Η αστική τάξη της Ελλάδας δε διαθέτει απλά ταξικό ένστικτο, αλλά πείρα χρόνων από ταξικές συγκρούσεις με τα χαρακτηριστικά ανώτερων μορφών ταξικής πάλης, όπως η ένοπλη, την οποία έχει χρησιμοποιήσει μαζί με τους Αγγλοαμερικανούς ιμπεριαλιστές συμμάχους της, στη μεταπελευθερωτική περίοδο βάζοντας ουσιαστικά το ζήτημα ποιος - ποιον για την πολιτική εξουσία (εμφύλιος πόλεμος). Βεβαίως τότε ο λαός δεν μπορούσε να κάνει τίποτα το διαφορετικό, από το να πάρει τα όπλα...
Παρ' όλ' αυτά κατασυκοφαντούν, εξοβελίζουν, ενοχοποιούν την επαναστατική βία, ταυτίζοντας την ατομική τρομοκρατία και τις πολιτικές δολοφονίες με την επαναστατική πάλη της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, δηλαδή της συντριπτικής πλειοψηφίας του λαού. Αυτοί που με τους πολέμους δολοφονούν λαούς ολόκληρους. Που με την ένοπλη δική τους βία και τρομοκρατία κρατούν την εκμεταλλευτική τους εξουσία, εμποδίζοντας την ιστορική εξέλιξη, που είναι αντικειμενικά το πέρασμα στο σοσιαλισμό - κομμουνισμό.
Και αυτή η στιγμή, όταν έρθει, που η άρχουσα τάξη θα χρησιμοποιεί τους ένοπλους μηχανισμούς της ενάντια στο λαό, το οργανωμένο εργατικό κίνημα, το Κομμουνιστικό Κόμμα και το λαϊκό μέτωπο, που έχουν κερδίσει την πλειοψηφία του λαού, θα χρησιμοποιήσουν όλες τις μορφές πάλης για να απαλλαγεί η κοινωνία από τη σαπίλα της εκμετάλλευσης με την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου. Να γιατί άνοιξαν τη ζήτημα της επαναστατικής βίας. Αλλά το εργατικό κίνημα και το ΚΚΕ, όπως κάθε επαναστατικό κόμμα της εργατικής τάξης, γνωρίζει από τη μαρξιστική - λενινιστική θεωρία, αλλά και την πείρα όλων των επαναστάσεων στην ιστορία των κοινωνιών, ότι η ιστορικά αναπόφευκτη επανάσταση είναι επιστήμη και τέχνη. Και ως τέτοια την προετοιμάζουν και όχι με ατομική ένοπλη πάλη και τροκοκρατική δράση τύπου «17Ν». Και αυτή η προοπτική της επανάστασης και της εξέγερσης που δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς τη συνειδητή συμμετοχή της πλειοψηφίας των λαϊκών μαζών, ιδιαίτερα της εργατικής τάξης, απαιτεί την πιο συνειδητή δουλιά ζύμωσης, προπαγάνδας απόκτησης πρακτικής πείρας, σύνδεσης των άμεσων αγώνων με την πολιτική πάλη για την ανατροπή της αστικής εξουσίας, ώστε όταν οι αντικειμενικές συνθήκες της πανεθνικής κρίσης και της επαναστατικής κατάστασης ωριμάσουν, οι λαϊκές μάζες να είναι έτοιμες για δράση στην κατεύθυνση εγκαθίδρυσης της δικής τους εξουσίας.
Ο Β. Ι. Λένιν έδωσε παραστατικά αυτή την εξέλιξη στο έργο του «Ο μαρξισμός και η εξέγερση», χαρακτηριστικά αποσπάσματα του οποίου παρουσιάζουμε.
(Ηρωας, μάρτυρας, κομμουνιστής δημοσιογράφος)
ΕΙΝΑΙ του Κώστα Βιδάλη ετούτες οι μέρες του Αυγούστου. Οι πικρές εκείνες μέρες, που ο σύντροφος και δάσκαλός μας στη δημοσιογραφία έφευγε αβάσταγος, ασυγκράτητος σαν το σίφουνα για τη Θεσσαλία, για μια αποστολή ύψιστου χρέους. Εφευγε για το στερνό ρεπορτάζ, την έρευνα, που θα την έγραφε με τη ζωή και το αίμα του. Η εφημερίδα μας με τα κείμενα που έδωσε την περασμένη Πέμπτη, μας φέρνει στις σκληρές εκείνες ώρες που θρηνήσαμε τον αγωνιστή που έπεσε μαρτυρικά στα χώματα της Θεσσαλίας, δολοφονημένος από τους μοναρχοφασίστες Σουρλικούς.
ΜΟΡΦΗ αχτινοβόλα πάντα ο Βιδάλης, πάντα ολοζώντανη και πιότερο από κάθε άλλη φορά τούτον τον καιρό, στους δύσκολους χρόνους, που η δημοσιογραφία κι οι λειτουργοί της έχουν να παλέψουν, ν' αντισταθούν στον ευτελισμό και στη δυσωδία, σε πάμπολλα άθλια και δυσώδη που συντελούνται γύρω μας.
ΣΚΥΒΟΥΜΕ πάνω στην κληρονομιά την ακριβή του Βιδάλη. Στη δική του γραφή, αυτήν που όπου κι αν στάθηκε, όπου κι αν δούλεψε δεν έχασε ποτέ ούτε στιγμή το στόχο της ζωής του: να γράφει για του λαού το δίκιο, να ξεσκεπάζει τα άνομα της πλουτοκρατίας σκάνδαλα, την άγρια εκμετάλλευση. Και να είναι πάντα της λευτεριάς και της Δημοκρατίας μαχητής, πάντα όρθιος, άτρομος στο δικό της χαράκωμα.
ΔΕΝ ΕΙΧΕ συμπληρωθεί μήνας από τη δολοφονία του δημοσιογράφου όταν οργανώθηκε από την εφημερίδα μας το πολιτικό μνημόσυνο. Θυμάμαι ήταν μια Κυριακή (8 Σεπτέμβρη 1946) στο θέατρο «Κεντρικό» μέσα σε μια πρωτοφανή κοσμοπλημμύρα. Ηταν η ογκωδέστερη συγκέντρωση σε κλειστό χώρο που είδε ποτέ η Αθήνα.
ΗΤΑΝ ο δημοσιογράφος Μιχ. Ροδάς, που πρόεδρος της οργανωτικής επιτροπής του μνημοσύνου άνοιγε, μέσα σε γενική συγκίνηση, την εκδήλωση για τον Κ. Βιδάλη. Πυκνή και ουσιαστική η αναφορά του στην επαγγελματική του διαδρομή, μίλησε για τις έρευνες και τις αποστολές που είχαν βρεθεί μαζί με το Βιδάλη. «Θυμάμαι, τόνισε ο Μ. Ροδάς, ένα ταξίδι μας στην Πελοπόννησο, στο σταφιδικό συνέδριο της Κυπαρισσίας». Συνεργάτης της «Πρωίας» ο Κ. Βιδάλης, του «Ελευθέρου Βήματος» ο Ροδάς, γνωρίστηκαν πιο στενά σ' αυτή την αποστολή. «Μου φανέρωσε - είπε ο Ροδάς - την αγαθή ψυχή του, τη φιλομάθειά του, τον αδαμάντινο χαρακτήρα του, τη μελέτη του για τα οικονομικά προβλήματα και πρώτιστα για το σταφιδικό που απασχολούσε ιδιαίτερα τη δυτική Πελοπόννησο.
ΟΙ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΕΙΣ εκείνες, προσθέτει ο Μιχ. Ροδάς, είχαν τη σφραγίδα του αμερόληπτου ερευνητή, του διαφωτιστή σ' αυτόν το δραματικό αγώνα, σ' αυτή την απεγνωσμένη, θα έλεγα, πάλη του παραγωγού και του αγοραστή της σταφίδας. Ο Κ. Βιδάλης ήταν από τους σεμνότερους, από τους ευαρεστότερους, με το χαμόγελο που άνθιζε πάντα σαν λουλούδι στα χείλη του. Ενα μεγάλο πρόσχαρο παιδί, μπροστά όχι μονάχα στους ομοϊδεάτες του, αλλά και σ' αυτούς που είχαν αντίθετες μ' αυτόν ιδέες και αισθήματα...».
ΠΡΕΠΕΙ εδώ να θυμίσουμε ότι πάνω στη σκηνή είχε τοποθετηθεί σε βάθρο το θαυμάσιο, δυναμικό εκείνο πορτρέτο που είχε φιλοτεχνήσει ειδικά για την περίπτωση ο καλλιτεχνικός συνεργάτης και σκιτσογράφος του «Ρ», Αντώνης Πρωτοπάτσης. Κι αυτό, μαζί με το δαχτυλίδι του είναι τα μοναδικά αντικείμενα, που διέσωσε η συντρόφισσα του δημοσιογράφου Κάτια Βιδάλη και τα οποία προσέφερε στο μουσείο της ΕΣΗΕΑ το 1986, με τις εκδηλώσεις των 40χρονων που έγιναν στη Ρωμαϊκή Αγορά και στη Μελία της Θεσσαλίας. Τίποτε άλλο δικό του δε σώθηκε. Ούτε μια γραμμή...
ΠΕΝΗΝΤΑ έξι χρόνια έχουν περάσει από το μαρτύριο και τη θυσία του Κ. Βιδάλη. Ο σύντροφος κι ο δάσκαλός μας δεν ήταν για πολλά λόγια. Εκανε όμως πολλές πράξεις. Κι όχι όποιες κι όποιες, αλλά εκείνες που το απαιτούσε η συνείδηση. Και θα θυμόμαστε πάντα την επίμονη εκείνη διδαχή του που μας έλεγε: «... Να γράφεις, κύριε συνάδελφε, για τους απλούς ανθρώπους. Καθαρά, όχι συννεφώδη, σύντομα και περιεκτικά. Αφηνε στην άκρη τις φλυαρίες... Και δίνε το λόγο στα γεγονότα. Αυτά πείθουν». Ο αυστηρός δάσκαλός μας, που όλους τους αγαπούσε. Κι όλοι τον αγαπούσαν: ο Κώστας Βιδάλης.