«Ενας διάλογος με τον Ριζοσπάστη», γράφει η «Εποχή» στον υπέρτιτλο ενός άρθρου της σχετικά με τη θέση του ΚΚΕ για την αποδέσμευση της χώρας από την ΕΕ. Διαβάζοντας ωστόσο το άρθρο, ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται ότι η «Εποχή» έχει ανοίξει διάλογο με τον εαυτό της και μόνο, προσπαθώντας προφανώς να λύσει τις ιδεολογικές και πολιτικές αντιφάσεις στο εσωτερικό του χώρου που εκπροσωπεί. Αξιοποιώντας κατά το δοκούν αποσπάσματα από ομιλίες της ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, η «Εποχή» προσπαθεί να πείσει ότι το ΚΚΕ έχει αλλάξει τη θέση του για την αποδέσμευση από την ΕΕ. Λίγες αράδες πιο κάτω, η εφημερίδα αλλάζει άποψη και αποφαίνεται ότι το ΚΚΕ μπορεί και να μην έχει μετατοπιστεί, αλλά η θέση του ότι «το θέμα της αποδέσμευσης συνδέεται με τον άλλο δρόμο ανάπτυξης» ενδεχόμενα να αποτελεί μια ...«λεπτομερέστερα επεξεργασμένη» θέση. Στη βάση αυτών των υποκειμενικών εκτιμήσεων και αυθαίρετων κρίσεων, η «Εποχή» καταλήγει σε κάλεσμα «κοινής δράσης» με το ΚΚΕ, αφήνοντας να εννοηθεί ότι πρώτη φορά ακούει το ΚΚΕ να λέει πως η αποδέσμευση προς όφελος του λαού προϋποθέτει την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου σε εθνικό επίπεδο! Λέει η «Εποχή»: «Ωραία, διαφωνούμε για τον προσφορότερο και ρεαλιστικότερο δρόμο για την ανατροπή της αστικής εξουσίας. Μπορούμε όμως συνεχίζοντας τη θεωρητική διένεξη γι' αυτό το πολύ ενδιαφέρον, αλλά όχι απολύτως επίκαιρο ζήτημα να συμπράξουμε για την απόκρουση της πολιτικής του μνημονίου, σε συνεργασία μάλιστα με όσες δυνάμεις στις άλλες χώρες συμφωνούμε;». Δηλαδή να συμπράξουν δυνάμεις που είναι υπέρ της ΕΕ με το ΚΚΕ που παλεύει για την αποδέσμευση εντάσσοντας αυτήν την πάλη στον αγώνα για λαϊκή εξουσία. Δηλαδή, να καλλιεργούμε στις λαϊκές δυνάμεις την αντίληψη ότι μπορεί δυνάμεις με αντίθετη στρατηγική να έχουν την ίδια φιλολαϊκή διέξοδο, ή, καλύτερα, η διέξοδος δεν είναι το παν, το ζήτημα είναι να βελτιώσουμε λίγο την κατάσταση, ενδεχόμενο απραγματοποίητο.
Ο,τι κι αν γράψουν, ό,τι κι αν πουν, καταλήγουν στο μόνιμο καημό τους να εγκαταλείψει το ΚΚΕ την πάλη για το σοσιαλισμό και να συμπαραταχτεί στον αγώνα των οπορτουνιστών για μια «καλύτερη» δήθεν διαχείριση του συστήματος. Γιατί εκεί καταλήγει η πρόταση για «κοινή δράση», όταν το περιεχόμενο αυτής της δράσης εξαντλείται είτε στο να διαλέξει ο λαός τον «καλύτερο» ιμπεριαλιστή, είτε τον καλύτερο διαχειριστή της αστικής εξουσίας στο εθνικό πεδίο. Γιατί; Επειδή θέλουν τη διαιώνισή της. Αυτή είναι η ουσία της στρατηγικής τους και δεν κρύβεται, όσες υποκειμενικές φανφάρες κι αν γράψουν για το ΚΚΕ.
ΠΑΣΟΚ και κυβέρνηση ...εμμένουν στις θέσεις ότι το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας είναι η εκτεταμένη διαφθορά και το υψηλό δημόσιο χρέος της χώρας, τα οποία θα θεραπευτούν με μία «ηθική επανάσταση» και, φυσικά, την εφαρμογή του μνημονίου.
Η ΝΔ κατηγορεί την κυβέρνηση ότι με την πολιτική της βυθίζει την οικονομία στην ύφεση και προτείνει «άλλο μείγμα» οικονομικής πολιτικής που θα ενισχύει την ανάπτυξη...
Οι οπορτουνιστικές δυνάμεις όλων των αποχρώσεων, οι οποίες αποδεικνύουν για μία ακόμη φορά την πολιτική μυωπία που τις διακρίνει, σύρονται πίσω από αιτήματα που δεν ξεπερνούν και δεν αμφισβητούν τον αστικό ορίζοντα των υφιστάμενων παραγωγικών σχέσεων, όπως είναι η επαναδιαπραγμάτευση του κρατικού χρέους με τους πιστωτές, η λειτουργία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σε ...φιλολαϊκή βάση, αλλά και η έκδοση του ευρωομολόγου.
Αντίθετα, η αστική οικονομική απολογητική αποδέχεται την οικονομική κρίση ως τυχαίο γεγονός, το οποίο θα μπορούσε να αποτραπεί, αν είχαν προηγηθεί κατάλληλοι χειρισμοί από την πλευρά αυτών που ασκούν την οικονομική διαχείριση. Αυτό και μόνο το γεγονός καταδεικνύει την κρίση της αστικής οικονομικής σκέψης, τις αντιεπιστημονικές της ερμηνείες και προσεγγίσεις, οι οποίες αποτελούν τα ερμηνευτικά εργαλεία και των δικών μας αστικών και μικροαστικών πολιτικών δυνάμεων.