Με βάση τα στοιχεία της Eurostat που αξιοποιεί η έρευνα, η βιομηχανική παραγωγή στη Δυτική Μακεδονία το 2014 αντιστοιχούσε στο 8% της επικράτειας, ενώ το 2021 αντιστοιχούσε σε κάτι παραπάνω από 4%. «Η σημαντική πτώση του 2021 είναι αποτέλεσμα της ενεργειακής μετάβασης...» σύμφωνα με τη μελέτη, ενώ αντίθετα «...ο κλάδος της γεωργίας και κτηνοτροφίας αυξάνεται σημαντικά σε σχέση με την επικράτεια, φτάνοντας το 2021 περίπου στο 5% της επικράτειας, από 3% το 2010. Παρατηρείται δηλαδή μια αποαναπτυξιακή διεργασία, καθώς περιορίζεται ο κλάδος της βιομηχανίας και ενισχύεται ο αγροτικός τομέας».
Οσον αφορά τους ανέργους, το ποσοστό των πτυχιούχων, που παραμένουν άνεργοι πάνω από έναν χρόνο, όχι μόνο δεν υποχωρεί, αλλά αντίθετα με τη τάση στην υπόλοιπη επικράτεια για το 2023 παρουσιάζει αύξηση συγκριτικά με το 2018, «από 69% σε 71%». Ουσιαστικά, πάνω από 7 στους 10 ανέργους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη Δυτική Μακεδονία παραμένουν χωρίς εργασία για περισσότερο από έναν χρόνο και χωρίς να υπάρχει προοπτική βελτίωσης της περίφημης «απασχολησιμότητας», για την οποία «πασχίζει» η κυβέρνηση με τα διάφορα προγράμματα κατάρτισης του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για την απασχόληση.
Ακόμη πιο αισθητή η ανεργία παρουσιάζεται στις γυναίκες τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, «με τον αριθμό των άνεργων γυναικών να έχει διπλασιαστεί το 2021 σε σχέση με το 2010 (!)», σύμφωνα πάντα με την έρευνα.
Χειρότερη είναι η κατάσταση και σε όσους εργάζονται, καθώς με βάση τη μελέτη του ΙΝΕ της ΓΣΕΕ, «το ωρομίσθιο στη Δυτική Μακεδονία έχει υποστεί τη μεγαλύτερη μείωση σε σχέση με το 2010. Συγκεκριμένα, το 2021 η Δυτική Μακεδονία κατέγραφε τη μεγαλύτερη ποσοστιαία απόκλιση του ωρομισθίου από το επίπεδο του 2010 (-32%), σε σύγκριση με τις υπόλοιπες περιφέρειες. (...) Μεταξύ του 2010 και του 2021 σημαντική (...) ήταν η συρρίκνωση των ωρομισθίων στους κλάδους "Διαχείριση ακίνητης περιουσίας" και "Επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνικές υπηρεσίες", ενώ πολύ μεγάλη ήταν η πτώση στη βιομηχανία».
Οπως σημειώνεται στα συμπεράσματα της έρευνας, «η στρεβλότητα αυτή... (σ.σ. εννοεί την αντίθεση με την υπόλοιπη επικράτεια) και ο αποαναπτυξιακός χαρακτήρας αυτής της κατάστασης ενισχύονται από την ενεργειακή μετάβαση. Αν δεν υπάρξει υποκατάσταση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη με άλλες πιο πράσινες μορφές, η παραγωγή της Δυτικής Μακεδονίας θα περιοριστεί δραματικά (...) Συνεπώς, αποτελεί κομβικό άξονα στρατηγικής να θεσπιστούν οι απαραίτητες πολιτικές που μπορούν να ωθήσουν τη συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό και το ποσοστό απασχόλησης κοντά στον μέσο όρο της ΕΕ». Το απίθανο εδώ είναι πως τα συμπεράσματα στα οποία καταλήγουν οι επιστημονικοί συνεργάτες του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ είναι ουσιαστικά «να πάρουμε ξανά τον δρόμο που μας έφερε ως εδώ»...
Αυτό που σημειώνεται ως «στρεβλότητα» από τη μελέτη είναι στην πραγματικότητα η «κανονικότητα» της άναρχης παραγωγής του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης για το κέρδος των επιχειρηματικών ομίλων, της στρατηγικής της ΕΕ για την «πράσινη» μετάβαση, της ενεργειακής πολιτικής όλων των κυβερνήσεων που έκλεισαν και κλείνουν ΑΗΣ και Ορυχεία, εκτινάσσοντας μεταξύ άλλων τις τιμές του ρεύματος και της θέρμανσης για να αυγατίζουν τα κέρδη τους η ΔΕΗ ΑΕ και άλλα «πράσινα» αρπακτικά.
Η πραγματική «στρεβλότητα» είναι ότι οι μεγάλες δυνατότητες που έχει σήμερα η επιστήμη και η τεχνολογία για ενεργειακό κεντρικό σχεδιασμό, που θα βάζει σε κίνηση όλες τις μορφές Ενέργειας αξιοποιώντας όλους τους εργαζόμενους και εξασφαλίζοντας φθηνή και απρόσκοπτη ηλεκτρική Ενέργεια και θέρμανση, θυσιάζονται σήμερα στον βωμό του καπιταλιστικού κέρδους.