ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 2 Ιούνη 2006
Σελ. /48
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η υφαλοκρηπίδα, το κομβικό σημείο στο Αιγαίο

Κομβικό σημείο για τις ελληνοτουρκικές προστριβές στο Αιγαίο αποτελεί η υφαλοκρηπίδα, δηλαδή το δικαίωμα εκμετάλλευσης του βυθού και του υπεδάφους του στη θαλάσσια περιοχή πέρα από τα χωρικά ύδατα της κάθε χώρας. Πρόκειται για τον βυθό των διεθνών υδάτων, όπου η παράκτια χώρα στην οποία ανήκει δεν ασκεί εθνική κυριαρχία, δηλαδή πλήρη και απόλυτη εξουσία, όπως στη ζώνη των χωρικών υδάτων και του εναέριου χώρου αλλά ασκεί ένα συγκεκριμένο δικαίωμα, όπως η εκμετάλλευση του βυθού, το οποίο όμως ασκείται κατ' αποκλειστικότητα, δηλαδή είναι κυριαρχικό δικαίωμα και όχι πλήρης κυριαρχία.

Με αφορμή τις τουρκικές διεκδικήσεις επί της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου δύο φορές, το 1976 με το «Χόρα» επί Κ. Καραμανλή και το 1987 με το «Σισμίκ» επί Α. Παπανδρέου, σημειώθηκε ελληνοτουρκική κρίση που έφερε τις δύο χώρες στα πρόθυρα πολέμου. Για πρώτη φορά τέθηκε θέμα από την Τουρκία την 1η Νοέμβρη 1973 όταν η τουρκική κυβέρνηση δημοσιεύει απόφαση και χάρτη όπου εκχωρεί το μισό περίπου βόρειο Αιγαίο στην κρατική εταιρία πετρελαίων για έρευνα και εκμετάλλευση.

Στον πυρήνα της τουρκικής διεκδίκησης επί της υφαλοκρηπίδας βρίσκεται ο ισχυρισμός ότι τα νησιά δεν έχουν υφαλοκρηπίδα και κατά συνέπεια η οριοθέτησή της στο Αιγαίο, πρέπει να γίνει με βάση τη μέση γραμμή από βορά προς νότο, μεταξύ τουρκικών παραλίων και των απέναντι παραλίων της ηπειρωτικής Ελλάδας. Είναι η γνωστή γραμμή του 25ου παραλλήλου, που έχει τεθεί ως όριο των τουρκικών διεκδικήσεων στο Αιγαίο (υφαλοκρηπίδα, FIR, έρευνα και διάσωση, επιχειρησιακός έλεγχος κλπ.). Τυχόν υιοθέτηση αυτής της λύσης σημαίνει ότι τα ελληνικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου θα περιβάλλονται από τουρκική υφαλοκρηπίδα με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ασφάλειά τους, σε συνδυασμό και με τις άλλες τουρκικές διεκδικήσεις (χωρικά ύδατα, εναέριος χώρος, αποστρατιωτικοποίηση).

Η Τουρκία προτείνει «πολιτική» λύση δηλαδή οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας πέρα από τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, που δίνουν στα νησιά υφαλοκρηπίδα, με βάση τη διμερή διαπραγμάτευση, ενώ αφήνει ανοιχτό και το ενδεχόμενο για συνεκμετάλλευση των αμφισβητούμενων περιοχών («γκρίζες ζώνες»), δηλαδή όλες εκείνες όπου υπάρχουν νησιά και νησίδες και βραχονησίδες που δεν αναφέρονται ονομαστικά στις Συνθήκες με τις οποίες μεταβιβάστηκαν στην Ελλάδα από το 1821 και μετά.

Η άποψη της ελληνικής πλευράς, μέχρι πρόσφατα τουλάχιστον, είναι ότι το θέμα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο αποτελεί το μόνο ζήτημα προς διευθέτηση και η διαδικασία που προτείνεται είναι η προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Η υπόθεση της παραπομπής στη Χάγη άνοιξε στις 27 Γενάρη 1975 όταν η ελληνική κυβέρνηση υποβάλλει για πρώτη φορά επίσημα την πρόταση προς την κυβέρνηση της Τουρκίας. Ωστόσο, το θέμα της υφαλοκρηπίδας σχετίζεται άμεσα με όλο το πλέγμα των ελληνοτουρκικών προβλημάτων στο Αιγαίο και κυρίως με το ζήτημα των χωρικών υδάτων. Τυχόν προσέγγιση για οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας επηρεάζει και τα υπόλοιπα ως ντόμινο.

Απαραίτητη προϋπόθεση για την προσφυγή είναι να συμφωνήσουν οι δύο χώρες για το ποια θέματα θα παραπέμψουν και να δεσμευτούν εκ των προτέρων ότι είναι αποδεκτή η όποια κρίση του Δικαστηρίου. Αυτό είναι το λεγόμενο «συνυποσχετικό». Ουσιαστικά η υπογραφή του συνυποσχετικού σημαίνει εκ των προτέρων κλείσιμο του θέματος του πλάτους των ελληνικών χωρικών υδάτων, άρα η επέκτασή τους στα 12 μίλια ή δέσμευση για παραμονή τους στα 6 μίλια ή διμερή διαπραγμάτευση Ελλάδας-Τουρκίας για επιλεκτική επέκταση με τη σύμφωνη γνώμη της Τουρκίας, όπως και του θέματος των «γκρίζων ζωνών». Ολα αυτά σημαίνουν ότι πριν την παραπομπή θα πρέπει να έχει επέλθει, διά του «συνυποσχετικού», συμφωνία όχι μόνο επί της διαδικασίας αλλά και επί της ουσίας.

Αξίζει να αναφέρουμε πως εάν το εύρος των ελληνικών χωρικών υδάτων γίνει 12 μίλια από 6 μίλια που είναι τώρα, εκ των πραγμάτων δε θα υπάρχει υφαλοκρηπίδα προς διευθέτηση, γιατί τα ελληνικά χωρικά ύδατα είτε θα καλύψουν λόγω επέκτασής τους μεγάλο μέρος των διεθνών υδάτων ο βυθός των οποίων είναι η υφαλοκρηπίδα, είτε θα «εγκλωβίσουν» ένα άλλο μέρος των διεθνών υδάτων. Σε αυτό βοηθάει η γεωγραφική διάταξη των νησιών που σχηματίζουν έναν «κλοιό» απέναντι στα τουρκικά παράλια.

Σε επίπεδο Διεθνούς Δικαίου το θέμα της υφαλοκρηπίδας αντιμετωπίστηκε αρχικά το 1958 με τη Σύμβαση της Γενεύης και τελικά από το 1982 με τη νέα Διεθνή Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας στο Μοντέγκο Μπέι, που κωδικοποιήθηκε ως Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας το 1994 και επικυρώθηκε από την Ελλάδα το 1995. Ως ανώτατο εύρος της υφαλοκρηπίδας ορίζονται τα 200 μίλια από τα όρια των χωρικών υδάτων, πράγμα που στο Αιγαίο είναι πρακτικά ανεφάρμοστο αφού δεν το επιτρέπει η έκτασή του. Η Τουρκία δεν έχει υπογράψει τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας.

Την υπόθεση της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο και των ελληνικών δικαιωμάτων σε αυτή έχουν «στοιχειώσει» τρεις ελληνοτουρκικές συμφωνίες κορυφής.

  • Το Πρακτικό της Βέρνης (μετά την κρίση του 1976) το Νοέμβρη 1976 μεταξύ Κ. Καραμανλή και Σ. Ντεμιρέλ, με το οποίο δεσμεύονταν οι δύο χώρες να μην προβούν σε ενέργειες που θα παρενοχλούσαν τις διαπραγματεύσεις.
  • Η ανακοίνωση-συμφωνία του Νταβός (μετά την κρίση του Μάρτη του 1987) το Φλεβάρη του 1988 μεταξύ Α. Παπανδρέου και Τ. Οζάλ, με την οποία οι δύο χώρες συμφωνούν να περιορίσουν την ερευνητική τους δραστηριότητα για ανεύρεση κοιτασμάτων πετρελαίου στην αιγιαλίτιδα ζώνη τους.
  • Η ανακοίνωση-συμφωνία της Μαδρίτης τον Ιούλη του 1997 (μετά την κρίση των Ιμίων το Γενάρη του 1996) μεταξύ Κ. Σημίτη και Σ. Ντεμιρέλ με την οποία η Ελλάδα αναγνωρίζει «τα ζωτικά συμφέροντα της Τουρκίας» στο Αιγαίο και δεσμεύεται να μην προχωρήσει σε μονομερείς ενέργειες όπως αποκαλείται η άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων (έρευνες στην υφαλοκρηπίδα, επέκταση χωρικών υδάτων κλπ.).

Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ
«Νέα στρατηγική» ευρωατλαντικής κατεύθυνσης

Πρόταση για τη χάραξη μιας «νέας στρατηγικής» στα εθνικά θέματα, που είναι ενταγμένη όμως στη λογική της εξυπηρέτησης των «ευρωατλαντικών» σχεδιασμών, πρότεινε χτες ο Γ. Παπανδρέου μετά τη συνάντησή του με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κ. Παπούλια.

Συντηρώντας το κλίμα συναίνεσης και της «κοινής προσπάθειας» που επιχειρούν να διαμορφώσουν οι εκπρόσωποι του δικομματισμού, με στόχο να αποσπάσουν τη συγκατάθεση του ελληνικού λαού, για να οδηγήσουν «πακέτο» την... επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών στο δικαστήριο της Χάγης, έκανε λόγο χτες για την ανάγκη της ύπαρξης μιας «νέας στρατηγικής» που «θα εγγυάται τα κυριαρχικά μας δικαιώματα».

Ο Γ. Παπανδρέου φρόντισε μάλιστα τη συγκεκριμένη πρόταση να τη συνδυάσει και με την «πρωτοβουλία», όπως είπε, «να συναντηθεί με τον πρωθυπουργό και με τους αρχηγούς των άλλων κομμάτων» προκειμένου να τη συζητήσουν.

Ο Γ. Παπανδρέου, παρουσιάζοντας το «δρόμο» που πρέπει να ακολουθήσει η «νέα στρατηγική», ξεκαθάρισε ότι αυτός εντάσσεται στις «εμπειρίες» και τις «πρωτοβουλίες» που ο ίδιος κατά καιρούς έχει αναλάβει... Εννοώντας προφανώς τις συνθήκες της Μαδρίτης και του Ελσίνκι, που έχουν υπογράψει οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, κάτω από την καθοδήγηση του ΝΑΤΟ, των ΗΠΑ και της ΕΕ, με τις οποίες αναγνωρίζονται «συνοριακές διαφορές» μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, ο Γ. Παπανδρέου επιδιώκει να μπει σε «δημόσιο διάλογο» η συνέχιση της πολιτικής της υποχωρητικότητας της χώρας απέναντι στις τουρκικές προκλητικές διεκδικήσεις. Σ' αυτό το πλαίσιο εντάσσονται και οι δημόσιες τοποθετήσεις κορυφαίων στελεχών του ΠΑΣΟΚ αλλά και του Γ. Παπανδρέου, για την ανάγκη να προχωρήσει η κυβέρνηση σ' ένα «νέο Ελσίνκι».

Συγχρόνως, ο Γ. Παπανδρέου ισχυρίστηκε ότι η «νέα στρατηγική» που προτείνει θα εγγυηθεί «την ασφάλεια και τη σιγουριά για κάθε Ελληνα πολίτη». Στο ίδιο μήκος κύματος υποστήριξε ότι «η νέα στρατηγική θα ανοίξει ορίζοντες για ειρήνη και συνεργασία στην περιοχή και θα δώσει το μέρισμα ειρήνης. Μέρισμα ειρήνης που θα μπορεί να επενδυθεί στην ανάπτυξη, στην οικονομία, στην παιδεία, στην υγεία»... Εντελώς υποκριτικά, και υποτιμώντας τη νοημοσύνη του ελληνικού λαού, ο Γ. Παπανδρέου επανέφερε με άλλα λόγια την πολιτική που ακολούθησε ως υπουργός Εξωτερικών, τη «βήμα προς βήμα προσέγγιση» με την Τουρκία, η οποία και τότε υποστήριζε ότι θα αποδώσει «μέρισμα ειρήνης στον ελληνικό λαό».

Συμμετέχοντας στο κλίμα της δικομματικής συναίνεσης, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Θ. Ρουσόπουλους, σχολιάζοντας τις προτάσεις του Γ. Παπανδρέου, δήλωσε: «Εάν ο κ. Παπανδρέου ζητήσει συνάντηση με τον πρωθυπουργό, βεβαίως και αυτή θα γίνει. Η ΝΔ πάντοτε επιδίωκε και επιδιώκει την εθνική συνεννόηση στα μεγάλα θέματα».

Εξάλλου, χτες το απόγευμα πραγματοποιήθηκε συνάντηση αντιπροσωπείας του ΠΑΣΟΚ, αποτελούμενη από τους Χρ. Παπουτσή, Μ. Χρυσοχοΐδη και Μ. Καρχιμάκη με τον υπουργό Εθνικής Αμυνας Β. Μεϊμαράκη.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ