Πρόσφατη έρευνα επιβεβαιώνει τις τεράστιες ελλείψεις
Είναι γεγονός ότι η λειτουργία των ειδικών σχολείων, προ πανδημίας, χαρακτηρίζονταν από σοβαρότατα προβλήματα, όπως η ακαταλληλότητα κτιρίων, η παλαιότητά τους, η απουσία αυτόνομων χώρων για τις ειδικές επιστημονικές παρεμβάσεις, ο συγχρωτισμός πολλών παιδιών με διαφορετικές αναπηρίες σε κοινές αίθουσες λιγοστών τετραγωνικών, οι ελλείψεις σε αναγκαίο προσωπικό όλων των ειδικοτήτων, παιδαγωγικό, επιστημονικό, βοηθητικό, καθαριότητας, οι ελλείψεις σε τεχνολογικά, εποπτικά, βοηθητικά μέσα.
Αντικειμενικά, η κατάσταση αυτή, εν μέσω πανδημίας, λειτουργεί επιβαρυντικά, με δεδομένο ότι είναι ανάγκη να επιλυθούν, ή έστω να δρομολογηθεί η επίλυση διαχρονικών ελλείψεων, με τα επιπλέον, επιστημονικά, υγειονομικά και ιατρικά μέτρα που είναι ανάγκη να ληφθούν για την προληπτική καταγραφή της διασποράς της μέσα στα ειδικά σχολεία, και τα ειδικά ιατρικά μέτρα που απαιτούνται για την αντιμετώπισή της στο βαθμό που εντοπιστεί κάποιο κρούσμα, για να υπάρξει η αναγκαία ιατρική φροντίδα και θεραπεία. Απέναντι σε όλα αυτά, η κυβέρνηση προκαλεί με την αδιάλλακτη στάση της να μη λαμβάνει κανένα μέτρο προστασίας στα ειδικά σχολεία. Τα μοναδικά μέτρα που εξέδωσε ο ΕΟΔΥ με δημοσιευμένη απόφαση στις 31/10/2020, ήταν η υποχρεωτική χρήση μάσκας και η τήρηση των αποστάσεων στους εσωτερικούς χώρους από τους μαθητές των ειδικών σχολείων.
Πρόσφατη έρευνα του ΚΕΜΕΤΕ (Κέντρο Μελετών και Τεκμηρίωσης) της ΟΛΜΕ με θέμα «Προβλήματα που ανακύπτουν από τη λειτουργία των σχολείων Ειδικής Αγωγής εν καιρώ πανδημίας», ποσοτικοποιεί και επιβεβαιώνει ότι οι ελλείψεις λειτουργούν επιβαρυντικά και οι οδηγίες του ΕΟΔΥ είναι ανεφάρμοστες για τη συντριπτική πλειοψηφία των παιδιών. Το ερωτηματολόγιο στάλθηκε σε όλα τα ειδικά σχολεία της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και απάντησαν 709 εργαζόμενοι όλων των ειδικοτήτων, παιδαγωγικό, επιστημονικό και βοηθητικό προσωπικό.
Πιο συγκεκριμένα, από τα ευρήματα προκύπτουν τα εξής: το 62% των ερωτηθέντων απαντά ότι οι οδηγίες του ΕΟΔΥ μπορούν να εφαρμοστούν με δυσχέρεια, τα 2/3 των εργαζομένων ότι η καθαριότητα και η υγιεινή των κοινόχρηστων χώρων και των αποδυτηρίων είναι ανεπαρκής, ενώ το 60% απάντησε ότι το προσωπικό καθαριότητας δεν επαρκεί για να εφαρμοστούν σωστά τα πρωτόκολλα υγιεινής στα σχολεία.
Επιπλέον, με δεδομένη την κτιριακή κατάσταση της πλειοψηφίας των ειδικών σχολείων, οι αποστάσεις είναι αδύνατον να τηρηθούν απάντησε το 83% των ερωτηθέντων, ενώ δεν υπάρχουν διαθέσιμες αίθουσες για την απομόνωση κρουσμάτων ή κοινόχρηστοι χώροι που μπορούν να τηρούνται αποστάσεις μεταξύ των εργαζομένων.
Ακόμα, σοβαρό ζήτημα διασποράς του ιού επισημαίνεται στη μεταφορά των μαθητών, από το 77,3% των εργαζομένων, καθώς δεν τηρούνται οι αναγκαίες αποστάσεις, οι μαθητές είναι από διαφορετικά σχολεία, ενώ άγνωστο είναι εάν απολυμαίνονται στο εσωτερικό τους πριν τα δρομολόγια.
Η ανίχνευση κρουσμάτων είναι ελλιπής, καθώς μόλις στο 11% έχουν γίνει τεστ σε μαθητές, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία, το 70%, απαντά ότι δεν έχουν γίνει καθόλου ή έχουν γίνει σε ελάχιστο βαθμό, με την έλλειψη ιχνηλάτησης σε περίπτωση επιβεβαιωμένου κρούσματος να παρουσιάζει ανάλογα υψηλά ποσοστά.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι από τα κενά που προκύψαν από τις άδειες των ευάλωτων ομάδων δεν αναπληρώθηκαν σε ποσοστό 54,8% για τους μόνιμους και 64,2% των αναπληρωτών/ωρομισθίων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ποιότητα, την ασφάλεια της παιδαγωγικής και επιστημονικής πράξης.
Από την ενδιαφέρουσα αυτή έρευνα επιβεβαιώνεται η αναγκαιότητα λήψης μέτρων από την πλευρά της κυβέρνησης, όπως σωστά διεκδικούν φορείς και σύλλογοι του κινήματος και επανειλημμένα έχει θέσει στη Βουλή το ΚΚΕ με Επίκαιρες Ερωτήσεις. Εδώ και τώρα: