ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 21 Δεκέμβρη 1999
Σελ. /40
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
Μ' ένα «γιατί» στα μάτια...

Ο Νιγηριανός Τίμοθι Αμντούλ, ένα απ' τα θύματα της φασιστικής παράκρουσης του Α. Καζάκου, μιλά στο «Ρ», μέσα απ' το «Σωτηρία», όπου εξακολουθεί να αναρωτιέται: «Γιατί έγιναν όλα αυτά; Επειδή είμαι μαύρος;»

Aμείλικτα τα ερωτήματα του Νιγηριανού, μέσα απ' το νοσοκομείο. Τραγικές οι διαπιστώσεις του: «Δύο μήνες δεν είδα κανέναν πολιτικό να 'ρθει να δει τι κάνω»
Aμείλικτα τα ερωτήματα του Νιγηριανού, μέσα απ' το νοσοκομείο. Τραγικές οι διαπιστώσεις του: «Δύο μήνες δεν είδα κανέναν πολιτικό να 'ρθει να δει τι κάνω»
Γι' αυτόν μάλλον η ιστορία θα έχει καλό τέλος. Ηδη, βρίσκεται στο τελευταίο στάδιο της θεραπείας του, νιώθει το κορμί του μέρα με τη μέρα να δυναμώνει, νιώθει τα πόδια του - μετά από δύο ολόκληρους μήνες - να πατούν ξανά σταθερά στο έδαφος, νιώθει τη δύναμη να αναβλύζει πάλι από μέσα του και ήδη αρχίζει να κάνει σχέδια για την επόμενη μέρα, όταν θα κρατά, επιτέλους, στα χέρια του το πολυπόθητο εξιτήριο. Ομως, στο βλέμμα του φαίνεται μια δυσφορία, ένας όχι και τόσο ανεξήγητος πόνος, μια απορία, ένα άχτι: «Για ποιο λόγο το έκανε; Ούτε με γνώριζε, ούτε καν μου μίλησε, όταν με πυροβόλησε. Ηρθε από πίσω μου και πάτησε τρεις φορές τη σκανδάλη. Γιατί έγιναν όλα αυτά; Επειδή είμαι μαύρος;».

Αυτός που ρωτά είναι ο 34χρονος Νιγηριανός Τίμοθι Αμντούλ, ένα από τα θύματα της φασιστικής παράκρουσης του Α. Καζάκου, τον προηγούμενο Οκτώβρη. Ο Τίμοθι - που νοσηλεύεται από εκείνο το τραγικό βράδυ σε δωμάτιο του νοσοκομείου «Σωτηρία» - ακριβώς σ' αυτά τα δύο ερωτήματα στέκεται και ξαναστέκεται - ίσως και καθόλη τη διάρκεια της συζήτησής μας - κι, απ' ό,τι φαίνεται, δείχνει σαν να μη θέλει να βγάλει άκρη: «Γιατί έγιναν όλα αυτά; Επειδή είμαι μαύρος;». Κι όμως, όταν τον ρωτάς ξαφνικά, εάν αυτή η αναίτια δολοφονική επίθεση, που δέχτηκε, τον έκανε όλο αυτό το διάστημα να θέλει να εγκαταλείψει τη χώρα μας, απαντά σχεδόν αφοπλιστικά: «Γιατί; Αυτή είναι η πατρίδα μου». Και η εξήγηση έρχεται ακόμα πιο αφοπλιστική: «Ζω τρία χρόνια στην Ελλάδα κι έχω πολλές ευχάριστες στιγμές να θυμάμαι. Εχω φίλους, πολλούς Ελληνες φίλους, μου αρέσει η ζωή στη χώρα σας, παρά τις όποιες δυσκολίες της. Το ότι ένας άνθρωπος, ένας Ελληνας, με πυροβόλησε πισώπλατα και χωρίς αιτία, δε σημαίνει πως είναι έτσι όλοι. Είναι έγκλημα να μπερδέψουμε το ένα με το άλλο»...

Τη σφαίρα αποφάσισε να την κρατήσει ο Τ. Αμντούλ, είναι ίσως και το μόνο που του έμεινε για να θυμάται ό,τι δεν πρέπει να ξεχάσει...
Τη σφαίρα αποφάσισε να την κρατήσει ο Τ. Αμντούλ, είναι ίσως και το μόνο που του έμεινε για να θυμάται ό,τι δεν πρέπει να ξεχάσει...
Ο Τίμοθι, από τη στιγμή που ήρθε στη χώρα μας, ζει πουλώντας διάφορα μικροαντικείμενα στους δρόμους. Το βράδυ εκείνο του Οκτώβρη, βρισκόταν στα Εξάρχεια, μαζί με έναν φίλο του και ανηφόριζαν προς τα μαγαζιά της οδού Καλλιδρομίου. Ξαφνικά, ένιωσε κάποιον πίσω του - ήταν ο Α. Καζάκος - και πριν καλά - καλά προλάβει να γυρίσει, ένιωσε τρεις σφαίρες στο κορμί του. «Πρώτα ένιωσα ένα δυνατό πόνο στη δεξιά ωμοπλάτη μου. Γυρνώντας προς το μέρος του δέχτηκα δύο ακόμα σφαίρες, μία στο θώρακα και μία στην κοιλιά», περιγράφει. Ο Τίμοθι σωριάστηκε αιμόφυρτος. Ο φίλος του, ανήμπορος να αντιδράσει, γονάτισε πάνω του κι έκλαιγε με λυγμούς. Σήμερα, ο Τίμοθι κρατά στα χέρια του την τελευταία σφαίρα, που βγήκε με επέμβαση μόλις την προηγούμενη βδομάδα από μέσα του, και σχεδόν χαμογελώντας λέει: «Μου την έδωσαν οι γιατροί και αποφάσισα να την κρατήσω. Ακόμα δεν έχω καταλάβει για ποιο λόγο»...

Από τη διαμονή του, όλο αυτό το διάστημα, στο «Σωτηρία», ο 34χρονος Νιγηριανός κατ' αρχήν αναφέρεται με ιδιαίτερη ευγνωμοσύνη σε όλο το προσωπικό - νοσηλευτικό και ιατρικό - του νοσοκομείου. «Με περιποιήθηκαν και με πρόσεξαν σαν να 'μουνα δικός τους άνθρωπος», λέει. Ευχαριστεί, επίσης, όλους τους φίλους που στάθηκαν στο πλευρό του, αλλά και όλους τους άγνωστους πολίτες, που πέρασαν απ' το νοσοκομείο για να τον δουν, να βοηθήσουν, να του σφίξουν το χέρι. Παράλληλα, όμως, κάνει και μια διαπίστωση, που είναι εξίσου τραγική με το γεγονός που του συνέβη: «Το επεισόδιο που συνέβη εις βάρος τόσων μεταναστών είναι ζήτημα πολιτικό, δεν είδα, όμως, κανέναν όλο αυτό το διάστημα να έρθει εδώ πέρα για να ρωτήσει τι κάνουμε»... Οσο για τα συναισθήματά του τώρα, που είναι ήδη με το ένα πόδι έξω απ' το νοσοκομείο (μένει ακόμα να ολοκληρωθεί η φάση της φυσικοθεραπείας του), εξακολουθούν να είναι φορτωμένα μ' αυτήν την απορία, μ' αυτό το άχτι: «Δεν μπορώ ακόμα να χωνέψω πώς μου την έφεραν πισώπλατα»...


Χρυσόσκονη σε μαύρο φόντο

Η θλιβερή τσιμεντούπολη απόκτησε ξαφνικά γιρλάντες και χρυσόσκονη και περιμένει μέσα στη φανταχτερή αμφίεσή της, τις μεγάλες γιορτές. Πολύχρωμα φώτα, φάτνες, άγγελοι, γκι, έλατα, φουρφουρένιες μπάλες, όλα επιστρατεύτηκαν από τους άρχοντές της για να δώσουν χαρμόσυνη όψη στα άχαρα κτίριά της, στους βρώμικους δρόμους της και στις θλιβερές της πλατείες. Οι πληγές όμως δεν κρύβονται και ο ψεύτικος διάκοσμος που απλώθηκε παντού δεν έκανε το ασκημόπαπο κύκνο. Η τσιμεντούπολη εξακολουθεί να είναι άχαρη και σκυθρωπή και να πληγώνει τα τέσσερα εκατομμύρια ψυχές που αποτελούν τον πληθυσμό της.

Η θλιβερή πρωτεύουσα φόρεσε ξαφνικά τα «καλά» της για να κρύψει για λίγο την ασχήμια της και να χαρίσει μια κάποια νότα χαράς και αγαλλίασης στις μυρμηγκιές των βιοπαλαιστών που την κατοικούν, συνθλίβονται καθημερινά από το βάρος των προβλημάτων τους. Πώς όμως να γίνει αυτή η «ανάσταση» των ψυχών, που έχουν καταδικαστεί να κυνηγούν το λειψό μεροκάματο και να αγωνιούν για το αβέβαιο μέλλον τους; Ούτε τα φώτα, ούτε οι γιρλάντες θα κάνουν αυτούς που είναι δεμένοι με τις αλυσίδες της «σύγκλισης» και της ΟΝΕ να ευθυμήσουν έστω για λίγο. Απλώς θα αναγκαστούν μεθαύριο να φορέσουν μια μάσκα ψεύτικης χαράς, για να μη δουν οι δικοί τους και ειδικά τα παιδιά, αυτές τις «χρονιάρες μέρες» την απελπισμένη όψη, που έχουν όλον τον καιρό. Και θα ευχηθούν χαμογελώντας «καλά Χριστούγεννα» και «ευτυχισμένος ο καινούριος χρόνος».

Απ' έξω το προσωπείο της αγαλλίασης και από μέσα το αληθινό πρόσωπο, το θλιμμένο του μισθωτού, του συνταξιούχου, του κάθε βιοπαλαιστή, που τον κατάντησαν να μην μπορεί να χαρεί ούτε στις γιορτές!

Να και οι βιτρίνες φωταγωγημένες, απαστράπτουσες και φορτωμένες με ρούχα, παιχνίδια, χρυσαφικά, κουραμπιέδες, μελομακάρονα, καρύδια, δίπλες, ότι τελοσπάντων είναι απαραίτητο ή περιττό για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, για το ρεβεγιόν της Πρωτοχρονιάς για την ευωχία και τη διασκέδαση των ημερών. Η «Ελεύθερη αγορά» του συστήματος ίσια με το μυθικό κέρας της Αμάλθειας εναποθέτει στις βιτρίνες και τα ράφια των καταστημάτων ό,τι ποθεί η καρδιά του ανθρώπου. Ο,τι ποθεί κι ό,τι πολλές φορές δεν μπορεί να το χαρεί παρά μόνο με το βλέμμα. Οπως ακριβώς κάνει τώρα μπροστά στη βιτρίνα με τα παιχνίδια ο αδύνατος και κακοντυμένος μικρούλης, που πουλάει στο δρόμο χαρτομάντιλα και στυλό. Μαγεμένος, από τα κουρδιστά αυτοκινητάκια, τα ρομπότ και τα αεροπλανάκια της προθήκης «κατέβασε ρολά» στη δική του «επιχείρηση» και ξανοίχτηκε σε όνειρα που δε θα πραγματοποιηθούν γι' αυτόν ποτέ. Ο παράδεισος όλος απλώνεται μπροστά του, αλλά να τον αγγίξει δεν μπορεί. Τον εμποδίζει το χοντρό κρύσταλλο της βιτρίνας, το «διαχωριστικό» που θέτει το σύστημα για να μην μπορούν ποτέ κάποιοι να πιάσουν και να χαρούν ό,τι τους ανήκει δικαιωματικά!

Χρονιάρες μέρες πλησιάζουν, αλλά μη νομίσετε πως θα τις γιορτάσουν όλοι. Θα υπάρξουν σπίτια που δε θα φωταγωγηθούν, που δε θα ανάψουν ίσως ούτε ένα λαμπιόνι σαράντα κεριών. Οι άνθρωποι που μένουν σ' αυτά τα μίζερα καταλύματα, θα κουκουλωθούν από νωρίς τι κι αν είναι Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά και Μιλένιουμ - στα τριμμένα σκεπάσματά τους και θα βυθιστούν σ' έναν ύπνο χωρίς όνειρα. Μόνον ίσως κάποια παιδιά θα ξαγρυπνούν εκεί, περιμένοντας τα φτωχά τον Αϊ - Βασίλη, που δε θα έρθει βέβαια ποτέ. Γιατί δεν έχει φτάσει ακόμη, η εποχή, που ο αγαθός γέροντας θα επισκέπτεται όλα ανεξαιρέτως τα παιδιά. Γιατί δεν έφτασε ακόμη η εποχή, που οι «χρονιάρες μέρες» θα έρχονται στολισμένες και φωτεινές για όλους και όχι με γιρλάντες και πολυελαίους μόνο για μερικούς!

Τάσος ΑΥΓΕΡΙΝΟΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ