Ο πίνακας 1 απεικονίζει τον μηνιαίο δείκτη «παγκόσμιου γεωπολιτικού κινδύνου» όπως καταγράφεται στον Τύπο (100 = μέσος όρος 1985-2019). Η πιο «ασφαλής» περίοδος καταγράφεται στα μέσα του 1997 με επίπεδο κινδύνου 39. Τα τελευταία χρόνια κινείται σταθερά πάνω από το 100, με αποκορύφωμα τον μήνα μετά το ξέσπασμα του ιμπεριαλιστικού πολέμου στην Ουκρανία που... 8πλασιάστηκε (επίπεδο κινδύνου 319).
Ο πίνακας 2 απεικονίζει τον λόγο των μέσων στρατιωτικών δαπανών προς το ΑΕΠ και το ποσοστό των κρατών του δείγματος (περίπου 70 χώρες) με αύξηση του λόγου αυτού, κατά μέσο όρο. Το ποσοστό των κρατών που αυξάνουν τις στρατιωτικές τους δαπάνες ως προς το ΑΕΠ τους αυξάνεται διαρκώς: Πλέον φτάνει πάνω από τις μισές (53%).
Ο πίνακας 3 παρουσιάζει τον αριθμό των κρατών του ίδιου δείγματος που αντιμετωπίζουν διμερείς οικονομικές ή εμπορικές κυρώσεις. Το 1990, 24 κράτη αντιμετώπιζαν εμπορικές κυρώσεις και 38 κράτη αντιμετώπιζαν οικονομικές κυρώσεις. Το 2023 ο αριθμός αυτός έφτασε τα 110 και 131 κράτη αντίστοιχα.
Τα παραπάνω στοιχεία συνυπολογίζονται στον 4ο πίνακα, στον αποκαλούμενο «δείκτη γεωοικονομικού κατακερματισμού». Πρόκειται για ένα σύνθετο μέτρο που συνυπολογίζει 14 δείκτες γεωπολιτικού κινδύνου (μέτρα περιορισμών στο διασυνοριακό εμπόριο, ροές επενδύσεων, χρηματοπιστωτικές συναλλαγές, στρατιωτικές συγκρούσεις, δείκτες διπλωματικών εντάσεων, μεταναστευτικών πολιτικών κ.ά.), για να καταγράψει τον συνολικό παγκόσμιο γεωπολιτικό κίνδυνο, ο οποίος έχει φτάσει στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων δεκαετιών. Ο δείκτης αυτός παρέμενε σε αρνητικά επίπεδα από τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Για πρώτη φορά περνά σε θετικά επίπεδα το 3ο τρίμηνο του 2019 και έκτοτε παρουσιάζει απότομη αύξηση.
Πίνακας 2. Μέσες στρατιωτικές δαπάνες προς το ΑΕΠ (πράσινο), ποσοστό κρατών με αύξηση των στρατιωτικών δαπανών (κόκκινο) |
2025 The Associated Press. All |
Οι κίνδυνοι που επισημαίνονται στο 2ο κεφάλαιο της έκθεσης έρχονται να προστεθούν στα σημαντικά «καμπανάκια κινδύνου» που είχε «χτυπήσει» το 1ο κεφάλαιο, όταν δημοσιεύτηκε τον Οκτώβρη του 2024. Το 2ο κεφάλαιο έρχεται να φωτίσει περισσότερο τη σύνδεση της όξυνσης των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών με τις «αναταράξεις» στην παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία.
Καθώς ο σκοπός της έκθεσης είναι να καταλήξει σε συστάσεις για την «ανθεκτικότητα» των χρηματοπιστωτικών αγορών σε περιόδους κρίσεων, τα επιτελεία του ΔΝΤ αντιμετωπίζουν τη σχέση γεωπολιτικών εντάσεων - οικονομικών κρίσεων ανάποδα. Εξετάζουν δηλαδή τις επιπτώσεις της έκφρασης των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών (στρατιωτικές συγκρούσεις, «εμπορικός πόλεμος» κ.λπ.) στην οικονομία και ιδιαίτερα στις χρηματοπιστωτικές αγορές, και όχι το πώς τα αδιέξοδα της καπιταλιστικής οικονομίας, που βρίσκεται αντιμέτωπη με νέα κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου, οξύνουν τις αντιθέσεις μεταξύ των αστικών τάξεων, των ιμπεριαλιστικών κρατών και συμμαχιών τους. Ωστόσο, ορισμένα στοιχεία της έκθεσης παραμένουν ενδιαφέροντα για το πώς αποτυπώνεται η όξυνση αυτών των ανταγωνισμών.
Στο 1ο κεφάλαιο της έκθεσης, το ΔΝΤ σημείωνε πως «αν και οι βραχυπρόθεσμοι κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα έχουν παραμείνει περιορισμένοι, οι αυξανόμενες ευπάθειες θα μπορούσαν να επιδεινώσουν τους μελλοντικούς κινδύνους». Πρόσθετε πως παράλληλα «υπάρχουν αρκετοί εξέχοντες κίνδυνοι και μια συσσώρευση μεσοπρόθεσμων τρωτών σημείων» για την παγκόσμια οικονομία.
Ενώ αποτυπώνοντας το πώς το «φάρμακο» που επιστρατεύουν οι αστικές κυβερνήσεις για το ένα πρόβλημα του σάπιου καπιταλισμού γίνεται «φαρμάκι» για τα υπόλοιπα, έλεγε μεν πως «με τη νομισματική χαλάρωση που βρίσκεται σε εξέλιξη μεταξύ των μεγάλων κεντρικών τραπεζών, οι χρηματοπιστωτικές συνθήκες παρέμειναν διευκολυντικές», σπεύδοντας να προσθέσει πως την ίδια ώρα «οι διευκολυντικές χρηματοπιστωτικές συνθήκες που κρατούν τους βραχυπρόθεσμους κινδύνους σε απόσταση διευκολύνουν επίσης τη δημιουργία τρωτών σημείων - όπως οι υψηλές αποτιμήσεις περιουσιακών στοιχείων, η παγκόσμια αύξηση του ιδιωτικού και του δημόσιου χρέους και η αυξημένη χρήση μόχλευσης από μη τραπεζικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα - γεγονός που αυξάνει τους κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στο μέλλον». Με δυο λόγια, οι «κρουνοί» της χρηματοδότησης που άνοιξαν τα αστικά κράτη όχι μόνο δεν αντιμετώπισαν το βαθύτερο πρόβλημα - την υπερσυσσώρευση του κεφαλαίου - αλλά στην πραγματικότητα το μεγάλωσαν.
Το 1ο κεφάλαιο συνέχιζε υποστηρίζοντας πως «αυτά τα αυξανόμενα τρωτά σημεία θα μπορούσαν να ενισχύσουν τις δυσμενείς διαταραχές, οι οποίες έχουν γίνει πιο πιθανές λόγω της αυξημένης οικονομικής και γεωπολιτικής αβεβαιότητας εν μέσω των συνεχιζόμενων στρατιωτικών συγκρούσεων και των αβέβαιων μελλοντικών πολιτικών των νεοεκλεγμένων κυβερνήσεων». Ενώ έφερνε ως παράδειγμα την «αναταραχή στις αγορές στις αρχές Αυγούστου 2024 - όταν η μεταβλητότητα των χρηματιστηριακών αγορών αυξήθηκε τόσο στην Ιαπωνία όσο και στις ΗΠΑ και οι παγκόσμιες τιμές των μετοχών μειώθηκαν σημαντικά - που έδωσε μια γεύση των βίαιων αντιδράσεων που μπορεί να προκύψουν», αναφερόμενο στη μεγάλη πτώση των χρηματιστηρίων, που αποτύπωνε την αδυναμία του κεφαλαίου να βρει κερδοφόρες διεξόδους.
Πάνω σε αυτό το έδαφος των αγιάτρευτων αντιθέσεων του καπιταλισμού που σάπισε και με φόντο τη μάχη ΗΠΑ - Κίνας για την πρωτοκαθεδρία, οξύνονται οι «γεωπολιτικοί κίνδυνοι» (πόλεμοι, διακρατικές εντάσεις, τρομοκρατικές ενέργειες), οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί δηλαδή, και το 2ο μέρος της έκθεσης έρχεται ακριβώς να εκτιμήσει το πόσο αυτοί με τη σειρά τους απειλούν τη μακροοικονομική χρηματοπιστωτική σταθερότητα μέσω διαφόρων διαύλων.
Πρόκειται για ένα πραγματικό «ναρκοπέδιο», με την έκθεση να περιγράφει τη «μετάδοση» της «γεωπολιτικής αβεβαιότητας» προς την οικονομία μέσω εμπορικών και χρηματοπιστωτικών περιορισμών και φυσικά τις συνέπειες των ιμπεριαλιστικών πολέμων, τις καταστροφές, τους θανάτους, τον ξεριζωμό, που με τη σειρά τους επιδρούν σε μια σειρά παράγοντες (εμπορικές ροές, ροές κεφαλαίων, διακρατικές συναλλαγές, μείωση της «συνολικής ζήτησης», ελλείμματα λόγω αύξησης πολεμικών δαπανών), οι οποίοι «ανεβοκατεβάζουν» τις τιμές μετοχών, ομολόγων, ισοτιμιών και λοιπών «assets» (χρυσού, πετρελαίου κ.ο.κ.).
«Μια αύξηση των γεωπολιτικών κινδύνων που εμποδίζει τη διασυνοριακή εμπορική και επενδυτική δραστηριότητα ή αυξάνει την αβεβαιότητα, μπορεί να προκαλέσει ανακατανομή των ροών κεφαλαίων, να διαταράξει τις αλυσίδες εφοδιασμού ή να προκαλέσει δυσμενείς διαταραχές της ζήτησης σε μια οικονομία», σημειώνει η έκθεση και προσθέτει πως «μια αύξηση των γεωπολιτικών κινδύνων που εκδηλώνεται μέσω πραγματικών ή δυνητικών περιορισμών στο διασυνοριακό εμπόριο και τις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές ή στρατιωτικών συγκρούσεων μπορεί να προκαλέσει ανακατανομή των ροών κεφαλαίων και απότομες διορθώσεις στις τιμές των μετοχών».
Μάλιστα επισημαίνει πως «παρόλο που οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι φαίνεται να έχουν, τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό, τιμολογηθεί στις αγορές μετοχών (...) η ξαφνική συνειδητοποίηση σημαντικών γεωπολιτικών κινδύνων μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τα τραπεζικά και μη τραπεζικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, με δυσμενείς συνέπειες για τη μακροοικονομική χρηματοπιστωτική σταθερότητα».
Εξάλλου αποτυπώνοντας την ανισομετρία στην παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία, η έκθεση τονίζει πως η επίδραση των κινδύνων αυτών προκαλεί μεγαλύτερους κλυδωνισμούς σε οικονομίες με χαμηλότερη θέση στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα, ενώ «η ανάλυση υποδηλώνει ότι οι χώρες με περιορισμένα δημοσιονομικά και διεθνή αποθέματα ασφαλείας είναι ιδιαίτερα ευάλωτες».
Και την ίδια ώρα βέβαια κανείς δεν θα μείνει «αλώβητος», αφού «οι επιπτώσεις των γεγονότων γεωπολιτικού κινδύνου (...) διαχέονται σε όλες τις χώρες μέσω εμπορικών ή χρηματοπιστωτικών δεσμών».
Το συμπέρασμα είναι σαφές: «Σημαντικά γεγονότα γεωπολιτικού κινδύνου θα μπορούσαν να αποτελέσουν απειλή για τη μακροοικονομική χρηματοπιστωτική σταθερότητα».
Αντίστοιχες προειδοποιήσεις διατυπώνει η Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη (UNCTAD), σε έκθεση που δημοσίευσε στις 4 Απρίλη. «Καθώς μεγάλες οικονομίες πρόκειται να επιβάλουν νέους σαρωτικούς δασμούς, η UNCTAD προειδοποιεί ότι το παγκόσμιο εμπορικό σύστημα εισέρχεται σε μια κρίσιμη φάση - απειλώντας την ανάπτυξη, τις επενδύσεις και την αναπτυξιακή πρόοδο, ιδίως για τις πιο ευάλωτες οικονομίες», σημειώνεται.
Η UNCTAD τονίζει πως «σε μια παγκόσμια οικονομία με χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και υψηλό χρέος, οι υψηλότεροι δασμοί κινδυνεύουν να αποδυναμώσουν τις επενδύσεις και τις εμπορικές ροές - προσθέτοντας αβεβαιότητα σε ένα ήδη εύθραυστο πλαίσιο. Αυτό θα μπορούσε να διαβρώσει την εμπιστοσύνη, να επιβραδύνει τις επενδύσεις και να απειλήσει τα αναπτυξιακά οφέλη».
Μάλιστα, η UNCTAD αναγνωρίζει πως «η ανάγκη για εμπορική μεταρρύθμιση είναι σαφής», καθώς «οι εμπορικές ανισορροπίες, τα συγκεντρωμένα κέρδη και οι ξεπερασμένοι κανόνες πρέπει να αντιμετωπιστούν», ωστόσο απευθύνει ευχολόγια για λύση των ανταγωνισμών μέσω διαλόγου και όχι μέσω κλιμάκωσης, προκειμένου να «μην επηρεαστούν οι λιγότερο υπεύθυνοι για τις οικονομίες, με ελάχιστη ευθύνη για τις παγκόσμιες εμπορικές ανισορροπίες».
Θες απ' το σπίτι μου, θες από ακούσματα κι από διαβάσματα, το μεγαλοβδόμαδο ήταν πάντα βαθύτερος συναισθηματικός εναγκαλισμός των ανθρώπινων βασάνων, εγκόλπωμα της μέγιστης των απωλειών, αυτού της μάνας που βλέπει το παιδί της να βασανίζεται και να πεθαίνει, μέρες αυτογνωσίας και ελπίδας. Και ήταν για πολύ καιρό στη ζωή μου ευτυχώς κάπως έτσι, λιγότερο θορυβώδης περί την ασχήμια, και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα και στα χωριά και στην Αθήνα. Ομως στη βουή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και της συνεχούς και ραγδαίας εικονολατρικής απεικόνισης της καθημερινότητας, μέσα στην εβδομάδα των παθών προστέθηκαν άπειρες τεχνητές ανάγκες και πάθη. Και είναι μια απ' αυτές που με εξοργίζει, κυριολεκτικά με κολάζει, ως αποθεωτική μιας εμποροδιανοητικής υποκρισίας.
Μπούχτισα σύντροφοι. Σχωράτε με, αλλά δεν ξέρω τι καθαρίζει στο μέσα και στο έξω όλη αυτή η κατολίσθηση προς μια στάση ζωής που διδάσκει ότι είναι πιθανό, θεμιτό, εφικτό, διαλέξτε όποια λέξη θέλετε, να αναζητάς απόλαυση και ηδονή στη νηστεία την μπερδεμένη με τη δίαιτα, την αποτοξίνωση κι άλλα τέτοια έμμονα και φετιχιστικά, που αρχίζουν από το ροζ αλάτι και καταλήγουν στη ροζ κοκαΐνη. Νηστεία ροζ, φρου φρου κι αρώματα, και εγώ φοβάμαι την εκδίκηση των μικρών πραγμάτων. Είναι σαν να ξεχνάς πως άμα προσχωρήσεις στον βιασμό της γεύσης, στην πολυσχιδή γαστρονομική προσέγγιση, κινδυνεύεις να χάσεις αυτή καθαυτή τη γεύση των απλών πραγμάτων. Μια θρούμπα, ένα κρεμμύδι, ένα ματσάκι δυόσμο, μια χούφτα γαύρους σε λίγο λάδι, μια ντομάτα κομμένη στα τέσσερα, μια πρέζα αλάτι, μισό ποτήρι κρασί... Είναι σαν να χάνεται η δυνατότητα να μπορείς ν' ακούς την ορχήστρα, το συγκρότημα ή την κομπανία ως συγχρονισμένη αρμονία, χωρίς να εξαφανίζεις τα όργανα, και το ρεύμα της εποχής να σε πείθει ότι μπορείς να πολτοποιείς έγχορδα, κρουστά, πνευστά και ανθρώπους, και να παράγεις απλώς κάτι που πωλείται και αγοράζεται. Ινφλουοσερηδόν.