Υστερα από χιλιάδες χρόνια η κοινωνία θαλασσοδέρνεται μέσα στους ωκεανούς των πληροφοριών, στα κανάλια και τα δίκτυα, σ' ένα γνωσιολογικό και ανιεράρχητο χάος πολιτισμικών θαυμάτων και ψεμάτων που περιορίζει αντί να διευρύνει, φαινομενικά εκούσια, την ικανότητά της να κρίνει κι επομένως να επιλέγει τις μορφές ελευθερίας της.
Κι αυτό γιατί η απελπισία και προπάντων η δυσπιστία για τα έργα των ανθρώπων εκτοξεύεται ωσάν ναρκωτικό, αλγοκτόνο κάθε ελπίδας, που όμως απαιτεί κόπο και συμμετοχή για να κερδηθούν προσωπικές και συλλογικές μάχες.
Η υπόθεση της υγείας του αρχιεπισκόπου, λόγου χάριν, φτιάχνει εκείνο το υπόστρωμα αντίληψης για την επιστήμη, το μοιραίο, το σύστημα υγείας, τα μέσα, τις γνωματεύσεις, τον πόνο, το κόστος, ώστε να χειραγωγείται πλήρως μια τεράστια κρίσιμη μάζα πολιτών, όποτε κι αν ανοίξει πολιτικό ζήτημα για το σύστημα Υγείας.
Σε τέτοιες περιπτώσεις, υποδειγματικά κραυγαλέας εμπορευματοποίησης του θανάτου ως ενδεχομένως «ελέγξιμου», στέλνει τους «εφοπλιστές» εμπόρους των πληροφοριών στο ταμείο όπου εισπράττουν γιγάντια κέρδη και τα «πλοιάρια» των καταναλωτών του τρόμου, αρρώστους ή μη, στον εφιάλτη των ανύπαρκτων επιλογών.
Ο μιντιακός ιμπεριαλισμός έχει επιστημονικές ιδιομορφίες που θεωρητικά μεν μπορεί να απαντηθούν μαρξιστικά, αλλά στο πεδίο της μάχης των πληροφοριών ο 21ος αιώνας απαιτεί πολλή δουλιά και τη δημιουργία μιας άλλης λαϊκής και αποκαλυπτικής επικοινωνίας. Τα δεσμά των δούλων της μιντιοκρατικής αγοράς σπάνε με τη σφυρηλάτηση ενός οπλοστασίου ανώτερου του ταξικού εχθρού.
Βρισκόμαστε δύο χρόνια μετά τα δύο ηχηρά - και οδυνηρά για την ΕΕ - «ΟΧΙ» στην «Ευρωπαϊκή Συνταγματική Συνθήκη», στα δημοψηφίσματα Γαλλίας και Ολλανδίας. Οι «27» χρειάστηκαν δύο χρόνια «βαθιάς περισυλλογής», προκειμένου να ανασυντάξουν τις δυνάμεις τους, να αναδιπλωθούν στις θέσεις τους και να επαναδιατυπώσουν το «Ευρωσύνταγμα», που έγινε η αφορμή να εκφραστεί η λαϊκή δυσαρέσκεια στις αποφάσεις των Βρυξελλών...
Μετά από διετή αναζήτηση μιας τροποποίησης του τρόπου παρουσίασης των όσων πρεσβεύει το «Ευρωσύνταγμα», προκειμένου να το καμουφλάρουν, έφεραν τη «Μεταρρυθμιστική Συνθήκη». Ενα «μίνι Ευρωσύνταγμα», που αναδιατυπώνει τις βασικές αρχές του πρώτου, και εκφράζει τη ζωτική ανάγκη της ΕΕ για μεγαλύτερη παρέμβαση στα εσωτερικά των κρατών - μελών και την ευελιξία στη λήψη αποφάσεων, σε κρίσιμα ζητήματα, όπως η εξωτερική πολιτική, η «άμυνα» και η οικονομία. Τομείς που όμως επηρεάζουν και καθορίζουν τη ζωή των λαών των κρατών - μελών της ΕΕ σε όλες τις εκφάνσεις της.
Μία από τις βασικές διατάξεις του «Ευρωσυντάγματος», ήταν η κοινή εξωτερική και αμυντική πολιτική με το διορισμό ενός κοινοτικού «υπουργού Εξωτερικών», του ύπατου Αρμοστή της ΕΕ για την Εξωτερική Πολιτική. Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, η εξωτερική πολιτική των 27 χαράσσεται με γνώμονα τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ. Απέναντί του τα Εθνικά Κοινοβούλια είναι ανίσχυρα, καθώς οι όποιες αντιρρήσεις τους δε λαμβάνονται υπόψη, από τη στιγμή που ο κοινοτικός ΥΠΕΞ λειτουργεί με βάση τις αποφάσεις του Συμβουλίου με μόνο στόχο την ενίσχυση της δράσης της ΕΕ ως ιμπεριαλιστικού κέντρου.
Οι «27» έχουν υποχρέωση συνεισφοράς στον Ευρωστρατό, στην Europol, τη FRONTEX και σε περίπτωση που κρίνουν ότι απειλούνται ή θέλουν να προχωρήσουν σε οποιεσδήποτε στρατιωτικές επιχειρήσεις, οφείλουν να ζητούν άδεια από το Συμβούλιο...
Σε αυτά τα πλαίσια εντάσσεται και η πολιτική για την «καταπολέμηση της τρομοκρατίας», δηλαδή η ενίσχυση των μέτρων καταστολής των λαϊκών κινημάτων κατά της πολιτικής και της εξουσίας των κρατών. Με συνθήκες όπως η Σένγκεν, η Προυμ, το πρόγραμμα της Χάγης, το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, που στοχεύουν στην «προστασία των Ευρωπαίων από τον τρομοκρατικό κίνδυνο», στην πραγματικότητα σημαίνουν φακέλωμα όσων αγωνίζονται ενάντια στα μονοπώλια, στενή παρακολούθηση και πλήρη καταπάτηση δικαιωμάτων και ελευθεριών. Οι κατασταλτικοί μηχανισμοί διαθέτουν πλέον βάσεις δεδομένων με πλήρη στοιχεία προσωπικών δεδομένων, τα οποία διαβιβάζουν τόσο εντός της ΕΕ, όσο και σε τρίτες χώρες, κατά το δοκούν.
Στη «Μεταρρυθμιστική Συνθήκη», αναφέρονται ξεκάθαρα οι προθέσεις της ΕΕ για τη μεθόδευση της διάλυσης των εργασιακών σχέσεων και ασφαλιστικών κατακτήσεων.
Συγκεκριμένα, γίνεται αναφορά στην οδηγία Μπολκεστάιν που, με το στίγμα ότι διευκολύνεται η παροχή υπηρεσιών στην Ενωση και προωθείται η απασχόληση, χτυπούν εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα και κυρίως τις συλλογικές συμβάσεις. Παρά την αναδιατύπωση του όρου της χώρας καταγωγής, η αρχή παραμένει, με αποτέλεσμα, να ισχύει το δίκαιο της χώρας καταγωγής, με τεράστιους κινδύνους για το δικαίωμα στη δουλιά και τεράστιο χτύπημα στο εισόδημα, (μισθοί, μεροκάματα), των εργαζομένων. Παράλληλα, η «νέα» Συνθήκη προωθεί, στα πλαίσια των «υγιών οικονομικών» της Ενωσης και της «μείωσης της ανεργίας», τη μεταρρύθμιση - διάλυση - του ασφαλιστικού αλλά και την πολυσυζητημένη «flexicurity». Τα εν λόγω ζητήματα μπορεί να μην τίθενται άμεσα, ωστόσο η «Μεταρρυθμιστική Συνθήκη», στα πλαίσια της συρραφής των Συνθηκών, ενσωματώνει μεταξύ άλλων και τη Στρατηγική της Λισαβόνας, μέρος της οποίας είναι όλες οι αντεργατικές - αντιλαϊκές μεταρρυθμίσεις.
Ετσι, πίσω από τον ευφημισμό που κάνει λόγο για καταπολέμηση της ανεργίας και βιωσιμότητα των οικονομικών της Ενωσης, ο συνδυασμός «ευελιξίας και ασφάλειας» στην εργασία, προβλέπει την κατάργηση των σταθερών εργασιακών σχέσεων, υπονομεύει τις συλλογικές συμβάσεις, καθώς οι εργαζόμενοι γίνονται απασχολούμενοι με «ευέλικτες σχέσεις απασχόλησης», και μισθούς κατά το δοκούν, που κάθε άλλο παρά ασφάλεια μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι εξασφαλίζουν.
Παράλληλα, η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών, επιβάλλει τη μείωση των συντάξεων, την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, την ανταποδοτικότητα των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων και την αναγκαστική αύξησή τους.
Συμπερασματικά η «Μεταρρυθμιστική Συνθήκη», δεν υιοθετεί απλά το «Ευρωσύνταγμα», αλλά είναι ακόμα αντιδραστικότερη, ώστε η ΕΕ και τα κράτη - μέλη της να αυξάνουν την εκμετάλλευση, να ισχυροποιείται ως ιμπεριαλιστική Ενωση. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι αυτή τη φορά, οι διαδικασίες επικύρωσης, θα είναι «συνοπτικές», δε θα διενεργηθούν δημοψηφίσματα, για να μην υπάρξουν αντιδράσεις, ανάλογες με το Γαλλικό και Ολλανδικό παράδειγμα και η έγκριση θα περιοριστεί αποκλειστικά στα θεσμικά όργανα της ΕΕ και τα εθνικά κοινοβούλια των κρατών - μελών...
Κατηγορηματικό ΟΧΙ στην «ευρωπαϊκή συνταγματική συνθήκη» είχαν διατυπώσει τον περασμένο Ιούλη 23 Κομμουνιστικά και Εργατικά Κόμματα από χώρες - μέλη της ΕΕ. Στην κοινή έκκληση που υπέγραφαν, σημείωναν μεταξύ άλλων: «Οι κυρίαρχες δυνάμεις στην ΕΕ επιδιώκουν τώρα τη σύναψη της λεγόμενης Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης ή της Συνθήκης της ΕΕ ("ευρωσυνθήκη"). Σκοπός τους είναι, μέσω και θεσμοθετημένων μορφών, η επιβολή και η εφαρμογή, σε ακόμα πιο αντιδραστική κατεύθυνση και ενάντια στα συμφέροντα των λαών, της πολιτικής κατεδάφισης των κοινωνικών κατακτήσεων, της επιβολής του μιλιταρισμού» και απηύθυναν έκκληση «στους πολίτες στις χώρες - μέλη της ΕΕ: Να πούνε ΟΧΙ στην οργανωμένη κατεδάφιση των κοινωνικών κατακτήσεων και στην παραπέρα στρατιωτικοποίηση της ΕΕ. Να πούνε ΟΧΙ στην "ευρωσυνθήκη"».
Υπέγραφαν τα παρακάτω κόμματα:
ΒΕΛΓΙΟ: Κόμμα Εργασίας Βελγίου, ΚΚ Βελγίου (Βαλονία, Βρυξέλλες), Κομμουνιστικό Κόμμα Φλάνδρας
ΒΟΗΜΙΑ - ΜΟΡΑΒΙΑ (ΤΣΕΧΙΑ): Κομμουνιστικό Κόμμα Βοημίας - Μοραβίας, Τσεχία
ΒΡΕΤΑΝΙΑ: Κομμουνιστικό Κόμμα Βρετανίας, Νέο Κομμουνιστικό Κόμμα Βρετανίας
ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ: Κομμουνιστικό Κόμμα Βουλγαρίας, Κόμμα των Βούλγαρων Κομμουνιστών
ΓΕΡΜΑΝΙΑ: Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα
ΔΑΝΙΑ: Κομμουνιστικό Κόμμα Δανίας, Κομμουνιστικό Κόμμα στη Δανία
ΕΛΛΑΔΑ: Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας
ΚΥΠΡΟΣ: ΑΚΕΛ Κύπρου
ΙΣΠΑΝΙΑ: Κομμουνιστικό Κόμμα των Λαών της Ισπανίας
ΙΡΛΑΝΔΙΑ: Εργατικό Κόμμα Ιρλανδίας, Κομμουνιστικό Κόμμα Ιρλανδίας
ΛΕΤΟΝΙΑ: Σοσιαλιστικό Κόμμα Λετονίας
ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ: Σοσιαλιστικό Κόμμα Λιθουανίας
ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ: Κομμουνιστικό Κόμμα Λουξεμβούργου
ΟΛΛΑΝΔΙΑ: Νέο Κομμουνιστικό Κόμμα Ολλανδίας
ΟΥΓΓΑΡΙΑ: Κομμουνιστικό Εργατικό Κόμμα Ουγγαρίας
ΡΟΥΜΑΝΙΑ: Κόμμα Σοσιαλιστικής Συμμαχίας Ρουμανίας
ΣΟΥΗΔΙΑ: Κομμουνιστικό Κόμμα Σουηδίας.