Παρασκευή 1 Μάρτη 2019
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 13
ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΤΕΤΡΑΣΕΛΙΔΟ)
Πολύπλευρες δοκιμασίες για τη συνοχή της ΕΕ

Ξανά με αφορμή τις εξελίξεις στις σχέσεις Γαλλίας - Ιταλίας

Ενα παράδειγμα των διμερών αντιθέσεων είναι και το «πάγωμα» της εξαγοράς των γαλλικών ναυπηγείων SΤΧ (φωτ.) από την ιταλική «Fincantieri»
Ενα παράδειγμα των διμερών αντιθέσεων είναι και το «πάγωμα» της εξαγοράς των γαλλικών ναυπηγείων SΤΧ (φωτ.) από την ιταλική «Fincantieri»
Οι εξελίξεις στις σχέσεις Γαλλίας - Ιταλίας φωτίζουν τη ρευστότητα που επηρεάζει τον βαθμό συνοχής της ΕΕ, όπου σοβαρές αντιθέσεις πιέζουν όλο και περισσότερο τη γενική πορεία και θέση της Ευρωένωσης στη διεθνή ιμπεριαλιστική σκακιέρα.

Από την άλλη πλευρά, βέβαια, η μεγάλη αλληλεξάρτηση ανάμεσα στις διαφορετικές πλευρές του ευρωενωσιακού κεφαλαίου περιπλέκει την κατάσταση. Η ανησυχία της ευρωπαϊκής πλουτοκρατίας για την ικανότητα αναμέτρησής της με «στρατόπεδα» που ανταγωνίζονται την ΕΕ διευρύνεται, σε μία περίοδο μάλιστα που κλιμακώνεται η αναμέτρηση των Ευρωπαίων με εχθρούς αλλά και με «φίλους» (βλέπε πορεία σχέσεων με ΗΠΑ, με Ρωσία κ.τ.λ.), σε πολλά πεδία.

Υπό αυτές τις συνθήκες, η «συγκατοίκηση» κάτω από την «κοινή σκέπη» της ΕΕ μοιάζει όλο και περισσότερο «αναγκαστική», προσωρινή, μετέωρη, κάτι που φυσικά μεγαλώνει τη λυσσαλέα προσπάθεια κάθε πλευράς να μειώνει χασούρες και να αυξάνει οφέλη για λογαριασμό της. Κάτι που, από την πλευρά των λαϊκών συμφερόντων, σε τελική ανάλυση μεταφράζεται σε μια άγρια και ολόπλευρη ένταση της επίθεσης ενάντια στις κατακτήσεις και τις ανάγκες όλων των λαών της Ευρώπης.

Μετά την απόφαση της κυβέρνησης Μακρόν να ανακαλέσει για διαβουλεύσεις τον Γάλλο πρέσβη στη Ρώμη, πολλοί τόνισαν ότι αυτό είχε να γίνει από την εποχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, πυροδοτώντας πολλές αναλύσεις για τις διαστάσεις που παίρνουν οι διμερείς αντιθέσεις.


Θυμίζουμε ότι αφορμή για την ανάκληση του πρέσβη ήταν η δημόσια συνάντηση του αντιπροέδρου της ιταλικής κυβέρνησης Λουίτζι ντι Μάγιο με εκπροσώπους των «κίτρινων γιλέκων», του αντικυβερνητικού «κινήματος» στο οποίο παρεμβαίνουν σχεδιασμένα πολλές αστικές πολιτικές δυνάμεις της Γαλλίας, από τον Εθνικό Συναγερμό της Μ. Λεπέν μέχρι και ρεφορμιστικά σχήματα. Ο πρέσβης, τελικά, επέστρεψε στην ιταλική πρωτεύουσα, ωστόσο η συμπάθεια (αν όχι ανοιχτή στήριξη) της ιταλικής κυβέρνησης στα «κίτρινα γιλέκα» ούτε σταμάτησε, ούτε και είναι τυχαία. Συνοδεύει την ευρύτερη κριτική της ιταλικής κυβέρνησης (όπου συγκυβερνούν τα ευρωσκεπτικιστικά κόμματα «Κίνημα Πέντε Αστέρων» και «Λέγκα») για την πορεία και το μείγμα της πολιτικής διαχείρισης στην ΕΕ, ειδικά για θέματα οικονομικής και εξωτερικής πολιτικής και εκδηλώνεται με φόντο την αυξανόμενη ανησυχία του ιταλικού κεφαλαίου για τη θέση του, εντός αλλά και εκτός Ευρώπης.

Επιχειρηματικές κόντρες και κολιγιές

Αλλωστε, τον προβληματισμό του ιταλικού κεφαλαίου δυναμώνουν η ίδια η πορεία της ιταλικής καπιταλιστικής οικονομίας, οι αναιμικοί ρυθμοί ανάπτυξής της, αλλά και η απόσταση που τη χωρίζει από άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις, με έντονα τα σημάδια από τη βαθιά κρίση του 2008 και υπό το βάρος στοιχείων που δείχνουν ότι ίσως σύντομα εκδηλωθεί νέα φάση ύφεσης.

Πολλές αναλύσεις συνδέουν τα τελευταία γεγονότα και με το προβάδισμα που διατηρεί η Γαλλία έναντι της Ιταλίας. Το «Πολίτικο» σημείωνε σχετικά: «Είναι οι Γάλλοι που είναι οι ισχυρότεροι. (Μάλιστα) τα τελευταία 20 χρόνια, γαλλικές εταιρείες έχουν εξαγοράσει ιταλικές με τις οποίες ανταγωνίζονταν, από τον ιταλικό κολοσσό "Parmalat" (γαλακτοβιομηχανία) που πέρασε στη "Lactalis", μέχρι και τον οίκο πολυτελών ειδών ιματισμού "Gucci" (που πέρασε στην "Kering")...».

Το αμερικανικό οικονομικό περιοδικό «Forbes» σημείωνε πρόσφατα: «Οι δύο χώρες είχαν πάντα στενούς οικονομικούς δεσμούς, που το 2017 απέδωσαν πάνω από 76,6 δισ. ευρώ. Ωστόσο, οι διμερείς σχέσεις χαρακτηρίζονται από μία ανισορροπία: Η Γαλλία είναι μία από τις χώρες με τη μεγαλύτερη παρουσία στην Ιταλία, ελέγχοντας πάνω από 1.900 εταιρείες με 250.000 εργαζόμενους, ενώ η Ιταλία διαχειρίζεται μόνο λίγο παραπάνω από 1.000 στην κεντροευρωπαϊκή χώρα (σ.σ. τη Γαλλία)». Ενδεικτικά:

-- Δύο σημαντικότερες ιταλικές τράπεζες, Generali και Unicredit, τελούν υπό γαλλική διεύθυνση. Ακόμα, οι γαλλικοί χρηματοπιστωτικοί όμιλοι BNP-Paribas και Credit Agricole έχουν σημαντικό μερίδιο μετοχών σε πολλές ιταλικές τράπεζες.

-- Το Forbes καταγράφει ως χαρακτηριστικό το παράδειγμα του Γάλλου επιχειρηματία από τη Βρετάνη Βινσέντ Μπολορέ που έχει μετοχές σε πολλές ιταλικές εταιρείες, όπως το 8% της Mediobanca (τράπεζες), το 24% της «Telecom Italia» (τη μεγαλύτερη εταιρεία τηλεπικοινωνιών της Ιταλίας ), αλλά και το 28,8% της «Mediaset» (ΜΜΕ).

Το «Forbes» ξεχώριζε ακόμα τομείς όπως τα Τρόφιμα, ο Ιματισμός, η Ενέργεια αλλά και το λιανικό εμπόριο, όπου γαλλικά κεφάλαια έχουν ενισχύσει σημαντικά την παρουσία τους στην ιταλική αγορά.

Ενδεικτική είναι και η εμπλοκή της γαλλοολλανδικής αεροπορικής εταιρείας AIR FRANCE - KLM στην προσπάθεια «διάσωσης» της «Alitalia».

Την ίδια στιγμή, υπάρχουν μεγάλες διμερείς επιχειρηματικές συνεργασίες, για τις οποίες εκφράζονται σοβαρές ενστάσεις ως προς τους όρους που αυτές θα προχωρήσουν, με κάθε πλευρά φυσικά να σταθμίζει πώς θα αποκτήσει μεγαλύτερα πλεονεκτήματα.

Μεταξύ άλλων, ξεχωρίζει η συγχώνευση των ναυπηγείων STX στο Σεν Ναζέρ (δυτική Γαλλία) με την ιταλική ναυπηγική βιομηχανία «Fincantieri shipbuilding company», που, ενώ βρισκόταν στην τελική ευθεία, τελικά «πάγωσε». Η ολοκλήρωσή της θα μεγάλωνε σημαντικά την ιταλική συμμετοχή στην παραγωγή γαλλικών υποβρυχίων, κάτι που φαίνεται ότι προβλημάτισε σημαντικά το γαλλικό κεφάλαιο. Ακόμα, έντονες τριβές έχει προκαλέσει και η μεγάλη επένδυση (αξίας σχεδόν 8,6 δισ. ευρώ) για τη σιδηροδρομική σύνδεση υψηλής ταχύτητας (TAV) ανάμεσα σε Τορίνο (Ιταλία) και Λιόν (Γαλλία). Η Γαλλία έχει επενδύσει πολλά σε αυτό το έργο, ενώ η Ιταλία θέλει τώρα να σταματήσει το έργο, ένα προεκλογικό σύνθημα της κυβέρνησης «Κινήματος» - «Λέγκας» ήταν το «NO TAV».

Η «κούρσα» για την Αφρική

Ενα θέμα που φαίνεται να επηρεάζει όλο και περισσότερο τις διμερείς σχέσεις είναι οι προσπάθειες διείσδυσης στην Αφρική, με δεδομένο ότι η Μαύρη Ηπειρος κυριαρχεί ως προτεραιότητα σε όλο και περισσότερα επενδυτικά και γεωπολιτικά σχέδια. Δεν είναι τυχαίες οι εκτενείς αναφορές σε πολλά ντοκουμέντα της ΕΕ, οι απανωτές συναντήσεις (και από ΗΠΑ, Κίνα) για την ανάγκη να στηριχτεί η «ανάπτυξη» αλλά και η «σταθερότητα» στην Αφρική κ.τ.λ.

Τόσο η Γαλλία όσο και η Ιταλία διεκδικούν πρωταγωνιστικό ρόλο, αξιοποιώντας και το γεγονός ότι για πολλά χρόνια ήταν αποικιοκρατικές δυνάμεις στην Αφρική. Ο μεγάλος φυσικός πλούτος (υδρογονάνθρακες αλλά και ορυκτά κ.τ.λ.), τα ιδιαίτερα αυξημένα περιθώρια συγκέντρωσης κεφαλαίου, αλλά και τα πεδία που ανοίγει και η λεγόμενη «επιχείρηση αντιμετώπισης της τρομοκρατίας» (η «εξουδετέρωση» αυτονομιστικών και εξτρεμιστικών οργανώσεων που στήνονται με τη βοήθεια αστικών και ιμπεριαλιστικών επιτελείων), ανοίγουν την όρεξη τόσο στη γαλλική όσο και στην ιταλική αστική τάξη. Μην ξεχνάμε ότι κολοσσοί όπως η γαλλική «Total» και η ιταλική «Eni» πρωτοστατούν στην «αξιοποίηση» κοιτασμάτων αερίου και στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο (βλ. Αίγυπτο), συχνά βέβαια και ως συνεργάτες, όπως συμβαίνει στην κυπριακή ΑΟΖ, όπου συνεχίζουν από κοινού έρευνες.

Αρκετοί υποστηρίζουν ότι η Λιβύη (που ήταν για χρόνια αποικία της Ιταλίας) θα ξεχωρίσει ως «πέτρα του σκανδάλου» στη διμερή κόντρα. Πολλοί Ιταλοί αξιωματούχοι επιμένουν ότι η επέμβαση του 2011 (στην οποία μετείχαν ΗΠΑ, Βρετανία, Γαλλία αλλά η Ιταλία έμεινε εκτός) στη Λιβύη άνοιξε τον «Ασκό του Αιόλου» σε βάρος της «ασφάλειας όλης της περιοχής».

Επίσης, οι Ιταλοί επικρίνουν τη Γαλλία ότι εμποδίζει την Αφρική να «ανεξαρτητοποιηθεί». Πρόσφατα, το ηγετικό στέλεχος του «Κινήματος 5 Αστέρων» Αλεσάντρο ντι Μπατίστα υποστήριξε ότι το CFA (το νόμισμα 14 χωρών της υποσαχάριας Αφρικής που εξακολουθεί να τυπώνεται στη Γαλλία) παραμένει σοβαρό πρόβλημα για τη «νομισματική κυριαρχία» της Αφρικής και πρόσθεσε ότι η αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος αφορά και τη μείωση των μεταναστευτικών ροών από την Αφρική. Αλλωστε, δεν είναι τυχαία η σύνδεση που κάνουν πολλά αστικά και ιμπεριαλιστικά επιτελεία ανάμεσα στην «επίλυση» του Μεταναστευτικού και την άμεση παρέμβαση (εννοούν οικονομικά αλλά και στρατιωτικά) και για τη «σταθερότητα» της Αφρικής, όπως φυσικά κάθε πλευρά εννοεί την επενδυτική και γεωστρατηγική διείσδυση στη Μαύρη Ηπειρο.

Σημαντική αλληλεξάρτηση

Την ώρα που οι διμερείς αντιθέσεις και κόντρες μεγαλώνουν σε πολλά πεδία, είναι ισχυρή η αλληλεξάρτηση που δημιουργεί πρώτα απ' όλα η διεθνοποίηση της καπιταλιστικής οικονομίας.

Πρόσφατα, η αντιπρόεδρος - υπεύθυνη για τις Διεθνείς Σχέσεις - της Ιταλικής Ενωσης Βιομηχάνων Λουσία Ματιόλι, αναφερόμενη σε συνάντηση εκπροσώπων ιταλικών, γαλλικών και άλλων ευρωπαϊκών ενώσεων βιομηχάνων στη Ρώμη, μίλησε για το «Μανιφέστο για μια Ευρώπη της Βιομηχανίας» και υποστήριξε ότι η «συνεργασία με τη Γαλλία και με την Ευρώπη είναι η μόνη δυνατή προοπτική». Επισήμανε ότι παρά τις εκατέρωθεν διαφορές δεν γίνεται να διαφεύγει της προσοχής ο γοργός βηματισμός αντίπαλων ιμπεριαλιστικών κέντρων, υπογραμμίζοντας ότι «μόνο μία ενωμένη Ευρώπη θα είχε τη δυνατότητα να ανταγωνιστεί ΗΠΑ, Ρωσία και Κίνα, αλλιώς μένουμε διαχωρισμένοι και μόνοι μας».

Αλλά και ο πρόεδρος της «Confindustria» Βιντσέντζο Μπότσια - κατά την πρόσφατη «κρίση» - κάλεσε την ιταλική κυβέρνηση να αποκαταστήσει τις σχέσεις με τη Γαλλία, υπογραμμίζοντας ότι μπορεί να υπάρξουν πολύ μεγάλες αρνητικές συνέπειες. «Οι εξαγωγές μας θα μπορούσαν να υποστούν σοβαρές ζημιές: Η Γαλλία είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εμπορικός μας εταίρος μετά τη Γερμανία... Η Γαλλία έχει επενδύσει δισεκατομμύρια στην Ιταλία... μιλάμε για ποσά που επιτρέπουν στην (ιταλική) οικονομία να κινείται προς τα μπρος...».


Α. Μ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ