ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 28 Απρίλη 2018 - Κυριακή 29 Απρίλη 2018
Σελ. /40
ΤΟΥΡΚΙΑ
Προεκλογική αντιπαράθεση με πολλές παραμέτρους

Ο πρόεδρος του CHP με την ομόλογό του του «Καλού Κόμματος»
Ο πρόεδρος του CHP με την ομόλογό του του «Καλού Κόμματος»
Σε πολλά επίπεδα «τρέχει» η προεκλογική αντιπαράθεση στην Τουρκία, όπου προκηρύχθηκαν πρόωρες βουλευτικές αλλά και προεδρικές εκλογές για τις 24 Ιούνη. Οι καθημερινές δηλώσεις και αναλύσεις κυβερνητικών επιτελείων εστιάζουν στο ότι οι εκλογές γίνονται μέσα σε συνθήκες που μεγαλώνει το ενδεχόμενο νέας έντασης των συγκρούσεων στην περιοχή - και στρατιωτικών - καλώντας σε εθνική «πανστρατιά» για να προετοιμαστεί η ντόπια πλουτοκρατία να αναμετρηθεί με εχθρούς και φίλους, διασφαλίζοντας τα συμφέροντά της.

Την ίδια στιγμή, ο σημερινός Πρόεδρος της χώρας (και εκ νέου υποψήφιος με τη στήριξη του ισλαμοσυντηρητικού ΑΚΡ και του εθνικιστικού ΜΗΡ), Ρ. Τ. Ερντογάν, και συνολικά η τουρκική ηγεσία, επαναλαμβάνει ότι η προκήρυξη πρόωρων εκλογών «ματαίωσε» διάφορα «σχέδια» αντιπάλων της Τουρκίας, μιλώντας για τη FETO (την οργάνωση του ισλαμιστή επιχειρηματία Φετουλάχ Γκιουλέν, που βρίσκεται στις ΗΠΑ και η τουρκική κυβέρνηση ζητάει την έκδοσή του ως πρωτεργάτη της απόπειρας πραξικοπήματος του 2016), το ΡΚΚ, αλλά και διατηρώντας υψηλούς τόνους απέναντι σε συμμάχους (με πρώτες τις ΗΠΑ) που εκφράζουν ανησυχίες για τη διαφάνεια των τουρκικών εκλογών.

Μεσοβδόμαδα, η Τουρκία κατηγόρησε Δυτικούς ανοιχτά για «απαράδεκτη παρέμβαση» στα εσωτερικά της χώρας, μετά την απόφαση του Συμβουλίου της Ευρώπης (PACE) να ζητήσει αναβολή των τουρκικών εκλογών, υποστηρίζοντας ότι στη χώρα δεν επικρατούν συνθήκες που επιτρέπουν την ομαλή διεξαγωγή τους. «Η Δύση προσπαθεί ήδη να δυσφημίσει τις τουρκικές εκλογές (...) Οι ηγέτες της Δύσης βλέπουν καθαρά ότι οι δημοκρατικές εκλογές στην Τουρκία θα οδηγήσουν ακόμα μια φορά σε κυβέρνηση Ερντογάν και απλά δεν μπορούν να το χωνέψουν», έγραφε προ ημερών σύμβουλος του Ερντογάν στην εφημερίδα «Σαμπάχ».

Την ίδια στιγμή, το γνωστό αμερικανικό ίδρυμα «Μπρούκινγκς» έμοιαζε σε ανάλυσή του (που συνυπέγραφε συνεργάτης της μεγαλύτερης τουρκικής εργοδοτικής οργάνωσης TUSIAD) να δίνει ...μια ιδέα για πιθανές διαστάσεις που μπορεί να πάρει η «έλλειψη διαφάνειας» στις εκλογές. Σημειώνοντας μεταξύ άλλων ότι διακυβεύεται η εγκυρότητα του αποτελέσματος, τόνιζε ότι αν δε διασφαλιστεί η διαφάνεια των εκλογών, θα γίνει ακόμα μεγαλύτερη πρόκληση η δημοκρατική διακυβέρνηση της Τουρκίας. Και συμπλήρωνε: «Η ψήφος που έχει πέσει (στην κάλπη) με παρατυπίες ή άλλα προβλήματα θα μπορούσε να πλήξει την πολιτική σταθερότητα και την οικονομική ευημερία της Τουρκίας και ακόμα θα υπονόμευε τις προοπτικές της χώρας να διαδραματίσει εποικοδομητικό ρόλο σε μια γειτονιά ήδη δύσκολη».

Επαφές στην αντιπολίτευση

Ενταγμένες στο ίδιο πλαίσιο των οξυνόμενων ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και διεργασιών είναι και οι ενδοαστικές διεργασίες που «τρέχουν» στην Τουρκία.

Μέχρι την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, συνεχίζονταν πυρετωδώς οι επαφές μεταξύ του κεμαλικού σοσιαλδημοκρατικού CHP και του νεοσύστατου εθνικιστικού - φιλελεύθερου «Καλού Κόμματος» (ΙΥΙ), ενώ υπήρχαν και διεργασίες για ενδεχόμενη υποψηφιότητα του Αμπντουλάχ Γκιουλ (συνιδρυτή του ΑΚΡ και πρώην Προέδρου της χώρας, που όμως έχει διαφωνήσει σε αρκετά ζητήματα με το κόμμα του). Παρά τις δυσκολίες που υπάρχουν, οι μεταξύ τους συνομιλίες (που πύκνωναν καιρό πριν από την εξαγγελία πρόωρων εκλογών) αφορούν τη μεγάλη συζήτηση για τις προτεραιότητες στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας, τις σχέσεις της με τη Ρωσία, το ΝΑΤΟ κ.τ.λ. Ακόμα, την πιθανότητα να στηρίξει τον Γκιουλ εξετάζει και το φιλοκουρδικό κόμμα HDP, ενώ και το «Κόμμα της Ευτυχίας» συζητάει επίσης με τον πρώην Πρόεδρο.

Αν και οι περισσότεροι (εκτός και εντός της χώρας) αναλυτές συμφωνούν ότι ο Ερντογάν είναι σχεδόν απίθανο να χάσει στις προεδρικές εκλογές, το οποιοδήποτε «ψαλίδισμά» του, με τη δυναμική εμφάνιση νέων δυνάμεων από την αντιπολίτευση, θα αξιοποιηθεί διαπραγματευτικά στο με ποιους όρους και ποιους συμμάχους θα διατηρηθεί στην εξουσία. Γεγονός που θα επιδράσει και στις «ισορροπίες» στην περιοχή, με δεδομένο τον ισχυρό ρόλο που έχει σε αυτήν η Τουρκία ως πολιτική και στρατιωτική δύναμη.

Ανησυχία για «πιέσεις»

Ο ίδιος ο φιλοκυβερνητικός Τύπος καταγράφει προβληματισμούς που υπάρχουν στο ΑΚΡ, αναγνωρίζοντας καταρχάς ότι δεν είναι σίγουρο πως θα εξασφαλίσει πλειοψηφία στις βουλευτικές εκλογές, ανησυχώντας για την «πίεση» που μπορεί να ασκήσει η ανάγκη μια κυβέρνηση ΑΚΡ να χρειαστεί την ψήφο εμπιστοσύνης κομμάτων πέραν του ΜΗΡ.

Παράλληλα, δυτικά ΜΜΕ εξακολουθούν να ξεχωρίζουν την πρόεδρο του ΙΥΙ, Μεράλ Αξενέρ («χαρισματική» την περιέγραφε πρόσφατα η «Ουάσιγκτον Ποστ»). Η όποια μελλοντική ανέλιξή της βέβαια δε σημαίνει ότι η Αγκυρα θα εγκαταλείψει την όλο και μεγαλύτερη αποφασιστικότητα με την οποία παζαρεύει τα συμφέροντα των μονοπωλίων που εκπροσωπεί. Είναι χαρακτηριστική η δήλωση που είχε κάνει στο παρελθόν η Αξενέρ λέγοντας ότι «η πολιτική μας για τη Συρία έχει καταρρεύσει. Τίποτα δεν θα καταφέρουμε αν έχουμε επαφές μέσω Ρωσίας ή ΗΠΑ. Να αρχίσουμε τις (απευθείας) επαφές με τον (ίδιο) τον Ασαντ αμέσως».

Τέλος, ενδεικτική της έντονης «κινητικότητας» στην αντιπολίτευση είναι και η «μετακίνηση» 15 βουλευτών που έφυγαν από το CΗΡ και πήγαν στο ΙΥΙ προκειμένου να φτάσει τους 20 βουλευτές ώστε να έχει δικαίωμα συμμετοχής στις εκλογές. Η κίνηση αυτή θορύβησε σημαντικά το ΑΚΡ. Ο Ερντογάν παρομοίασε την κίνηση των «15» με αντίστοιχη αποχώρηση 12 βουλευτών του «ΑΡ» («Κόμματος Δικαιοσύνης») του Σ. Ντεμιρέλ που είχαν προσχωρήσει στο CHP το 1977 και έτσι κατόρθωσε να σχηματίσει κυβέρνηση τότε το CHP υπό τον Μπουλέντ Ετσεβίτ. Ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης, Μπεκίρ Μποζντάγ, έκανε λόγο για «ακατονόμαστη συμμαχία» CHP - IYI, που «δεν είναι τίμια, ηθική και νόμιμη», ενώ ο εκπρόσωπος του ΑΚΡ, Μαχίρ Ουνάλ - μοιάζοντας να «χαϊδεύει» τμήματα του CHP - δήλωσε ότι ο ηγέτης του CHP, Κεμάλ Κιλιντσάρογλου, «θεωρεί τους βουλευτές αντικείμενα που άγονται και φέρονται».

Την ίδια ώρα, το Ανώτατο Εκλογικό Συμβούλιο, που ελέγχεται από το ΑΚP, απέκλεισε το ΚΚ Τουρκίας και άλλα κόμματα που δεν έχουν κοινοβουλευτική εκπροσώπηση από τη συμμετοχή στις εκλογές. Βάσει του νόμου και των τροπολογιών που εγκρίθηκαν στο δημοψήφισμα το 2017, ένα κόμμα για να μπει στο Κοινοβούλιο πρέπει να έχει ποσοστό 10% και για να πάρει μέρος σε εκλογές χωρίς προϋποθέσεις να έχει τουλάχιστον 20 βουλευτές και 100.000 υπογραφές. Σε άλλη περίπτωση απαιτούνται και 100.000 υπογραφές και σημαντικό χρηματικό ποσό για κάθε υποψήφιο καθώς και συμμετοχή τουλάχιστον στο ένα τρίτο των περιφερειών. Την απόφαση αποκλεισμού έχει προσβάλει στο Ανώτατο Εκλογικό Συμβούλιο το ΚΚ Τουρκίας και τις επόμενες μέρες αναμένεται η απόφαση.


Α. Μ.


ΣΥΡΙΑ
Παζάρια και στη «σύνοδο δωρητών» στις Βρυξέλλες

Περίσσεψαν στις Βρυξέλλες τα χαμόγελα και η υποκρισία από αξιωματούχους χωρών που συμμετέχουν ποικιλοτρόπως στον πόλεμο στη Συρία...

Copyright 2018 The Associated

Περίσσεψαν στις Βρυξέλλες τα χαμόγελα και η υποκρισία από αξιωματούχους χωρών που συμμετέχουν ποικιλοτρόπως στον πόλεμο στη Συρία...
Ρεσιτάλ υποκρισίας έδωσαν, για μία ακόμη φορά, αξιωματούχοι ιμπεριαλιστικών χωρών την περασμένη Τρίτη και Τετάρτη στις Βρυξέλλες, πραγματοποιώντας «σύνοδο δωρητών» για να καλύψουν τάχα τις ανάγκες των εκατομμυρίων Σύρων προσφύγων και εκτοπισμένων, που προκαλούν εδώ και οκτώ χρόνια οι επεμβάσεις τους στην περιοχή.

Η «σύνοδος δωρητών» που συνδιοργάνωσαν ΕΕ και ΟΗΕ δεν πέτυχε καν τον υποτιθέμενο στόχο συγκέντρωσης των 9 δισ. δολαρίων που εκτιμούν οργανώσεις αρωγής του ΟΗΕ πως απαιτούνται για τις φετινές ανάγκες των εκατομμυρίων Σύρων αμάχων. Συγκέντρωσαν, στα λόγια τουλάχιστον, περίπου 4,4 δισ., εκ των οποίων τα μισά πρόσφεραν Βρετανία και Γερμανία και άλλες «συνεργαζόμενες» Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, που κερδοσκοπούν πάνω στο ατέλειωτο προσφυγικό δράμα που προκαλούν οι επεμβάσεις. Η «σύνοδος δωρητών», στην πραγματικότητα λειτούργησε σαν άτυπο φόρουμ για την πραγματοποίηση νέων, έντονων, παρασκηνιακών διαπραγματεύσεων με το βλέμμα «στην επόμενη μέρα» της μεταπολεμικής ανοικοδόμησης στη Συρία, καθώς η περιζήτητη «πίτα» υπολογίζεται σε μπίζνες εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Η επικεφαλής της ΕΕ για την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας, Φεντερίκα Μογκερίνι, που είχε το θράσος να ισχυριστεί ότι η ΕΕ δεν ήταν τάχα «ποτέ στρατιωτικός παίχτης στη Συρία, αλλά ανθρωπιστικός και πολιτικός», άσκησε πιέσεις σε Ρωσία, Ιράν και Τουρκία να «τερματίσουν» τις συγκρούσεις στη Συρία και να πείσουν την κυβέρνηση του Σύρου Προέδρου, Μπασάρ Ασαντ, να επιστρέψει «στο τραπέζι διαπραγματεύσεων» για την εξεύρεση «πολιτικής, βιώσιμης λύσης». Βεβαίως, η ίδια δεν κάλεσε στη «σύνοδο δωρητών» ούτε έναν εκπρόσωπο της συριακής κυβέρνησης, ενώ φρόντισε να συναντηθεί στο περιθώριο της συνόδου με στελέχη της «συριακής αντιπολίτευσης», αλλά και με εκπροσώπους δεκάδων «οργανώσεων αρωγής» από τις 108 (!) ΜΚΟ που βρίσκονται σε Συρία, Λίβανο, Τουρκία και Ιορδανία (φαινόμενο που «ευδοκιμεί» και στη χώρα μας). Στις Βρυξέλλες, ήταν, μεταξύ άλλων, και ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών, Χάικο Μάας, που πίεσε και αυτός για έναρξη της «διαπραγματευτικής διαδικασίας» για τη Συρία με την επισήμανση πως «ο διάλογος με τη Ρωσία είναι απαραίτητος!».

Το ίδιο διάστημα, εξακολουθεί να αναπτύσσεται στρατιωτική κινητικότητα στη Συρία, με φόντο τις πυραυλικές επιθέσεις ΗΠΑ - Γαλλίας και Βρετανίας στις 14/4. Ο αρχηγός του ρωσικού επιτελείου στρατού, συνταγματάρχης Σεργκέι Ρουτσκόι, ανακοίνωσε μεσοβδόμαδα πως η Συρία «θα αποκτήσει σύντομα» νέα συστήματα ρωσικής πυραυλικής αεράμυνας, αποφεύγοντας να τα προσδιορίσει.

Η εξέλιξη δεν πέρασε απαρατήρητη από το Ισραήλ, με τον υπουργό Αμυνας, Αβιγκντορ Λίμπερμαν, να προειδοποιεί ότι εάν η Συρία χρησιμοποιήσει ρωσικά συστήματα αεράμυνας κατά του Ισραήλ «θα απαντήσει ο ισραηλινός στρατός». Και πρόσθεσε: «Το σημαντικό για μας είναι τα αμυντικά όπλα που δίνουν οι Ρώσοι στη Συρία να μη χρησιμοποιηθούν εναντίον μας».

Ο Ρώσος πρέσβης στο Ισραήλ, Αλεξάντερ Σέιν, εμφανίστηκε καθησυχαστικός, τονίζοντας σε δηλώσεις του στο ισραηλινό δίκτυο «Ynetnews.com» ότι «ο συντονιστικός μηχανισμός στη Συρία από στρατιωτικούς Ρωσίας και Ισραήλ λειτουργεί ομαλά έως τώρα», φέρνοντας ως απόδειξη την απουσία «οποιουδήποτε περιστατικού». Ο Σέιν τόνισε ότι η Ρωσία «πάντα συνυπολογίζει τα συμφέροντα ασφαλείας του Ισραήλ και τις ανησυχίες του», μην παραλείποντας να εκφράσει την ανησυχία της Μόσχας «για τη σημερινή κατάσταση σχέσεων μεταξύ Ισραήλ και Ιράν», που είναι και οι δυο «παρούσες στη Συρία» και οι διαφωνίες τους «θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν την κατάσταση στη Μέση Ανατολή».


Δ. Ο.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ