ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 6 Γενάρη 2006
Σελ. /28
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Σκέψεις για την προοπτική του σοσιαλισμού και τη γραμμή της σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη

Κάτω απ' το βάρος των ανατροπών στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες την περίοδο 1989-1991, ορισμένα Κομμουνιστικά και Εργατικά κόμματα στην Ευρώπη, και όχι μόνο, εγκατέλειψαν το βασικό σκοπό για τον οποίο ιδρύθηκαν, την οργάνωση της πάλης της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, για τον επαναστατικό σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.

Μέσα στις συνθήκες της προσωρινής ήττας και της πίεσης των ταξικών και πολιτικών αντιπάλων, έσπευσαν να υιοθετήσουν τις αντιλήψεις και τις θέσεις της σοσιαλδημοκρατίας της μεταπολεμικής περιόδου για μια καλύτερη διαχείριση του καπιταλιστικού συστήματος, ώστε να το κάνουν πιο ανθρώπινο.

Η γραμμή της κοινωνικής συναίνεσης δυνάμωσε και κυριάρχησε στο εργατικό κίνημα και σε Κομμουνιστικά Κόμματα κάποιων χωρών της Ευρώπης. Βεβαίως σε ορισμένες χώρες (π.χ. Ιταλία, Γαλλία) προϋπήρχε ισχυρή επίδραση των σοσιαλδημοκρατικών και οπορτουνιστικών αντιλήψεων σε Κομμουνιστικά και Εργατικά κόμματα και στο εργατικό κίνημα ακόμη πριν την αντεπανάσταση.

Και στην Ελλάδα προβλήθηκε και προβάλλεται ως η σύγχρονη αριστερή γραμμή που αν εφαρμοστεί θα αντιμετωπίσει τα λαϊκά προβλήματα. Αυτή πρέπει να παλέψει το κίνημα. Αυτή προβάλλεται για παράδειγμα από το ΣΥΝ και πρώην στελέχη του ΚΚΕ, που νομίζουν ότι είδαν το φως το αληθινό. Αυτή η αντίληψη προετοιμάζει το έδαφος για να μεταφραστεί και σε κυβερνητική λύση, με τη μορφή της Κεντροαριστερής συνεργασίας, κάτι ανάλογο μ' αυτό που έγινε στη Γαλλία, στην Ιταλία και τώρα με άλλη παραλλαγή στη Γερμανία, η οποία και στις πρόσφατες εκλογές προβλήθηκε πάλι ως η μεγάλη ευκαιρία, την οποία στηρίζει και ο ΣΥΝ.

Ομως η ζωή απέδειξε ολοκάθαρα πόσο επιζήμια είναι αυτή η γραμμή για την εργατική τάξη, το κίνημά της.

Η εγκατάλειψη της σοσιαλιστικής προοπτικής από ορισμένα Κομμουνιστικά Κόμματα ευρωπαϊκών χωρών και η συμμετοχή τους ή η αναζήτηση θέσης στις λεγόμενες «Κεντροαριστερές» κυβερνήσεις, τα οδήγησαν στον πολιτικό και ιδεολογικό αφοπλισμό, τα μετέτρεψαν σε στηρίγματα του συστήματος αφού αποδέχονται την κυριαρχία των μονοπωλίων, στηρίζουν τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς και τους άδικους πολέμους που εξαπολύουν εναντίον λαών και χωρών, όπως π.χ. στη Γιουγκοσλαβία, στον οποίο συμμετείχαν οι τότε κυβερνήσεις της «Κεντροαριστεράς».

Αυτή η πολιτικοϊδεολογική μετάλλαξη, όχι μόνο δεν τα έκανε πιο ελκτικά στις μάζες, πιο ισχυρά, αλλά τα οδήγησε σε μείωση της εκλογικής αλλά και οργανωτικής δύναμής τους, μάλιστα σε μερικές περιπτώσεις και με θεαματικό τρόπο (Ιταλία, Γαλλία).

Αυτή η αρνητική εξέλιξη, είχε και έχει τις αντίστοιχες επιπτώσεις και στο εργατικό κίνημα αυτών των χωρών. Ισχυρές άλλοτε εργατικές συνομοσπονδίες που επηρεάζονταν από τα Κομμουνιστικά Κόμματα, αποδυναμώθηκαν, μετατράπηκαν σε φορείς περάσματος της ταξικής συνεργασίας, ξέπεσαν στα μάτια της εργατικής τάξης, που αντί να βλέπει τη ζωή της να βελτιώνεται, ζει τη διεύρυνση της φτώχειας, της ανεργίας, την ανατροπή της Κοινωνικής Ασφάλισης, των εργασιακών σχέσεων, συνολικά των καταχτήσεων που κερδήθηκαν μέσα από σκληρούς ταξικούς αγώνες, κι αυτά με τη συναίνεση των ηγεσιών αυτών των συνδικάτων.

Σήμερα οι δυσκολίες αναπαραγωγής του κεφαλαίου και λόγω αυτών η επιθετικότητα του καπιταλισμού, αντικειμενικά αποδείχνει όλο και περισσότερο την αναποτελεσματικότητα αυτής της γραμμής και των αντιλήψεων της σοσιαλδημοκρατίας και ταυτόχρονα φέρνει στο προσκήνιο τη σοσιαλιστική προοπτική ως τη μόνη διέξοδο για την εργατική τάξη.

Η όξυνση της κρίσης του καπιταλισμού σε χώρες της Ευρώπης, μεταφράζεται σε κρίση και των σοσιαλδημοκρατικών μεθόδων διακυβέρνησης. Η κρίση και ο ανταγωνισμός των καπιταλιστών, όχι μόνο δεν επιτρέπει την πολιτική «μικροπαροχών» στους εργαζόμενους, αλλά γίνεται πιο αναγκαία η προώθηση ακόμα πιο αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων σε όλους τους τομείς, προκειμένου να αναπαραχθεί το εκμεταλλευτικό σύστημα, γεγονός που βάζει σε κρίση και την πολιτική της σοσιαλδημοκρατίας, με την οποία εξασφάλιζε τη συγκατάθεση των εργαζομένων και ταυτόχρονα την ενσωμάτωσή τους στο καπιταλιστικό σύστημα.

Σήμερα φτάσαμε σε ένα σημείο που η εργατική τάξη δεν μπορεί να διατηρήσει και να διευρύνει τις καταχτήσεις της, δίχως την πάλη για βαθιές πολιτικές αλλαγές που σε τελευταία ανάλυση παραπέμπουν στην ανατροπή του καπιταλισμού και στο πέρασμα στο σοσιαλισμό.

Η διέξοδος από τη σημερινή πραγματικότητα, προς όφελος της εργατικής τάξης, δεν είναι δυνατή δίχως μια πολιτική ρήξεων με τον καπιταλισμό, δίχως βαθιούς κοινωνικούς μετασχηματισμούς που θα οδηγούν στο σοσιαλισμό.

Βεβαίως σε κάθε χώρα υπάρχουν ιδιαιτερότητες στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης, αλλά αυτή πρέπει να οδηγεί στη συγκέντρωση των δυνάμεων για το πέρασμα στο σοσιαλισμό. Σ' αυτή την κατεύθυνση τα Κομμουνιστικά και Εργατικά κόμματα, θα επιβεβαιώσουν πρακτικά το ρόλο τους σαν υπερασπιστές των εργατικών συμφερόντων. Το Κόμμα μας σ' αυτές τις συνθήκες πρωτοστατεί για τη συγκρότηση μιας κοινωνικής και πολιτικής συμμαχίας, του αντιιμπεριαλιστικού αντιμονοπωλιακού μετώπου πάλης, ικανής να αμφισβητήσει την κυριαρχία του καπιταλισμού και να ανοίξει το δρόμο προς τον σοσιαλισμό.

Σήμερα που το κεφάλαιο και οι πολιτικοί του εκπρόσωποι ξεδιπλώνουν μια ολομέτωπη επίθεση σε βάρος της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, το εργατικό κίνημα σαφώς και πρέπει να υπερασπίσει τις όποιες καταχτήσεις έχουν απομείνει, ωστόσο όμως η αμυντική δράση από μόνη της δεν αρκεί, το εργατικό κίνημα θα χάσει το «τρένο» σίγουρα και θα οδηγηθεί σε ένα πολιτικό «συντηρητισμό», έστω κι αν δίνει μάχες οπισθοφυλακών.

Η αμυντική λογική και δράση που προσπαθεί να σώσει τα κεκτημένα αποσπασμένη από τη γενικότερη πάλη για βαθιές πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές, οδηγεί στην απώλεια καταχτήσεων, στο μεγάλωμα των δυσκολιών και της αποστράτευσης. Οδηγεί ακόμα στην έκρηξη των συντεχνιακών τάσεων που κλείνονται σε ένα στενό καβούκι, βλέπουν μόνο το στενό, τρέχον συμφέρον αποσπασμένο ή και αντίθετο προς το γενικό συμφέρον της εργατικής τάξης και συχνά στρέφονται γενικά ενάντια στην πολιτική.

Ο κίνδυνος είναι πολύ μεγαλύτερος απ' όσο φαίνεται. Οι συντεχνιακές τάσεις φέρνουν τη λογική ο «σώζων εαυτόν σωθήτω», οδηγούν στον κατατεμαχισμό των αγώνων της εργατικής τάξης και εμποδίζουν τη συσπείρωσή τους, γύρω από ένα πρόγραμμα και στόχους πάλης για ολόκληρη την εργατική τάξη που έρχονται σε κάθετη αντίθεση με την πολιτική των μονοπωλίων, συνδέουν την πάλη για την ικανοποίηση των αναγκών της λαϊκής οικογένειας με την ανάγκη ριζικών αλλαγών με προοπτική τον σοσιαλισμό.

Σήμερα το εργατικό κίνημα δεν πρέπει να δίνει μόνο τη μάχη της διαπραγμάτευσης της τιμής της εργατικής δύναμης. Χρειάζεται να αναπτύσσει τον αγώνα του έτσι που να θέτει σε τελευταία ανάλυση σε αμφισβήτηση το ίδιο το σύστημα της εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης.

Η επιθετικότητα του κεφαλαίου με τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, θέτει επί τάπητος την αναγκαιότητα της ρήξης με τα μονοπώλια, τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις και τους πολιτικούς τους εκφραστές και της προώθησης μιας συνολικής εναλλακτικής πολιτικής πρότασης βαθιών αλλαγών που θα οδηγούν στο σοσιαλισμό.

Βεβαίως η επικαιρότητα και η αναγκαιότητα του σοσιαλισμού, δε σημαίνει ότι είναι και εξασφαλισμένη η πραγματοποίησή του.

Ακόμη και η χρονική περίοδος που ο καπιταλισμός βρίσκεται σε οικονομική κρίση δεν είναι μια νεκρή περίοδος για το σύστημα. Ούτε οδηγεί αυτόματα στο πολιτικό αδυνάτισμα της μονοπωλιακής ολιγαρχίας.

Μέσα στην κρίση συντελούνται ανασυγκροτήσεις, εκσυγχρονισμοί του συστήματος, όμως με αντιδραστικό περιεχόμενο. Επίσης η μονοπωλιακή ολιγαρχία προσπαθεί μέσα από την κρίση να ανανεώσει την πολιτική της ηγεμονία και να απομονώσει τις επαναστατικές δυνάμεις.

Η σημερινή πραγματικότητα βάζει στο εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα των καπιταλιστικών χωρών, ιδιαίτερα της Ευρώπης, ένα κρίσιμο ζήτημα:

`Η θα χαράξει γραμμή ρήξης με το καπιταλιστικό σύστημα στο δρόμο βαθιών αλλαγών με στόχο τον σοσιαλισμό ή αλλιώς θα οδηγηθεί στην πλήρη ενσωμάτωσή του και στην εξυπηρέτηση του συστήματος.

Η πραγματικότητα που διαμορφώνεται σήμερα από την επιθετικότητα του κεφαλαίου, αποτελεί στρατηγικό πεδίο πάλης για το σοσιαλισμό, που προσφέρει νέες δυνατότητες και ταυτόχρονα δημιουργεί νέες απαιτήσεις για το εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα.

Θα κερδίσει αυτό το «στοίχημα» το εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα στις χώρες της Ευρώπης;

Το βέβαιο είναι ότι σε σχέση με τα πραγματικά λαϊκά συμφέροντα, έχει ήδη τεθεί «εκτός μάχης» η διαχειριστική γραμμή της σοσιαλδημοκρατίας που υιοθέτησαν και κάποια Κομμουνιστικά Κόμματα, διαγράφοντας τη σοσιαλιστική προοπτική ως στρατηγική επιδίωξή τους.

Οσοι επιμένουν σ' αυτές τις συνθήκες σοσιαλδημοκρατικά, καμία θετική υπηρεσία δεν προσφέρουν στην εργατική τάξη και το κίνημά της. Η ζωή απέδειξε ότι μόνο ζημιά κάνουν.

Η δύσκολη κατάσταση στο εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα της Ευρώπης και η κυριαρχία του ιμπεριαλισμού, που κάνει να φαντάζει ως απόμακρη ή και αδύνατη η σοσιαλιστική προοπτική σε μια σειρά καπιταλιστικές χώρες, δε θα είναι αιώνια και αμετάβλητη.

Η εργατική τάξη αυτών των χωρών μέσα από κόπους και βάσανα, θα ξαναβρεί το δρόμο της, θα ξαναφτιάξει ισχυρά Κομμουνιστικά Κόμματα που θα παλεύουν με συνέπεια για τη σοσιαλιστική προοπτική.


Του
Τάσου ΤΣΙΑΠΛΕ
Ο Τάσος Τσιαπλές είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ