Παρασκευή 17 Γενάρη 2025
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 15
ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΤΕΤΡΑΣΕΛΙΔΟ)
ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ - ΚΟΜΙΣΙΟΝ
«Επιστολογραφίας» συνέχεια με «πυξίδα» την ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου και τα ευρωατλαντικά σχέδια

Συνεχίζεται η διά επιστολογραφίας «κολοκυθιά» μεταξύ του Ελληνα πρωθυπουργού, Κυρ. Μητσοτάκη, και της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλας φον ντερ Λάιεν. Με την τέταρτη επιστολή του μέσα σε διάστημα ενός έτους στην φον ντερ Λάιεν, ο Μητσοτάκης ζητάει από την ΕΕ να αναπτύξει νέες στρατηγικές για τη μείωση των τιμών του φυσικού αερίου και του ηλεκτρισμού στην Ευρώπη.

Πρόκειται για τη δεύτερη επιστολή με θέμα το ράλι των τιμών Ενέργειας που ροκανίζουν το εισόδημα των λαϊκών νοικοκυριών. Ωστόσο ο βραχνάς τόσο του Ελληνα πρωθυπουργού όσο και της προέδρου της Κομισιόν δεν είναι η εξασφάλιση φτηνής Ενέργειας για τα λαϊκά νοικοκυριά, αλλά η τόνωση της ανταγωνιστικότητας του ευρωπαϊκού κεφαλαίου που πλήττεται από την άνοδο των τιμών της Ενέργειας.

Θυμίζουμε πως στην προηγούμενη επιστολή του, τον Σεπτέμβρη, με το ίδιο θέμα, ο Μητσοτάκης έκανε τον ανήξερο για το πώς σκαρφαλώνουν σε αυτά τα ύψη οι τιμές χονδρικής, και έγραφε χαρακτηριστικά: «Το σύστημα είναι τόσο πολύπλοκο και αδιαφανές, που είναι σχεδόν αδύνατο να κατανοήσουμε τι ακριβώς επηρεάζει τις τιμές σε κάθε δεδομένη στιγμή. Εχουμε δημιουργήσει ένα ακατανόητο "μαύρο κουτί", ακόμη και για τους ειδικούς. Και δεν μπορούμε να εξηγήσουμε πειστικά στους πολίτες μας γιατί η τιμή που πληρώνουν αυξάνεται τόσο ξαφνικά. Αυτό είναι, σε πολιτικό επίπεδο, απαράδεκτο».

Στόχος τους είναι να κρύψουν κάτω από το χαλί τις πραγματικές αιτίες που εκτοξεύουν στα ύψη τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας και δεν είναι άλλες από την πολιτική τους που έχει μετατρέψει την Ενέργεια σε εμπόρευμα και χρηματιστηριακό προϊόν. Παράλληλα, η επιλογή του φυσικού αερίου ως «στρατηγικού» καυσίμου στο πλαίσιο της ευρωενωσιακής πολιτικής της «πράσινης μετάβασης» και της απολιγνιτοποίησης, σε συνδυασμό με την αντικατάσταση του ρωσικού αερίου από το πανάκριβο LNG των ΗΠΑ και άλλων κρατών - συμμάχων του ευρωατλαντικού μπλοκ, ως ένα ακόμα πεδίο όπου ξεδιπλώνονται οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί, εκθέτουν την Ελλάδα αλλά και συνολικά την Ευρώπη στις διακυμάνσεις που προκαλούν στις τιμές οι ανταγωνισμοί αυτοί. Την επιτάχυνση ακριβώς αυτής της πολιτικής που γεννάει το πρόβλημα δείχνει η κυβέρνηση ως «διέξοδο» δήθεν από αυτό.

«Ασφάλεια» κερδοφορίας και εμπλοκής στον ευρωατλαντικό ενεργειακό σχεδιασμό

Αλλωστε η κυβέρνηση δεν κρύβει λόγια, λέγοντας ότι το υψηλό ενεργειακό κόστος απαιτεί ταχύτερες και διαφορετικές δράσεις που να αποτελέσουν μέρος της «πυξίδας ανταγωνιστικότητας» της ΕΕ τα επόμενα 5 χρόνια, δείχνοντας και το ποιος είναι ο πραγματικός καημός, με τα ευρωενωσιακά μονοπώλια να χάνουν έδαφος απέναντι στους ανταγωνιστές σε ΗΠΑ και Κίνα.

Παράλληλα, σημειώνεται ότι οι τιμές Ενέργειας στην Ευρώπη εξακολουθούν να είναι πολύ υψηλές, καθώς στην Αγορά της Επόμενης Μέρας για την ηλεκτρική ενέργεια, ήταν 82 ευρώ/MWh το 2024 - αύξηση 78% σε σχέση με το 2019 - ενώ οι τιμές του φυσικού αερίου έχουν επίσης αυξηθεί απότομα και παραμένουν πολύ πάνω από τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο. «Αυτοί οι αριθμοί μάς υπενθυμίζουν καθημερινά ότι η ενεργειακή μας κατάσταση παραμένει επισφαλής, παρά την πρόοδο που έχουμε σημειώσει όσον αφορά στην ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και τη διαφοροποίηση του εφοδιασμού μας με φυσικό αέριο», αναφέρει η επιστολή, επιβεβαιώνοντας ότι σε αντίθεση με όσα έλεγαν τα προηγούμενα χρόνια, προωθώντας και την αντικατάσταση του ρωσικού φυσικού αερίου με αμερικανικό LNG, όσο και τις ΑΠΕ, τίποτα από αυτά δεν διασφαλίζει την ενεργειακή αυτάρκεια στο πλαίσιο της «απελευθερωμένης» αγοράς ηλεκτρισμού που στο επίκεντρο έχει την καπιταλιστική κερδοφορία.

Γι' αυτό και είναι παραπάνω από προκλητικός ο ισχυρισμός της κυβέρνησης ότι η επιτάχυνση σε αυτόν τον δρόμο, με την «καλύτερη ενσωμάτωση των εθνικών δικτύων» στο ευρωπαϊκό δίκτυο και με πιο αποφασιστική στήριξη στα ευρωπαϊκά μονοπώλια προκειμένου αυτά να επενδύσουν σε έργα φυσικού αερίου και υποδομών, όπως και να υπογράψουν μακροπρόθεσμα συμβόλαια, μπορεί τάχα να αποτελέσει λύση. Το ακριβώς αντίθετο, μεγάλους κινδύνους και πανάκριβο ρεύμα έχει να περιμένει ο λαός από το κάλεσμα του πρωθυπουργού στην ΕΕ να υιοθετήσει «μια νέα προσέγγιση για να φέρουμε φυσικό αέριο στην Ευρώπη σε ανταγωνιστική τιμή. Οι αλλαγές στο γεωπολιτικό τοπίο καθιστούν το έργο αυτό ακόμη πιο επιτακτικό (...) Πρέπει να δώσουμε στις ευρωπαϊκές εταιρείες δύναμη να επενδύσουν σε έργα και υποδομές φυσικού αερίου και να υπογράψουν συμβάσεις που εγγυώνται την ευρωπαϊκή πρόσβαση σε παγκόσμιες προμήθειες».

Ολα αυτά ώστε οι εφοπλιστές και οι ενεργειακοί και άλλοι όμιλοι να διεκδικήσουν ένα γενναίο κομμάτι - «εγγυημένων» - κερδών από την προώθηση του αμερικανικού LNG στην ευρωενωσιακή αγορά και ιδιαίτερα αυτή των Βαλκανίων και της Ανατ. Ευρώπης, ως την Ουκρανία, με τις «ευκαιρίες» να ξεφυτρώνουν πάνω στα συντρίμμια του πολέμου.

Γι' αυτά τα συμφέροντα η κυβέρνηση παρουσιάζει το «φαρμάκι για φάρμακο», καθώς αυτή ακριβώς η πολιτική κατεύθυνση είναι που οδήγησε τις τιμές στο ταβάνι, ενώ μπλέκει ακόμη πιο μέσα τον λαό στον ενεργειακό πόλεμο που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, χαράσσοντας ξανά τον ενεργειακό χάρτη κυριολεκτικά με το αίμα των λαών.

Ηλεκτρική ενέργεια

Το ίδιο αναποδογύρισμα της πραγματικότητας αφορούν και τα όσα λέγονται στην επιστολή για τον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, με την ελληνική κυβέρνηση να υποστηρίζει πως η ΕΕ χρειάζεται μια «νέα ώθηση στην εσωτερική αγορά» προκειμένου να ξεπεραστεί το ζήτημα των σημαντικών διαφορών στις τιμές των αγορών ηλεκτρικού ρεύματος. Προτείνει τη συγκρότηση μιας «ειδικής ομάδας εργασίας για την αύξηση των διασυνοριακών ροών όπου υπάρχουν σημαντικές διαφορές στις τιμές» αλλά και την αλλαγή της διαδικασίας μακροπρόθεσμου σχεδιασμού όσον αφορά τη χάραξη των δικτύων: «Σήμερα, βασιζόμαστε υπερβολικά στα συμφέροντα κάθε χώρας και στις προτεραιότητες των διαχειριστών δικτύων», σημειώνεται στην επιστολή.

Με αυτόν τον τρόπο η ελληνική κυβέρνηση προσπερνά για άλλη μια φορά τη βασική αιτία που ανεβάζει σταθερά τις τιμές. Την πολιτική της ΕΕ που εφάρμοσαν και στην Ελλάδα όλες οι κυβερνήσεις, για την «απελευθέρωση» της αγοράς ηλεκτρικού ρεύματος, την απολιγνιτοποίηση και το τζογάρισμα του ρεύματος στα χρηματιστήρια της Ενέργειας (για το οποίο ο πρωθυπουργός ζητάει... καλύτερη ρύθμιση), αλλά και την πολιτική που δίνει «προτεραιότητα» στις εξαγωγές, όχι βέβαια για να καλυφθούν οι κοινές ανάγκες των λαών, αλλά κυνηγώντας το μέγιστο κέρδος.

Οσα λοιπόν παραμύθια και αν επιστρατεύσει η κυβέρνηση δεν αλλάζει το κύριο: Η αύξηση των διασυνοριακών ροών όπως και όλος ο ενεργειακός σχεδιασμός γίνονται με γνώμονα τις ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων της Ενέργειας, που θέλουν να αυξήσουν την κερδοφορία τους από την επέκταση της αγοράς και σε άλλες χώρες, κάτι που σημαίνει ακόμη μεγαλύτερη βύθιση στην ενεργειακή φτώχεια για τον λαό.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν άλλωστε όλα αυτά για τα οποία επαίρεται ο πρωθυπουργός στην επιστολή: Η μετατροπή της χώρας σε «πύλη εισόδου» του αμερικανικού LNG, η «διαφοροποίηση» των πηγών, δηλαδή η πολυδιαφημισμένη απεξάρτηση από το φθηνό ρωσικό φυσικό αέριο από αγωγούς, με τα πρόσφατα στοιχεία του ΔΕΣΦΑ να δείχνουν ότι το 71,64% της ποσότητας LNG που εκφορτώθηκε στον Τερματικό Σταθμό LNG Ρεβυθούσας προήλθε από τις ΗΠΑ ενώ συνολικά οι ΗΠΑ αύξησαν το ποσοστό τους κατά 24,56% στις ελληνικές εισαγωγές LNG (ταυτόχρονα μειώθηκε το ρωσικό και το αλγερινό LNG κατά 65% και 57% αντίστοιχα).

Εργα και υποδομές φυσικού αερίου, όπως η αποθήκη LNG στην Αλεξανδρούπολη, αύξησαν τις δυνατότητες εισαγωγής LNG και συνέβαλαν στη μείωση των ρωσικών ροών φυσικού αερίου. Ενα μάλιστα από τα τελευταία συμβόλαια του FSRU στην Αλεξανδρούπολη, αυτό της αμερικανικής «Venture Global», με το οποίο δεσμεύτηκε το 25% της συνολικής χωρητικότητας της αποθήκης, δηλαδή περίπου 12 φορτία ετησίως, έκαστο των 100 εκατ., έχει ως προοπτική τις αγορές της ευρύτερης ΝΑ Ευρώπης, ακόμα και την Ουκρανία, στην οποία μάλιστα κατευθύνθηκε ήδη ένα από τα φορτία «όλως τυχαίως» την ίδια μέρα που ανακοινώθηκε η πλήρης διακοπή της ροής του ρωσικού αερίου προς την ΕΕ μέσω Ουκρανίας.

Τι αλήθεια απ' όλα τα παραπάνω οδήγησε σε φτηνότερο ρεύμα, φτηνότερα προϊόντα και «σταθερότητα» όπως έλεγαν;

Θυμήθηκαν ως και... το κόστος εκπομπών ρύπων

Τέλος, στην επιστολή του Κυρ. Μητσοτάκη σημειώνεται πως πρέπει να περιοριστεί το κόστος που προκύπτει από την υπερρύθμιση των εκπομπών ρύπων, ως ο μοναδικός τρόπος για να επιτευχθεί η «πράσινη μετάβαση» με κόστος που θα μπορούν να αντέξουν οι επιχειρηματικοί όμιλοι.

Αυτό ενώ εδώ και χρόνια, οι ελληνικές κυβερνήσεις ακριβό ανεβάζουν τον - εγχώρια παραγόμενο - λιγνίτη, ασύμφορο τον κατεβάζουν, επικαλούμενες το κόστος των «καπέλων» της ΕΕ στους ρύπους για να στηρίξουν τον «οδοστρωτήρα» της απολιγνιτοποίησης που καταστρέφει τις ζωές χιλιάδων εργαζομένων και κάνει χώρο στην πίτα της ηλεκτροπαραγωγής για πιο κερδοφόρες για το κεφάλαιο πηγές παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος. Σε αυτήν την περίπτωση η πολιτική της ΕΕ παρουσιαζόταν ως ευαγγέλιο που δεν μπορεί να αλλάξει. Ομως τώρα που το κόστος των ρύπων περιορίζει και την κερδοφορία των παραγωγών ηλεκτρισμού από φυσικό αέριο, άρα και τη συνολικότερη αλυσίδα του LNG, όπως και την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας που πλήττεται από το κόστος της Ενέργειας, ενώ η «πράσινη μετάβαση» αποδείχτηκε ότι δεν μπορούσε να δώσει διέξοδο στα συσσωρευμένα κεφάλαια και το τιμόνι γυρνάει προς την πολεμική οικονομία, η κυβέρνηση ανακάλυψε ότι... μπορούν πλέον να μειωθούν τα ευρωπαϊκά «καπέλα» των ρύπων.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ