Κατά τη διάρκεια της παραμονής της στο νησί της Επανάστασης η αντιπροσωπεία του ΚΚΕ είχε την ευκαιρία να πραγματοποιήσει πολλές, εξαιρετικά ενδιαφέρουσες και σημαντικές επαφές και επισκέψεις. Ξεχωρίζει ανάμεσά τους η μεγάλη αντιιμπεριαλιστική συγκέντρωση στην Αβάνα, που συμμετείχαν οι φοιτητές της ιατρικής και ιατρικών επαγγελμάτων στην οποία απηύθυνε χαιρετισμό η Αλέκα Παπαρήγα.
Απόρροια των συζητήσεων με την ηγεσία του ΚΚ Κούβας είναι το πρωτόκολλο συνεργασίας που υπογράφτηκε ανάμεσα στα δύο κόμματα από την Αλέκα Παπαρήγα και τον Χοσέ Ραμόν Μπαλαγκέρ, μέλος του ΠΓ και υπεύθυνο του Τμήματος Διεθνών Σχέσεων του ΚΚ Κούβας και είναι δίχρονης διάρκειας. Στο τέλος της διετίας θα ανανεώνεται κατά δύο χρόνια κάθε φορά. Το πρωτόκολλο προβλέπει την κοινή δράση των δύο κομμάτων στα κινήματα, την αμοιβαία επίσκεψη αντιπροσωπειών, την έκφραση της αλληλεγγύης, καθώς και τη μελέτη θεωρητικών ζητημάτων.
Πρέπει όμως να γνωρίζετε ότι εμείς έχουμε σαφή στρατηγική και τακτική. Δίνουμε τη μάχη της Οικονομικής Εξόρμησης με πλατύ άνοιγμα στον κόσμο, μαζί με χιλιάδες οπαδούς και φίλους και τις εκατοντάδες εκλογικές επιτροπές που έχουμε συγκροτήσεις, γι' αυτό και είμαστε σίγουροι για την υπερκάλυψη του πλάνου».
Στα πλαίσια της Πολιτικής Εξόρμησης, οι ΚΟ του ΚΚΕ εντείνουν τη δραστηριότητά τους. Για τις επόμενες μέρες, μεταξύ άλλων, προγραμματίζονται:
Ο πρόεδρος του ΣΥΝ στη συζήτηση, στη Βουλή, για την οικονομία, κάνοντας κριτική στην κυβέρνηση, ανέφερε ότι «οι ρυθμοί ανάπτυξης στηρίζονται σε μια κατασκευαστικού μονοδιάστατου τύπου αναθέρμανση που περιθωριοποιεί τη μεταποίηση και τις νέες τεχνολογίες» και έτσι «η Ελλάδα χάνει έδαφος». Αποτελούν αυτές οι διαπιστώσεις κριτήρια για το αν η ανάπτυξη είναι αντιλαϊκή ή φιλολαϊκή;
ΑΝ KAI H συγκεκριμένη διαπίστωση προβάλλει την άποψη ότι δεν αναπτύσσεται βιομηχανία δεν είναι απόλυτα σωστή. Πράγματι, ο κατασκευαστικός τομέας κυρίως έχει μεγάλη συμβολή στην αύξηση του ΑΕΠ, αλλά αυτό δε σημαίνει μονοδιάστατη ανάπτυξη. Γιατί γύρω από τον κατασκευαστικό τομέα αναπτύσσεται μια σειρά από κλάδους της οικονομίας όπως τσιμεντοβιομηχανία, χαλυβουργία, και ό,τι τέλος πάντων χρειάζεται για τις κατασκευές. Αλλά και για τις νέες τεχνολογίες δεν είναι και τόσο σωστή η διαπίστωση, αφού, τα τελευταία χρόνια, αναπτύσσεται και αυτός ο κλάδος, σε συνδυασμό με τις τηλεπικοινωνίες, που είναι κλάδος βιομηχανίας και αποτελούν στρατηγικής σημασίας τομέα στην οικονομία. Βεβαίως, υπάρχει καθυστέρηση στην εφαρμογή των νέων τεχνολογιών σε μέσα παραγωγής, συγκριτικά με άλλες πιο ανεπτυγμένες καπιταλιστικές οικονομίες.
ΒΕΒΑΙΩΣ, στο βαθμό που ισχύουν τέτοιες διαπιστώσεις φανερώνουν ένα χιλιοδιαπιστωμένο ζήτημα: Οτι το κεφάλαιο επενδύει στους τομείς που μπορεί να αποκομίζει τα μεγαλύτερα κέρδη. Επομένως, δεν είναι ζήτημα εφαρμογής πολιτικής που να προσανατολίζει το κεφάλαιο σε όλους τους τομείς. Και δε φανερώνει αυτή η πραγματικότητα αναποτελεσματικότητα της πολιτικής για ανάπτυξη άλλων τομέων της οικονομίας, που μπορούν, κάτω από άλλες συνθήκες και όχι συνθήκες καπιταλισμού, να αναπτυχτούν.
ΑΛΛΑ ΕΔΩ προκύπτει το ερώτημα. Ακόμη και αν αναπτυσσόταν η μεταποίηση τι θα άλλαζε για την εργατική τάξη; Μήπως, θα εξαλειφόταν η ανεργία; Μήπως, θα υπήρχαν μισθοί που να ικανοποιούν τις ανάγκες των εργαζομένων; Μήπως, θα υπήρχε δουλιά με σταθερό ημερήσιο εργάσιμο χρόνο (7ωρο), πλήρης σύνταξη και Κοινωνική Ασφάλιση; Μήπως, θα υπήρχε δημοκρατία στους τόπους δουλιάς, θα σταματούσαν οι απολύσεις; Μήπως, θα υπήρχε δημόσια δωρεάν παροχή υπηρεσιών Υγείας, Πρόνοιας για όλους; `Η η κατάσταση στην Παιδεία θα ήταν καλύτερη; Μήπως, δε θα υπήρχε η ακρίβεια ή μήπως θα εξαλείφονταν οι κοινωνικές ανισότητες;
Η ΟΥΣΙΑ αυτής της κριτικής, με δεδομένη, επίσης, την επισήμανση ότι η «Ελλάδα χάνει έδαφος», αντιμετωπίζει την ανάπτυξη όχι με κοινωνικά κριτήρια σε όφελος του λαού, αλλά με τεχνοκρατικά. Και κρύβει ακριβώς το γεγονός ότι ακόμη και μια τέτοια ανάπτυξη να υπήρχε, που κατά την ηγεσία του ΣΥΝ δε γίνεται με ευθύνη της κυβερνητικής πολιτικής, η πραγματικότητα για την εργατική τάξη και τη λαϊκή οικογένεια δε θα ήταν καλύτερη. Γιατί, δεν καθορίζεται η ζωή της λαϊκής οικογένειας από την ανάπτυξη αυτών των τομέων της οικονομίας, αλλά από το γεγονός ότι υπάρχουν οι επιχειρηματίες, που καρπώνονται τον παραγόμενο από τους εργάτες πλούτο. Και θέλουν να καρπώνονται ολοένα και περισσότερο. Επομένως, η κατάσταση για τους εργάτες δε θα βελτιωθεί, αν δεν αλλάξει αυτή η πραγματικότητα. Μόνο που γι' αυτό απαιτείται μια άλλη πολιτική, μια άλλη λαϊκή εξουσία, για να οργανώνει τη λαϊκή οικονομία. Οπου δε θα υπάρχουν μεγαλοεπιχειρηματίες και κέρδη. Τότε και όλοι οι τομείς που μπορούν να αναπτυχθούν θα αναπτύσσονται και όλες οι ανάγκες των εργαζομένων θα καλύπτονται.