση εισφορών των εργαζόμενων και εργοδότη, εξελίχτηκαν ικανοποιητικά, αφού παρουσίασαν μείωση κατά 55,8% και περιορίστηκαν στα 8,2 δισ. δρχ., λόγω συμψηφισμού με ισόποση επιστροφή ΦΠΑ από το δημόσιο προς τον ΟΣΕ. Οπως διαπιστώνεται στη μελέτη, οι εξελίξεις που εμφανίζονται στις ληξιπρόθεσμες οφειλές του Οργανισμού, φανερώνουν τη δεινή χρηματοοικονομική θέση στην οποία έχει περιέλθει και ο ΟΣΕ.

ΕΥΔΑΠ

Στο ποσό των 19 δισ. δραχμών έφταναν οι συνολικές ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις της ΕΥΔΑΠ στο τέλος του 1995. Σύμφωνα με τη μελέτη του ΚΕΠΕ, οι ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις της ΕΥΔΑΠ δημιουργήθηκαν από την εφαρμογή του καλούμενου ειδικού τιμολογίου, με βάση το οποίο σταμάτησαν οι διακοπές υδροληψίας το διάστημα 1992-1993. Από το 1994 όμως μέχρι σήμερα έγιναν σημαντικές προσπάθειες ρευστοποίησης των ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων από υδροληψία. Οι συνολικές ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις της ΕΥΔΑΠ μειώθηκαν κατά τη διάρκεια του 1995, λόγω της μείωσης κατά 17,6% των οφειλών του ευρύτερου δημοσίου τομέα (κυρίως όμως λόγω της μείωσης των ληξιπρόθεσμων οφειλών των δήμων και κοινοτήτων προς την ΕΥΔΑΠ κατά 4 δισ. δρχ.). Ο ρυθμός μείωσης των ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων της ΕΥΔΑΠ επηρεάστηκε αρνητικά από την εξέλιξη των οφειλών των ιδιωτών από υδροληψία, οι οποίες σχεδόν διπλασιάστηκαν κατά το 1995 και ανήλθαν στις 31-12-95 στα 4,5 δισ. δρχ. έναντι 1,6 δισ. δρχ. στις 31-12-94.

Σε υψηλά επίπεδα βρίσκονται όμως και οι υποχρεώσεις της ΕΥΔΑΠ, οι οποίες στο τέλος του 1995 έφταναν σε 38 δισ. δρχ. έναντι 142 δισ. δρχ. το 1994. Σύμφωνα με τη μελέτη, οι υποχρεώσεις της ΕΥΔΑΠ προέρχονται κυρίως από δάνεια που κατά καιρούς είχε συνάψει η Εταιρεία, προκειμένου να εκτελέσει το πρόγραμμά της, λόγω ανεπάρκειας ιδίων χρηματοδοτικών μέσων. Τέλος, οι άληκτες υποχρεώσεις της επιχείρησης μειώθηκαν μέσα στο 1995, πράγμα που υποδηλώνει τη σχετικά καλή της οικονομική διαχείριση, τα τελευταία χρόνια.

ΟΤΕ

Οι συνολικές ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις του ΟΤΕ από την παροχή τηλεφωνικών υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 50% κατά τη διάρκεια του 1995 και έφτασαν τα 28,5 δισ. δρχ. Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των υπουργείων προς τον ΟΤΕ σχεδόν διπλασιάστηκαν μεταξύ '94-'95 και το ποσοστό συμμετοχής τους στις συνολικές απαιτήσεις του ΟΤΕ ανήλθε στο 38,4% από 28,5%, που ήταν στο τέλος του 1994. Οι απαιτήσεις του ΟΤΕ έναντι των ιδιωτών αυξήθηκαν κατά 40,4%, δηλαδή με ρυθμό κατώτερο των συνολικών ληξιπρόθεσμων και, επομένως, η συμμετοχή τους στο σύνολο των απαιτήσεων του ΟΤΕ μειώθηκε από 34,1% σε 31,9%. Σημειώνεται ότι η αύξηση αυτή των απαιτήσεων του ΟΤΕ έναντι των ιδιωτών συνδέεται αφ' ενός με την αύξηση των τιμολογίων και αφ' ετέρου με την ελαστική πολιτική που εφαρμόστηκε την περίοδο 1994-1995 στο θέμα της διακοπής της σύνδεσης, λόγω καθυστέρησης στην εξόφληση των λογαριασμών. Τέλος, σημειώνεται ότι ο ΟΤΕ είχε εξοφλήσει πλήρως τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του την 31-12-95.

Β. Μπ.

Να τι διεκδικούν ΕΥΔΑΠ, ΟΣΕ, ΟΤΕ

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στοιχεία της μελέτης του ΚΕΠΕ για τις απαιτήσεις και υποχρεώσεις που παρουσίαζε στο τέλος του 1995 μια σειρά άλλων δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών. Αναλυτικότερα:

ΟΣΕ

Οι συνολικές απαιτήσεις του ΟΣΕ, οι οποίες ανήλθαν την 31-12-1995 στα 241 δισ. δρχ. έναντι 209,7 δισ. δρχ. στο τέλος του '94, προέρχονται κυρίως από τη μη καταβολή των επιχορηγήσεων, οι οποίες προβλέπονται από την οικονομική συμφωνία ανάμεσα στον ΟΣΕ και το δημόσιο, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία. Σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτή, το δημόσιο θα πρέπει να καλύπτει πλήρως το ετήσιο έλλειμμα διαχείρισης που παρουσιάζει ο ΟΣΕ κατά την εκτέλεση του προγράμματός του.Η μη εκπλήρωση αυτής της υποχρέωσης έχει δημιουργήσει σωρευτική απαίτηση του ΟΣΕ έναντι του δημοσίου, η οποία το 1995 ανερχόταν στα 240 δισ. δρχ. Επίσης, ένα μικρό μέρος των ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων του ΟΣΕ προέρχεται από την εξυπηρέτηση ξένων δικτύων και από εργασίες που πραγματοποιεί ο Οργανισμός για λογαριασμό τρίτων και οι οποίες από τη φύση τους δεν μπορούν να εκτελεστούν από άλλους.

Ερχόμενοι τώρα στις υποχρεώσεις του ΟΣΕ διαπιστώνουμε ότι στη διάρκεια του 1995 οι συνολικές ληξιπρόθεσμες οφειλές αυξήθηκαν κατά 5,8% και έφτασαν τα 51,3 δισ. δρχ. Στη μεταβολή αυτή συνέβαλε κυρίως η εξέλιξη των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το δημόσιο (αύξηση 46,9%) που δημιουργήθηκε από αποπληρωμή τοκοχρεολυσίων κατόπιν κατάπτωσης εγγυήσεων. Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία, από παρακράτηση και μη απόδοση εισφορών των εργαζόμενων και εργοδότη, εξελίχτηκαν ικανοποιητικά, αφού παρουσίασαν μείωση κατά 55,8% και περιορίστηκαν στα 8,2 δισ. δρχ., λόγω συμψηφισμού με ισόποση επιστροφή ΦΠΑ από το δημόσιο προς τον ΟΣΕ. Οπως διαπιστώνεται στη μελέτη, οι εξελίξεις που εμφανίζονται στις ληξιπρόθεσμες οφειλές του Οργανισμού, φανερώνουν τη δεινή χρηματοοικονομική θέση στην οποία έχει περιέλθει και ο ΟΣΕ.

ΕΥΔΑΠ

Στο ποσό των 19 δισ. δραχμών έφταναν οι συνολικές ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις της ΕΥΔΑΠ στο τέλος του 1995. Σύμφωνα με τη μελέτη του ΚΕΠΕ, οι ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις της ΕΥΔΑΠ δημιουργήθηκαν από την εφαρμογή του καλούμενου ειδικού τιμολογίου, με βάση το οποίο σταμάτησαν οι διακοπές υδροληψίας το διάστημα 1992-1993. Από το 1994 όμως μέχρι σήμερα έγιναν σημαντικές προσπάθειες ρευστοποίησης των ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων από υδροληψία. Οι συνολικές ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις της ΕΥΔΑΠ μειώθηκαν κατά τη διάρκεια του 1995, λόγω της μείωσης κατά 17,6% των οφειλών του ευρύτερου δημοσίου τομέα (κυρίως όμως λόγω της μείωσης των ληξιπρόθεσμων οφειλών των δήμων και κοινοτήτων προς την ΕΥΔΑΠ κατά 4 δισ. δρχ.). Ο ρυθμός μείωσης των ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων της ΕΥΔΑΠ επηρεάστηκε αρνητικά από την εξέλιξη των οφειλών των ιδιωτών από υδροληψία, οι οποίες σχεδόν διπλασιάστηκαν κατά το 1995 και ανήλθαν στις 31-12-95 στα 4,5 δισ. δρχ. έναντι 1,6 δισ. δρχ. στις 31-12-94.

Σε υψηλά επίπεδα βρίσκονται όμως και οι υποχρεώσεις της ΕΥΔΑΠ, οι οποίες στο τέλος του 1995 έφταναν σε 38 δισ. δρχ. έναντι 142 δισ. δρχ. το 1994. Σύμφωνα με τη μελέτη, οι υποχρεώσεις της ΕΥΔΑΠ προέρχονται κυρίως από δάνεια που κατά καιρούς είχε συνάψει η Εταιρεία, προκειμένου να εκτελέσει το πρόγραμμά της, λόγω ανεπάρκειας ιδίων χρηματοδοτικών μέσων. Τέλος, οι άληκτες υποχρεώσεις της επιχείρησης μειώθηκαν μέσα στο 1995, πράγμα που υποδηλώνει τη σχετικά καλή της οικονομική διαχείριση, τα τελευταία χρόνια.

ΟΤΕ

Οι συνολικές ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις του ΟΤΕ από την παροχή τηλεφωνικών υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 50% κατά τη διάρκεια του 1995 και έφτασαν τα 28,5 δισ. δρχ. Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των υπουργείων προς τον ΟΤΕ σχεδόν διπλασιάστηκαν μεταξύ '94-'95 και το ποσοστό συμμετοχής τους στις συνολικές απαιτήσεις του ΟΤΕ ανήλθε στο 38,4% από 28,5%, που ήταν στο τέλος του 1994. Οι απαιτήσεις του ΟΤΕ έναντι των ιδιωτών αυξήθηκαν κατά 40,4%, δηλαδή με ρυθμό κατώτερο των συνολικών ληξιπρόθεσμων και, επομένως, η συμμετοχή τους στο σύνολο των απαιτήσεων του ΟΤΕ μειώθηκε από 34,1% σε 31,9%. Σημειώνεται ότι η αύξηση αυτή των απαιτήσεων του ΟΤΕ έναντι των ιδιωτών συνδέεται αφ' ενός με την αύξηση των τιμολογίων και αφ' ετέρου με την ελαστική πολιτική που εφαρμόστηκε την περίοδο 1994-1995 στο θέμα της διακοπής της σύνδεσης, λόγω καθυστέρησης στην εξόφληση των λογαριασμών. Τέλος, σημειώνεται ότι ο ΟΤΕ είχε εξοφλήσει πλήρως τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του την 31-12-95.

Β. Μπ.

Υπό τον όρο "αλληλόχρεοι λογαριασμοί" ο καθένας μας μπορεί να καταλάβει τα πάντα και να... μην ξέρει τίποτα. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι η αναφορά και μόνο στους λογαριασμούς αυτούς έχει να κάνει με κονδύλια ύψους 2,08 τρισεκατομμυρίων δραχμών. Στην πραγματικότητα, τα ποσά αυτά είναι τα χρέη και οι απαιτήσεις όλων των φορέων του δημοσίου, όπως είχαν διαμορφωθεί στα τέλη του 1995. Λόγος δηλαδή γίνεται τόσο για τα χρέη που οφείλονται προς διάφορους φορείς του δημοσίου, καθώς και τις οφειλές που αυτοί οι φορείς έχουν προς άλλους, είτε πρόκειται για το δημόσιο, είτε για ιδιώτες. Πρόκειται για ένα τεράστιο ποσό, το οποίο εξαιτίας της πολιτικής που ασκείται από τις γαλαζοπράσινες κυβερνήσεις, όχι μόνο δε μειώνεται, αλλά χρόνο με τον χρόνο σημειώνει παραπέρα αύξηση, με πολλαπλά αρνητικά αποτελέσματα για όλους τους φορείς του δημοσίου. Τους φορείς που παντοιοτρόπως προσπαθούν οι κυβερνώντες να κατασυκοφαντήσουν προκειμένου να "περάσουν" τα άνομα σχέδιά τους για ιδιωτικοποίηση των πάντων. Από τα παραπάνω ποσά των αλληλόχρεων λογαριασμών τα 404 περίπου δισ. αναφέρονται σε χρέη προς τη ΔΕΗ, τον ΟΣΕ, την ΕΥΔΑΠ και τον ΟΤΕ.

Υπό τον όρο "αλληλόχρεοι λογαριασμοί" ο καθένας μας μπορεί να καταλάβει τα πάντα και να... μην ξέρει τίποτα. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι η αναφορά και μόνο στους λογαριασμούς αυτούς έχει να κάνει με κονδύλια ύψους 2,08 τρισεκατομμυρίων δραχμών. Στην πραγματικότητα, τα ποσά αυτά είναι τα χρέη και οι απαιτήσεις όλων των φορέων του δημοσίου, όπως είχαν διαμορφωθεί στα τέλη του 1995. Λόγος δηλαδή γίνεται τόσο για τα χρέη που οφείλονται προς διάφορους φορείς του δημοσίου, καθώς και τις οφειλές που αυτοί οι φορείς έχουν προς άλλους, είτε πρόκειται για το δημόσιο, είτε για ιδιώτες. Πρόκειται για ένα τεράστιο ποσό, το οποίο εξαιτίας της πολιτικής που ασκείται από τις γαλαζοπράσινες κυβερνήσεις, όχι μόνο δε μειώνεται, αλλά χρόνο με τον χρόνο σημειώνει παραπέρα αύξηση, με πολλαπλά αρνητικά αποτελέσματα για όλους τους φορείς του δημοσίου. Τους φορείς που παντοιοτρόπως προσπαθούν οι κυβερνώντες να κατασυκοφαντήσουν προκειμένου να "περάσουν" τα άνομα σχέδιά τους για ιδιωτικοποίηση των πάντων. Από τα παραπάνω ποσά των αλληλόχρεων λογαριασμών τα 404 περίπου δισ. αναφέρονται σε χρέη προς τη ΔΕΗ, τον ΟΣΕ, την ΕΥΔΑΠ και τον ΟΤΕ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ