Επειδή όμως οι εργαζόμενοι στο χώρο της Ερευνας δεν είναι σαν τους ιθαγενείς που θαμπώνονταν από τα γυαλάκια, για να παραπλανιούνται από τους κυβερνητικούς πανηγυρισμούς περί αυξημένης χρηματοδότησης (αυτό δα έλειπε, μετά από τόσα χρόνια αιματηρών περικοπών - και θέλουν κι επιβράβευση κιόλας γι' αυτό!), ξέρουν πολύ καλά πώς έχει η πραγματικότητα.
Και η πραγματικότητα αυτή τους βρίσκει να παραμένουν αντιμέτωποι με τον πραγματικό αντίπαλο: Την πολιτική που καταδυναστεύει τις ζωές τους και υποσκάπτει τις προοπτικές της επιστημονικής έρευνας, υποτάσσοντας τη δουλειά τους (τόσο ως προς τους όρους όσο και ως προς το περιεχόμενο) στις ανάγκες, στις προτεραιότητες και τους ανταγωνισμούς του κεφαλαίου. Την πολιτική αυτή, που στηρίζει την εξουσία του κεφαλαίου και στην ούγια γράφει «ΕΕ» και την οποία υπηρετούν μέχρι κεραίας τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και η ΝΔ.
Κάτω από την αχλή που σηκώνει ο ΣΥΡΙΖΑ, επιχειρείται να κρυφτεί ότι οι πραγματικοί όροι εργασίας για τη συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων στην Ερευνα παραμένουν οι ίδιοι. Κι αυτό σημαίνει ουσιαστικά χειροτέρευση, αφού παραμένουν και τα βάρη των προηγούμενων χρόνων: Εργασιακή ανασφάλεια, καθυστερήσεις πληρωμών (με αποκορύφωμα τις νέου τύπου υποτροφίες), απαράδεκτες σχέσεις εργασίας (το «μπλοκάκι» ζει και βασιλεύει), επέκταση της ανασφάλιστης εργασίας μέσω της επέκτασης των πάσης φύσεως υποτροφιών, αμοιβές κάτω από τις ανάγκες για συμβασιούχους και μόνιμους, διατήρηση των απωλειών των προηγούμενων χρόνων.
Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι για τα λεγόμενα Πανεπιστημιακά Ερευνητικά Ινστιτούτα, που ιδρύονται στα πανεπιστήμια στο πλαίσιο των συγχωνεύσεων, προβλέπεται ρητά ότι δεν θα υπάρχει σ' αυτά ούτε μία θέση μόνιμου προσωπικού. Η ίδια η ίδρυση των ΠΕΚ, εξάλλου, όπως και οι εξελίξεις στην κατανομή των χρηματοδοτήσεων, προμηνύουν νέες αναδιαρθρώσεις στον ερευνητικό ιστό, με τις μνήμες από τον προηγούμενο γύρο, μια δεκαετία πριν, να μην έχουν ξεθωριάσει από τη μνήμη των εργαζομένων.
Οι εδώ και καιρό προαναγγελθείσες προκηρύξεις νέων θέσεων ερευνητών και επιστημονικού, τεχνικού και διοικητικού προσωπικού στα Ερευνητικά Κέντρα, πραγματικά αποτελούν σταγόνα στον ωκεανό, αφού όχι μόνο δεν καλύπτονται ούτε καν τα κενά που προέκυψαν τα τελευταία χρόνια, αλλά και σε καμία περίπτωση δεν επαρκούν για να καλυφθούν οι πραγματικές ανάγκες των ερευνητικών φορέων. Η συζήτηση για την κατανομή τους, μάλιστα, δείχνει και τα αδιέξοδα που αναπαράγονται όσο κανείς αρκείται στο να μαζεύει τα λίγα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι.
Η ευρωενωσιακή στρατηγική για την Ερευνα, την οποία υπηρετούν με λύσσα τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και η ΝΔ και τα άλλα αστικά κόμματα, αποτελεί έναν στενό κορσέ που δεν χωρά τις ανάγκες των εργαζομένων στο χώρο.
Με την κάνουλα της χρηματοδότησης να ανοιγοκλείνει ανάλογα με τη φάση του οικονομικού κύκλου και τη σχετική θέση των διαφόρων κλάδων και μονοπωλίων στον ανταγωνισμό, αναδεικνύεται ολοκληρωμένα και το βασικό, δομικό πρόβλημα της project-oriented χρηματοδότησης της Ερευνας: Αφενός αποτελεί τη βάση της χειροτέρευσης των εργασιακών σχέσεων στο χώρο, αφετέρου ουσιαστικά αναιρείται κάθε δυνατότητα σχεδιασμού και συνέχειας στην ανάπτυξη ερευνητικής δραστηριότητας.