Eurokinissi |
Το ΚΚΕ, με τη συγκεκριμένη εκδήλωση και μια σειρά από άλλες πρωτοβουλίες, συνεχίζει να φωτίζει ότι υπάρχει διέξοδος από τον σημερινό βάλτο της εκμετάλλευσης ενός συστήματος το οποίο γεννά κρίσεις και πολέμους. Οτι ο σοσιαλισμός είναι η απάντηση για τα προβλήματα των εργαζομένων τον 21ο αιώνα.
Ο «Ριζοσπάστης» δημοσιεύει σήμερα αποσπάσματα από δύο θεματικές παρεμβάσεις που έγιναν:
-- Του Β. Οψιμου, μέλους του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ, με θέμα «Η διαπάλη στο ΚΚΣΕ σχετικά με τη Θέση για το Παλλαϊκό Κράτος».
-- Της Μ. Λαβράνου, υπεύθυνης του Τμήματος Δικαιοσύνης και Λαϊκών Ελευθεριών της ΚΕ του ΚΚΕ, με θέμα «Η σημασία των αλλαγών σχετικά με τη λειτουργία των Σοβιέτ στο Σοβιετικό Σύνταγμα του 1936».
Αποσπάσματα από τις υπόλοιπες εισηγήσεις και τις παρεμβάσεις θα παρουσιαστούν σε επόμενα φύλλα.
Eurokinissi |
Πρόκειται για αντιλήψεις που, όπως τονίζει η Απόφαση του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ, συνέβαλαν στην «αλλοίωση των χαρακτηριστικών του επαναστατικού εργατικού κράτους, στη χειροτέρευση της κοινωνικής σύνθεσης του Κόμματος και του στελεχικού δυναμικού του, στην απώλεια της επαναστατικής επαγρύπνησης, η οποία ιδεολογικοποιήθηκε και με τη θέση για το "ανεπίστρεπτο" της σοσιαλιστικής πορείας». Τροφοδότησαν ταυτόχρονα οπορτουνιστικές θέσεις μέσα στις γραμμές του κομμουνιστικού κινήματος ότι το αστικό κράτος μπορούσε, με την παρέμβαση του εργατικού κινήματος, να μετασχηματιστεί σε προοδευτική κατεύθυνση ως στάδιο για την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας.
Το Πρόγραμμα του ΚΚΣΕ του 22ουΣυνεδρίου αναθεωρούσε ριζικά τη διδασκαλία του μαρξισμού - λενινισμού για το κράτος ως όργανο ταξικής κυριαρχίας. Οπως τόνιζε ο Λένιν, η έννοια της δικτατορίας του προλεταριάτου «τότε μόνο έχει νόημα, όταν μια τάξη ξέρει ότι μόνη της παίρνει στα χέρια της την πολιτική εξουσία και δεν ξεγελά ούτε τον εαυτό της ούτε τους άλλους με συζητήσεις για εξουσία "παλλαϊκή, εκλεγμένη απ' όλους, καθιερωμένη απ' όλο τον λαό"».
Θυμίζουμε τι έγραφε ο Λένιν στο «Κράτος και Επανάσταση»: «Μόνο στην κομμουνιστική κοινωνία, όταν η αντίσταση των καπιταλιστών θα έχει τσακιστεί οριστικά, όταν θα έχουν εξαφανιστεί οι καπιταλιστές, όταν δεν θα υπάρχουν τάξεις (δηλαδή δεν θα υπάρχουν διακρίσεις ανάμεσα στα μέλη της κοινωνίας ως προς τη σχέση τους με τα κοινωνικά μέσα παραγωγής), μόνο τότε "εξαφανίζεται το κράτος και μπορούμε να μιλάμε για ελευθερία"».Τόνιζε δηλαδή ο Λένιν την αναγκαιότητα της δικτατορίας του προλεταριάτου μέχρι την οριστική εξάλειψη των τάξεων και των ταξικών αντιθέσεων. «Αλλά αυτές δεν θα εξαλειφτούν χωρίς τη δικτατορία του προλεταριάτου».
Στο Πρόγραμμα του ΚΚΣΕ του 1961 συνυπάρχουν δύο αλληλοσυγκρουόμενες θέσεις: Η μία για το ξεπέρασμα της δικτατορίας του προλεταριάτου και η άλλη για την ανάγκη ενίσχυσης και επέκτασης με κάθε δυνατό τρόπο των εμπορευματο-χρηματικών (ε/χ) σχέσεων. Απορρίπτοντας τη δικτατορία της εργατικής τάξης, την ίδια ώρα που πρόβαλλε την ανάγκη επέκτασης των ε/χ σχέσεων, η τότε ηγεσία του ΚΚΣΕ έχτιζε ένα δήθεν «κομμουνιστικό» εποικοδόμημα πάνω σε μια οικονομική βάση αποδυνάμωσης των κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής και του κεντρικού σχεδιασμού.
Οι αντιλήψεις περί «παλλαϊκού κράτους» συνιστούσαν συνέχεια της εσωκομματικής διαπάλης από τις αρχές της δεκαετίας του 1950, αλλά και από παλιότερα, μέσα από την οποία «εκφράστηκε, σε ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο, η κοινωνική αντίσταση (κολχόζνικοι αγρότες, διευθυντικά στελέχη στην αγροτική παραγωγή και στη βιομηχανία) στην ανάγκη επέκτασης και εμβάθυνσης των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής» (Απόφαση του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ). Αποτύπωναν όμως και την πιθανότητα που υπάρχει θεωρητικά ασαφείς, υπεραισιόδοξες και πρώιμες εκτιμήσεις να αξιοποιηθούν από φορείς του οπορτουνισμού για να στρέψουν σε αντεπαναστατική κατεύθυνση το τιμόνι της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τον Νοέμβρη του 1936, κατά τη συζήτηση του σχεδίου Συντάγματος της ΕΣΣΔ, στη βάση των αλλαγών που είχαν υποστεί οι σχέσεις παραγωγής μετά τα 2 πρώτα Πεντάχρονα Πλάνα, γινόταν η εκτίμηση πως «δείχνουν ότι σβήνουν τα όρια ανάμεσα στην εργατική τάξη και την αγροτιά, όπως και ανάμεσα σ' αυτές τις τάξεις και τη διανόηση (...) Δείχνουν ότι χάνονται, σβήνουν οι οικονομικές αντιθέσεις (...) και οι μεταξύ τους πολιτικές αντιθέσεις».Πρόκειται για μια εκτίμηση που φαίνεται να θεωρεί ως ήδη κατακτημένο το τελικό αποτέλεσμα μιας σύνθετης διαδικασίας ταξικής διαφοροποίησης στα πλαίσια της ανώριμης φάσης του κομμουνισμού, υποτιμώντας τις νομοτελειακές αντιφάσεις και τα διαφορετικά υλικά συμφέροντα.
Φυσικά πρέπει να επισημάνουμε ότι, παρά την αντιφατικότητα της εκτίμησης για σβήσιμο των ορίων και των πολιτικών αντιθέσεων ανάμεσα στις τάξεις, η σοβιετική ηγεσία την εποχή εκείνη επιμένει στην επιστημονική θέση για τη διατήρηση των τάξεων σε όλη την ανώριμη φάση του κομμουνισμού και την αναγκαιότητα της δικτατορίας του προλεταριάτου για την πλήρη εκμηδένιση των τάξεων. Ετσι, στην ίδια εισήγηση για το σχέδιο Συντάγματος το 1936 ο Στάλιν τονίζει ότι «η κρατική διεύθυνση της κοινωνίας (η δικτατορία) ανήκει στην εργατική τάξη, γιατί είναι η πρωτοπόρα τάξη της κοινωνίας».
Eurokinissi |
Εχει σημασία, εξετάζοντας τις αλλαγές στο Σύνταγμα, να έχουμε υπόψη και την ουσιαστική διαφορά του σοσιαλιστικού Συντάγματος από τα αστικά Συντάγματα.
(...)
Το σοσιαλιστικό Σύνταγμα δεν «κατοχυρώνει» τη νέα εξουσία, ούτε «εξασφαλίζει» τη διατήρησή της. Το Σύνταγμα ιεραρχικά μόνο είναι ο βασικός νόμος του σοσιαλιστικού κράτους. Δεν του αποδίδεται ο δήθεν πρωταρχικός ρόλος που επιφυλάσσει η αστική νομική θεωρία στο αστικό Σύνταγμα, που στο όνομα του συνταγματισμού θέτει την πραγματικότητα «με το κεφάλι κάτω» και προσπαθεί να πείσει ότι όλες οι εξουσίες απορρέουν από το Σύνταγμα (...) προκειμένου να μην αποκαλύπτεται ο καθοριστικός ρόλος της οικονομίας, άρα και της εκμετάλλευσης, ως θεμέλιος λίθος και για το δίκαιο και τους νόμους.
Αντίθετα, στο σοσιαλιστικό Σύνταγμα αποτυπώνεται ανοιχτά ο ταξικός χαρακτήρας της νέας εξουσίας, ο ηγετικός ρόλος της εργατικής τάξης, ότι πηγή της εξουσίας της είναι η εδραίωση, ενίσχυση και ανάπτυξη των νέων σχέσεων στην παραγωγή, των κομμουνιστικών σχέσεων.
(...)
Φυσικά, το σοσιαλιστικό Σύνταγμα δεν περιορίζεται στο να αποτυπώνει νομοθετικά αυτές τις νέες σχέσεις, αλλά συμβάλλει και στη θωράκιση και περαιτέρω ανάπτυξή τους. Γι' αυτό και δεν αντιμετωπίζεται ως «ιερό τοτέμ», αλλά αναθεωρείται, αλλάζει, προσαρμόζεται και στηρίζει τις νέες ανάγκες και δυνατότητες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. (...)
Το Σύνταγμα του 1936 προχώρησε σε μια σειρά κομβικές αλλαγές, σε σχέση με τα προηγούμενα Συντάγματα, σε ό,τι αφορά την εκλογική διαδικασία, δηλαδή το πώς ασκείται το εκλογικό δικαίωμα και ο τρόπος εκλογής των οργάνων εξουσίας, που ως βασική πλευρά της εργατικής εξουσίας, απαιτεί την όλο και πιο συνειδητή, συλλογική συμμετοχή της εργατικής τάξης.
Πιο συγκεκριμένα, ως προς το εκλογικό δικαίωμα, προέβλεψε την εισαγωγή του καθολικού δικαιώματος της ψήφου για όλους τους πολίτες της ΕΣΣΔ. (...) Ταυτόχρονα εισήγαγε την ισοτιμία της ψήφου. (...) Αντίστοιχα, στη διαδικασία εκλογής των οργάνων, καταργήθηκε η έμμεση εκλογή των ανώτερων οργάνων της σοβιετικής εξουσίας από τα κατώτερα όργανα και εισήχθηκε η άμεση εκλογή από τον πληθυσμό για τα σοβιετικά όργανα σε όλα τα επίπεδα. Επίσης, διατυπώθηκε ρητά η πρόβλεψη για μυστικότητα της ψήφου, που μέχρι τότε, με βάση συγκεκριμένες πηγές, φαίνεται ότι υπήρχαν οδηγίες η εκλογή να γίνεται με ανοιχτή ψηφοφορία. Ενώ και η ψηφοφορία μετατοπίστηκε και ορίστηκε να γίνεται σε εδαφική βάση. (...)
Στο 18ο Συνέδριό του το ΚΚΕ στέκεται κριτικά στις παραπάνω αλλαγές του Συντάγματος του 1936, λαμβάνοντας βέβαια υπόψη τόσο την ανάγκη να αντιμετωπιστούν ορισμένα προβλήματα στην ίδια τη λειτουργία της σοβιετικής εξουσίας, όσο και την ανάγκη να θωρακιστεί η σοβιετική εξουσία σε συνθήκες που είναι ορατός ο νέος πόλεμος που την έχει στο στόχαστρο.
Ομως οι αλλαγές που επήλθαν με το Σύνταγμα του 1936, ειδικά στο εκλογικό σύστημα σε σχέση με τα προηγούμενα Συντάγματα, φαίνεται ότι επέδρασαν, και χρειάζεται ακόμα βαθύτερη μελέτη στον βαθμό και την έκταση,«στην περαιτέρω λειτουργική υποβάθμιση της παραγωγικής μονάδας ως πυρήνα οργάνωσης της εργατικής εξουσίας, λόγω της κατάργησης της παραγωγικής αρχής και της έμμεσης εκλογής μέσω συνεδρίων και συνελεύσεων», (...) αλλά και «στις αρνητικές επιδράσεις στην ταξική σύνθεση των ανώτερων κρατικών οργάνων και στην εφαρμογή του μέτρου της ανάκλησης».
(...) Ταυτόχρονα, βέβαια, στο Σύνταγμα του 1936 γίνεται προσπάθεια να στηριχθεί ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός ως βασική αρχή λειτουργίας της δικτατορίας του προλεταριάτου, τόσο στις σχέσεις ανάμεσα στις Σοσιαλιστικές Δημοκρατίες όσο και σε σχέση με τα ανώτερα όργανα εξουσίας. Αντίστοιχα, να διαμορφωθεί ένας πιο συνεκτικός κρατικός μηχανισμός, που θα μπορούσε να κατευθύνει, να συντονίζει, να οργανώνει τις παραγωγικές δυνάμεις που αναπτύσσονταν στο έδαφος των νέων σχέσεων παραγωγής, του κεντρικού σχεδιασμού (...)
Για παράδειγμα, το Σύνταγμα του 1936 θέτει με πιο σαφή και οριοθετημένο τρόπο τις διαδικασίες στη λειτουργία και τη συγκρότηση στα ανώτατα όργανα κρατικής εξουσίας της ΕΣΣΔ σε σχέση με προηγούμενα, ώστε να βελτιωθεί ο συλλογικός χαρακτήρας της σοβιετικής εξουσίας (...)
Συνολικά όμως βάρυνε το γεγονός ότι - όπως φαίνεται - υπερεκτιμήθηκαν οι δυνατότητες του γρήγορου περάσματος στην ανεπτυγμένη κομμουνιστική κοινωνία, για άμβλυνση των ταξικών διαφορών, με αποτέλεσμα οι αλλαγές στο κρίσιμο ζήτημα της εκλογικής διαδικασίας να αδυνατίζουν ένα βασικό κομμάτι της συμμετοχής του συνόλου της εργατικής τάξης στην άσκηση της εξουσίας, στον έλεγχο των κρατικών οργάνων. (...)
Η μελέτη, η συζήτηση γύρω από τα Συντάγματα δεν αφορά μόνο ή κυρίως τους νομικούς. Η μελέτη όλων των πλευρών της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην ΕΣΣΔ αποτελεί ταυτόχρονα απόδειξη των μεγάλων επιτευγμάτων της σε όλα τα επίπεδα αλλά και πολύτιμη πείρα για τα μεγάλα καθήκοντα που μπαίνουν μπροστά στην εργατική τάξη και στον λαό. Το ΚΚΕ συνεχίζει την προσπάθεια όλη αυτή η γνώση, η πείρα να μετουσιωθεί σε ακόμα πιο μαχητική δράση για τη μόνη πραγματική διέξοδο που υπάρχει για την εργατική τάξη και τον λαό: Τον σοσιαλισμό - κομμουνισμό.