Τα ίδια, βέβαια, ισχύουν και για την ηγεσία της ΝΔ. Μπορεί να έχουν - και έχουν - τις πρώτες ευθύνες οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, αλλά κι αυτή είναι απολύτως και συνειδητά συνένοχη στο έγκλημα της μεγάλης ληστείας των λαϊκών αποταμιεύσεων, που όδευσαν προς το ναό του τζόγου. Μπορεί να ...κλαίνε και να οδύρονται τα στελέχη της ΝΔ τώρα, για όσους έχασαν τα λεφτά τους στη Σοφοκλέους, αλλά τα εντελώς αντίθετα έλεγαν την άνοιξη του 1999. Κι όπως γίνεται εύκολα φανερό, δυο μόνον πράγματα τους ενδιαφέρουν, όπως άλλωστε και την κυβέρνηση: Πρώτον, τα ψηφοθηρικά κέρδη και, δεύτερον, η μικρότερη δυνατή απαξίωση των αυταπατών του «λαϊκού καπιταλισμού» και του όποιου κύρους του μοχλού ανακατανομής κεφαλαίων και εισοδημάτων προς όφελος των ολίγων, που λέγεται Χρηματιστήριο.
Δεν περίσσεψε, όμως, μόνον η υποκρισία τις μέρες αυτές στη Βουλή. Περίσσεψαν και οι αυταπάτες, που μοιράζονταν απλόχερα και από διάφορες μεριές. Ισως, δεν έχουν ξαναγίνει τόσες προτάσεις για μέτρα «εκσυγχρονισμού» και «διαφάνειας», απ' όσες κατατέθηκαν τις μέρες αυτές για το Χρηματιστήριο και τη λειτουργία του. Χαρακτηριστικότερος όλων ο πρόεδρος του ΣΥΝ, που καυτηρίασε την κυβερνητικά στελέχη, γιατί «εν χορώ την περίοδο της χρηματιστηριακής έξαρσης παιάνιζαν το παράγγελμα "ιδού ο λαϊκός καπιταλισμός"» και από την άλλη απέφυγε επιμελώς, να αναφερθεί στον πραγματικό ρόλο του Χρηματιστηρίου και υπογράμμισε «την ανάγκη για αυστηρούς κανόνες, θεσμικές ρυθμίσεις, που θα διασφαλίζουν τη διαφάνεια», κάνοντας και ανάλογες προτάσεις.
Δηλαδή, εάν παρθούν τα όποια, καλύτερα και αυστηρότερα, μέτρα διαφάνειας είναι δυνατό να θεσμοθετηθούν στα σημερινά πλαίσια των «νόμων της αγοράς», θα πάψει το Χρηματιστήριο να αποτελεί ένα μοχλό ανακατανομής και συγκέντρωσης κεφαλαίων και εισοδημάτων από τους οικονομικά ισχυρούς, σε βάρος των ασθενέστερων; Θα πάψει να είναι ο χώρος, όπου κάνουν κουμάντο οι πρώτοι και αυτοί καθορίζουν τις συνθήκες του όποιου «παιγνιδιού», λιγότερου ή περισσότερου κερδοσκοπικού και ληστρικού; Και, τέλος πάντων, είναι ή δεν είναι «λαϊκός καπιταλισμός», να δημιουργείς την εντύπωση ότι μπορεί να υπάρχει ένα, λίγο - πολύ, «αγνό» και «καθαρό» Χρηματιστήριο, έστω και «με μεγάλο επενδυτικό ρίσκο»; Κι αν ναι, γιατί καυτηριάζει τότε την κυβέρνηση ο κ. Κωνσταντόπουλος;
Μια εκφοβιστική και τρομοκρατικού χαρακτήρα προπαγάνδα κορυφώνεται το τελευταίο διάστημα, με αφορμή την κρίση στη Σοφοκλέους. Μετά τους μεγαλοκαρχαρίες του Χρηματιστηρίου, η κυβέρνηση, και χτες ο Δ. Αβραμόπουλος, ορύονται εν χορώ: Σταματήστε να μιλάτε για το Χρηματιστήριο! Αφήστε το στην ησυχία του για να πάει μπροστά! Πρόκειται, βέβαια, για φωνές ενόχων και συνενόχων για το έγκλημα που διαπράχτηκε τα προηγούμενα χρόνια στο ναό του τζόγου. Αφού κατάφεραν και καταλήστευσαν εκατοντάδες χιλιάδες μικροεπενδυτές τώρα θέλουν να απολαύσουν τη λεία τους, χωρίς «περιττές» ενοχλητικές φωνές. Προσποιούνται, όμως, ότι ξεχνούν πως το έγκλημά τους είναι προϊόν της πολιτικής που εφαρμόζεται και άρα θα πρέπει να λογοδοτήσουν αυτοί που ευθύνονται. Το Χρηματιστήριο δεν είναι κάποιος στεγανοποιημένος «μηχανισμός της αγοράς», αλλά κατ' εξοχήν -εκτός των άλλων- πολιτικό και ιδεολογικό εργαλείο. Αρα, όσοι φωνάζουν, όπως ο Δ. Αβραμόπουλος που ζητά «να διαγράψουν οι πολιτικοί για τουλάχιστον δύο χρόνια το Χρηματιστήριο από το λεξιλόγιό τους», το μόνο που στην πραγματικότητα θέλουν είναι να κουκουλώσουν το έγκλημα και να αθωώσουν τους υπαίτιους. Δε θα τους κάνουμε τη χάρη, βέβαια.
Στο «λίμιτ απ» - για να μεταχειριστούμε κι εμείς έναν χρηματιστηριακό όρο - βρίσκεται τις μέρες αυτές η πολιτική κερδοσκοπία και δημαγωγία. Μομφή στη ΝΔ θεώρησαν αρκετοί την προχτεσινή και για δεύτερη μέρα άνοδο του δείκτη της Σοφοκλέους. Και είμαστε σίγουροι, ότι κάποιοι άλλοι θα σπεύσουν σήμερα να πάρουν τη ρεβάνς, θεωρώντας τη χτεσινή πτώση ως δικαίωση της πρότασης δυσπιστίας της αξιωματικής αντιπολίτευσης προς το πρόσωπο του υπουργού Εθνικής Οικονομίας.
Λες κι αν ήταν άλλος υπουργός Εθνικής Οικονομίας, είτε με κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ είτε με ΝΔ, δε θα γίνονταν, λίγο πολύ, τα ίδια και δε θα βρίσκονταν στη μεριά των χαμένων η συντριπτικά μεγάλη πλειοψηφία όσων έπεσαν θύματα του προωθούμενου από το δικομματισμό «λαϊκού καπιταλισμού».
Η εναντίωση, λοιπόν, σε τέτοιου είδους φαινόμενα δεν αποτελεί μια επιμέρους στάση. Το ίδιο το κίνημα που εναντιώνεται στη ΝΑΤΟική βαρβαρότητα, στην καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση και, γενικά, στην επιθετικότητα της νέας ιμπεριαλιστικής τάξης πραγμάτων, έχει λόγο, αλλά και υποχρέωση να αντιπαλέψει και όλες τις άλλες εκδηλώσεις του ίδιου φαινομένου. Είναι οι δύο όψεις του αυτού νομίσματος. Ολοι μαζί είναι αυτοί, που εμπορεύονται λαθραία τη ζωή των λαών, απαξιώνοντάς τη για χάρη του δικού τους κέρδους. Στην ακριβώς αντίπερα όχθη απ' αυτούς, όμως, είναι οι λαοί και τα κινήματά τους.
Κι αν φύγει
ένας υπουργός,
σιγά η ουρά
μη στάξει,
τι θα κερδίσω,
δηλαδή,
τι τάχατες
θ' αλλάξει;
Αλλος στη θέση του
θα 'ρθει, χοντρά,
να μου τ' αρπάξει!
* * *
Κι αν φύγει
ακόμη εντελώς
ολόκληρη
η «σπείρα»,
σιγά! ευθύς
θα φορτωθώ
τον άλλον
τον «σωτήρα»,
θα λυτρωθώ
απ' τους κοριούς
και θ' αποχτήσω ψείρα!
* * *
Το πρόβλημά μας
δηλαδή,
δεν είναι
οι φιγούρες,
μα η αισχρή τους
τακτική,
οι τράκες
και «κούρες»!