ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 30 Αυγούστου 2003
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΚΑΤΟΧΗ ΣΤΟ ΙΡΑΚ
Αίμα και ερωτηματικά στην Ιερή πόλη των Σιιτών
  • Τουλάχιστον 82 άνθρωποι σκοτώθηκαν και περισσότεροι από 300 τραυματίστηκαν από βομβιστική επίθεση που σημειώθηκε στο μαυσωλείο του Ιμάμη Αλί στη Νατζάφ
  • Προφανής στόχος ο Αγιατολάχ Μοχάμαντ Μπακρ αλ Χακίμ, ηγέτης της μεγαλύτερης σιιτικής οργάνωσης του Ιράκ, που συγκαταλέγεται ανάμεσα στους νεκρούς

Μετά τη βομβιστική επίθεση

Associated Press

Μετά τη βομβιστική επίθεση
ΒΑΓΔΑΤΗ - ΝΑΤΖΑΦ - ΒΑΣΟΡΑ.--

Σε κόλαση μετατράπηκε η καθιερωμένη προσευχή των μουσουλμάνων στο τέμενος του μαυσωλείου του Ιμάμη Αλί, στην Ιερή πόλη των Σιιτών, Νατζάφ. Η έκρηξη παγιδευμένου αυτοκινήτου προκάλεσε εκατόμβη νεκρών και τραυματιών, συμπεριλαμβανομένου του Ανώτατου Ηγέτη της μεγαλύτερης σιιτικής οργάνωσης του Ιράκ, του Μεγάλου Αγιατολάχ Μοχάμαντ Μπακρ αλ Χακίμ. Η επίθεση και ο στόχος αφήνουν πολλά ερωτήματα για τους δράστες και τα κίνητρα και ταυτόχρονα πυροδοτούν ανεξέλεγκτες αντιδράσεις εντός της σιιτικής πλειοψηφίας του Ιράκ, αλλά και απέναντι στις κατοχικές δυνάμεις. Είναι αυτές οι κατοχικές δυνάμεις που θα είχαν, σε τελευταία ανάλυση, κάθε συμφέρον αν πυροδοτούνταν συγκρούσεις μεταξύ των διαφορετικών θρησκευτικών κοινοτήτων.

Λίγο μετά το τέλος της καθιερωμένης προσευχής της Παρασκευής, ο ηγέτης του «Ανώτατου Συμβουλίου για την Ισλαμική Επανάσταση», ο 62χρονος Αγιατολάχ Μοχάμαντ Μπακρ αλ Χακίμ, εξέρχεται από το μαυσωλείο του Ιμάμη Αλί, όπου μόλις είχε ολοκληρώσει το κήρυγμά του περί ιρακινής ενότητας. Μόλις εισέρχεται στο αυτοκίνητό του, ενώ το πλήθος των πιστών έχει κατακλύσει το γύρω χώρο, σημειώνεται η φονική έκρηξη. Μάλιστα, σύμφωνα με ορισμένους, ακούστηκαν πολλές εκρήξεις. Ακολουθεί πανδαιμόνιο και πανικός, κατάσταση που επικρατούσε στην πόλη μέχρι το βράδυ. Με βάση τα τελευταία στοιχεία που δόθηκαν, χτες βράδυ, από τα νοσοκομεία της Νατζάφ, αλλά και της Καρμπάλα, όπου μεταφέρθηκαν πολλοί τραυματίες, εξαιτίας της έλλειψης χώρου, οι νεκροί είχαν φθάσει τους 82 και οι τραυματίες ξεπερνούσαν τους 300. Ο αριθμός αναμενόταν να αυξηθεί.

Η απώλεια του αλ Χακίμ πυροδοτεί σειρά αντιδράσεων. Εντός της σιιτικής κοινότητας βρίσκεται σε εξέλιξη μια μάχη επικράτησης, καθώς η οργάνωση του αλ Χακίμ, η ισχυρότερη και πολυπληθέστερη παραδοσιακά, αμφισβητείται από την οργάνωση του νεότερου Σιίτη ριζοσπάστη κληρικού, Μοκτάντα Σαντρ, που αρνήθηκε να συμμετάσχει στο Κυβερνητικό Συμβούλιο, που διόρισαν οι κατακτητές, και κατηγορούσε την οργάνωση του αλ Χακίμ, επειδή αποδέχτηκε υπό όρους. Αν και δεν έλειψαν οι κατηγορίες κατά του Σαντρ, οι περισσότεροι Σιίτες, όπως και ο ίδιος ο Μοκτάντα Σαντρ, καταδίκασαν την επίθεση που απέδωσαν σε «πιστούς του Σαντάμ Χουσεΐν». Ορισμένοι δεν απέκλεισαν πίσω από την επίθεση να βρίσκονται Σουνίτες εξτρεμιστές, κάτι που απέκλεισε ο Ιρακινός Σουνίτης ηγέτης, κληρικός Σέικ Αχμέντ αλ Κουμπέισι, ο οποίος έστρεψε τις υποψίες του «σε στοιχεία εκτός Ιράκ που θα ωφελούνταν από μια ενδο-ιρακινή διαμάχη».

Ευθύνες στους κατακτητές
για την ασφάλεια

Ολοι, όμως, ασχέτως πρώτων εκτιμήσεων για την ευθύνη, κατηγόρησαν τις κατοχικές δυνάμεις γιατί, όπως χαρακτηριστικά δήλωνε ο αντίπαλος του αλ Χακίμ, Μοκτάντα Σαντρ, «έχουν αποτύχει να προστατεύσουν τους Ιρακινούς, στους οποίους, όμως, δεν επιτρέπουν και να αυτοπροστατεύονται». Ο Σαντρ, μάλιστα, κάλεσε τους πιστούς του και το σύνολο της σιιτικής κοινότητας σε τριήμερη απεργία, με καθημερινές διαδηλώσεις «για να καταδικαστεί το έγκλημα» απευθύνοντας έκκληση «να μην περάσει ο σιιτικός πληθυσμός την κόκκινη γραμμή», δηλαδή να μην αρχίσουν οι πράξεις αντεκδίκησης, που θα οδηγήσουν σε ενδο-σιιτικό εμφύλιο σπαραγμό. Ο Σαντρ κατέληξε ότι κοινός εχθρός όλων, άλλωστε, «είναι οι Αμερικανοί κατακτητές». Εκπρόσωπος της οργάνωσης του νεκρού Αγιατολάχ, κατηγόρησε, επίσης, τις κατοχικές δυνάμεις ότι δεν ανταποκρίθηκαν στις αλλεπάλληλες εκκλήσεις για «μέτρα ασφαλείας».

Εκκληση για ενότητα «όλων των μουσουλμάνων, σιιτών και σουνιτών», απηύθυνε από το Λίβανο, όπου υπάρχει ισχυρότατη σιιτική κοινότητα, και ο Σέικ Μοχάμαντ Φαντάλα, εκτιμώντας ότι η επίθεση στοχεύει στη δημιουργία ενδο-μουσουλμανικού ρήγματος. Στο γειτονικό Ιράν, όπου ο δολοφονημένος αλ Χακίμ έζησε επί 23 χρόνια υπό την προστασία του θρησκευτικού καθεστώτος της Τεχεράνης, κηρύχτηκε 3ήμερο εθνικό πένθος, αλλά μέχρι το βράδυ δεν είχαν γίνει σχόλια από την ιρανική ηγεσία.

Το μακελειό στη Νατζάφ έσπευσε να καταδικάσει ο κατοχικός διοικητής, Πολ Μπρέμερ, τονίζοντας ότι «οι εχθροί του νέου Ιράκ φαίνεται ότι δε σταματούν πουθενά, δε διστάζουν να δολοφονήσουν αθώους πολίτες και να καταστρέψουν Ιερούς Τόπους». Δεσμεύτηκε οι κατοχικές δυνάμεις να βοηθήσουν στην ανεύρεση των ενόχων και επανέλαβε ανακοίνωση που εξέδωσε το Πεντάγωνο, σύμφωνα με την οποία στη Νατζάφ, την ώρα της έκρηξης, δε βρίσκονταν Αμερικανοί ή Βρετανοί στρατιώτες «για λόγους σεβασμού του ιερού τόπου και της ημέρας προσευχής». Τον αποτροπιασμό τους εξέφρασαν ο Λευκός Οίκος, η βρετανική κυβέρνηση, ο ΓΓ του ΟΗΕ, ο Γάλλος Πρόεδρος και ο Ρώσος ομόλογός του, με τον Ανάν να εκτιμά ότι «μόνο μια αξιόπιστη πολιτική και ξεκάθαρη διευθέτηση θα φέρει ειρήνη» και τους Σιράκ - Πούτιν, να μιλούν για ανάγκη ενίσχυσης του ΟΗΕ και μεταβίβασης της εξουσίας στους Ιρακινούς.

Επιθέσεις διαρκώς

Ενας Αμερικανός στρατιώτης σκοτώθηκε και 3 τραυματίστηκαν, όταν οβίδες έπληξαν αυτοκινητοπομπή, βορείως της Βαγδάτης. Αγνωστος αριθμός Αμερικανών τραυματίστηκε, χτες, και στο Ραμαντί όταν βόμβα εξερράγη σε κεντρικό δρόμο της πόλης την ώρα που περνούσαν τα οχήματά τους. Αργά το βράδυ, έγινε γνωστό ότι εκρήξεις σημειώθηκαν στο βρετανικό αρχηγείο στη Βασόρα. Οι πρώτες πληροφορίες ανέφεραν μόνο υλικές ζημιές, ενώ δεν είχε γίνει γνωστό αν υπάρχουν θύματα.


ΥΠΟΘΕΣΗ ΚΕΛΙ
Παραίτηση «κεραυνός» του Κάμπελ

ΛΟΝΔΙΝΟ.--

Παραιτήθηκε, χτες, ο διευθυντής επικοινωνίας του Βρετανού πρωθυπουργού. Ο 46χρονος δημοσιογράφος Αλαστέρ Κάμπελ, που θεωρούνταν από πολλούς ο «πραγματικός αναπληρωτής πρωθυπουργός της χώρας» και εκτιμάται ότι ήταν ένα από τα βασικά στελέχη της κυβέρνησης Μπλερ, βρέθηκε στο επίκεντρο της κρίσης που σείει τη βρετανική ηγεσία με αφορμή τις συνθήκες που οδήγησαν στο θάνατο τον σύμβουλο του υπουργείου Αμυνας, Ντέιβιντ Κέλι, και τις αποκαλύψεις περί «διόγκωσης» των στοιχείων του φακέλου για το ιρακινό οπλοστάσιο, στις οποίες είχε προβεί ο Βρετανός επιστήμονας.

Σύμφωνα με το επίμαχο ρεπορτάζ του BBC, που μεταδόθηκε στις 29 Μάη, ο αποθανών Κέλι είχε, σχεδόν σαφώς, σκιαγραφήσει τον Κάμπελ ως τον άνθρωπο που άσκησε πιέσεις εκ μέρους της Ντάουνινγκ Στριτ στις μυστικές υπηρεσίες για να «αναμορφώσουν τα στοιχεία του φακέλου» και τον είχε κατονομάσει ως το βασικό αυτουργό της προσθήκης του στοιχείου ότι το καθεστώς Σαντάμ μπορεί να ενεργοποιήσει το πυρηνικό του οπλοστάσιο σε 45 λεπτά, ενδεχόμενο που, φυσικά, δεν επιβεβαιώθηκε.

Ο Κάμπελ, καταθέτοντας στην ερευνητική επιτροπή υπό τον δικαστή Μπράιαν Χάτον, αρνήθηκε ότι άσκησε την οποιαδήποτε πίεση και ότι προέβη στην οποιαδήποτε παραποίηση ή προσθήκη. Αξιωματούχοι της Ντάουνινγκ Στριτ, αλλά και ο, πρώην πράκτορας, και επικεφαλής της Μεικτής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Μυστικών Υπηρεσιών, Τζον Σκάρλετ, έσπευσε να τον υπερασπιστεί. Το ίδιο έπραξε, ουσιαστικά, και ο ίδιος ο πρωθυπουργός Τόνι Μπλερ κατά τη διάρκεια της κατάθεσής του, την Πέμπτη.

Ο 46χρονος δημοσιογράφος διατεινόταν, χτες, μετά την κοινοποίηση της παραίτησής του, ότι η απόφασή του «δε σχετίζεται με την υπόθεση Κέλι», αλλά αντίθετα «είχε ληφθεί ήδη από τις 7 Απριλίου». Μάλιστα, υποστήριξε ότι είχε διατυπώσει την επιθυμία να αποχωρήσει από το περασμένο καλοκαίρι. Ο ίδιος, επίσης, δήλωσε ότι η παραίτησή του οφείλεται «σε οικογενειακούς λόγους» και ότι «επιθυμεί να αφιερώσει χρόνο στην οικογένειά του και να ασχοληθεί με το γράψιμο, με δημόσιες συζητήσεις κλπ.». Γνωστοποίησε, μάλιστα, ότι εντός των ημερών, θα παραιτηθεί και η σύζυγός του, επίσης δημοσιογράφος, Φιόνα Μίλερ, από τη θέση της εκπροσώπου της συζύγου του Μπλερ που κατέχει σήμερα. Οπως έγινε γνωστό, θα συνεχίσει να ασκεί τα καθήκοντά του, για μερικές εβδομάδες ακόμη.

Σε ανακοίνωσή του, ο Τόνι Μπλερ χαρακτηρίζει τον Κάμπελ «εξαιρετικά ικανό, πιστό συνεργάτη», που «παθιάζεται στην προσπάθειά του να υπηρετήσει τα πιστεύω του και την πατρίδα του» και καταλήγει ότι «ήταν, είναι και θα παραμείνει στενός φίλος». Ο Κάμπελ εγκατέλειψε τη θέση του ως πολιτικός αρθρογράφος της «Ντέιλι Μίρορ» το 1994, για να θέσει τις υπηρεσίες του στη διάθεση του Μπλερ. Το 1997 έγινε εκπρόσωπος του νεοεκλεγέντος πρωθυπουργού και το 2001 διευθυντής επικοινωνίας του πρωθυπουργικού γραφείου. Χαρακτηριζόταν από πολιτικούς και δημοσιογράφους ως ένας από τους στυλοβάτες της κυβέρνησης, με «μακιαβελικό τρόπο διαχείρισης της εξουσίας, αλλά και της βρετανικής κοινής γνώμης μέσω των ΜΜΕ».

Η παραίτηση Κάμπελ ήρθε, λίγες μόλις ώρες, μετά τη δημοσιοποίηση στην εφημερίδα «Ντέιλι Τέλεγκραφ» μιας τελευταίας δημοσκόπησης που διενεργήθηκε από το Ινστιτούτο «You Gov», σύμφωνα με την οποία οι 6 στους 10 Βρετανούς δεν εμπιστεύονται τον Μπλερ και μάλιστα ένα 48% διαμόρφωσε ακόμη χειρότερη γνώμη γι' αυτόν, μετά την κατάθεσή του για την υπόθεση Κέλι. Ενδεικτικό είναι ότι μόλις το 22% των Βρετανών θεωρεί ακόμη τον Μπλερ αξιόπιστο.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ