Αυτήν τη φορά το «μυστικό» κρύφτηκε στην 4ήμερη εργασία στην Ισλανδία, που όπως μαθαίνουμε από τη σχετική αρθρογραφία («Lifo» 28/10, «Εφημερίδα των Συντακτών» 29/10 κ.ο.κ.) και «12,5 φορές υψηλότερη ανάπτυξη σε σχέση με την Ευρωζώνη» εξασφάλισε, και «χαμηλή ανεργία, μόλις 3,4%, σχεδόν τη μισή από την Ευρώπη» έχει, και όλα αυτά «χωρίς να χάνει πόντους η παραγωγικότητα».
«Κάν' το όπως η Ισλανδία!», αναφωνούν λοιπόν οι ντόπιοι σοσιαλδημοκράτες, παρεμπιπτόντως αντιγράφοντας κατά λέξη τα όσα δημοσίευαν στα θέματά τους το BBC και το CNN, οι γνωστοί αυτοί φιλεργατικοί οργανισμοί.
Μια ματιά ωστόσο στην ίδια την έκθεση της ισλανδικής ΜΚΟ Alda («Ενωση για τη βιωσιμότητα και τη δημοκρατία») που επικαλούνται, δείχνει πως για μια ακόμη φορά το «εκλεκτό έδεσμα» είναι σκέτη φόλα για τους εργαζόμενους.
Διαβάζουμε από την έκθεση: «Η Ισλανδία είναι μια από τις πλουσιότερες χώρες όσον αφορά το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, με πολύ υψηλά επίπεδα εισοδήματος, υψηλή συμμετοχή εργατικού δυναμικού, χαμηλή ανεργία και μια προηγμένη - προσανατολισμένη στις υπηρεσίες - οικονομία. Παρ' όλα αυτά, έχει χαμηλότερη παραγωγικότητα από πολλούς από τους σκανδιναβικούς γείτονές της, καθώς και περισσότερες ώρες εργασίας και πολύ μεγάλο αναμενόμενο εργασιακό βίο».
Για να καταλάβει κανείς το πώς μεταφράζονται όλα αυτά, το 2018 η Ισλανδία βρισκόταν στην 3η θέση των χωρών της ΕΕ με τις περισσότερες ώρες εργασίας, με βδομάδα 44 ωρών (κατά μέσο όρο), ενώ το προσδόκιμο του εργασιακού βίου ήταν τα... 47 χρόνια δουλειάς, κυριολεκτικά έως τον τάφο. «Πράγματι», λέει η έκθεση, «ο ΟΟΣΑ τοποθετεί την Ισλανδία ως μία από τις χώρες που παρέχει τον μικρότερο αριθμό ωρών ανά εβδομάδα για αναψυχή και προσωπική φροντίδα - ένα βασικό συστατικό της υγιούς ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής - αφήνοντάς την να φυτοζωεί δίπλα σε άλλα κράτη με μεγάλη ένταση εργασίας, όπως η Χιλή, το Μεξικό και η Ιαπωνία. Η Ισλανδία τοποθετείται επίσης ως μία από τις χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά εργαζομένων που εργάζονται "εξαιρετικά πολλές ώρες" (OECD, n.d.)».
Το βασικό βέβαια πρόβλημα για τους καπιταλιστές και τις κυβερνήσεις τους δεν ήταν γενικά η «ισορροπία» των εργαζομένων τους, αλλά άλλο, και το περιγράφει γλαφυρά η έκθεση: «Εξαντλημένο από τις πολλές ώρες εργασίας, το ισλανδικό εργατικό δυναμικό είναι συχνά κουρασμένο, γεγονός που επιβαρύνει την παραγωγικότητά του. Σε έναν φαύλο κύκλο, αυτή η χαμηλότερη παραγωγικότητα καταλήγει να απαιτεί περισσότερες εργάσιμες ημέρες για να "αναπληρώσει" τη χαμένη παραγωγή, μειώνοντας ακόμη περισσότερο την "παραγωγικότητα ανά ώρα"».
Και μειώνοντας την «παραγωγικότητα» - τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται - το ποσοστό της υπεραξίας μικραίνει, η ψαλίδα από τους ανταγωνιστές μεγαλώνει, όπως εν μέρει αποτυπώνεται και στο διπλανό γράφημα 1 που αποτυπώνει τις ώρες εργασίας και την παραγωγικότητα σε σχέση με τις άλλες χώρες της περιοχής.
Σε αυτές ακριβώς τις «ανησυχίες» έρχονται να απαντήσουν τα διάφορα «πειράματα» της 4ήμερης όπως και κάθε άλλου τύπου διευθέτησης του χρόνου εργασίας, που δοκιμάζουν οι καπιταλιστές με «σταθερά» το πώς θα ανεβαίνει ο βαθμός εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης. Για να καταλάβει κανείς το ζύγι με το οποίο «μετράνε», η έκθεση καταγράφει πως πέρα από το «δεδομένο» που ήταν ότι η παραγωγικότητα δεν θα έπρεπε να πέφτει, κριτήριο του «πετυχημένου μοντέλου» ήταν και να μην επιβαρύνει τον προϋπολογισμό.
Το ακόμα καλύτερο βέβαια είναι πως παρά τους «πηχυαίους τίτλους» που ντύνουν τα συμπεράσματα της έκθεσης, τα ίδια τα συμπεράσματα της έκθεσης επί της ουσίας αποτυπώνουν ότι η κατάσταση... απλά χειροτέρεψε για τους εργαζόμενους, μέσα από διάφορους δρόμους.
Το πρώτο και πιο χαρακτηριστικό στοιχείο είναι ότι οι εργάσιμες ώρες μειώθηκαν, αλλά... οι υπερωρίες (τουλάχιστον στις μισές περιπτώσεις, όπως δείχνει το γράφημα 2) αυξήθηκαν! Και αυτό το στοιχείο, βέβαια, πέρα από την εμφανή κοροϊδία, αποτυπώνει και το πώς η εργατική δύναμη γίνεται διαθέσιμη «όταν κι όποτε» τη θέλει το αφεντικό, με μέτρα που στην προμετωπίδα τους γράφουν τάχα τη «μείωση του εργάσιμου χρόνου».
Αλλά και η παραπέρα ευελιξία, όπως και η εντατικοποίηση της εργασίας, μπήκε πιο στα γεμάτα στο «μενού». Χαρακτηριστικά τα όσα καταγράφει μια από τις μαρτυρίες εργαζομένων, που φιλοξενούνται στην έκθεση, σχετικά με το τι άλλαξε: «Για παράδειγμα, αλλάξαμε τα σχέδια βάρδιας. Αυτό άλλαξε τον τρόπο σκέψης στον χώρο εργασίας κάπως αυτόματα, ξέρετε, αρχίσαμε να ξανασκεφτόμαστε και να γινόμαστε πιο ευέλικτοι. Αντί να κάνουν τα πράγματα με την ίδια, συνηθισμένη ρουτίνα όπως πριν, οι άνθρωποι επαναξιολόγησαν τον τρόπο με τον οποίο κάνουν τα πράγματα...».
Να σημειωθεί πως σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης, τα παραπάνω δείχνουν υποτίθεται πως σε αντίθεση με όσα λέγονταν προηγουμένως ότι οι μειωμένες ώρες σημαίνουν ότι οι εργαζόμενοι θα δουλεύουν εκτός ωραρίου, αρκούσε απλά... μια καλύτερη οργάνωση της δουλειάς. Μια οργάνωση που όμως στην πραγματικότητα έχει στόχο το πώς θα στύβει από τους εργαζόμενους περισσότερη απλήρωτη δουλειά σε λιγότερο χρόνο, μεταξύ άλλων και με όσα «καινοτόμα» περιγράφονται, όπως π.χ. η αντικατάσταση ζωντανών συσκέψεων και συνεδριάσεων με ηλεκτρονική αλληλογραφία κ.ο.κ.
Παράλληλα η έκθεση καταγράφει και τους εργαζόμενους που δουλεύουν μέσα στην ίδια επιχείρηση με διάφορες «ταχύτητες» και καθεστώτα εργασίας, ενώ στα σχετικά δημοσιεύματα σημειώνεται πως «μεταξύ 2020 - 2022 πάνω από το 51% των εργαζομένων της Ισλανδίας ακολούθησε την προσφορά ενός μικρότερου ωραρίου εργασίας, μεταξύ των οποίων ήταν και η εβδομάδα των 4 ημερών», υπονοώντας δηλαδή πως μέσα στις συμβάσεις που υπογράφτηκαν ήταν και η παραπέρα γενίκευση των ευέλικτων μορφών εργασίας. Αλλωστε, η έκθεση διαπιστώνει ως ένα από τα προβλήματα της ισλανδικής οικονομίας πως «ένα πολύ υψηλό ποσοστό του ισλανδικού πληθυσμού εργάζεται με πλήρες ωράριο», το οποίο το 2018 έφτανε το 75%.
Οσο λοιπόν κι αν αναποδογυρίσουν την πραγματικότητα, δεν κρύβεται με τίποτα ότι και το εν λόγω «πείραμα» του 4ήμερου αποτελεί στα χέρια των καπιταλιστών μία ακόμα μορφή «διευθέτησης» του εργάσιμου χρόνου, όπου οι εργαζόμενοι δεσμεύονται να «βγάζουν τη δουλειά» μίας βδομάδας σε λιγότερες μέρες, αλλά είτε δουλεύοντας περισσότερες ώρες την ημέρα είτε πολλαπλασιάζοντας την ένταση της εργασίας, ανεβάζοντας την παραγωγικότητα, πολλαπλασιάζοντας την υπερεργασία, χωρίς φυσικά συνολικά πρόσθετες αμοιβές.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι οι ίδιες οι έρευνες σημειώνουν πως οι αμοιβές παρέμειναν σταθερές, εστιάζοντας τα θετικά στη λεγόμενη «εξισορρόπηση της εργασίας με την ιδιωτική ζωή τους» (για την οποία «ισορροπία» να σημειωθεί πως μόλις μια οριακή πλειοψηφία - 52% - είναι όσοι στις σχετικές έρευνες δηλώνουν ότι αυτή έχει βελτιωθεί με το τετραήμερο). Τι μετράνε όμως στην πραγματικότητα οι σχετικές έρευνες και τα επιτελεία με τους σχετικούς δείκτες; Οχι βέβαια το πόσο ικανοποιημένοι είναι οι εργαζόμενοι από τη ζωή τους, ούτε το πόσο ικανοποιούνται οι σύγχρονες ανάγκες τους στον περισσότερο ελεύθερο χρόνο που σήμερα υπάρχει αντικειμενικά η δυνατότητα να απολαμβάνουν οι εργαζόμενοι, αλλά αντίθετα πόσα περιθώρια έχουν στον «ελεύθερο» αυτό χρόνο τους να αναλάβουν τα πρόσθετα βάρη, που τους προσθέτει η «απόσυρση» του αστικού κράτους από μια σειρά τομείς όπως της Παιδείας, της Υγείας και Πρόνοιας και η παραπέρα εμπορευματοποίησή τους. Και βέβαια, με τη μεζούρα του «κόστους - οφέλους» για το αστικό κράτος και το κεφάλαιο, υπολογίζουν και το πόση θα είναι η «επιβάρυνσή» τους από προβλήματα υγείας που προκύπτουν από την παρατεταμένη εργασία.
Με δυο λόγια, οι σοσιαλδημοκράτες «μάγοι» έμειναν και πάλι με το ραβδί στο χέρι, να παριστάνουν ότι με τέτοια τερτίπια «δαμάζουν» τάχα το θηρίο της καπιταλιστικής οικονομίας και το κάνουν «γατάκι» για τις λαϊκές ανάγκες, χωρίς σύγκρουση για την ανατροπή με την ίδια την «καρδιά» της καπιταλιστικής οικονομίας, το κέρδος και τους σιδερένιους νόμους του.
Παρεμπιπτόντως, ένας ακόμη μύθος καταρρέει ακόμη πιο γρήγορα αυτήν τη φορά, δείχνοντας πως με τέτοια «κόλπα» δεν «ξορκίζεται» η πτώση του μέσου ποσοστού κέρδους που βρίσκεται στο DNA του καπιταλιστικού συστήματος: Ηδη μια σειρά από εκτιμήσεις, όπως η πρόσφατη έκθεση του ΔΝΤ, έχουν αρχίσει να διαβλέπουν αύξηση της ανεργίας και επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης στην Ισλανδία για τα ερχόμενα χρόνια και αναρωτιούνται αν το σχετικό πείραμα μπορεί να διαρκέσει...