ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 14 Νοέμβρη 2020 - Κυριακή 15 Νοέμβρη 2020
Σελ. /48
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Μύθοι και πραγματικότητα για τα δεινά των εργαζομένων στον Πολιτισμό

Ενα σημαντικό μέρος των καλλιτεχνών, μπροστά στην ανισότιμη μεταχείριση που είχε αυτό το διάστημα ο κλάδος του Πολιτισμού σε σχέση με άλλους κλάδους της οικονομίας, οδηγείται στο συμπέρασμα ότι για τα προβλήματα της ανεργίας και της στέρησης του εισοδήματός τους ευθύνεται η συγκεκριμένη κυβέρνηση, που υποτιμά τους καλλιτέχνες και αδιαφορεί για τις ζωτικές ανάγκες τους.

Το αυθόρμητο αυτό συμπέρασμα έρχονται να το ενισχύσουν πλήθος δημοσιευμάτων και η δημαγωγία της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που εκμεταλλευόμενη την αγωνία των εργαζομένων στον Πολιτισμό για την επιβίωσή τους αποδίδει την κατάστασή τους στην «απολίτιστη» και «ανίκανη» κυβέρνηση, η οποία σε αντίθεση με τις κυβερνήσεις άλλων ευρωπαϊκών χωρών αδυνατεί να διαχειριστεί το πρόβλημα.

Το πρόβλημα όμως είναι πολύ βαθύτερο, καθώς η πηγή του δεν βρίσκεται στο βαθμό ικανότητας και ενδιαφέροντος που έχει η κυβέρνηση για τον Πολιτισμό, αλλά στον κεντρικό στόχο της πολιτικής της, που είναι η διασφάλιση της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων, θυσιάζοντας τα δικαιώματα των εργαζομένων. Και αυτό το πρόβλημα δεν αφορά μόνο τους εργαζόμενους στον Πολιτισμό, αλλά σε όλους τους κλάδους.

Ετσι, δεν πρέπει να απορεί κανείς για το ότι η κυβέρνηση κλείνει τα θέατρα και τους μουσικούς χώρους, ενώ αφήνει για παράδειγμα ανοιχτά τα ξενοδοχεία ή στριμώχνει ασφυκτικά τον κόσμο στα αεροπλάνα, στα πλοία, στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς. Η πολιτική που κριτήριό της έχει την ευημερία των επιχειρηματικών ομίλων και όχι τις ανάγκες των εργαζομένων, όπως είναι και η απόλαυση της τέχνης, είναι φυσικό να αντιμετωπίζει τον Πολιτισμό σαν τομέα δευτέρας διαλογής.

Κι αυτό γιατί η συνεισφορά του πολιτιστικού κλάδου στην κερδοφορία της καπιταλιστικής οικονομίας είναι πολύ μικρότερη απ' αυτή του Τουρισμού, των Μεταφορών και άλλων τομέων της, ενώ οι επιχειρηματικοί όμιλοι στον Πολιτισμό έχουν πολύ μικρότερο μέγεθος από εκείνους άλλων οικονομικών πεδίων. Αλλωστε, στο βωμό της καπιταλιστικής κερδοφορίας, που δεν αφήνει περιθώρια για ενίσχυση του δημόσιου συστήματος Υγείας με κλίνες ΜΕΘ και μαζικές προσλήψεις υγειονομικών, η κυβέρνηση δεν διστάζει να θυσιάσει ακόμα και την υγεία του λαού.

Σταθερά αντεργατικός προσανατολισμός

Η ίδια κατάσταση - με μικροδιαφορές - επικρατεί διεθνώς. Η μερίδα του λέοντος από τις περιβόητες ενισχύσεις που έδωσαν άλλα κράτη στον Πολιτισμό δεν κατευθύνθηκε στους εργαζόμενους, αλλά στις μεγάλες επιχειρήσεις και σε ιδρύματα του κλάδου, ιδιωτικά ή κρατικά.

Δεν είναι τυχαίο ότι στο πρώτο lockdown, αλλά και μετά το τέλος του, κινητοποιήσεις καλλιτεχνών ξέσπασαν και σε μια σειρά άλλες χώρες, π.χ. στην Αγγλία, στην Ιταλία, στη Γαλλία. Τα στοιχεία δείχνουν ότι σε χώρες πιο ισχυρές οικονομικά, όπως η Γερμανία και η Αγγλία, οι ηθοποιοί που ζούσαν αποκλειστικά από το επάγγελμά τους έφταναν μόλις το 2%. Σπουδαίοι λυρικοί καλλιτέχνες στη Γερμανία έφτασαν να αμείβονται «με το κομμάτι» και με απλήρωτες πρόβες, ενώ μαζικές απολύσεις καλλιτεχνών έγιναν αυτό το διάστημα και στην Οπερα της Νέας Υόρκης.

Ο αντεργατικός προσανατολισμός της κυβερνητικής πολιτικής εκδηλώνεται άλλωστε καθαρά και στους κλάδους που αντιμετωπίστηκαν προνομιακά όλο αυτό το διάστημα. Η στήριξη που πρόσφερε και εξακολουθεί να προσφέρει η κυβέρνηση, ακολουθώντας τα ευρωπαϊκά οικονομικά πρωτόκολλα, στις αεροπορικές εταιρείες, στους εφοπλιστικούς ομίλους των επιβατηγών πλοίων, στις μεγάλες τουριστικές επιχειρήσεις, στους ιδιωτικούς ομίλους Υγείας, συνοδεύεται με ακόμα σκληρότερους όρους εργασίας για τους μισθωτούς και τους αυτοαπασχολούμενους.

Ακόμα λιγότεροι εργαζόμενοι πήραν το εποχικό επίδομα, όλο και περισσότεροι μικροί επαγγελματίες πνίγονται στα χρέη που συσσωρεύονται. Εκεί που τα κέρδη εκτοξεύτηκαν μέσω της τηλεργασίας και άλλων αντεργατικών μέτρων, οι εργαζόμενοι δουλεύουν με απλήρωτες υπερωρίες, ενώ το σπίτι τους έχει μετατραπεί σε χώρο 24ωρης εργασίας. Στα σίριαλ, που «ανθίζουν» αυτή την περίοδο, οι τεχνικοί υποχρεώνονται να εργάζονται 15ωρα χωρίς να αμείβονται υπερωρίες, ενώ οι ηθοποιοί εξαναγκάζονται σε πολύ πιο εντατική εργασία με πολύ χαμηλότερες μέσες αμοιβές.

Επομένως, όσον αφορά τους εργαζόμενους η κυβέρνηση «αδιαφόρησε» παντού, και όχι μόνο στον Πολιτισμό. Με άλλα λόγια, οι τραγικές για τους εργαζόμενους συνέπειες αυτής της πολιτικής, ενταγμένης στη συνολικότερη πολιτική της ΕΕ, δεν αποτελούν «προνόμιο» του Πολιτισμού. Αποτελούν τον «πολιτισμό» του καπιταλιστικού κοινωνικού συστήματος, όποια απόχρωση και όποια ταμπέλα, «φιλελεύθερη» ή «δημοκρατική», κι αν έχουν οι κυβερνήσεις που το εκπροσωπούν.

Και στον Πολιτισμό, δεν βγαίνουν όλοι χαμένοι...

Τη διασφάλιση και την ενίσχυση της κερδοφορίας του κεφαλαίου, αυτόν τον πυρήνα της κυβερνητικής πολιτικής, προσπαθούν σκόπιμα και συνειδητά να αποσκεπάσουν όσοι πολιτικοί φορείς, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, χρεώνουν στην ανικανότητα της κυβέρνησης ή του κάθε υπουργού την αντιλαϊκή επίθεση, γιατί αυτόν τον πυρήνα επιθυμούν να διαφυλάξουν σαν κόρη οφθαλμού και με τη δική τους πολιτική.

Πράγματι, μια προσεκτική ανάγνωση των πρόσφατων νομοθετημάτων της κυβέρνησης για τον Πολιτισμό είναι αποκαλυπτική για τον ταξικό χαρακτήρα του σχεδιασμού της. Ενδεικτικά αναφέρουμε τα ΦΕΚ για τις επιχορηγήσεις στο θέατρο και στο χορό (ΦΕΚ 1938 Β/20-05-20, ΦΕΚ 2544 Β/24-06-20), το νόμο για το «Ακροπόλ», το ειδικό πρόγραμμα ενίσχυσης ντοκιμαντέρ και ταινιών μικρού μήκους, την τροπολογία για τον οπτικοακουστικό τομέα.

Ολα τα «σφυριά» σ' αυτά τα νομοθετήματα χτυπούν στον ίδιο στόχο: Να αφαιρεθούν δικαιώματα και κατακτήσεις από τον μισθωτό, αυτοαπασχολούμενο ή μικροεπαγγελματία, για να αυξηθούν τα κέρδη και τα προνόμια των μεγάλων επιχειρήσεων του κλάδου, να συγκεντρωθεί η καλλιτεχνική παραγωγή σε λίγους μεγάλους παραγωγούς, σε ανώνυμες εταιρείες και στα μεγάλα ιδρύματα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στα ΦΕΚ που προαναφέρθηκαν, ως προϋπόθεση για να επιδοτηθεί μια παραγωγή ορίζεται ο ηθοποιός ή ο χορευτής να πληρώνονται με μισθό 400 έως 600 ευρώ, παραχωρώντας ταυτόχρονα τα συγγενικά τους δικαιώματα από τις διαδικτυακές ή τηλεοπτικές αναπαραγωγές στον επιχειρηματία παραγωγό, ενώ αφήνεται να εννοηθεί ως απόλυτα θεμιτή και η σχέση εργασίας με δελτίο παροχής υπηρεσιών.

Προκλητική στήριξη των μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων είναι και το γεγονός ότι ενώ οι δημιουργοί - με ή χωρίς ΚΑΔ - βλέπουν με το τηλεσκόπιο τις όποιες επιδοτήσεις, οι μεγάλοι τηλεοπτικοί παραγωγοί φιλοδωρούνται με «ζεστά» 15.000 ευρώ ανά επεισόδιο για καθημερινά σίριαλ, τα οποία έχουν άλλωστε μεγάλα κέρδη από τις διαφημίσεις.

Η επίθεση αυτή στους εργαζόμενους στον Πολιτισμό, που με την επίκληση των «έκτακτων συνθηκών» έρχεται να παγιωθεί, εκφράζεται και στην επέκταση της εργασίας με «μπλοκάκι» στους κρατικούς φορείς του Πολιτισμού. Η διοίκηση του Εθνικού Θεάτρου, μάλιστα, ενόψει της νέας σεζόν έδωσε μάχη για να καθιερώσει την ωρομίσθια αμοιβή των μουσικών, αντί για σύμβαση ορισμένου χρόνου, καταλήγοντας να υπογράψει τελικά μηνιαία σύμβαση με 20% μείωση μισθού.

Το «πράσινο φως» για όλα αυτά, βέβαια, έχει δοθεί από την ίδια την υπουργό Πολιτισμού, που κατά την επίσκεψή της μαζί με τον πρωθυπουργό στο Εθνικό Θέατρο δήλωσε ότι «οι συμβάσεις είναι παρωχημένες». Κι αυτό την ίδια στιγμή που κατηγορεί τους καλλιτέχνες ότι είναι άξιοι της μοίρας τους, αφού η μαύρη εργασία αποτελεί «δική τους επιλογή»!

Προσθέτουν κόμπους στο ίδιο αντιλαϊκό νήμα

Ιδιαίτερα αξιοσημείωτο όμως είναι πως αυτή η φιλομονοπωλιακή κατεύθυνση των κυβερνητικών νομοθετημάτων για τον Πολιτισμό είναι ίδια με την κατεύθυνση που είχαν τα νομοθετήματα των προηγούμενων κυβερνήσεων, και δη του ΣΥΡΙΖΑ.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο νόμος του ΣΥΡΙΖΑ για την ίδρυση του Εθνικού Κέντρου Οπτικοακουστικών Μέσων και Επικοινωνίας (ΕΚΟΜΕ), με σκοπό την προσέλκυση επενδυτών στον οπτικοακουστικό τομέα, με ταυτόχρονη δραματική συρρίκνωση των μέτρων στήριξης προς τους αυτοαπασχολούμενους σκηνοθέτες - παραγωγούς. Μια γραμμή που η κυβέρνηση της ΝΔ ενίσχυσε, συμπεριλαμβάνοντας στους επωφελούμενους του νόμου και τα ιδιωτικά τηλεοπτικά κανάλια.

Αλλο παράδειγμα είναι το σχέδιο νόμου για το «Ακροπόλ», που η σημερινή κυβέρνηση παρέλαβε από τον ΣΥΡΙΖΑ για να το θεσμοθετήσει, με ορισμένες τροποποιήσεις, που αφήνουν άθικτο τον πυρήνα του: Τη δημιουργία ενός κρατικού κέντρου - ιδρύματος που θα υποστηρίζει τη συγκέντρωση της μικρής καλλιτεχνικής παραγωγής σε μεγαλύτερες επιχειρήσεις, τη διεύρυνση της εμπορευματοποίησης στην τέχνη.

Το συμπέρασμα που πρέπει να βγάλουν οι εργαζόμενοι στον Πολιτισμό μέσα απ' αυτές τις εξελίξεις είναι ότι η ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών τους, το δικαίωμά τους να δημιουργούν και να αμείβονται αξιοπρεπώς για την εργασία τους, περνούν μέσα από την εναντίωσή τους στην ουσία της κυβερνητικής πολιτικής, που παραμένει η ίδια σε όλες τις αστικές κυβερνήσεις, ανεξάρτητα από το «μείγμα» με το οποίο την εφαρμόζουν.

Είναι η πολιτική που φορτώνει πιο βαριά τους εργαζόμενους με το κόστος για τη διάσωση και την ανάκαμψη της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων μέσα στη νέα οικονομική κρίση, που με καταλύτη την υγειονομική κρίση εξελίσσεται και βαθαίνει στη χώρα μας και σε όλες τις χώρες της Ευρωζώνης. Είναι η πολιτική που υπηρετεί τα συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης και τίποτα δεν θα γίνει ενάντια σ' αυτά τα συμφέροντα από την καλή θέληση των κυβερνήσεων που τα υπηρετούν.

Γι' αυτό, να μη χάσουν ούτε στιγμή περιμένοντας κάποιον νέο Μεσσία που θα τους απαλλάξει από τα σημερινά δεινά τους. Η διέξοδος βρίσκεται στα δικά τους χέρια. Στη συνέχιση και το δυνάμωμα της πάλης τους, μέσα από τον συντονισμό τους με τους άλλους εργαζόμενους, που το ίδιο υποφέρουν, για μια νέα πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα, όπου η Τέχνη θα πάψει να είναι εμπόρευμα και το καπιταλιστικό κέρδος θα πάψει να είναι το μέτρο της ανάπτυξης και της προόδου της.


Βιβή ΣΙΩΡΑ
Γραμματέας της Τομεακής Οργάνωσης Καλλιτεχνών της ΚΟ Αττικής του ΚΚΕ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ