Κυριακή 21 Απρίλη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 12
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Ο υπερδανεισμός των νοικοκυριών

Τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας για την υπερχρέωση των εργαζόμενων νοικοκυριών, που δημοσιοποιήθηκαν πρόσφατα, είναι αποκαλυπτικά για τις συνέπειες της μακροχρόνια εφαρμοζόμενης πολιτικής μονόπλευρης λιτότητας. Μας πληροφορούν πως χρόνο με το χρόνο, σκαρφαλώνουν σε όλο και ψηλότερα επίπεδα οι ξέφρενοι ρυθμοί αύξησης των καταναλωτικών και στεγαστικών δανείων, που από τις αρχές της δεκαετίας του '90, είναι πολλαπλάσιοι του πληθωρισμού. Για παράδειγμα, πέρσι ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των καταναλωτικών και στεγαστικών δανείων, ξεπέρασε το 42%, από 34% που ήταν το 2000. Σε απόλυτους αριθμούς, τα δάνεια των εργαζόμενων νοικοκυριών στις εμπορικές τράπεζες, αυξήθηκαν το 2001 κατά 6,7 δισ. ευρώ (2,3 τρισ. δραχμές).

Οι ξέφρενοι ρυθμοί, με τους οποίους αυξάνονται τα τραπεζικά δάνεια προς τους οικονομικά αδύνατους, σκιαγραφούν - με την ψυχρή γλώσσα των αριθμών - τους σοβαρότατους κινδύνους που κρύβει η «δανεική ευημερία». Ετσι, ενώ οι τραπεζίτες που έχουν θησαυρίσει από τους τοκογλυφικούς όρους με τους οποίους δανείζουν το χρήμα προσπαθούν να βρουν νέους πελάτες, η διοίκηση της Τράπεζας Ελλάδας - που με την πολιτική της στήριξε και στηρίζει έμπρακτα τον υπερδανεισμό των νοικοκυριών - άρχισε ήδη να εκφράζει δημόσια (τουλάχιστον στα λόγια) την ανησυχία της. Αν και προς το παρόν, η διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδας, δε θεωρεί τα ελληνικά νοικοκυριά «υπερχρεωμένα», ωστόσο εκφράζει τις ανησυχίες ότι «η συνέχιση των τάσεων αυτών και στα επόμενα χρόνια θα αυξήσει υπερβολικά τις υποχρεώσεις τους και μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στην εξυπηρέτηση των δανείων».

Ομως, η ανησυχία αυτή - όσο κι αν είναι βάσιμη - δεν πείθει κανέναν ότι προβληματίζει σοβαρά την ηγεσία της Τράπεζας της Ελλάδας. Και σίγουρα, η δημοσιοποίηση της ανησυχίας, από μόνη της, δεν πρόκειται να ανακόψει την ξέφρενη πορεία υπερχρέωσης των νοικοκυριών, για τους εξής τρεις - τουλάχιστον - λόγους. Πρώτον, γιατί οι αντικειμενικές αιτίες διόγκωσης του τραπεζικού δανεισμού των εργαζόμενων νοικοκυριών - δηλαδή η αντιλαϊκή οικονομική πολιτική μονόπλευρης λιτότητας που έχουν επιλέξει οι κυβερνήσεις των 15 της ΕΕ, και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τις οποίες υλοποιούν κατά γράμμα σε κάθε χώρα μέλος της - παραμένουν άθικτες. Δεύτερον, γιατί οι τραπεζίτες των χωρών - μελών της ΕΕ - και της Ελλάδας - μεθυσμένοι από τα υπερκέρδη που τους αποφέρει η πολιτική της «δανεικής ευημερίας», συνεχίζουν να ξοδεύουν κάθε χρόνο αστρονομικά ποσά για να διαφημίσουν ότι είναι πρόθυμοι να... «βοηθήσουν» όσους δυσκολεύονται να τα φέρουν βόλτα, με «φτηνά» δάνεια που χορηγούνται στο «άψε - σβήσε»! Τρίτον, γιατί και να ήθελε η Τράπεζα της Ελλάδας να «βάλει φρένο» στον ξέφρενο ρυθμό αύξησης των καταναλωτικών και στεγαστικών δανείων - και να περιορίσει έτσι τους κινδύνους που συνεπάγεται αυτή η πορεία - τόσο για τους καταναλωτές όσο και τους ίδιους τους τραπεζίτες - δεν μπορεί. Και δεν μπορεί, γιατί τα δικαιώματα χάραξης και άσκησης εθνικής νομισματοπιστωτικής πολιτικής, έχουν εκχωρηθεί από τους κυβερνώντες - και όσους λιβανίζουν την ΟΝΕ και την ΕΕ - στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι η ανησυχία που εκδηλώνεται στην τελευταία έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας, είναι μεν βάσιμη, αλλά φαντάζει κάλπικη καθώς η ίδια η διοίκησή της στήριξη έμπρακτα και στηρίζει το συγκεκριμένο μοντέλο πολιτικής της ΕΕ, της ΟΝΕ και της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης. Εξάλλου, κορυφαία στελέχη του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνηση και των διοικήσεων τραπεζών (Ελλάδας, Εθνικής, Εμπορικής) που διορίζονται από το κυβερνών κόμμα, υπεραμυνόμενοι της συνέχισης της αντιλαϊκής πολιτικής μονόπλευρης λιτότητας, υπερθεματίζουν υπέρ της αύξησης των καταναλωτικών και στεγαστικών δανείων, με το επιχείρημα ότι «τα συγκεκριμένα δάνεια, σαν ποσοστό του ΑΕΠ, είναι πολύ κάτω από τα επίπεδα της ΕΕ και των ΗΠΑ»... Καθώς οι κυβερνώντες και οι τραπεζίτες δεν ανησυχούν πραγματικά από την υπερχρέωση των νοικοκυριών (η «δανεική ευημερία» τους βολεύει να υλοποιούν με το αζημίωτο την αντιλαϊκή πολιτική μονόπλευρης λιτότητας), οι εργαζόμενοι έχουν και δικαίωμα και υποχρέωση να αγωνιστούν για την ανατροπή αυτής της πολιτικής, που υποθηκεύει το αύριο το δικό τους και των παιδιών τους.


Λ.άμπρος ΤΟΚΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ