Παρασκευή 12 Οχτώβρη 2018
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 14
ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΤΕΤΡΑΣΕΛΙΔΟ)
ΗΠΑ
«Αντιτρομοκρατική» στρατηγική προοσαρμοσμένη στις γεωπολιτικές προτεραιότητες

Εμφαση στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, στην Αφρική και την Ασία

Ο σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ, Τζον Μπόλτον, στην παρουσίαση της νέας «αντιτρομοκρατικής» στρατηγικής

Copyright 2018 The Associated

Ο σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ, Τζον Μπόλτον, στην παρουσίαση της νέας «αντιτρομοκρατικής» στρατηγικής
Με το βλέμμα στα πιο κρίσιμα γεωπολιτικά συμφέροντα των ΗΠΑ σε Μέση Ανατολή, Αφρική και Ασία έχει σχεδιαστεί η επικαιροποιημένη «Αντιτρομοκρατική Στρατηγική» που δημοσιοποίησε στις 4 Οκτώβρη η κυβέρνηση των ΗΠΑ, του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος χαρακτηρίζει αφενός τις ΗΠΑ «εμπόλεμη χώρα» και αφετέρου «το τοπίο της τρομοκρατίας σήμερα» «πιο ρευστό και σύνθετο από ποτέ». Με αυτήν την έννοια, η νέα «αντιτρομοκρατική» στρατηγική, που ανακοινώνεται μετά από περίπου εφτά χρόνια, επικεντρώνει το ενδιαφέρον της στο Ιράν και αξιοποιεί την («ασθενέστερη» σήμερα) δράση των τζιχαντιστών της «Αλ Κάιντα», του «Ισλαμικού Κράτους» και συναφών οργανώσεων, όπως η «Μπόκο Χαράμ» στη δυτική και κεντρική Αφρική, προσπαθώντας να αντιμετωπίσει τον ισχυρό ανταγωνισμό που δέχεται από άλλες «αναθεωρητικές» - όπως τις έχει χαρακτηρίσει - δυνάμεις, όπως η Ρωσία, η Κίνα κ.ά., σε ζώνες αυξημένου ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού. Δεν παραλείπει να χρησιμοποιήσει ως πρόσχημα τη δράση ισλαμικών σιιτικών οργανώσεων που θεωρεί πως υποστηρίζονται ή υποκινούνται από το Ιράν, όπως η παλαιστινιακή «Χαμάς», που δρα κυρίως στη Λωρίδα της Γάζας, και η λιβανέζικη «Χεζμπολάχ», που ανέλαβε έντονη δράση τα τελευταία χρόνια στη Συρία, παίρνοντας το πλευρό του Σύρου Προέδρου Μπασάρ Ασαντ.

Με φόντο τον οξυμένο ανταγωνισμό των ΗΠΑ με ισχυρές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της ΕΕ, ο οποίος προκαλεί την τελευταία διετία έντονους «τριγμούς» στις διατλαντικές σχέσεις, η κυβέρνηση Τραμπ επιχειρεί παράλληλα να αξιοποιήσει και τη δράση οργανώσεων και ομάδων στο εσωτερικό χωρών που θεωρούνται σύμμαχοι ή εταίροι των ΗΠΑ στην Ευρώπη. Βάζει έτσι σκοπίμως στο ίδιο τσουβάλι μια σειρά οργανώσεων με διαφορετικά χαρακτηριστικά, «εθνικιστικά και αυτονομιστικά» ή λεγόμενων «επαναστατικών», των οποίων - όπως λέγεται - «η χρήση βίας και η πρόθεση να αποσταθεροποιήσουν τις κοινωνίες θέτει συχνά σε κίνδυνο τη ζωή Αμερικανών».

Δείχνει αυξημένο ενδιαφέρον για την υποτιθέμενη καταπολέμηση ακροδεξιών - νεοναζιστικών οργανώσεων, όπως το σκανδιναβικό «Νορδικό Κίνημα Αντίστασης» και η βρετανική νεοναζιστική «Ομάδα Εθνικής Δράσης», της οποίας η δράση απαγορεύτηκε πριν από λίγα χρόνια.

Στο επίκεντρο της επίθεσης το Ιράν

Στην παρούσα φάση, πάντως, προτεραιότητα φαίνεται πως έχουν οι ιμπεριαλιστικοί σχεδιασμοί των ΗΠΑ σε βάρος του Ιράν - ενόψει του νέου κύματος βαρύτερων οικονομικών κυρώσεων που αναμένεται να ανακοινωθούν στις αρχές Νοέμβρη. Αμέσως μετά, στη μαύρη λίστα περνά το λεγόμενο «ριζοσπαστικό Ισλάμ», ώστε να προωθηθούν περαιτέρω και να εξασφαλιστούν τα συμφέροντα πανίσχυρων αμερικανικών μονοπωλίων πάνω στο ξαναμοίρασμα αγορών, πηγών και δρόμων Ενέργειας, ιδιαίτερα στην περιοχή της Μέσης Ανατολής.

Δεν είναι περίεργο που το μεγαλύτερο βάρος και οι προτεραιότητες της νέας «αντιτρομοκρατικής» στρατηγικής των ΗΠΑ επικεντρώνονται στο Ιράν, καθώς είναι ο σημαντικότερος γεωπολιτικός αντίπαλος των ΗΠΑ και του Ισραήλ σε όλη τη Μέση Ανατολή. Ως εκ τούτου, χαρακτηρίζεται «ο πιο επιφανής κρατικός χορηγός τρομοκρατίας». Κατηγορείται πως υποστηρίζει «ένοπλες και τρομοκρατικές οργανώσεις και καλλιεργεί δίκτυο συνεργαζόμενων που θέτουν απειλή για τις ΗΠΑ και διεθνώς». Στοχοποιούνται οι «Φρουροί της Ισλαμικής Επανάστασης» (IRGC - QF), οι οποίοι χαρακτηρίζονται «πρωταρχικός βραχίονας τρομοκρατικής υποστήριξης». Η ιρανική κυβέρνηση κατηγορείται ότι παρέχει «οικονομική και υλική υποστήριξη, εκπαίδευση και οδηγίες στη "Χεζμπολάχ" και σε άλλες σιιτικές ένοπλες οργανώσεις που δρουν σε Μπαχρέιν, Ιράκ, Συρία και Υεμένη». Επισημαίνεται επίσης η υποστήριξη που φέρεται πως δίνει η ιρανική κυβέρνηση στη «Χαμάς» και σε άλλες «παλαιστινιακές τρομοκρατικές οργανώσεις». «Με επιχειρήσεις σε όλο τον κόσμο, οι "Φρουροί της Ισλαμικής Επανάστασης" έχουν επιχειρησιακά δίκτυα και την ικανότητα να στοχοποιήσουν τα συμφέροντα των ΗΠΑ εντός και εκτός συνόρων», αναφέρεται σε χαρακτηριστικό σημείο της πολυσέλιδης έκθεσης.

Σε επόμενο σημείο επισημαίνεται επίσης η συνεργασία του Ιράν με τη λιβανέζικη «Χεζμπολάχ», η οποία κατηγορείται ότι «χρησιμοποιεί τρομοκρατία και άλλα ασύμμετρα μέτρα, σε εταιρική σχέση με το Ιράν, για να διευρύνει την επιρροή σε Ιράκ, Λίβανο, Παλαιστινιακά εδάφη, Συρία και Υεμένη και να αποσταθεροποιήσει τους αντιπάλους». Κατηγορείται επίσης η «Χεζμπολάχ» ότι διαθέτει «ισχυρές στρατιωτικές και κατασκοπευτικές υποδομές», καθώς επίσης και ένα «μεγάλο στοκ εξελιγμένων όπλων», μαζί με «εκτενή δίκτυα επιχειρήσεων και υποστηρικτών διεθνώς», συμπεριλαμβανομένων και ατόμων στις ΗΠΑ...

Και η Νότια Ασία

Στο στόχαστρο των Αμερικανών ιμπεριαλιστών βρίσκονται και χώρες της Νότιας Ασίας, όπως προδίδει το υποκριτικό ενδιαφέρον που εκφράζει η έκθεση για την «καταπολέμηση» της δράσης ένοπλων οργανώσεων φανατικών ισλαμιστών, όπως η οργάνωση Σιχ «Babar Khalsa International», που θεωρείται ότι έχει έδρα στη Λαχώρη του Πακιστάν και η οποία δρούσε κυρίως τη δεκαετία του '80 σε χώρες της περιοχής αλλά και της Ευρώπης. Η κυβέρνηση Τραμπ «ξεθάβει» την «Babar Khalsa International», κατηγορώντας την ότι «με βίαια μέσα προσπαθεί να ιδρύσει ανεξάρτητο κράτος στην Ινδία και αλλού, προκαλώντας θανάτους αθώων πολιτών (...) τέτοιες ομάδες συχνά πραγματοποιούν δολοφονίες και βομβιστικές επιθέσεις κατά σημαντικών οικονομικών, πολιτικών και κοινωνικών στόχων, αυξάνοντας το ρίσκο για το προσωπικό των ΗΠΑ και για τα αμερικανικά συμφέροντα στο εξωτερικό».

Αντίθετα, είναι σαφής η υποτίμηση των Αφγανών «Ταλιμπάν», ενάντια στους οποίους υποτίθεται πως «πολεμούν» από το 2001 ο αμερικανικός στρατός και δυνάμεις του ΝΑΤΟ. Δεν είναι τυχαίο πως η κυβέρνηση Τραμπ στοχοποιεί επιλεκτικά οργανώσεις και χώρες της Ασίας οι οποίες - κατά σύμπτωση - το τελευταίο διάστημα δείχνουν να μην «ταυτίζονται» πλήρως με τα συμφέροντα των Αμερικανών ιμπεριαλιστών, όπως η Ινδία και το Πακιστάν, που αν και ανταγωνιστικές μεταξύ τους «λοξοκοιτούν» και προς τη μεριά της Κίνας, αλλά και προς τη μεριά του Ιράν. Η πρόσφατη επιλογή της ινδικής κυβέρνησης να συνεχίσει απρόσκοπτα τις αγορές ιρανικού πετρελαίου και να μην υποκύψει στις αμερικανικές απειλές για κυρώσεις ενδεχομένως να εξηγεί γιατί η κυβέρνηση Τραμπ «ξέθαψε» από τα ντουλάπια μία οργάνωση όπως η «Babar Khalsa International»... Στην ίδια λογική, η νέα «αντιτρομοκρατική» στρατηγική αξιοποιεί ταυτόχρονα και οργανώσεις όπως η «Τεχρίκ ε Ταλμπιπάν Πακιστάν» και η «Λασχκάρ ε Ταγίμπα», κατηγορώντας τες πως «χρησιμοποιούν πολιτικές και τρομοκρατικές τακτικές για να υπονομεύσουν τοπικές κυβερνήσεις και να κάνουν επιθέσεις».

«Πρώτα η Αμερική»

Το πλαίσιο της νέας «αντιτρομοκρατικής» στρατηγικής των ΗΠΑ χρωματίζεται, μέσα σε όλα, και υπό το πρίσμα του κεντρικού συνθήματος του Τραμπ «Πρώτα η Αμερική». Οι συντάκτες της έκθεσης, σε μια προσπάθεια να διαφοροποιηθούν από την προηγούμενη «αντιτρομοκρατική» στρατηγική, της κυβέρνησης του πρώην Προέδρου Μπαράκ Ομπάμα (που και αυτή εξυπηρετούσε τη δεδομένη στιγμή τα συμφέροντα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού), υποστηρίζουν πως υιοθετούν «πιο ευκίνητες προσεγγίσεις, που αντιμετωπίζουν το πλήρες φάσμα των τρομοκρατικών απειλών στις ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένων και των εχθρών μας στο εξωτερικό και όσων επιδιώκουν να επηρεάσουν και να κινητοποιήσουν τη βία στις ΗΠΑ». Και εξηγούν: «Η προσέγγιση "Πρώτα η Αμερική" αφορά το πλήρες εύρος της ισχύος των ΗΠΑ και τη χρήση κάθε διαθέσιμου εργαλείου για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας στο εσωτερικό, στο εξωτερικό και στο κυβερνοδιάστημα. Συμπεριλαμβάνονται οι επιχειρήσεις αντικατασκοπείας στο εξωτερικό, διπλωματικά μέσα και οικονομικά εργαλεία. Θα εκσυγχρονίσουμε και θα ολοκληρώσουμε υπάρχοντα αντιτρομοκρατικά εργαλεία, για να εξασφαλίσουμε τα σύνορά μας. Θα χρησιμοποιήσουμε νέες τεχνολογίες ακριβώς εκεί που χρειάζεται για να προστατεύσουμε κρίσιμες υποδομές στις ΗΠΑ. Θα χρησιμοποιήσουμε κυβερνο-επιχειρήσεις και στρατηγικές επικοινωνίες».

Δεν πρέπει να θεωρείται τυχαίο το γεγονός ότι περίπου μια βδομάδα μετά τη δημοσιοποίηση της νέας «αντιτρομοκρατικής» στρατηγικής, η Αμερικανίδα υπουργός Εσωτερικής Ασφάλειας Κίρστεν Νίλσεν τροφοδότησε το κλίμα τρομολαγνείας και φόβου, ενόψει και των ενδιάμεσων αμερικανικών βουλευτικών εκλογών του Νοέμβρη, υποστηρίζοντας ότι «οι Αμερικανοί βρίσκονται αντιμέτωποι με μία "πανδημία" απειλών από κατασκόπους στον κυβερνοχώρο, αλλά και από χάκερς σε ολόκληρο τον κόσμο». Μιλώντας την Πέμπτη σε αρμόδια επιτροπή της Γερουσίας, η Νίλσεν υποστήριξε πως «η ιογενής εξάπλωση επικίνδυνου λογισμικού έχει προκαλέσει ένα παγκόσμιο ξέσπασμα κυβερνοεπιθέσεων, αλλά και αδυναμιών στον κυβερνοχώρο». Με άλλα λόγια, για τους Αμερικανούς ιμπεριαλιστές οι τρομοαπειλές «είναι παντού» και αξιοποιήσιμες ανάλογα με τα κατά καιρούς συμφέροντα και τις ανάγκες τους.


Δ. ΟΡΦ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ