2024 The Associated Press. All |
Ο στρατός της Συρίας, έχοντας στο πλευρό τους συμμάχους του (Ρωσία, Ιράν, σιιτικές πολιτοφυλακές σε Ιράκ και Λίβανο), προχώρησε χτες σε δυναμική αντεπίθεση, μια βδομάδα μετά την αιφνιδιαστική επίθεση τζιχαντιστών οργάνωσης - παρακλάδι της «Αλ Κάιντα» και φιλότουρκων μισθοφόρων του λεγόμενου «Συριακού Εθνικού Στρατού», που οδήγησε στον έλεγχο της στρατηγικής, δεύτερης μεγαλύτερης πόλης της Συρίας, Χαλεπίου και στην κατοχή τμημάτων της βόρειας επαρχίας Χάμα.
Η αντεπίθεση ξεκίνησε από την πόλη Χάμα της ομώνυμης επαρχίας που βρίσκεται στην κεντρική Συρία και παραμένει σε στρατηγική θέση μεταξύ Χαλεπίου και Δαμασκού.
Οι επιχειρήσεις του συριακού στρατού ξεκίνησαν λίγο μετά τα μεσάνυχτα Τρίτης προς Τετάρτη με βασικό στόχο τους τζιχαντιστές της οργάνωσης «Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ» (HTS). Οι επιχειρήσεις οδήγησαν γρήγορα σε σφοδρές συγκρούσεις εμποδίζοντας τους τζιχαντιστές να ελέγξουν βασικούς τομείς της πόλης. Σύμφωνα με το συριακό πρακτορείο ειδήσεων SANA και το ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων TASS, ο συριακός στρατός απέκρουσε τους τζιχαντιστές σε απόσταση 10 χλμ. από την πόλη Χάμα και συνέχισε τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εναντίον και «άλλων τρομοκρατικών οργανώσεων» στην επαρχία Χάμα.
Στο μεταξύ, χτες, ο αρχηγός των τζιχαντιστών της HTS, Αμπού Μοχάμεντ αλ Τζουλάνι, επισκέφθηκε το κάστρο της πόλης Χαλεπίου εν μέσω επευφημιών μελών της οργάνωσης.
Το αντικυβερνητικό «Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων», που εδρεύει στο Λονδίνο, υποστηρίζει ότι μέσα στην τελευταία βδομάδα στις συγκρούσεις σκοτώθηκαν τουλάχιστον 602 άτομα, εκ των οποίων 104 άμαχοι, ενώ σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ εκτοπίστηκαν από τις εστίες τους πάνω από 50.000 άλλοι. Από την άλλη, η συριακή κρατική τηλεόραση μετέδωσε ότι αυτήν τη βδομάδα σε αεροπορικές επιδρομές της συριακής και ρωσικής Πολεμικής Αεροπορίας σκοτώθηκαν «πάνω από 1.600 τζιχαντιστές».
Στην έδρα του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη πραγματοποιήθηκε, αργά το βράδυ της Τρίτης, έκτακτη συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας με επίκεντρο τη ραγδαία αναζωπύρωση των συγκρούσεων στα μέτωπα της Συρίας. Αρχικά πήρε τον λόγο ο ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ στην εμπόλεμη (από το 2011) χώρα, Γκεΐρ Οτο Πέντερσεν, ο οποίος τόνισε ότι στην περίπτωση της Συρίας δεν υπάρχει στρατιωτική λύση αλλά μόνο πολιτική. Προειδοποίησε, δε, για τον κίνδυνο περαιτέρω επιδείνωσης του πολέμου εφόσον δεν υπάρξει άμεση αποκλιμάκωση. Ο Πέντερσεν απηύθυνε διεθνώς έκκληση για αναζωογόνηση των διεθνών ειρηνευτικών προσπαθειών και διαπραγματεύσεων στη βάση της απόφασης 2254 του ΟΗΕ, που αναφέρεται στην εδαφική ακεραιότητα και κυριαρχία της χώρας.
Ο Ρώσος πρέσβης στον ΟΗΕ, Βασίλι Νεμπένζια, παίρνοντας τον λόγο κατηγόρησε τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους ότι βοηθούν και ενισχύουν τις τρομοκρατικές οργανώσεις στη Συρία για την εξυπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων. Κατήγγειλε επίσης και τον ρόλο της Ουκρανίας και την παρουσία Ουκρανών αξιωματούχων του στρατού και των μυστικών υπηρεσιών στο συριακό έδαφος, τονίζοντας ότι συνέβαλαν στον εξοπλισμό και εκπαίδευση των τζιχαντιστών της οργάνωσης «Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ» και εξέφρασε «βαθιά ανησυχία» για το γεγονός πως ο ΟΗΕ δεν είναι σε θέση να καταδικάσει την τρομοκρατική επίθεση στη Συρία.
Ο Κινέζος πρέσβης στον ΟΗΕ, Φου Κονγκ, επίσης καταδίκασε τη δράση των τρομοκρατικών ένοπλων οργανώσεων στη Συρία και τόνισε ότι οι επιθέσεις τους «υποβάθμισαν τη σταθερότητα της χώρας» τα τελευταία χρόνια. Στηλίτευσε έντονα τη στάση της «Δύσης» και της «διεθνούς κοινότητας» ειδικά σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας στη Συρία και αλλού, προσθέτοντας πως η τρομοκρατία «είναι κοινός εχθρός για όλους και η διεθνής κοινότητα θα πρέπει να εγκαταλείψει τα δύο μέτρα και δύο σταθμά στην αντιμετώπιση του φαινομένου». Καταδίκασε απερίφραστα την επίθεση των τζιχαντιστών στο ιρανικό προξενείο στο Χαλέπι και απαίτησε τη διεθνή στήριξη στην κυβέρνηση της Συρίας προκειμένου να καταπολεμήσει τους τρομοκράτες.
Ο Σύρος πρέσβης στον ΟΗΕ, Κουσάι αλ Νταχάκ, κατήγγειλε το Ισραήλ ότι προετοίμασε το έδαφος για τους υποστηριζόμενους από το εξωτερικό τρομοκράτες να επιτεθούν στη Συρία, επισημαίνοντας πως μόνο τυχαία δεν ήταν η χρονική σύμπτωση της τρομοκρατικής επίθεσης στο Χαλέπι με την είσοδο τρομοκρατών στα βόρεια σύνορα της Συρίας και την αύξηση ξένης βοήθειας προς αυτούς, όπως στρατιωτικός σύγχρονος εξοπλισμός, βαριά όπλα, τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού, προηγμένα συστήματα δορυφορικής επικοινωνίας και γραμμές ανεφοδιασμού.
Ο αναπληρωτής πρέσβης των ΗΠΑ στον ΟΗΕ, Ρόμπερτ Γουντ, που προήδρευσε της συνεδρίασης, κατηγόρησε το Ιράν, τη Ρωσία και τη Χεζμπολάχ του Λιβάνου για τη νέα κλιμάκωση των συγκρούσεων στη Συρία αποφεύγοντας να σχολιάσει τις τρομοκρατικές επιθέσεις στη Συρία και τον ρόλο ξένων δυνάμεων στη στρατιωτική και οικονομική στήριξη των τζιχαντιστών και άλλων «αντικαθεστωτικών». Ετσι, επέρριψε ευθύνη στη συριακή κυβέρνηση επειδή «αρνείται να συμμετάσχει σε μια πολιτική διαδικασία» στη βάση της απόφασης 2254, λέγοντας ότι η εξάρτησή της από τη Ρωσία και το Ιράν δημιούργησε συνθήκες «που τώρα ξεδιπλώνονται στη βορειοδυτική Συρία». Ισχυρίστηκε δε ότι οι ΗΠΑ δεν έχουν άμεση σχέση με τους τζιχαντιστές της οργάνωσης HTS που ο ΟΗΕ έχει αναγνωρίσει ως τρομοκρατική.
Την ίδια στάση τήρησε ο αναπληρωτής πρέσβης της Βρετανίας στον ΟΗΕ, Τζέιμς Καριούκι, αποφεύγοντας να καταδικάσει τις επιθέσεις τζιχαντιστών κατά του συριακού στρατού και λαού, επιρρίπτοντας ευθύνες σε Ρωσία και Ιράν, ότι δημιούργησαν τις συνθήκες «για αποσταθεροποίηση και κλιμάκωση της έντασης».
Ο αναπληρωτής πρέσβης του Λιβάνου στον ΟΗΕ, Χάντι Χαχίμ, τοποθετήθηκε εκ μέρους των 22 χωρών του Αραβικού Συνδέσμου διαβάζοντας δήλωση κατά την οποία καταδικάστηκαν οι τρομοκρατικές επιθέσεις στο Χαλέπι και οι παρεμβάσεις ξένων δυνάμεων στις εσωτερικές υποθέσεις της Συρίας. Εκ μέρους των αραβικών χωρών τόνισε ότι οι εξελίξεις στη Συρία έχουν αντίκτυπο στην περιφερειακή ασφάλεια και εξέφρασε την πλήρη υποστήριξή τους και αλληλεγγύη τους στη Συρία σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση των τρομοκρατικών οργανώσεων, όπως το «Ισλαμικό Κράτος», το «Μέτωπο Αλ Νούσρα», η οργάνωση HTS, κ.ά. Επιπλέον οι χώρες του Αραβικού Συνδέσμου απαίτησαν την άμεση αποχώρηση «όλων των ξένων δυνάμεων» που βρίσκονται στο συριακό έδαφος δίχως την άδεια της συριακής κυβέρνησης, σε μια έμμεση αλλά σαφή αναφορά στις δυνάμεις των στρατών ΗΠΑ και Τουρκίας που έχουν παράνομα καταλάβει συριακά εδάφη.
Χτες, η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα, ανακοίνωσε ότι Ρωσία, Ιράν και Τουρκία «είναι σε στενή επαφή» για τις συγκρούσεις στη Συρία, ενώ δύο μέρες πριν ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών, Αμπάς Αραγτσί, δεν απέκλεισε διαβουλεύσεις για τις εξελίξεις στη Συρία στο περιθώριο του Φόρουμ της Ντόχα το Σαββατοκύριακο 7 και 8 Δεκέμβρη.
Η Ζαχάροβα τόνισε επίσης πως η Ρωσία «εργάζεται ενεργά με διεθνείς εταίρους της για να εξασφαλίσει τη γρήγορη σταθεροποίηση της κατάστασης στη Συρία», εκφράζοντας για άλλη μια φορά «αλληλεγγύη στην ηγεσία της Συρίας και στον λαό της σε αυτήν τη δύσκολη περίσταση». Πρόσθεσε ότι η Ρωσία επιβεβαιώνει «τη δέσμευσή της στη διατήρηση της κυριαρχίας, ενότητας και εδαφικής ακεραιότητας της Συρίας» και ότι υποστηρίζει πλήρως «τις προσπάθειες των συριακών αρχών για καταπολέμηση των τρομοκρατικών οργανώσεων και την αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης».
Στο μεταξύ, διπλωμάτης από την πρεσβεία του Ιράν στη Μόσχα ανακοίνωσε ότι ανώτερο στέλεχος από το γραφείο του Ιρανού Σιίτη ανώτατου ηγέτη Αλί Χαμενεΐ βρίσκεται από χτες στη Μόσχα για διαβουλεύσεις.
Το βράδυ της Τρίτης, ο Ιρακινός πρωθυπουργός, Μοχάμεντ Σία αλ Σουντάνι, μετά από τηλεφωνική επικοινωνία με τον Τούρκο Πρόεδρο, Ρ. Τ. Ερντογάν, τόνισε ότι συζήτησαν τις εξελίξεις στη Συρία και ότι το Ιράκ «δεν θα μείνει απλός παρατηρητής» των εκεί εξελίξεων, ενόσω μάλιστα υπάρχουν ομάδες πληθυσμού «που πέφτουν θύματα εθνοκάθαρσης». Ο Σουντάνι πρόσθεσε ότι όσα συμβαίνουν σήμερα στη Συρία «είναι προς το συμφέρον της σιωνιστικής οντότητας (σ.σ. Ισραήλ) που σκόπιμα βομβαρδίζει θέσεις του συριακού στρατού με στόχο να ανοίξει τον δρόμο σε τρομοκρατικές οργανώσεις για να ελέγξουν επιπρόσθετες περιοχές στη Συρία».
Την Τρίτη, πρώτη μέρα της διήμερης ΝΑΤΟικής συνόδου στις Βρυξέλλες στις εργασίες συμμετείχε και ο Ιορδανός βασιλιάς, Αμπντάλα Β', συζητώντας με τους υπουργούς Εξωτερικών «πώς να βελτιώσουν τη συνεργασία τους για την αντιμετώπιση κοινών προκλήσεων ασφαλείας».
Σύμφωνα με ΝΑΤΟική ανακοίνωση, η Ιορδανία είναι «ένας από τους πιο σημαντικούς εταίρους του ΝΑΤΟ στη Μέση Ανατολή», ενώ η συμμετοχή του Ιορδανού μονάρχη στη σύνοδο χαιρετίστηκε ως «ιστορική πρώτη», με τον γγ της λυκοσυμμαχίας, Μαρκ Ρούτε, να αναγγέλλει πως αυτή θα ανοίξει σύντομα Γραφείο Συνδέσμου στο Αμμάν. Ο Ρούτε τόνισε ότι πρόκειται για «ένα σημαντικό βήμα για την ισχυροποίηση των βαθιών σχέσεων στην περιοχή».