ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 30 Ιούλη 1997
Σελ. /28
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Το Ενιαίο Εργατικό και το Λαϊκό Μέτωπο

Η ενότητα δράσης του προλεταριάτου σε εθνική και διεθνή κλίμακα είναι το πιο ισχυρό όπλο, που κάνει την εργατική τάξη ικανή όχι μόνο για να αμυνθεί με επιτυχία, αλλά και να προχωρήσει σε επιτυχή αντεπίθεση ενάντια στο φασισμό, ενάντια στον ταξικό εχθρό

Πρωταρχική σημασία έδωσε το Συνέδριο στην ανάγκη δημιουργίας ενιαίου εργατικού μετώπου. "Εκατομμύρια εργάτες και εργαζόμενοι στις καπιταλιστικές χώρες - τόνισε στην εισήγησή του ο Γ. Δημητρόφ - βάζουν το ερώτημα: Πώς μπορεί κανείς να εμποδίσει την άνοδο του φασισμού στην εξουσία, πώς μπορεί κανείς ν' ανατρέψει το φασισμό, όταν κιόλας έχει νικήσει; Η Κομμουνιστική Διεθνής απαντάει: Το πρώτο πράγμα που πρέπει να γίνει, το πρώτο με το οποίο πρέπει να αρχίσει κανείς, είναι η δημιουργία του Ενιαίου Μετώπου, η αποκατάσταση της ενότητας δράσης των εργατών σε κάθε εργοστάσιο, σε κάθε συνοικία, σε κάθε περιοχή, σε κάθε χώρα, σε ολόκληρο τον κόσμο. Η ενότητα δράσης του προλεταριάτου σε εθνική και διεθνή κλίμακα - αυτό είναι το πιο ισχυρό όπλο, που κάνει την εργατική τάξη ικανή όχι μόνο για να αμυνθεί με επιτυχία, αλλά και να προχωρήσει σε επιτυχή αντεπίθεση ενάντια στο φασισμό, ενάντια στον ταξικό εχθρό" (στο ίδιο σελ. 43-44).

Στο ερώτημα αν ήταν δυνατή η ενότητα δράσης του προλεταριάτου σε κάθε χώρα και διεθνώς, το συνέδριο απάντησε καταφατικά: "Ναι, αυτό είναι δυνατό - σημείωνε ο Δημητρόφ. Μπορεί να γίνει τώρα κιόλας, αμέσως. Η Κομμουνιστική Διεθνής δε βάζει απολύτως άλλο όρο για την ενότητα δράσης, εκτός από έναν μοναδικό, στοιχειώδη, αποδεχτό από όλους τους εργάτες, δηλαδή, η ενότητα δράσης να στρέφεται ενάντια στο φασισμό, ενάντια στην επίθεση του κεφαλαίου, ενάντια στον κίνδυνο του πολέμου, ενάντια στον ταξικό εχθρό. Αυτός είναι ο δικός μας όρος" (στο ίδιο, σελ. 45).

Η πραγματοποίηση του Ενιαίου Εργατικού Μετώπου, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, εξαρτιόταν πριν απ' όλα από τις σχέσεις Κομμουνιστικών και Σοσιαλδημοκρατικών Κομμάτων. Το Συνέδριο απέρριψε την ισοπεδωτική - αριστερίστικη άποψη ότι η σοσιαλδημοκρατία αποτελούσε μια ενιαία αντιδραστική μάζα, επισημαίνοντας τις διαφοροποιήσεις που είχαν παρουσιαστεί στο εσωτερικό της, ειδικά μπρος στον κίνδυνο του φασισμού. Ταυτόχρονα στην απόφασή του υπογραμμιζόταν: "Οι κοινές ενέργειες με τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα και οργανώσεις όχι μόνο δεν αποκλείουν, αλλά απεναντίας κάνουν ακόμη πιο αναγκαία τη σοβαρή και τεκμηριωμένη κριτική του ρεφορμισμού, του σοσιαλδημοκρατισμού σαν ιδεολογία και πρακτική της ταξικής συνεργασίας με την αστική τάξη και την υπομονετική εξήγηση στους σοσιαλδημοκράτες εργάτες των αρχών και του προγράμματος του κομμουνισμού" ("Ιστορία της Τρίτης Διεθνούς" σελ. 407).

Στα πλαίσια της πολιτικής για την πραγματοποίηση του Ενιαίου Εργατικού Μετώπου το συνέδριο συζήτησε και το θέμα της ενότητας του συνδικαλιστικού κινήματος. "Είμαστε αποφασιστικά υπέρ της επανοικοδόμησης της ενότητας των συνδικάτων σε κάθε χώρα και σε διεθνή κλίμακα - τόνισε στην εισήγησή του ο Γ. Δημητρόφ. Είμαστε υπέρ ενός ενιαίου συνδικάτου σε κάθε κλάδο παραγωγής. Είμαστε υπέρ ενός ενιαίου συνδέσμου συνδικάτων σε κάθε χώρα. Είμαστε υπέρ των ενιαίων διεθνών ενώσεων συνδικάτων κατά κλάδους παραγωγής. Είμαστε υπέρ μιας ενιαίας συνδικαλιστικής διεθνούς πάνω στη βάση της ταξικής πάλης. Είμαστε υπέρ των ενιαίων ταξικών συνδικάτων, σαν το σπουδαιότερο προπύργιο της εργατικής τάξης ενάντια στην επίθεση του κεφαλαίου και το φασισμό. Και για τη συνένωση των συνδικάτων βάζουμε μόνον έναν όρο: Αγώνας ενάντια στο κεφάλαιο, αγώνας ενάντια στο φασισμό, εσωσυνδικαλιστική δημοκρατία" (Γ. Δημητρόφ, στο ίδιο, σελ. 81). Ετσι το Συνέδριο τάχθηκε υπέρ της προσχώρησης των μικρών σε δύναμη συνδικάτων της Κόκκινης Συνδικαλιστικής Διεθνούς στα ρεφορμιστικά συνδικάτα, υπέρ των διαπραγματεύσεων των μαζικών επαναστατικών συνδικάτων με τα ρεφορμιστικά, για συνένωση στη βάση της ισοτιμίας, υπέρ της συγχώνευσης των δύο συνδικαλιστικών διεθνών.

Τέλος, πρέπει να επισημανθεί ότι το συνέδριο στάθηκε και στο ζήτημα της πολιτικής ενότητας της εργατικής τάξης, τονίζοντας πως για τη δημιουργία ενιαίου εργατικού κόμματος δεν ήταν αρκετή η συμφωνία Κομμουνιστών - Σοσιαλδημοκρατών για κοινή πάλη ενάντια στο φασισμό, ενάντια στον κίνδυνο του πολέμου και στην επίθεση του κεφαλαίου, αλλά χρειάζονταν η πλήρης ρήξη της σοσιαλδημοκρατίας με την αστική τάξη, η ενότητα δράσης σοσιαλδημοκρατών - κομμουνιστών πριν την οργανική ενότητα, η αναγνώριση από μέρους της σοσιαλδημοκρατίας της ανάγκης ανατροπής της αστικής κυριαρχίας και εγκαθίδρυσης της Δικτατορίας του Προλεταριάτου, η άρνηση υποστήριξης του κεφαλαίου σε έναν επικείμενο ιμπεριαλιστικό πόλεμο, η αποδοχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού ως βάση για την οικοδόμηση του κόμματος (Ου. Φόστερ: "Ιστορία των Τριών Διεθνών", σελ. 511 - 513).

Σε απόλυτη συνάφεια με την πολιτική του Ενιαίου Εργατικού Μετώπου, το 7ο Συνέδριο της Κομιντέρν επεξεργάστηκε και την πολιτική του Λαϊκού Μετώπου, την πολιτική συσπείρωσης δηλαδή όλων των αντιφασιστικών δυνάμεων, πολιτικών και κοινωνικών, πέρα από την εργατική τάξη και τα κόμματά της. Βάση για την επεξεργασία αυτής της πολιτικής δεν ήταν μόνο η ανάγκη η αντιφασιστική πάλη να συσπειρώνει ευρύτερες - πέραν του προλεταριάτου - δυνάμεις, αλλά και το γεγονός ότι η εργατική τάξη δεν μπορούσε να αδιαφορεί για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες διεξήγαγε τον ταξικό της αγώνα, για το αν δηλαδή επρόκειτο για συνθήκες ανοιχτής φασιστικής τρομοκρατικής δικτατορίας ή συνθήκες αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Σε τελευταία ανάλυση οι όποιες ελευθερίες απολάμβανε η εργατική τάξη στα πλαίσια της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας ήταν κατακτήσεις δικές της πληρωμένες με αίμα, τις οποίες έπρεπε να υπερασπιστεί και να διευρύνει.

Το Συνέδριο απάντησε καταφατικά στο ενδεχόμενο οι κομμουνιστές να μοιραστούν την ευθύνη σε μια κυβέρνηση του Ενιαίου Μετώπου ή του Λαϊκού Αντιφασιστικού Μετώπου, καθορίζοντας τις προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο, αποκρούοντας αριστερές και δεξιές οπορτουνιστικές αντιλήψεις γύρω από το θέμα, ξεκαθαρίζοντας το τοπίο από πιθανές αυταπάτες. "Οσο μια τέτοια κυβέρνηση - τόνιζε στην εισήγησή του ο Γ. Δημητρόφ - θα διεξάγει πραγματικά αγώνα ενάντια στους εχθρούς του λαού και θα αφήνει ελευθερία δράσης στην εργατική τάξη και στο Κομμουνιστικό Κόμμα, εμείς οι κομμουνιστές θα την υποστηρίζουμε με κάθε τρόπο και θα αγωνιστούμε στις πρώτες γραμμές σαν στρατιώτες της επανάστασης. Δηλώνουμε όμως ανοιχτά στις μάζες: Η κυβέρνηση αυτή δεν μπορεί να φέρει την τελική σωτηρία. Δεν είναι σε θέση να ανατρέψει την ταξική κυριαρχία των εκμεταλλευτών, γι' αυτό δεν μπορεί να ματαιώσει οριστικά τον κίνδυνο της φασιστικής αντεπανάστασης. Επομένως πρέπει να προετοιμαζόμαστε για τη σοσιαλιστική επανάσταση! Η σωτηρία θα έρθει αποκλειστικά μόνο από την εξουσία των σοβιέτ!" (Γ. Δημητρόφ, στο ίδιο, σελ. 96).

Το 7ο Συνέδριο έληξε τις εργασίες του με την εκλογή νέων καθοδηγητικών οργάνων της ΚΔ. Στην Εκτελεστική Επιτροπή εκλέχτηκαν 46 τακτικά μέλη και 33 αναπληρωματικά. Στο προεδρείο εκλέχτηκαν 19 μέλη. Ακόμη εκλέχτηκε Γραμματεία από 7 τακτικά μέλη και τρία αναπληρωματικά. Γενικός Γραμματέας της Διεθνούς εκλέχτηκε ο Γ. Δημητρόφ.

Το 7ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς

Συνήλθε στη Μόσχα από τις 25 Ιούλη μέχρι τις 21 Αυγούστου του 1935

Ενα από τα πιο γνωστά και πιο πολυσυζητημένα συνέδρια της Κομμουνιστικής Διεθνούς είναι το 7ο Συνέδριό της που πραγματοποιήθηκε πριν από 62 χρόνια, στο σπίτι των Συνδικάτων στη Μόσχα, στο διάστημα από 25 Ιούλη έως 21 Αυγούστου του 1935. Ηταν το τελευταίο συνέδριο της Κομιντέρν με ξεχωριστή ιστορική σημασία που συνδέεται με τις επεξεργασίες του για την τακτική και τη στρατηγική των κομμουνιστών στην αντιμετώπιση του φασισμού και του κινδύνου - που διαγραφόταν ανοιχτά τότε - για ένα νέο παγκόσμιο πόλεμο.

Πριν αναφερθούμε στις βασικές πλευρές που χαρακτηρίζουν το συνέδριο, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι ήταν ένα πολύ καλά προετοιμασμένο σώμα στην ιστορία του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Η σύγκλησή του είχε αποφασιστεί αρχικά - από την 13η Ολομέλεια της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΚΔ - να πραγματοποιηθεί μέσα στο 1934. Οι πρώτες όμως συζητήσεις γύρω από τα ζητήματα που θα έπρεπε να απασχολήσουν αυτό το σώμα οδήγησαν στο συμπέρασμα πως ήταν απαραίτητο ένα μεγαλύτερο χρονικό διάστημα για την προετοιμασία του, για να ξεκαθαριστούν τα προβλήματα που εμφανίζονταν στην εξέλιξη της ταξικής πάλης, για τη συνένωση των ποικιλόμορφων εμπειριών των κομμουνιστικών κομμάτων, ούτως ώστε να εξαχθούν ορθές θεωρητικές και πρακτικές προσεγγίσεις της πραγματικότητας. Ετσι το προεδρείο της Κομιντέρν αποφάσισε την αναβολή του Συνεδρίου κατά ένα χρόνο, την πραγματοποίησή του δηλαδή όχι μέσα στο 1934, αλλά το 1935. Για τα σπουδαιότερα ζητήματα της ημερήσιας διάταξης συγκροτήθηκαν διεθνείς προπαρασκευαστικές επιτροπές από επιφανείς μαρξιστές της εποχής, πραγματοποιήθηκαν ξεχωριστές συσκέψεις της Εκτελεστικής Επιτροπής με τις καθοδηγήσεις πολλών κομμουνιστικών κομμάτων, ενώ στο περιοδικό "Κομμουνιστική Διεθνής" καθιερώθηκε ειδική στήλη με την επωνυμία "Βήμα του 7ου Παγκόσμιου Συνεδρίου" όπου τα κομμουνιστικά κόμματα διατύπωναν τις απόψεις τους για τα μελλοντικά καθήκοντα (Χ. Σιουμάχερ: "Η Κομμουνιστική Διεθνής", εκδόσεις "Νέα Βιβλία", σελ. 123-124).

(ενθ. στο 1ο) Η σύνθεση και η θεματολογία του Συνεδρίου

Την περίοδο του 7ου Συνεδρίου, η Κομιντέρν συνένωνε 76 κομμουνιστικά κόμματα και οργανώσεις, οι 19 από τις οποίες ήταν συμπαθούντες. Απ' αυτά τα κόμματα, μόνο τα 22 (εκ των οποίων 11 στην Ευρώπη) δρούσαν νόμιμα ή μισοπαράνομα, ενώ τα υπόλοιπα ζούσαν κάτω από το καθεστώς των διώξεων και της τρομοκρατίας (ανάμεσά τους και το Γερμανικό ΚΚ, ο ηγέτης του οποίου Ε. Ταίλμαν βρισκόταν κλεισμένος στις χιτλερικές φυλακές). Το γεγονός αυτό επηρέασε και τη σύνθεση του Συνεδρίου. Ετσι, στο Συνέδριο συμμετείχαν 513 αντιπρόσωποι που εκπροσωπούσαν 65 κομμουνιστικά κόμματα και οργανώσεις.

Η ημερήσια διάταξη του Συνεδρίου περιλάμβανε τα εξής θέματα:

- Απολογισμός δράσης της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Εισηγητής ο Β. Πικ.

- Απολογισμός δουλιάς της Διεθνούς Εξελεγκτικής Επιτροπής. Εισηγητής ο Ζ. Ανγκαρέτης.

- Η επίθεση του φασισμού και τα καθήκοντα της Κομμουνιστικής Διεθνούς στην πάλη για την ενότητα της εργατικής τάξης ενάντια στο φασισμό. Εισηγητής ο Γ. Δημητρόφ.

- Η προετοιμασία του ιμπεριαλιστικού πολέμου και τα καθήκοντα της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Εισηγητής ο Π. Τολιάτι (ψευδώνυμο Μ. Ερκολι).

- Τα αποτελέσματα της οικοδόμησης του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ. Εισηγητής ο Δ. Μανουήλσκι.

- Εκλογές των καθοδηγητικών οργάνων της Κομμουνιστικής Διεθνούς. (Βλέπε:"Ιστορία της 3ης Διεθνούς", Εκδοση "Σύγχρονη Εποχή", σελ. 398 - 400).

Η προσοχή του Συνεδρίου, όπως ήταν αναμενόμενο - και χωρίς αυτό να σημαίνει υποτίμηση οποιουδήποτε άλλου θέματος - επικεντρώθηκε γύρω από την εισήγηση του Γ. Δημητρόφ, η οποία άλλωστε είναι και η πιο γνωστή ως τις μέρες μας, λόγω και των εξελίξεων που ακολούθησαν τα επόμενα, μετά το 1935, χρόνια.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ