Την λογική της ιδιωτικοποίησης δημόσιας περιουσίας και της αξιοποίησής της με μοναδικό κριτήριο το κέρδος - κάτι που επιβεβαιώνεται από τις εξελίξεις με την παραχώρηση της λειτουργίας του χιονοδρομικού κέντρου Περτουλίου, το οποίο βρίσκεται εντός του Πανεπιστημιακού Δάσους του ΑΠΘ, στον δήμο Πύλης - αναδεικνύει η Τομεακή Οργάνωση Πανεπιστημίων Κεντρικής Μακεδονίας του ΚΚΕ.
Κόντρα στα παραπάνω, διεκδικεί να διασφαλιστεί ο κοινωνικός χαρακτήρας του δάσους, να δρομολογηθούν όλα τα απαραίτητα έργα για την αποκατάσταση, πυροπροστασία και αναβάθμισή του, να διασφαλιστεί το επιστημονικό και εκπαιδευτικό έργο που συντελείται σε αυτό και να στελεχωθούν όλες οι κατάλληλες θέσεις εργασίας.
Τους τελευταίους μήνες το ΑΠΘ βρισκόταν σε προχωρημένες συζητήσεις, κυρίως με τον δήμο Πύλης, γύρω από την κατάρτιση προγραμματικής σύμβασης για τη λειτουργία του χιονοδρομικού κέντρου Περτουλίου. Στις αρχές Δεκέμβρη ο δήμος Πύλης εντελώς αιφνιδιαστικά αποχώρησε από τη διαπραγμάτευση και αιτήθηκε προς το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας να προβεί σε αφαίρεση της νομής από το ΑΠΘ, ώστε να την αποδώσει σε αυτόν.
Τελικά, στο πλαίσιο συνάντησης των εμπλεκόμενων μερών αποφεύχθηκε προσωρινά αυτή η εξέλιξη.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του πρύτανη του ΑΠΘ, θα γίνει επανεκκίνηση της διαπραγμάτευσης με αντικείμενο την παραχώρηση χρήσης από το ΑΠΘ και, στο πλαίσιο της σύμβασης που θα καταρτιστεί, το ίδρυμα «θα παραχωρήσει τη χρήση (και όχι τη νομή) της οικείας έκτασης στον δήμο Πύλης σε μακροχρόνια βάση, ώστε να επιτευχθεί η βέλτιστη εκμετάλλευση της οικείας έκτασης, προς όφελος τόσο των δικών του σκοπών όσο και της τοπικής κοινωνίας και οικονομίας».
Σε ανακοίνωσή της η ΤΟ Πανεπιστημίων Κ. Μακεδονίας του ΚΚΕ τονίζει ότι οι εξελίξεις κινούνται στη λογική της ιδιωτικοποίησης δημόσιας περιουσίας και της αξιοποίησής της με μοναδικό κριτήριο το κέρδος. Εξηγεί: «Ακόμα κι αν ο δήμος Πύλης δεν είναι τυπικά ιδιώτης, το αντιδραστικό νομικό πλαίσιο οδηγεί στη διαχείριση του χιονοδρομικού κέντρου και του αντίστοιχου τμήματος του δάσους με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Αυτό επιβεβαιώνει συνολικά και η εμπειρία της διαχείρισης της δημοτικής περιουσίας. Στην καλύτερη περίπτωση οι δήμοι καλούνταν χωρίς πόρους να διαχειριστούν δαπάνες που δεν καλύπτονται από την κρατική χρηματοδότηση, φορτώνοντας το κόστος στους δημότες, ενώ και οι όποιες προσφερόμενες υπηρεσίες μπαίνουν στη λογική της ανταποδοτικότητας και του κέρδους.
Από την άλλη, η αντίδραση της διοίκησης του ΑΠΘ, ακόμα και οι διαβεβαιώσεις ότι δεν αλλάζει το νομικό καθεστώς αλλά γίνεται παραχώρηση με ανταλλάγματα, καθόλου δεν μπορούν να καθησυχάζουν φοιτητές, εργαζόμενους και ακαδημαϊκούς του ΑΠΘ. Η συναίνεση με ανταλλάγματα μπορεί να σημαίνει κέρδη για το επιχειρηματικό πανεπιστήμιο, αλλά αφήνει πολλά ερωτήματα τόσο για το τι μέλλει γενέσθαι σε σχέση με την πανεπιστημιακή συμμετοχή στη φροντίδα και ανάπτυξη του μοναδικού αυτού δασικού πλούτου, όσο και για τις συνολικότερες επιπτώσεις στο εκπαιδευτικό και επιστημονικό έργο. Αλλωστε, σε ένα πράγμα συμφωνούν η σημερινή διοίκηση του ΑΠΘ (όπως και οι προηγούμενες) και η συγκεκριμένη διοίκηση στον δήμο Πύλης, ότι όποιος και να διαχειρίζεται το κομμάτι αυτό δημόσιας περιουσίας, πρέπει να έχει κέρδος. Ταυτόχρονα, η εξέλιξη αυτή δεν είναι ξεκομμένη από την ίδια την απαξίωση του δασικού πλούτου της χώρας, τους απανωτούς δασοκτόνους νόμους, την υποβάθμιση κάθε δημόσιας υπηρεσίας, την εν τέλει στοχευμένη ιδιωτικοποίηση κάθε λειτουργίας που αφορά τα δάση».
Συνεχίζοντας επισημαίνει ότι το ερώτημα δεν είναι ποιος φορέας θα υπηρετεί αυτήν τη στρατηγική της εμπορευματοποίησης, αν θα είναι ο δήμος ή το πανεπιστήμιο - επιχείρηση. «Το μεγάλο ζήτημα είναι να διασφαλιστεί ο κοινωνικός χαρακτήρας του δάσους, να δρομολογηθούν όλα τα απαραίτητα έργα για την αποκατάσταση, πυροπροστασία και αναβάθμισή του, να διασφαλιστεί το επιστημονικό και εκπαιδευτικό έργο που συντελείται σε αυτό και να στελεχωθούν όλες οι κατάλληλες θέσεις εργασίας. Να διεκδικηθεί δωρεάν πρόσβαση και υποδομές για δωρεάν ψυχαγωγία και άθληση στη νεολαία, στον λαό γενικότερα. Να ενισχυθούν υποδομές που είναι οικονομικά προσβάσιμες και συμβάλλουν στην ανάπτυξη του δάσους και όχι στην εμπορική του εκμετάλλευση. Ετσι ώστε να απολαμβάνουν τόσο ο λαός της περιοχής και όλης της χώρας όσο και η πανεπιστημιακή κοινότητα ένα δάσος που τους χαρίζει ολόπλευρα και δωρεάν τον πλούτο του. Στη βάση αυτή χρειάζεται να παλέψουν από κοινού η ακαδημαϊκή κοινότητα και ο λαός της περιοχής, και όχι για ένα δάσος εμπορευματοποιημένο, όπου απλά θα αλλάζει όνομα ο διαχειριστής».