Παρασκευή 11 Γενάρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 33
ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ
ΓΥΑΡΟΣ `Η ΓΙΟΥΡΑ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟΝΗΣΙ
Εν ψυχρώ δολοφόνοι

Προσωπικές μαρτυρίες επιζώντων κρατουμένων αγωνιστών στη Γιούρα

ΜΕΡΟΣ Ι'

Στην ιστορία με την «παλιά Γιούρα» αναφέρεται μέσα από το «Ρ» ο Τσιούφης Αποστόλης, κρατούμενος, τότε, της Γυάρου (1947-1952) και, σήμερα, γραμματέας του Παραρτήματος Λάρισας της ΠΕΑΕΑ. Αναφέρει:

Το δεύτερο δεκαήμερο του Ιούνη του '47, από τις φυλακές Κηφισιάς, τις φυλακές ανηλίκων όπως λέγονταν, το Κάστρο Πειραιά και τις φυλακές Αβέρωφ, ήμασταν σύνολο 625 κρατούμενοι, μας φορτώσαν 8 το βράδυ σε ένα αρματαγωγό από το Κερατσίνι. Ξημερώνοντας φτάσαμε στη Γιούρα. Ανοίγοντας η μπουκαπόρτα, αμέσως, αντικρίζουμε τους δεσμοφύλακες. Ολοι κρατούσαν ένα ζαχαροκάλαμο, μήκους 2 μέτρων και φώναζαν: «Ελάτε, ελάτε εδώ στον "παράδεισο" του Στάλιν. Δε σας έφτανε η ελληνική ελευθερία, θέλετε παγκόσμια»!

Μας βάλαν κατά εξάδες μέσα στον κεντρικό δρόμο. Δεξιά και αριστερά από τη φάλαγγα αυτή ήταν οι χωροφύλακες με το αυτόματο στο χέρι. Οι φύλακες άρχισαν να κάνουν έρευνα. Στην πρώτη φάλαγγα μπροστά ήταν μια εξάδα, στην οποία βρισκόταν ο Περικλής Κουκέλης, δάσκαλος από τη Μουσουνίτσα Λαμίας, αυτός ήταν το πρώτο θύμα της Γυάρου. Κάνοντας την έρευνα βρήκαν πάνω του σχολικά βιβλία. Τον ρωτάνε: «Τι είναι αυτά τα βιβλία». Απαντάει: «Δε βλέπετε, είναι σχολικά βιβλία». Συνεχίζουν: «Και τι τα φέρατε να μας κάνετε τον καθοδηγητή; Να κάνεις μαθήματα στους κομμουνιστές». Και τον «πλακώσαν» στο ξύλο με τις μαγκούρες. Σε πέντε λεπτά ήταν νεκρός. Δε μας αφήσαν ούτε να τον θάψουμε εμείς. Δυο χωροφύλακες τον δέσαν με τριχιά στα πόδια και τον σύραν σα σκυλί. Τον θάψαν στο σημείο που εμείς λέγαμε «Γολγοθά». Εκεί θάψαν και πολλούς άλλους αγωνιστές, καθώς είχαμε πολλά θύματα.

Κι όσο πιο σκληρά μέτρα παίρναν αυτοί, άλλο τόσο θεριεύαμε απέναντί τους. Λέγαν: «Ελάτε στον "παράδεισο" του Στάλιν». Εμείς γελούσαμε μεταξύ μας και λέγαμε: «Ο,τι και να μας κάνετε, ρε φασίστες, δεν μπορείτε να μας γονατίσετε. Πιστεύουμε σε ιδανικά που δεν πληρώνονται και δεν εξαγοράζονται με τίποτα. Και να μας σκοτώσετε όλους, εμείς θα φωνάζουμε μέχρι την τελευταία στιγμή "Ζήτω το ΚΚΕ", "Ζήτω η ελευθερία", "θάνατος στο φασισμό"». Το καθεστώς τους αντιπροσώπευε μία μαύρη τυραννία, ένα στυγνό φασισμό.

Στην κατοχή ήμουν σ' ένα στρατόπεδο στη Θεσσαλονίκη και είδα και τον αρχιφύλακα και τον διευθυντή, που ήταν υπεύθυνοι σ' αυτό (στρατόπεδο «Παύλος Μελάς» όπως ονομαζόταν), που φορούσαν γερμανική στολή. Ηταν τύραννοι. Και στη Γιούρα τους γνώρισα. Ηταν ο Γλάστρας και ο αρχιφύλακας Τσολάκης από τη Χαλκιδική...

Από τις φυλακές Κηφισιάς ήμασταν περίπου 65. Μας φώναξαν και μας πήγαν σ' ένα συρματόπλεγμα κοντά στη βίλα του Γλάστρα. Και μας είπαν: «Εσείς είστε νέοι, δε θα δουλεύετε, θα κάνετε μαθήματα, θα σας δίνουμε παραπάνω φαγητό, να γίνετε καλά παιδιά και θα σας κάνουμε ανθρώπους σωστούς. Ν' αποκηρύξετε το ΚΚΕ». Μας βάζουν σε κάθε σκηνή από δέκα άτομα. Ημασταν σαν «σαρδέλες». Και άρχισε η «διδασκαλία» τους από την πρώτη μέρα. Ζητούσαν να κάνουμε δηλώσεις μετανοίας. Μας κάναν κάθε μέρα μάθημα για τη θρησκεία και για τον αντικομμουνισμό, στοχεύοντας να αποκηρύξουμε τα «πιστεύω» μας. Τους απογοητεύσαμε γιατί δεν μπορούσαν να πετύχουν το σκοπό τους. Δεν τους λογαριάζαμε καθόλου, παρά τις δυσκολίες.

Αξίζει να αναφέρω κάποιες χαρακτηριστικές «ζημιές» που πάθαμε. Η πρώτη όταν χάσαμε για δύο μέρες το φως από την αποβιταμίνωση και με κάτι φάρμακα μετά επανήρθε. Και η δεύτερη όταν για δύο μέρες, από τα σάπια τρόφιμα και την ασιτία, πάθαμε δηλητηρίαση.

Θυμάμαι, επίσης, μια φορά ήρθε ένα βαπόρι με 600.000 τούβλα και μας πήγαν εκεί, 2.000 περίπου κρατούμενους. Δεξιά και αριστερά ήταν όλοι οι φύλακες που δεν κρατούσαν μόνο γκλοπς, αλλά και πυροσβεστήρες και μας υποχρεώναν να παίρνουμε από πέντε τούβλα και να τρέχουμε γρήγορα σαν άλογα για να ξεφορτώσουμε. Αυτό κράτησε 3 ώρες περίπου, ώσπου αγανάκτησε ο καπετάνιος του καραβιού και βγήκε πάνω στην πλώρη και το μεγάφωνο φώναζε: «Σταματήστε αυτό το όργιό σας. Δεν αντέχουμε. Θα πάρω το βαπόρι και θα φύγω». Και επειδή δε μας σταματήσαν, το βαπόρι ανοίχτηκε. Και τότε φτάσαν δυο βαπόρια του Πολεμικού Ναυτικού και το περικυκλώσαν.

Μας πιάσαν για τα φρονήματά μας

Ο Γιώργος Φιλιππίδης, πρόεδρος του παραρτήματος Λάρισας της ΠΕΑΕΑ, κρατούμενος στα Γιούρα (1967-1969) θα μας πει:

Πιαστήκαμε στη Λάρισα. Ημασταν καμιά δεκαριά. Μας πήγαν στο Βόλο, όπου μας κράτησαν καμιά βδομάδα και μας πήγαν στη Γιούρα. Στο δρόμο όταν ρωτούσαμε πού θα πάμε δε μας απαντούσαν και μας λέγαν ότι ο «φάκελος θα ανοίξει εν πλω». Οταν φτάσαμε, οι πιο παλιοί που ήταν εκεί, πριν, είδαν τη Γιούρα και τότε καταλάβαμε πού πάμε.

Ερημονήσι. Δεν υπήρχε τίποτα. Μερικές σκηνές μόνο και τα κτίρια - φυλακές. Επρεπε να οργανώσουμε τη ζωή μας. Αρχίσαμε από τα μαγειρεία, που δεν υπήρχαν. Βάλαμε 32 καζάνια και ό,τι κάναμε το κάναμε μόνοι μας. Τα τρόφιμα μας τα δίναν και χρησιμοποιούσαμε για φωτιά ξύλα από πεύκα που βγάζαν καπνό. Νερό δεν υπήρχε. Μας έφεραν αργότερα με το καράβι. Και όταν τελειώναμε από τη δουλιά, πηγαίναμε σ' ένα πηγάδι και πλενόμασταν εκεί. Μετά οργανωθήκαμε καλύτερα. Καθίσαμε δύο χρόνια.

Θυμάμαι ήρθε ο Ιερώνυμος μια μέρα στο μαγειρείο. Είπαμε ότι ήμασταν εκεί για τα φρονήματά μας και για τίποτα άλλο. Σηκώθηκε έφυγε. Επίσης ήρθε και ο Παττακός μ' ένα ελικόπτερο, του δώσαμε κι αυτόν ένα γιουχάρισμα. Μετά τις σκηνές μας πήγαν στους θαλάμους, όπου ήμασταν στοιβαγμένοι σε ράντζα. Μια φορά, επίσης, είχαμε κάνει 48ωρη απεργία. Μάλιστα, το φαγητό δεν το παίρναμε. Μας διαθέσαν αυτοκίνητο και εγώ και ένα άλλο παιδί, που ήμασταν στο μαγειρείο, πήγαμε στον 5ο όρμο και το πετάξαμε εκεί που ήταν η βίλα του Γλάστρα...

Αύριο η συνέχεια


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ